Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

Melancholia




Σκηνοθεσία: Lars Von Trier
Παραγωγής: Denmark / Sweden / France/ Germany / 2011
Διάρκεια: 136'


 





Στην μετά Αντίχριστο πορεία που έχει πάρει η φιλμογραφία του Lars Von Trier μπορούμε να παρατηρήσουμε δύο είδη ανθρώπων: αυτούς που υπάρχουν ερμηνεύοντας τον κόσμο -και οι ερμηνείες τους είναι η απόδειξη της ύπαρξής τους- και αυτούς που αφομοιώνουν και αφομοιώνονται από τον κόσμο μέσα από το προσωπικό-μαγικό-μεταφυσικό θαύμα της αίσθησης. Για τους δεύτερους δε χρειάζεται απόδειξη ύπαρξης. Οι πρώτοι έχουν μια σκοπική θέση απέναντι από το περιβάλλον. Το οποίο και παρατηρούν προσπαθώντας να το καταλάβουν και να το ερμηνεύσουν. Για αυτούς -είναι ολοφάνερο- ο εαυτός τους και το περιβάλλον αποτελούν διακριτά σχήματα. Εκκινούν από το εαυτό τους, και χρησιμοποιώντας αποδεκτές πρακτικές και μοντέλα του ιστόριου της ανθρωπότητας προσπαθούν να ερμηνεύσουν ό,τι εκτείνεται έξω από αυτούς, το οποίο ωστόσο παραμένει εκτός και μετά την ερμηνεία. Για τους άλλους -αυτούς που υπάρχουν μέσω της αίσθησης- η διάκριση είναι δύσκολη και αδιόρατη. Η αίσθηση δεν υπακούει σε διατυπωμένες δομές. Είναι αλλόκοτη. Μια διαδικασία αμφίδρομη, μέσω της οποίας το υποκείμενο ενσωματώνεται σε ό,τι το περιβάλλει, και το περιβάλλον ενσωματώνεται μέσα στο άυλο όλο του υποκειμένου. Με άλλα λόγια, αν αναλύαμε τα συστατικά του υποκειμένου και του περιβάλλοντος, θα καταλήγαμε σε ένα κοινό δομικό μόριο, το οποίο εμπεριέχει μεταβλητές και άπειρες διαστάσεις.


Το πρώτο μέρος του Melancholia μοιάζει με κραυγή φθόνου: "Ο Trier που δεν έκανε το Festen". Ωστόσο, μαεστρικά, ο Δανός σκηνοθέτης υπογραμμίζει την διάκριση που διατυπώσαμε ανωτέρω. Δηλαδή, ο ευαγγέλιος δρόμος των Δυτικών κοινωνιών, η υλική πλήρωση, δε συμβαδίζει καταναγκαστικά με την εσωτερική ολοκλήρωση. Μπορεί οι άνθρωποι που έχουν υιοθετήσει τα εξωτερικά πρότυπα ευτυχίας να επιδιώκουν την υλική εκπλήρωση με τον ίδιο αυτισμό που ένας κύων κυνηγά την ουρά του, ωστόσο, οι άλλοι, που υπάρχουν μέσω της αίσθησης, και τους οποίους ενσαρκώνει η Kirsten Dunst, δεν είναι περισσότερο ευτυχείς ή λιγότερο δυστυχείς με έναν όμορφο σύζυγο, με μια παχυλή περιουσία, με κατακόκκινα μήλα, και ευφάνταστες προαγωγές. Και αυτό γιατί οι αισθήσεις είναι ανερμήνευτες, αλλόκοτες, ακαθόριστες. Και κυρίως: ανεξάρτητες.


Ο Trier που σκηνοθετεί μεταδογματικά, με πολλά zoom in, zoom out και κίνηση στην κάμερα, μας παραθέτει το δεύτερο μέρος της ταινίας του, παρατηρώντας το μαραζωμένο σώμα της Dunst, ελέω μιας παραλυτικής κατάθλιψης που την κυριεύει. Ωστόσο, ακόμα και τότε, πίσω από τη φαινόμενη όψη, η Dunst μοιάζει ο πιο υγιής χαρακτήρας μέσα στο αστικά διαβρωμένο περιβάλλον που λαμβάνει χώρο αυτή η ταινία. Και αυτό διότι η θλίψη, η μελαγχολία, η κατάθλιψη, παρ' ότι αποτελούν καταστάσεις που κατά την ακαδημαϊκή ψυχολογία κατοικούν σε κόκκινες-εξόριστες-ανεπιθύμητες περιοχές, κάτω απ' το ασημένιο φως της αίσθησης, αποτελούν βιώματα εξίσου ευεργετικά με την ευτυχία, την ευδιαθεσία, την ισορροπία. Τα συναισθήματα, όπως τα βιώνει ένας άνθρωπος, όποια όψη κι αν έχουν, μέσα στην ελευθέρια διάδραση της αίσθησης, αποτελούν τον φυσικό μορφότυπο –χωρίς μορφύ- του ατόμου εκείνη την ακριβή στιγμή. Κάπως έτσι, σε μια εκτυφλωτικά αριστουργηματική σκηνή, η Dunst διαθέτει ολοκληρωτικά εαυτόν και «είναι» στην απειλητική λάμψη του πλανήτη του τίτλου, διδάσκοντας πώς η απόλυτη απελευθέρωση είναι ο δρόμος ένωσης με το Όλο.


Τελικά, ο άνθρωπος δεν κινδυνεύει από την μελαγχολία, την θλίψη ή την κατάθλιψη. Αλλά μόνο από τον φόβο και τις παραλυτικές άμυνες που αναπτύσσει στην αδυναμία του να συνυπάρξει μαζί τους.


Posted by kioy at 12:05 π.μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου