Πέμπτη 30 Απριλίου 2015

TO ΦΙΛΙ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ,Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ

 
Ολοι μας γνωρίζουμε τον Ιούδα τον Ισκαριώτη.Ηταν εκείνος που πρόδωσε Τον Χριστό με ένα φιλί, βγάζοντας έτσι, όλη την χολή της προδοσίας του.Ηταν εκείνος που ως μαθητής,γνώρισε τον Χριστό απο κοντά,άκουσε την διδασκαλία του,ήτανε δίπλα του όλο αυτόν τον καιρό και ΕΖΗΣΕ τον Ιησού ως θεάνθρωπο.Είδε με τα μάτια του, όλα τα θαύματα του διδασκάλου του.Γνώριζε πολύ καλά Τον Ιησού Χριστό.Αυτό που δεν γνώριζε ο Ιούδας ή δεν ήθελε να παραδεχτεί, ήταν το δυσώδες πάθος που επέτρεψε να μπεί μέσα στην ψυχή του και το οποιο δεν είναι άλλο απο την ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑ.Αρκετοί πατέρες της Εκκλησίας μας το κατατάσουνε στα χειρότερα πάθη, διότι είναι τρομερά δύσκολο να απαλλαγεί ο άνθρωπος απο αυτό το δαιμονικό πάθος.Αυτήν η ανίατη και μόνιμη ''αρρώστια'' οδηγεί τον άνθρωπο στην πλεονεξία και κατ'επέκταση στην αυτοκαταστροφή.Ως συνεπακόλουθο της πλεονεξίας του,ο φιλάργυρος,δεν διστάζει να κάνει ακόμα και τις χειρότερες πράξεις εναντίον του συνανθρώπου του.Ο Αγιος Ιωάννης ο χρυσόστομος λέει για την  φιλαργυρία:  ''Η πλεονεξία,είναι θηρίο που μένει πάντα ακμαίο και δεν μαραίνεται ποτέ .Ο εραστής της πλεονεξίας,υποκύπτει στον διάβολο περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον ''.
  Ετσι ο άνθρωπος ο υποδουλωμένος σε αυτό το πάθος δεν διστάζει να προδώσει ακόμα και τα ποιο ιερά πράγματα και πρόσωπα στην ζωή του,προκειμένου να κερδίσει ο ίδιος αυτό που θέλει.Η προδοσία είναι η πιο μισητή πράξη την οποια μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος και η οποια προκαλεί την αντιπάθεια και την απέχθεια όλων.Ο προδότης γεύεται αργά η γρήγορα τον αποκλεισμό των άλλων,το μίσος και την γενική κατακραυγή.Ο Μέγας βασίλειος αναφέρει ότι: ''όπως κάνουν τα ψάρια, έτσι και ο πλεονέκτης καταπίνει στο απύθμενο στομάχι του τους αδύναμους. Είναι αδύνατο ο πλεονέκτης να μη στραφεί κατά του συνανθρώπου του.'' Ετσι και ο Ιούδας προκειμένου να πάρει τα 30 αργύρια δεν δίστασε να προδώσει Τον διδάσκαλό του.Οταν κατάλαβε πλέον το κακό που είχε κάνει,ένοιωθε τύψεις και ενοχές.Ομως η υπερηφάνεια του δεν τον άφησε να πάει να ζητήσει συγνώμη απο τον Χριστό.Τα χείλη του δεν βγάλανε ούτε μια λέξη αληθινής μετάνοιας και ικεσσίας για συγχώρεση,όπως έκανε ο πέτρος ο οποιος αντιλαμβανόμενος την άρνηση που έκανε στον Κύριο,έτρεξε αμέσως με μάτια δακρυσμένα και ψυχή μετανοιωμένη να ζητήσει συγνώμη.
  Ο προδότης Ιούδας είχε τόσο ριζωμένο το πάθος της φιλαργυρίας μέσα του,που η καρδιά του γέμισε με τα χειρότερα συναισθήματα και με πρώτο και κυριότερο την υπερηφάνεια.Και έτσι μπόρεσε εύκολα να μπεί και η απόγνωση και η απελπισία στην οποια τον έριξε ο διάβολος.Οι τύψεις του, μαζί με την απόγνωση και την απελπισία του, τον σπρωξανε κατευθείαν εκεί ακριβώς οπου ήθελε ο διάβολος...στην αυτοκτονία.Αντί να διορθώσει το κακό που έκανε ζητώντας συγνώμη απο τον Χριστό,εκείνος έπραξε και άλλο κακό.Το μεγαλύτερο και ισχυρότερο όπλο του διαβόλου κατά των ανθρώπων είναι η απελπισία και η απόγνωση.
   Απο την άλλη μεριά είναι και ο ληστής,ο οποιος έζησε μια ζωή στην παρανομία και στην αμαρτία.Ο ληστής δεν έζησε τον Χριστό,παρα μόνο λίγα λεπτά επάνω στον σταυρό.Δεν υπήρξε μαθητής του Χριστού αλλα ήτανε ένας κοινός εγκληματίας της εποχής του.Δεν διδάχτηκε απο τον Χριστό παρα μόνο τον άκουσε και τον είδε,λίγες στιγμές προτού πεθάνει.Και όμως ο ληστής,μετάνοιωσε,πίστεψε στον Χριστό και σώθηκε!!!Ενώ ο Ίούδας που ήτανε μαθητής του Χριστού,τον πρόδωσε με τον χειρότερο τρόπο και έχασε την ψυχή του.Η καρδιά του Ληστή επέτρεψε στον Χριστό να σπείρει μέσα του την Πίστη και την μετάνοια.Λίγα λεπτά πρίν τον θανατό του,ο εγκληματίας στα θολερά μάτια του κόσμου, κέρδισε τον παράδεισο!

Αν θέλεις να κυβερνάσαι από Τον Θεό να μην αμαρτάνεις. Γιατί αν αμαρτάνεις πώς θα κυβερνάσαι από Τον Θεό; (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.)







Τούτον Δανιήλ υιόν ανθρώπου λέγει είναι, ερχόμενον πρός τον Πατέρα, και πάσαν την κρίσιν και την τιμήν παρ'εκείνου υποδεχόμενον

(Αποστολικαί Διαταγαί, Ε΄, ΧΧ 10, ΒΕΠ 2,92)
Αγία τριάδα


Εθεώρουν έως ότου θρόνοι ετέθησαν και παλαιός ημερών εκάθητο, και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών, και η θρίξ της κεφαλής αυτού ωσεί έριον καθαρόν... εθεώρουν εν οράματι της νυκτός και ιδού μετά των νεφελών του ουρανού ως υιός ανθρώπου ερχόμενος ην και έως του παλαιού των ημερών εφθασε...

(Δανιήλ Ζ', 9 και 14)


"Πιστεύοντες εις ένα Θεόν εν Τριάδι ανυμνούμενον, τας τιμίας Αυτού εικόνας ασπαζόμεθα."
(Πρακτικά εβδόμης Οικουμενικής συνόδου, Τόμος Β' σελ. 883)

Η ενανθρώπηση του Θεού είναι γεμάτη φιλανθρωπία.

Επειδή όμως αυτά, και μύρια άλλα και δυσδιήγητα είδη της θείας οικονομίας λίγους ευεργέτησαν, ενώ οι υπόλοιποι άνθρωποι έμειναν αθεράπευτοι, τότε λοιπόν, τότε έγινε το μεγάλο και απερίγραπτο μυστήριο της ενανθρωπήσεως. Γιατί ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, ο δημιουργός όλης της κτίσεως, ο άπειρος, ο απερίγραπτος, ο αναλλοίωτος, η πηγή της ζωής, το φως που προήλθε από το φως, η ζωντανή εικόνα του Θεού, η ακτινοβολία της δόξας, η σφραγίδα της υποστάσεώς του, προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση και ανακαινίζει την εικόνα του που είχε καταστραφεί με την αμαρτία, και ανανεώνει τον ανδριάντα που είχε παλιώσει από τον υιό της πονηρίας, και τον κάνει πιο χαριτωμένο από τον πρώτο, όχι δημιουργώντας τον πάλι από χώμα, όπως παλιά, αλλά δεχόμενός τον ο ίδιος, χωρίς να μεταβάλει τη θεϊκή φύση σε ανθρώπινη, αλλά ενώνοντας την ανθρώπινη με τη θεϊκή. Γιατί, μένοντας αυτό που ήταν, έλαβε αυτό που δεν ήταν. 
 
Και αυτό μας το διδάσκει ο μακάριος Παύλος φωνάζοντας, «Ας επικρατεί μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα, που υπήρχε και στον Ιησού Χριστό, ο οποίος, αν και είχε θεϊκή ύπαρξη, δεν θεώρησε κάτι σαν αρπαγή το ότι ήταν ίσος με τον Θεό, αλλά ταπείνωσε τον εαυτό του, παίρνοντας μορφή δούλου». Από αυτά είναι φανερό ότι η μορφή του Θεού, μένοντας αυτό που ήταν, έλαβε τη μορφή δούλου. Και μορφή δούλου δεν ονομάζει αυτό που φαίνεται μόνο στον άνθρωπο, αλλά όλη τη φύση του ανθρώπου. Γιατί, όπως η μορφή του Θεού σημαίνει την ουσία του Θεού, γιατί το Θείο είναι χωρίς μορφή και σχήμα, και κανείς που έχει τα λογικά του δεν μπορεί να πει ότι ο ασώματος και ασύνθετος έχει μορφή και διαίρεση μελών, έτσι η μορφή του δούλου φανερώνει όχι μόνο αυτό που φαίνεται, αλλά όλη την ουσία του ανθρώπου.
Για χάρη τίνος ο Θεός Λόγος προσέλαβε την ανθρώπινη φύση.

Επειδή ο Δημιουργός λυπήθηκε τη δική μας φύση, που δεχόταν πόλεμο από τον Πονηρό και βαλλόταν με τα δηλητηριασμένα βέλη της αμαρτίας και στελνόταν στο θάνατο, ήρθε σε βοήθεια της εικόνας και κατανίκησε εκείνους που την πολεμούσαν, όχι χρησιμοποιώντας απλώς τη θεϊκή δύναμη, ούτε χτυπώντας τους αντιπάλους με τη βασιλική εξουσία, ούτε επιστρατεύοντας αγγέλους, ούτε παίρνοντας ως συμμάχους του τους αρχαγγέλους, ούτε οπλίζοντας εναντίον των έχθρων κεραυνούς ή αστραπές, ούτε εμφανιζόμενος στη γη με Χερουβίμ και καταδικάζοντας τους αντιδίκους μας, αλλ’ αφού έγινε ένας από τους ένοχους και πολεμουμένους, και κρύβοντας επιμελώς τη μεγαλοπρέπεια της θεότητας με την ευτέλεια της ανθρώπινης φύσεως, και προαλείφοντας τον άνθρωπο που φαινόταν σε πάλη, και στεφανώνοντάς τον μετά τη νίκη. Και από παιδί διδάσκοντας την αρετή και οδηγώντάς τον στο ψηλότερο σημείο της δικαιοσύνης, και διαφυλάσσοντάς τον αήττητο και απαλλαγμένο από τα βέλη της αμαρτίας, επιτρέποντάς τον όμως να υποστεί θάνατο, για να ελέγξει την αδικία της αμαρτίας και να καταργήσει τη δύναμη του θανάτου.

Γιατί, εάν επιτίμιο εκείνων που ήταν κάτω από την αμαρτία ήταν ο θάνατος, εκείνος που είναι για πάντα απαλλαγμένος από αυτήν, είναι δίκαιο να απολαμβάνει τη ζωή και όχι τον θάνατο. Όμως η αμαρτία, αν και ηττημένη, καταδικάζοντας σε θάνατο τον νικητή και εκδίδοντας εναντίον του την ίδια απόφαση που εξέδιδε πάντοτε εναντίον των ηττημένων, συνελήφθη να αδικεί. Γιατί, στέλνοντάς τον μέχρι τους δέσμιους του θανάτου, επειδή το έκανε σύμφωνα με τον νόμο, της επιτρεπόταν να το κάνει. Όταν όμως επέβαλε τα ίδια επιτίμια και στον αθώο και ανεύθυνο, που ήταν άξιος για τιμές και αναδείξεις σε υψηλά αξιώματα, κατ’ ανάγκη ως άδικη εκδιώκεται από την εξουσία. Και αυτό διδάσκοντάς το ο μακάριος Παύλος, έλεγε·«Εκείνο που δεν μπορούσε να κάνει ο νόμος, επειδή του έλειπε η δύναμη λόγω της σάρκας, το έκανε ο Θεός στέλνοντας τον Υιό του με σώμα που έμοιαζε με το δικό μας αμαρτωλό σώμα, ως θυσία για την αμαρτία, καταδικάζοντας έτσι την αμαρτία στη σάρκα, για να εκπληρωθεί η απαίτηση του νόμου σε μας, οι οποίοι δεν ζούμε σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σάρκας, αλλά σύμφωνα με τις οδηγίες του Πνεύματος».

Αυτό που λέγει σημαίνει το εξής· Σκοπός του νόμου, λέγει, ήταν να δικαιώσει τη φύση των ανθρώπων, αλλά αδυνατούσε να το κάνει αυτό, όχι από δική του αδυναμία, αλλ’ εξαιτίας της νωθρότητας των ακροατών του. Γιατί, όντας επιρρεπείς προς την ηδονή της σάρκας, απέφευγαν τις ταλαιπωρίες των απαιτήσεων του νόμου, και επιδίδονταν στις ηδυπάθειες του σώματος. Γι’ αυτό, λέγει, ο Θεός των όλων στέλνοντας τον Υιό του με τη μορφή του σώματος της αμαρτίας, δηλαδή με ανθρώπινη φύση, απαλλαγμένη όμως από την αμαρτία, ως θυσία για την αμαρτία, καταδίκασε την αμαρτία στη σάρκα, ελέγχοντας την αδικία της, επειδή υπέβαλε στα επιτίμια των αμαρτωλών τον ανεύθυνο και απαλλαγμένο από την αμαρτία, και το έκανε αυτό όχι για να δικαιώσει τον άνθρωπο που προσέλαβε, αλλά για να εκπληρωθεί, λέγει, η απαίτηση του νόμου σε μας που δεν ζούμε σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σάρκας, αλλά με την καθοδήγηση του Πνεύματος. Καθόσον η ευεργεσία του Σωτήρα μας εκτείνεται σ’ όλη τη φύση των ανθρώπων, γιατί, όπως με τον προπάτορα Αδάμ γίναμε μέτοχοι της κατάρας και βρεθήκαμε όλοι δέσμιοι του θανάτου όπως εκείνος, έτσι γινόμαστε μέτοχοι και της νίκης του Σωτήρα Χριστού, και θα συμμετάσχουμε στη δόξα και θα απολαύσουμε μαζί του και τη βασιλεία. Και αυτών μάρτυρας είναι ο μακάριος Παύλος, υπενθυμίζοντας και τα παλιά και τα νέα, και δείχνοντας ότι τα παλιά καταργήθηκαν με τη δικαίωση του Σωτήρα.

Όπως γίναμε μέτοχοι του θανάτου του Αδάμ, έτσι θα γίνομε μέτοχοι και της ζωής του Κυρίου.

«Εάν με το παράπτωμα του ενός», λέγει, «πέθαναν πολλοί, η χάρη του Θεού και η δωρεά που ήρθε με τη χάρη του ενός ανθρώπου Ιησού Χριστού, ήταν υπεραρκετή για τους πολλούς». Και λίγο παρακάτω, «Άρα λοιπόν, όπως με το παράπτωμα του ενός η καταδίκη κυριάρχησε σε όλους τους ανθρώπους, έτσι και η δίκαια πράξη του ενός ήταν δικαίωση και ζωή για όλους τους ανθρώπους. Γιατί, όπως με την παρακοή του ενός ανθρώπου έγιναν αμαρτωλοί οι πολλοί, έτσι και με την υπακοή του ενός θα δικαιωθούν οι πολλοί». Τα ίδια διδάσκει πιο καθαρά και στην προς Κορινθίους επιστολή λέγοντας· «Όπως με τον Αδάμ όλοι πεθαίνουν, έτσι και με τον Χριστό όλοι θα ζωοποιηθούν». 
 
Από αυτά είναι φανερό, ότι η νίκη του Σωτήρα μας είναι δική μας νίκη, αφού η ήττα του προπάτορά μας υπήρξε ήττα όλων και πρέπει, όπως γίναμε μέτοχοι της πράξεως εκείνου, έτσι ν’ απολαύσουμε και τα αγαθά μαζί με εκείνον που έλαβε σάρκα από εμάς και δοξάσθηκε για μας. Γι’ αυτό και ο θείος απόστολος έλεγε· «Εκείνους που τους ήξερε από πριν, αυτούς και προόρισε να γίνουν όμοιοι με την εικόνα του Υιού του, ώστε αυτός να είναι πρωτότοκος ανάμεσα σε πολλούς αδελφούς. Εκείνους που αυτός προόρισε, εκείνους και κάλεσε, και εκείνους που κάλεσε, αυτούς και δικαίωσε, και εκείνους που δικαίωσε, αυτούς και δόξασε». Και κάπου αλλού λέγει· «Εάν είμαστε παιδιά του, είμαστε και κληρονόμα του· κληρονόμοι του Θεού και συγκληρονόμοι του Χριστού, εάν βέβαια πάσχουμε μαζί του, για να δοξασθούμε και μαζί του». Και αλλού· «Εάν υπομένουμε, και θα βασιλεύουμε μαζί του». 
 
Για χάρη λοιπόν όλης της φύσεως μας ο Λόγος του Θεού προσέλαβε τη δική μας απαρχή, ώστε, οδηγώντας την μέσα από κάθε αρετή, να προκαλέσει σε πάλη τον ανταγωνιστή, και να αποδείξει ότι ο αθλητής είναι ανίκητος, και αυτόν να τον δοξάσει, ενώ εκείνου την πράξη να την στηλιτεύσει, και να κάνει όλους να κινηθούν με θάρρος εναντίον του. Γι’ αυτό στα ιερά Ευαγγέλια έλεγε, άλλοτε, «Είδα τον Σατανά να πέφτει σαν αστραπή από τον ουρανό», και άλλοτε πάλι, «Εάν κάποιος δεν μπει μέσα στο σπίτι του ισχυρού και δεν δέσει τον ισχυρό, πώς είναι δυνατόν να αρπάξει τα σκεύη του;». Λέγοντας σπίτι του ισχυρού εννοεί την ανθρώπινη φύση, η οποία έχει αυτομολήσει προς εκείνον, ανεχόμενη να εκτελεί ό,τι διατάσσει εκείνος και επισύροντας επάνω της αυθαίρετη δουλεία. Και αλλού πάλι· «Έχετε θάρρος, εγώ νίκησα τον κόσμο». Και κάπου αλλού· «Τώρα γίνεται δίκη του κόσμου αυτού, τώρα ο άρχοντας του κόσμου αυτού θα πεταχθεί έξω. Και εγώ όταν υψωθώ από τη γη, θα σας ελκύσω όλους προς τον εαυτό μου». Και προχωρώντας το αναπτύσσει πιο καθαρά.

Ότι η ενανθρώπηση του Σωτήρα είναι κοινή ευεργεσία των ανθρώπων.

«Όσον άφορα την κρίση, ο άρχοντας του κόσμου αυτού έχει κριθεί». Και πάλι· «Έρχεται ο άρχοντας του κόσμου αυτού, και επάνω μου δεν έχει καμμιά δύναμη». Όντας δηλαδή απαλλαγμένος από κάθε αιτία, δεν είχε κανένα από τα σπέρματα του διαβόλου. Γι’ αυτό και κατάργησε την τυραννία του και τον έβγαλε έξω, και έκανε να τον καταπατούν εκείνοι που προηγουμένως ήταν δούλοι του, ενθαρ¬ρύνοντάς τους και λέγοντας, «Να, σας δίνω την εξουσία να πατάτε πάνω σε φίδια και σκορπιούς και πάνω σε όλη τη δύναμη του εχθρού». 
 
Για να δούμε όμως και την ίδια την πάλη προς τον διάβολο, ας πάμε στην ιστορία των Ευαγγελίων. Οδηγήθηκε ο Ιησούς από το Πνεύμα μετά τη βάπτισή του στην έρημο, για να πειρασθεί από τον διάβολο. Οδηγήθηκε βέβαια όχι ο Λόγος του Θεού, αλλά ο ναός (άνθρωπος) που προσλήφθηκε από τον Θεό Λόγο από τους απογόνους του Δαβίδ. Γιατί το άγιο Πνεύμα δεν οδήγησε τον Θεό Λόγο για να παλέψει με τον διάβολο, αλλά τον ναό που έπλασε μέσα στην Παρθένο σε ναό του Θεού Λόγου. Νήστεψε σαράντα μέρες και άλλες τόσες νύχτες. Δεν θέλησε να ξεπεράσει το μέτρο εκείνων που είχαν νηστέψει παλαιότερα, για να μη αποφύγει την πάλη μαζί του ο αντίπαλος, για να μη καταλάβει ποιός κρύβεται, και αποφύγει να παλέψει μ’ αυτόν που φαινόταν. Γι’ αυτό μετά από τις ημέρες που είπαμε, εμφανίζει το πάθος της ανθρώπινης φύσεως και επιτρέπει στην πείνα να προκληθεί, δίνοντας λαβή σ’ εκείνον μέσω της πείνας. Γιατί δεν τολμούσε να πλησιάσει, επειδή έβλεπε να γίνονται πολλά γύρω από αυτόν που ήταν ταιριαστά σε Θεό. 
 
Πράγματι όταν γεννήθηκε άγγελοι έψαλλαν, ανέτειλε άστρο που οδήγησε τους μάγους για να τον προσκυνήσουν, έβλεπε τους κορυφαίους της παρατάξεως αυτής, αλλά και τον ίδιο να εφαρμόζει κάθε διάταξη του νόμου, να αποστρέφεται την κακία, να σιχαίνεται κάθε πονηρία, και αυτό σύμφωνα με την πρόβλεψη που έγινε γι’ αυτόν από τον προφήτη· «Προτού να γνωρίσει το καλό ή το κακό, αποφεύγει να πειθαρχήσει στο κακό, και προτίμα το καλό». Αλλά και ο Ιωάννης φώναζε· «Να ο Αμνός του Θεού, ο οποίος σηκώνει την αμαρτία του κόσμου». Ο Πατέρας βεβαίωσε από τον ουρανό· «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίο έδειξα την ευαρέσκεια μου». Ήρθε από πάνω η χάρη του Πνεύματος. Αυτά και πολλά άλλα τέτοια προξενούσαν κατάπληξη στον διάβολο, και δεν τον άφηναν να έρθει κοντά στον αγωνιστή της φύσεώς μας. Όταν όμως δέχθηκε την προσβολή της πείνας και τον είδε να έχει ανάγκη από τροφή, και να μη μπορεί να αντέξει περισσότερο από τους παλιούς άνδρες, πλησιάζει, νομίζοντας ότι βρήκε πολύ μεγάλη ευκαιρία, και πιστεύοντας ότι θα τον νικήσει εύκολα.

(Αγ. Κυρίλλου Αλεξανδρείας. «Περί ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου», Ε.Π.Ε. 10, σ. 27, 39-47)

Σάββατο 25 Απριλίου 2015

Γέροντας Παίσιος της Σίχλα

..........Θα ήθελα να θυμίσω εδώ τη φυσιογνω­μία του γέροντα Παiσιου, της Σίχλα. Είναι πάνω από ογδόντα χρόνων(σ.σ εκοιμήθη το 1990) και σχεδόν τυφλός.
 Εξομολογεί ήμερα καί νύχτα καί κλαίει, μαζί μ' εκείνους πού κλαίνε, κάτω από το πετραχήλι του. Μερικές φορές κοι­μάται με το κεφάλι πάνω στο βιβλίο του καί, ριγώντας για μερικές στιγμές, λέει: « Επανάλαβε, σε παρακαλώ, αυτό πού εί­πες, κοιμήθηκα μια στιγμή». 
Το κελλί του βρίσκεται ανάμεσα σε βράχια καί βάρα­θρα. Υπάρχει έκεϊ ένα ξύλινο παρεκκλή­σι, έλατα καϊ ένας πατατόκηπος.
Μια μέ­ρα, ρώτησα πώς συμβαίνει καί ό κήπος είναι τόσο περιποιημένος. Μου είπαν πώς.ό γέροντας Παίσιος όριζε, μερικές φορές ως έπιτίμιο στον έξομολογούμενο: «Πή­γαινε να περιποιηθείς μερικές βραγιές στις πατάτες».  Ένας μεγάλος θεολόγος του ζήτησε να μάθει κάποτε την εμπειρία του από την καρδιακή προσευχή του Ίησού. Ό πατήρ Παίσιος απάντησε: «Δεν την ξέρω, είμαι ανάξιος της, άλλα άκουσα να μιλούν γι' αυτήν άλλοι». Και άρχισε έτσι να μιλά για την προσευχή του Ίησού. Προφανώς, αύτη ήταν ή προσωπική του εμπειρία, πού αποδείχτηκε μια πραγματι­κή μελέτη βαθειάς πνευματικότητας, με τη σύλληψη και το βίωμα ενός αληθινού θεολόγου.
 Μια ζωή σφύζουσα, κρυμμένη κάτω από την παρουσία ενός απλού μονά­χου..
Tης Λυδίας Στανιλοάε

Το διορατικό χάρισμα του γέροντος Αμβροσίου...

Το διορατικό χάρισμα είναι ή δυνατότητα πού δίνει ο Θεός σε ορι­σμένους ανθρώπους είτε να βλέπουν τον εσωτερικό κόσμο των άλλων είτε να βλέπουν σε απόσταση αντικείμενα ή γεγονότα, να βλέ­πουν τι γίνεται πίσω από τον τοίχο ή πίσω άπ' το βουνό. Και αυτό όχι μόνο επί γης σε οποιαδήποτε απόσταση, Και στην πιο μακρινή, αλλά και σε άλλον πλανήτη. 
Τα περιστατικά πού ακολουθούν φανερώνουν ότι ο Θεός είχε δώσει αυτό το χάρισμα στον Γέροντα Αμβρόσιο.
Ο γέροντας Αμβρόσιος με τον Όσιο Πορφύριο

Μια μέρα, ξεκίνησαν για το Μοναστήρι από την Αθήνα δύο γυ­ναίκες. Ή μία γνώριζε τον Γέροντα. Ή άλλη τον επισκεπτόταν για πρώτη φορά Και είχε στο πορτοφόλι τις φωτογραφίες των δύο αγοριών της. Είχε τη μεγάλη επιθυμία να τις ευλογήσει ο Γέροντας. Μόλις μπήκαν στο κελί του, μετά τον χαιρετισμό γύρισε Και της είπε, χωρίς άλλη κουβέντα:
- Δώσε μου, να σου σταυρώσω τα κλαδάκια σου! ...
***
Μια Κυριακή, ο Γέροντας ήταν στο Μοναστήρι Και λειτουργούσε. Από το μέρος αυτό έβλεπε τη χειροτονία σε διάκονο ενός πνευματικού του παιδιού στην Κρήτη. Και την ώρα πού τελείωνε ή χειροτονία Και φώ­ναξε ο Επίσκοπος «Άξιος!», βγήκε ο Γέροντας από το Ιερό, στάθηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη Και είπε δυνατά:
- Άξιος! Άξιος! Άξιος! Οι άνθρωποι στο εκκλησίασμα ξαφνιάστηκαν, δεν ήξεραν τι να υποθέσουν, αλλά εκείνος μετά τους καθησύχασε:
Αυτή την ώρα χειροτονείται ένα δικό μου παιδί Και φώναξα κι εγώ, ήταν τα λόγια του.
***
Ένας άνδρας από τη Ρόδο συνήθιζε να γονατίζει από σεβασμό, όταν επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με τον Γέροντα. Άλλα μια μέρα πού τον είχε πάρει να ζητήσει ευχή για τον ίδιο Και για το παιδί του, τον άκουσε να ρωτά:
- Δεν μου λες, ποιος είναι πίσω σου, στο δεξιό μέρος;Ό άνθρωπος κοίταξε, αλλά δεν είδε κάποιον.
- Κανένας, Γέροντα.
- Κανένας, ε; Δεν είναι ο Κύριος;
Ό άλλος τότε πρόσεξε. Υπήρχε όντως στον τοίχο μία εικόνα του Κυ­ρίου εσταυρωμένου.
- Ναι, Γέροντα, ψέλλισε.
-Ε, άπ' Αυτόν να ζητάς την ευχή Και την προστασία Και σ' Αυτόν να γονατίζεις Και να προσεύχεσαι, του απάντησε από το Δαδί εκείνος, πού, εννοείται, δεν ήξερε τίποτε για το πώς συμπεριφέρεται ο άνθρωπος ή για το πως είναι διαμορφωμένο το εσωτερικό του σπιτιού του.
***
Κάποτε επισκέφτηκε το Μοναστήρι μια συντροφιά από τη Χαλκίδα. Μεταξύ αυτών ήταν και μία γυναίκα, ή οποία πολύ ευλαβείτο τον Γέ­ροντα.
 Κάποια στιγμή μπήκαν στο κελί του, περιγελώντας και αμφισβη­τώντας τον, ο άνδρας της κι ένας φίλος του. Ή γυναίκα περίμενε άπ' έξω με μεγάλη ανυπομονησία. Όπως μπήκαν, έτσι και βγήκαν. Γελού­σαν Και ειρωνεύονταν.
Αυτή απόρησε. Και μπήκε μέσα, να δείτε είχε συμβεί. Ό Γέροντας της είπε:
- Μη στενοχωριέσαι, παιδί μου. Ήρθαν χωρίς διάθεση. Κούτσουρα ήρθαν και κούτσουρα έφυγαν.
***
- Μια μέρα τον επισκέφθηκαν τέσσερις νέοι, τρεις Έλληνες Και ένας κα­τά το ήμισυ Έλληνας Και κατά το άλλο ήμισυ Γάλλος. Μπήκε πρώτος στο κελί του ο ένας Έλληνας, στον όποιο ο Γέροντας είχε μεγάλη αγάπη.

- Γέροντα, ευλογείτε. Έχω έλθει με κάποιους φίλους μου. Να περά­σουν;
- Όχι. Να φέρεις τον Στέφανο πρώτα.
-Ποιόν Στέφανο; είπε ο άνθρωπος απορώντας και βγήκε να βεβαιωθεί. Επέστρεψε σε λίγο.
Δεν υπάρχει Στέφανος, Γέροντα.
Βρε, φέρε τον Στέφανο μέσα, έκανε χαμογελώντας ο παππούς,Και μπήκε τελικά ο Έτιέν (έτσι λέγεται ο Στέφανος στα γαλλικά), έμει­νε για ώρα μόνος του με τον Γέροντα Και βγήκε έπειτα κλαίγοντας.
- Μου ανέλυσε όλη μου τη ζωή, από τότε πού γεννήθηκα μέχρι τώ­ρα, πρόλαβε να πει ο άνθρωπος κι απομακρύνθηκε να μείνει μόνος με τις αποκαλύψεις πού του είχαν γίνει.
***
Ήταν κάποια γυναίκα πάμφτωχη σ' ένα μικρό χωριό της Αιτωλοα­καρνανίας Και είχε τρία παιδιά. Κατάφερε να τα μεγαλώσει με απίστευ­τες στερήσεις Και δυσκολίες, όμως με μια μοναδική αξιοπρέπεια. Ή κυρα-Βασιλική.
Πέθανε παραμονή της Παναγίας του 1998. Την επόμενη μέρα, 15 Αυγούστου, το φτηνό φέρετρο με τη σορό της ήταν πάνω στην καρότσα του μικρού αγροτικού ημιφορτηγού του ιερέα Και κατευθυνόταν προς το κοιμητήριο. Ακολουθούσαν μερικοί συγχωριανοί της Και συζη­τούσαν για τα βάσανα πού είχε περάσει, όταν ξάφνου ευωδίασε ο τό­πος· χιλιάδες άνθη Και λουλούδια να υπήρχαν, δεν θα μύριζαν τόσο. Παραξενεύτηκαν Και απόρησαν. Δεν είχαν εξήγηση.
Ανάμεσα σ' εκείνους πού τη συνόδευαν ήταν κι ένα πνευματικό παιδί του Γέροντα Αμβρόσιου, πού λίγες μέρες μετά πήγε και του ανέφερε το γεγονός. Του είπε μόνο πώς μια γυναίκα πέθανε Και ευωδίασε ο τόπος. Εκείνος στην αρχή έμεινε σιωπηλός. Έπειτα μπήκε στο δωμάτιο του, έμεινε για λίγο και επέστρεψε.
- Αυτή αγίασε, απάντησε. Και ξέρεις τον λόγο; Γιατί ποτέ στη ζωή της δεν παραπονέθηκε. Τέτοιους ανθρώπους θέλει ο Θεός, για να γεμί­σει τον Παράδεισο Και να κάνει τη Δευτέρα Παρουσία. Κατάλαβες;
***
Ένας γιατρός, μετά από κάποια επίσκεψη του στο Μοναστήρι, όπου είχε ακούσει τον Γέροντα να του λέει πολλά για τη ζωή του, αναρωτιό­ταν αν αυτά ήταν αληθινά ή του τα έλεγε για ευχές. Βγήκε έξω ζαλι­σμένος. Συνάντησε μια μοναχή και της εξέφρασε ψιθυριστά την αμφι­βολία του:
- Αδελφή, ο Γέροντας τα λέει αυτά προφητικά ή τα λέει για να τα πει;
- Μα, τι είναι αυτά πού ακούω; αναπήδησε ξαφνιασμένη ή μοναχή.
- Συγγνώμη, αλλά καμιά φορά μπαίνει μέσα μας ή αμφιβολία, είπε αυτός και επέστρεψε σε λίγο να πάρει την ευχή του πριν φύγει.
- Γεια σου, Γέροντα, ήρθα να σε χαιρετήσω και να φύγω.
- Ποιος είσαι εσύ; τον άκουσε τότε να του λέει.
- Τι ποιος είμαι, Γέροντα; Ό γιατρός είμαι, πού μιλάγαμε πριν από λίγο, είπε ο άνθρωπος και σκέφτηκε πώς ο παππούς είναι κουρασμένος ή πώς άρχισε να «πέφτει» Και δεν θυμάται.
- Και τι ήρθες να κάνεις εδώ; επέμενε ο Γέροντας.
- Να πάρω την ευχή σου.
-Όμως γιατί ήρθες σ' ένα Γέροντα πού τα λέει στην τύχη; είπε κοιτάζον­τας τον κατευθείαν στα μάτια. Μα ξέρεις πώς όσα λέω δεν είναι δικά μου. Αυτός τα λέει. (Και του έδειξε την εικόνα του Κυρίου.) Δεν τα λέω εγώ.
***
Ό Γέροντας αγαπούσε πολύ τα παιδιά Και λυπόταν, εάν κάποιο πο­νούσε ή υπήρχε περίπτωση να χαθεί.
Έτσι, όταν τον επισκέφθηκε κάπο­τε μια οικογένεια, γύρισε στον 12χρονο γιο και του είπε:
- Καλός είσαι. Πας στην εκκλησία;
- Πάω.
- Εξομολογείσαι;
- Εξομολογούμαι.
- Ά, καλά. 'Αλλά στα μπαράκια μην ξαναπάς. 
Πώς δεν πάει; επέμενε ο Γέροντας.
- Έχει πάει δύο φορές κι ετοιμάζεται ΝΑ ξαναπάει. Κι όπως στράφηκε προς το παιδί, εκείνο είπε με συστολή:
-Έ... Γέροντα, με πήγαν, εγώ δεν...
- Όποτε άρχισε αυτός να τους νουθετεί και να λέει για τα νυχτερινά κέντρα πώς είναι ο τόπος ταφής των νέων.
«Εκεί ο διάολος είναι ακρά­τητος Και σκορπά θάνατο», τόνισε χαρακτηριστικά
***
Ένα πούλμαν με εκδρομείς κατευθυνόταν προς τις κατασκηνώσεις του Παρνασσού.
Περνώντας από τη Μονή Δαδιού, έκαναν μια σύντομη στάση Και εκεί συνάντησαν τον Γέροντα.
Αφού προσκύνησαν την Πα­ναγία, τον πλησίασαν κι εκείνος τους μίλησε.
Επέμενε πολύ στη μετά­νοια, στην εξομολόγηση Και στη θεία Κοινωνία.
Κάποιος όμως άπ' τους επισκέπτες άρχισε να βρίζει τους ιερείς Και να λέει μεταξύ άλλων:
- Εσείς οι παπάδες πρέπει να εξομολογείστε και να μετανοείτε, πού κάνετε τόσα.
Αλλά τότε ο Γέροντας γύρισε προς το μέρος του, χτύπησε τη μαγκούρα που κρατούσε στο έδαφος και του είπε έντονα:
- Εσύ τολμάς να μιλάς έτσι για τους παπάδες, πού πέθανε ο αδελ­φός σου και αδίκησες την οικογένεια του;
Ό άνθρωπος ταράχτηκε, κοκκίνισε, δεν άνοιξε πάλι το στόμα του και βγαίνοντας άπ' το Μοναστήρι πήγε στην πηγή με το κρύο νερό πού τρέ­χει και δροσίζει τους περαστικούς, για να βρέξει το πρόσωπο του Και να συνέλθει.
Στο μεταξύ, ο Γέροντας πλησίασε κάποιον άλλον επισκέπτη, τον αγκάλιασε και του είπε:
-Εσύ είσαι καλός άνθρωπος. Έλα όμως να σου πω κάτι, να το διορ­θώσεις και τον πήρε παράμερα και τον συμβούλεψε.
***
Πήγε ο Γέροντας σε κάποιο Μοναστήρι μ' ένα νέο ιερέα, πνευματικό του παιδί, για να προσκυνήσουν.
Στο αρχονταρίκι πού κάθισαν, υπήρχε μία παλιά φωτογραφία μοναχών της Μονής.
Την ώρα πού έπιναν τον καφέ έπιασε τη φωτογραφία και του είπε στο αυτί, δείχνοντας ένα μοναχό από τους 20 περίπου πού εικονίζονταν:
- Τους βλέπεις; Μόνο αυτός σώθηκε.
***
Ένας άνδρας έκανε στη γυναίκα του για κάποια περίοδο μια ιδιαίτε­ρη γκριμάτσα, κοροϊδευτική, πού πολλές φορές μετά το ξεχνούσε. Φθά­νοντας μια μέρα στο Μοναστήρι, πήγε μπροστά του ο Γέροντας Και άρχισε συνέχεια να του κάνει την ίδια γκριμάτσα, την οποία έκανε αυτός στη γυναίκα του.
- Σου αρέσει; τον ρώτησε μετά γελώντας.
***
Το 1990, στη διάρκεια μιας θείας Λειτουργίας ζήτησε από ένα πνευματικό του παιδί πού τον είχε επισκεφθεί στο Μοναστήρι να διαβάσει κατά την ώρα της Προθέσεως τα ονόματα των ανθρώπων, τους οποίους ο συγκεκριμένος νέος (μετέπειτα κληρικός) είχε φέρει να διαβαστούν και ευλογηθούν - τους γνώριζε προσωπικά, "Άρχισε, λοιπόν, αυτός να τα διαβάζει.
Μόλις όμως έφτασε σε μια οικογένεια πού είχε 4 παιδιά Και περνούσε δυσκολίες, ο Γέροντας, χωρίς κανείς να τον έχει πληροφορήσει σχετικά, είπε ξαφνικά:
- Τώρα εδώ σταματάμε. Αυτός ο πατέρας και αυτή ή μάνα έχουν με­γάλη ανάγκη. Πρέπει να κάνουμε πολλή προσευχή. 'Ά, μεγάλη ανάγκη εδώ!
***
Κάποτε, ένα άλλο πνευματικό του παιδί είχε τα ονόματα πού επρό­κειτο να διαβαστούν γραμμένα σ' ένα χαρτί, ζώντες και κεκοιμημένους. Όταν βγήκε ο Γέροντας στην Ωραία Πύλη, επειδή δεν έβλεπε καλά, του έδωσε το χαρτί να διαβάσει. Εκείνος ξεκίνησε με τους ζώντες. Όταν όμως τελείωσαν οι ζώντες, δεν έκανε μια παύση, ώστε να πει ο Ιερέας «έτι δεόμεθα υπέρ των κεκοιμημένων αδελφών...», αλλά πήγε αμέσως στους κεκοιμημένους.
- Στοπ! του φώναξε τότε ο Γέροντας, πού και δεν έβλεπε το χαρτί, ώστε να τους ξεχωρίζει, Και δεν γνώριζε κάτι για την κατάσταση του καθενός.
Κι αφού διάβασε τη δέηση υπέρ των κεκοιμημένων, έκανε νόημα στο πνευματικό του παιδί ν' αρχίσει να διαβάζει τα ονόματα τους.
***
Μια φορά, ένας νέος επιστήμονας έδωσε χρήματα από τον μισθό του, πού μόλις είχε πάρει, σε κάποιον ο όποιος είχε ανάγκη. Δεν είπε πουθε­νά το παραμικρό για την ενέργεια του Και ξεκίνησε για το Μοναστήρι. Εκεί ο Γέροντας, μόλις τον είδε, του είπε:
- Αυτά πού έδωσες ή Παναγία θα στα δώσει πίσω. Ή Παναγία χαί­ρεται και ότι δίνεις θα στο επιστρέφει. Αυτό να ξέρεις στη ζωή σου.
Και πράγματι, το ίδιο ακριβώς ποσόν πού είχε προσφέρει ο άνθρω­πος το έλαβε πίσω μετά από δύο μέρες μ' έναν εντελώς αναπάντεχο τρό­πο από ένα «τυχαίο» κέρδος.
***
Όταν νοσηλευόταν στον «Ευαγγελισμό», ένα πρωί ή νοσηλεύτρια του έφερε τα φάρμακα του. Όμως εκείνος έβρισκε αφορμή Και καθυστε­ρούσε να τα πάρει. Δεν έδειχνε απροθυμία, αλλά με γλυκό τρόπο το απέφευγε.
Αφού πέρασε μισή ώρα περίπου, έφθασε ή ίδια νοσηλεύτρια σε κατά­σταση πανικού Και ρώτησε το πνευματικό του παιδί, το όποιο βοηθούσε τον Γέροντα, αν πήρε τα χάπια του. Όταν πήρε αρνητική απάντηση, είπε ανακουφισμένη:
- Ευτυχώς, γιατί ήταν άλλου ασθενούς. Έκανα λάθος Και αυτά πού του είχα φέρει ήταν βαριά φάρμακα. Τους έδωσε τα δικά του, Και αυτή τη φορά ο Γέροντας τα πήρε αμέ­σως, χωρίς να φέρει εμπόδιο.
***
Κάποια φορά, εξηγούσε σε μια συντροφιά το σημείο στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο, οπού αναφέρει ότι «είναι αδύνατον, μέσα στον διεφθαρ­μένο και πονηρό αυτό κόσμο, να μην έρθουν τα σκάνδαλα και οι πειρα­σμοί» (Κεφ. 12 ' ). Με το πού το άκουσε αυτό ένα πνευματικό του παιδί, του γεννήθηκε στο μυαλό ή απορία «γιατί είναι ανάγκη να έρθουν τα σκάνδαλα». Και μάλιστα τόσο έντονα το σκεφτόταν, ώστε έπαψε να πα­ρακολουθεί την εξήγηση του Ευαγγελίου. Άλλα τότε ο Γέροντας στα­μάτησε ξαφνικά τον λόγο, γύρισε προς το μέρος του Και του είπε με έμφαση, αφού είχε διαβάσει τη σκέψη του:
- Είναι ανάγκη να έρθουν τα σκάνδαλα γι' αυτούς τους λόγους.
Τους οποίους λόγους εξήγησε, λύνοντας έτσι την απορία του, Και μετά συνέχισε την ερμηνεία του Ευαγγελίου.
***
Στο ίδιο Μοναστήρι, λίγο νωρίτερα είχαν συναντήσει την ώρα πού πήγαν να μπουν έναν άντρα γύρω στα 65 με 70, ο όποιος με το πού τον είδε του είπε:
- Την ευχή σου, Γέροντα.
- Εσύ τι κάνεις; τι είσαι εσύ εδώ; γύρισε αμέσως και τον ρώτησε εκείνος.
- Εγώ βοηθάω το Μοναστήρι Και μένω εδώ, αλλά δεν είμαι μοναχός.
- Όχι, να γίνεις μοναχός. Να βάλεις το ράσο, για να σωθείς.
- Γέροντα, εγώ τι να σωθώ; Εντάξει είμαι εδώ πέρα, βοηθάω τους Πατέρες κ.λπ.
- Ακούς τι σου λέω; Να βάλεις το ράσο σου, να μπεις στο Μοναστή­ρι, για να σωθείς.
-Έ, τι να βάλω εγώ σε τέτοια ηλικία; επέμενε ο άλλος.
Όποτε τον πλησίασε Και του είπε κάνοντας την κίνηση με την παλά­μη, βάζοντας την στον λαιμό του:
- Δεν μου λες, πόσους έσφαξες στην Κατοχή;
Ό άλλος κοκάλωσε. Άρχισε ν' αλλάζει χρώματα. Έσκυψε το κεφάλι Και 'ίσα πού μπόρεσε ν' αρθρώσει:
- Καλά, Γέροντα, ευλόγησαν.
Μετά πήγε πίσω από τον ιερέα πού συνόδευε τον Γέροντα και κά­ποια στιγμή τον ρώτησε με αγωνία:
- Ποιος είναι αυτός;
- Άστο τώρα. Κάνε ό,τι σου είπε και άστο. Μη μιλάς καθόλου, του είπε εκείνος.

Γέρων Πρόκλος - Elder ProclosΜας μιλάει μια αγιασμένη μορφή.Ο γέροντας Πρόκλος Nicau

Ο γέροντας Πρόκλος-κατά κόσμον Γεώργιος Νικέου-δεν θυμάται χρονολογίες,έχει μόνο αναμνήσεις.Απαρνούμενος τα εγκόσμια φαίνεται πως τα βιογραφικά του στοιχεία δεν έχουν τόσην σημασία.''Έλιωσαν'' στην φωτιά της Προσευχής.Θυμάται πως όταν νεαρός μπήκε στην Μονή της Σιχαστρίας,στα 13 του χρόνια,βρήκε εκεί πατέρες με υψηλό πνευματικό επίπεδο.
Κάποια περίοδο-εμείς υπολογίζουμε γύρω στο 1950- το αθείστικό καθεστώς έκλεισε το μοναστήρι.
«Έμεινα στην Σιχαστρία 8 χρόνια.Τότε ο πατριάρχης έστείλε τον γέροντα Κλεόπα(Ιλίε) στην Μονή Σλάτινα για να την αναδιοργανώσει.Πήρε μαζί του κάποιους μοναχούς μεταξύ των οποίων και εμένα.Οι κομμουνιστές μας έδιωξαν από το μοναστήρι,όχι μόνο εμένα αλλά και τον γέροντα Κλεόπα.Δεν τον έπιασαν όμως επειδή κρύφτηκε στο δάσος»
Τον π.Πρόκλο και τους άλλους μοναχούς τους έβαλαν οι κομμουνιστές να υπογράψουν ένα χαρτί πως εγκαταλείπουν με τη θέλησή τους το μοναστήρι.
«Μα εγώ σύντροφε»είπα σε εκείνον από το κόμμα«δεν θέλω να φύγω από το μοναστήρι»
«Και ποιός θα καλλιεργήσει τα χωράφια»;ρώτησε αυτός
«Σταματήστε τις εκτρώσεις για να έχετε ποιός να δουλέψει»του απάντησα.«Γιατί δεν αφήνετε τους μοναχούς να προσεύχονται στον Θεό»;
Για το ανελέητο ξύλο που του έδωσαν οι βασανιστές δεν θέλει να μιλήσει,αφού όπως λεει ο γέροντας: «Εγώ τους συγχώρησα όλους».
 Ο γέροντας δεν μπόρεσε να γυρίσει στο μοναστήρι αφού το 1959 οι κομμουνιστές έδιωξαν τους μοναχούς από τα μοναστήρια.Ο γέροντας Πρόκλος πήγε στο σπίτι του.
Με την ευλογία του πνευματικού του του γέροντος Κλεόπα Ιλίε,έφτιαξε ένα ξύλινο κελάκι  κοντά στο πατρικό του, στην άκρη του δάσους,όπου ζει εδώ και πάρα πολλά χρόνια και δεν το εγκατέλειψε ποτέ.Λίγο πιο πάνω,σ'ένα ξύλινο κελάκι ''πνιγμένο''στο πράσινο ζει η κατά σάρκα αδελφή του μοναχή Φιλοθέη ενώ πιο πέρα ζούσε η άλλη αδελφή του η μοναχή Ζηνοβία η οποία εκοιμήθη.
Ο γέροντας εκεί στην άκρη του δάσους προσεύχεται για όλον τον κόσμο.Δεν γυρεύει την δημοσιότητα,δεν ψάχνει ''τα σα'' αλλά τον πόνο των ανθρώπων.Μόνος στο κελί του,με τις προσευχές που κάνει για τους ζώντες και τους κεκοιμημένους,βρίσκεται σε κοινωνία με όλους.
«Άκου»είπε μια φορά.«Ξέρω κάποιον όπου σαράντα ημέρες προσευχόνταν χωρίς να φάει και χωρίς να πιεί τίποτα.Όταν αποκτάς την ευχή του Ιησού δεν σου χρειάζεται ούτε τροφή,ούτε νερό,ούτε φωτιά...»
.Δεν τον ρώτησαμε ποιός είναι αυτός ο ασκητής αφού και ο Απόστολος Παύλος μας λεει: οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν·  ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι.  ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. (Β Κορ.12,2-5)
Ο γέροντας Πρόκλος δεν είναι ένας γέροντας μορφωμένος με διπλώματα.«Εγώ είμαι ένας χαζός »συνηθίζει να λέει«δεν ξέρω τίποτα και γι αυτό κάθομαι μόνος μου μακριά από τους ανθρώπους.Για τους μοναχούς όμως «τα δίπλωματα δεν δίνονται εδώ στην γη,αλλά στην μετά θάνατον ζωή»όπως έλεγε ο γέροντας Σοφρώνιος του Έσσεξ.
Όποιος τον γνωρίζει ξέρει πόσο αγαπαέι το να σε μαθαίνει να προσεύχεσαι.Αυτό είναι το μεγάλο του ''μάθημα''
«Να προσεύχεσθε...Να μην αφήνετε την προσευχή...Αλοίμονο εαν δεν είναι έτσι...Για κοιτάχτε...Εγώ γυρεύω να μην κρατάω κακία σε κανέναν,να μην έχω κάτι με κάποιον για να μπορώ να προσευχηθώ.Αν εσείς όταν φεύγετε από εδώ φεύγετε εν ειρήνη,τότε έχω και εγώ ειρήνη.Εαν φεύγετε ταραγμένοι είμαι και εγώ ταραγμένος.Να μην κρατάμε κακία σε κανέναν αφού δεν ξέρουμε πότε θα έρθει το τέλος...Έρχονται κάποιοι και με ρωτάνε πότε θα είναι το τέλος του κόσμου και εγώ τους λέω να σκέφτονται τα δικά τους τέλη,αφού το τέλος του κόσμου είναι το τέλος του καθενός από εμάς...Με εμάς τελειώνει ένας κόσμος.Ο κόσμος μας..Γι αυτό να προσέχουμε.Πρέπει οι άνθρωποι να έχουν πνευματικό και να μην αποκοπούν από την εκκλησία.Είναι μεγάλη ανάγκη όπως τώρα όλοι οι μοναχοί,οι ιερείς και οι μοναχές να προσεύχονται για την ειρήνη...»
Περιοδικό Lumea Monahilor-Απόδοση στα ελληνικά proskynitis.blogspot.gr

Άρθρο που μας αφορά όλους! "Η προσωπική μετάνοια ωφελεί την εθνική μετάνοια και η εθνική εμπνέει την προσωπική" του Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου*

 Στις μέρες μας επικρατεί μεγάλη αναστάτωση σε όλο τον κόσμο, και καθημερινά είμαστε μάρτυρες άτεγκτων πολιτικών, οικονομικών, πολεμικών κι άλλων αποφάσεων, που λαμβάνονται από διάφορα κέντρα εξουσίας, οι οποίες οδηγούν εκατομμύρια ανθρώπους στην προσφυγιά, στη μετανάστευση, στη φτώχεια, στην ανεργία και πολλούς στην απελπισία, όπως προφήτεψε προ πολλών ετών κι ένας σύγχρονος Γέροντας της Κύπρου. 

 Όλο αυτό το ανασφαλές κι αγωνιώδες κλίμα, όχι μόνο το εισπράττουμε, αλλά και το βλέπουμε ζωγραφισμένο στα πρόσωπα πολλών συμπατριωτών μας, οι οποίοι αδυνατούν να αντεπεξέλθουν κάτω από  τις σημερινές πολύ δύσκολες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες, που έχουν διαμορφωθεί στο νησί μας. 


 Είναι ολοφάνερο πια, ότι καλούμαστε να ζήσουμε περισσότερο λιτά, περισσότερο μετρημένα και προσγειωμένα και με σωστότερη ιεράρχηση των προτεραιοτήτων μας. Ηθελημένα η αθέλητα, επενδύσαμε πάρα πολύ στον εύκολο τρόπο ζωής που είχαμε μέχρι πρόσφατα, χωρίς να σκεφτόμαστε ότι όλα αυτά μια μέρα μπορεί να καταρρεύσουν, κι από πλούσιοι να γίνουμε φτωχοί και να πεινάσουμε, όπως το ακούμε να ψάλλεται στην εκκλησία σε ήχο βαρύ στον Εσπερινό, τον στίχο δηλ. από τον 33ο Ψαλμό του βασιλέα Δαβίδ:  «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού». Δηλαδή, δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο στην ιστορία του κόσμου οι πλούσιοι να φτωχαίνουν· και η Εκκλησία, που δεν είναι εκτός πραγματικότητας, μας λέει: «Ενώ οι πλούσιοι φτωχαίνουν και πεινούν, αυτοί που έχουν έγνοια και πρώτο τους μέλημα ν’ αναζητούν τον Κύριο, τον Θεό της ζωής και του θανάτου, δεν θα ελαττωθούν κανενός αγαθού. Τίποτα, δηλαδή, δεν θα τους λείψει.» 

 Οι μεν πρώτοι, που ο νους τους προσκολλάται στη σύγχρονη ειδωλολατρία του χρήματος και την ψεύτικη χαρά που προσφέρει, πέφτουν και δεν έχουν να πιαστούν από πουθενά. Ενώ οι δεύτεροι, που έχουν έγνοια τον Κύριο, πλουτίζουν. Διότι ο Θεός προνοεί γι’ αυτούς, προτού οι ίδιοι σκεφτούν. Κι αυτό ισχύει πάντοτε! Και πολλές φορές μέσα στη ζωή μας είμαστε μάρτυρες της πρόνοιας του Θεού, που μας κρατά με τα λίγα, τα ελάχιστα. Όταν ο άνθρωπος εγκλωβιστεί στη λογική του σύγχρονου τρόπου ζωής, για συνεχή μέριμνα και φροντίδα μόνο, με στόχο την ικανοποίηση της ματαιοδοξίας και της καλοπέρασής του, δεν συνειδητοποιεί εύκολα,  ότι όλη αυτή η δραστηριότητα τον απομακρύνει από τα ουσιώδη της ζωής και τον μετατρέπει σε μανιώδη καταναλωτή του τώρα, σπρώχνοντάς τον σ’ ένα ανεξέλεγκτο κυνήγι επιθυμιών κι απολαύσεων, που κορεσμό δεν έχουν. Αυτή η στάση ζωής συνιστά ηθική κατάπτωση του σύγχρονου ανθρώπου, επειδή μέσω της γίνεται δούλος των επιθυμιών του, και δυσκολεύεται  πάρα πολύ να εφαρμόσει στη ζωή του τις  κύριες εντολές του Ευαγγελίου, τις εντολές της διπλής αγάπης, του Θεού και του πλησίον: «Αγαπήσεις Κυριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της ισχύος σου και εξ όλης της διανοίας σου, και τον πλησίον σου ως σεαυτόν.» 

Είναι σημαντικό να δημιουργήσουμε, σε συνεργασία με τον Χριστό, ένα νου, που να εξετάζει συνεχώς την ποιότητα των αισθημάτων, των επιθυμιών και των λογισμών μας. Να έχουμε στο μυαλό μας αυτό, που λέει μία προσευχή της Εκκλησίας μας στο Απόδειπνο: «Και δώρησαι ημίν, ο Θεός, γρήγορον νουν, σώφρονα λογισμόν, καρδίαν νήφουσαν…». 
Ένα από τα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας είναι, ότι  ο άνθρωπος έχασε την εκκλησιαστική αγωγή της καλλιέργειας του νου, ούτως ώστε να μάθει πρώτα και κύρια να μετανοεί καθημερινά. Ν’ αρχίσει να ελέγχει τις επιθυμίες και τις σκέψεις του, τους λογισμούς και τα πάθη του. Γιατί, στο μέτρο που ταπεινώνει τον νου του ο άνθρωπος, του δωρίζεται και το χάρισμα να εξετάζει τον εαυτό του και ν’ αξιολογεί τη σχέση του με τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, με τρόπο πνευματικό και ταπεινό, χωρίς ταπεινολογίες, αυταρέσκεια κι εγωισμό.  

Ο Γέροντας Πορφύριος έλεγε: «Μπορεί κάποιος να μιλάει για τις αμαρτίες του και να είναι υπερήφανος, κι άλλος να μιλάει για τις αρετές του και να είναι ταπεινός. Να είμαστε ταπεινοί, αλλά να μην ταπεινολογούμε. Η ταπεινολογία είναι παγίδα του διαβόλου, που φέρνει την απελπισία και την αδράνεια, ενώ η αληθινή ταπείνωση φέρνει την ελπίδα και την εργασία των εντολών του Χριστού.»1 Κι ο μακαριστός Γέροντας Ευμένιος, με τη σειρά του, έλεγε: «Να βλέπουμε τα προτερήματα των άλλων ανθρώπων και να βλέπουμε τα ελαττώματα τα δικά μας. Όταν ο άνθρωπος νιώθει τα αμαρτήματά του, είναι πιο καλά· όταν νομίζει ότι έχει αρετές, δεν είναι καλά.»2 

Αυτό,  που λένε αυτοί οι σύγχρονοι άγιοι Γέροντες, πρέπει να το προσέξουμε πολύ, επειδή όλοι μας, κληρικοί και λαϊκοί, κινδυνεύουμε από την ταπεινολογία, η οποία μας παρασέρνει και μας κάνει πολλές φορές να νομίζουμε ότι εμάς δεν μας αφορούν οι αμαρτίες, που βλέπουμε πάνω σε άλλους ανθρώπους, διότι τις έχουμε τάχα ξεπεράσει η ελέγξει! Έχει μεγάλη σημασία η αυτοκριτική, να κρίνουμε τον εαυτό μας, κι όχι τους άλλους. Για να το επιτύχουμε,  θα πρέπει να ζητάμε ειλικρινά από τον Θεό να μας δώσει απλότητα, ταπείνωση και μετάνοια, αλλά και συντριβή για τα λάθη μας. Διότι μόνο αν υπάρχει πόνος για μια αμαρτία που κάνουμε, σιγά σιγά θα έρθει η ώρα που ο Θεός θα μας δώσει τη δύναμη να τη διαχειριστούμε, να την ελαττώσουμε και να τη σταματήσουμε. Εάν δεν υπάρχει πόνος, θα πέφτουμε όλο και πιο χαμηλά, μέχρις ότου έλθουμε σε συναίσθηση. Κι αυτός είναι ένας τρόπος ελέους του Θεού, ίσως και πούμε το ήμαρτον, γιατί χωρίς μετάνοια, δεν υπάρχει αγιασμός. Δεν μετανοούμε για να γίνουμε καλύτεροι η ηθικότεροι άνθρωποι, αυτό είναι ευσεβισμός. Μετανοούμε γιατί ανήκουμε στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, που είναι άγιο. 

 «Η αληθινή μετάνοια», έλεγε ο Γέρoντας Πορφύριος, «θα φέρει τον αγιασμό. Δεν υπάρχει ανώτερο πράγμα απ' αυτό, που λέγεται μετάνοια και εξομολόγηση. Αυτό το Μυστήριο είναι η προσφορά της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο. Η αγάπη του Θεού θα κάνει το παν. Μπορεί να μεταχειριστεί κάτι –μια ασθένεια η κάτι άλλο, εξαρτάται-για να φέρει τον άνθρωπο σε μετάνοια. Απλά και απαλά εμείς θα κάνουμε μία κίνηση προς τον Θεό, κι από ᾽κει και πέρα έρχεται η χάρις. Δεν μπορούμε να μετανοήσουμε, αν ο Κύριος δεν μας δώσει μετάνοια. Και αυτό ισχύει για τα πάντα. Δηλαδή ισχύει το Γραφικό, αυτό, που λέγει ο Χριστός μας στο Ευαγγέλιο: ‘‘Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν’’.  Αν δεν υπάρχουν προϋποθέσεις, για να εγκύψει μέσα μας ο Χριστός, μετάνοια δεν έρχεται. Οι προϋποθέσεις είναι η ταπείνωση, η αγάπη, η προσευχή,  ο κόπος για τον Χριστό και τον πλησίον. Αν δεν είναι το συναίσθημα αγνό, αν δεν υπάρχει απλότητα, αν η ψυχή έχει ιδιοτέλεια, δεν έρχεται η θεία Χάρις. Συμβαίνει τότε να πηγαίνουμε να εξομολογούμαστε, αλλά να μην αισθανόμαστε ανακούφιση. Η μετάνοια η αληθινή θα φέρει τον αγιασμό. Η μετάνοια μας αγιάζει.»3

Το μεγαλύτερο θαύμα είναι η μετάνοια. Η μετάνοια είναι εντολή του Προδρόμου αρχικά, και, προπάντων, του Κυρίου. Η παρακίνηση σε μετάνοια αποτελεί το πρώτο κήρυγμα του Χριστού μας. Ο Κύριός μας, και μαζί ο τίμιος Πρόδρομος, μας λένε δύο χιλιάδες χρόνια τώρα: «Μετανοείτε· ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών». Η «Βασιλεία των Ουρανών», που έφτασε, είναι η λυτρωτική παρουσία του  Θεανθρώπου στη γη, και που βιώνεται κατεξοχήν στη Θεία Λειτουργία, την «ευλογημένη  βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Προσωπικά, παρακαλώ τον μεγάλο δάσκαλο της μετανοίας: «Βαπτιστά του Χριστού, δίδαξόν με την μετάνοιαν εν Πνεύματι Αγίω.» 
Άρα, θα πρέπει να νοιαζόμαστε, για το πότε θα αρχίσει η συντριβή της ψυχής μας, η επίγνωση κι ο πόνος, ούτως ώστε το Άγιο Πνεύμα να άρχίσει να φωτίζει τις σκοτεινές σπηλιές της καρδίας μας.  Η μετάνοια αφορά όλους, κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς, όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας. Η  Εκκλησία δεν χωρίζει τους ανθρώπους σε τάξεις και ιδιότητες, αλλά μαθαίνει σε όλους να μετανοούν με τον ίδιο τρόπο, που η ζωντανή εκκλησιαστική εμπειρία φανερώνει μέχρι τις μέρες μας.  

Προσέξτε όμως, τι λένε οι άγιοί μας:  Ο άνθρωπος μόνο μέσα στην Εκκλησία, δια των Μυστηρίων της,  μπορεί να μάθει να μετανοεί. Η Εκκλησία σιγά σιγά μαθαίνει τον πιστό να είναι σε εγρήγορση, να συγχωρεί, και στα ύστερα του βίου του μαθαίνει και την αγάπη. Να μην λέμε μεγάλα λόγια, όπως λ.χ. νομίζαμε στα παιδικά μας χρόνια, ότι η αγάπη είναι μια καρδούλα. Όχι, η αγάπη είναι πολλή υπομονή, είναι πολλή προσευχή, είναι πολλή εγρήγορση. Η αγάπη είναι πολλή μετάνοια για τα προσωπικά μας λάθη κι ανοχή για τα λάθη του διπλανού μας, του πλησίον μου, όπως λέει το Ευαγγέλιο. Κι όλα αυτά έρχονται να μας τα διδάξουν οι ιερές Ακολουθίες και, πάνω απ’ όλα, η Θεία Λειτουργία.

Επομένως, θα πρέπει να μας προβληματίζει, τι είδους μετάνοια έχουμε. Πως καλλιεργούμε τον νου μας; Πόσο εκκλησιαστικοί άνθρωποι είμαστε; Πόσο συγχωρούμε; Πως κοινωνούμε; Πως επικοινωνούμε με τον Θεό, τους ανθρώπους και τον εαυτό μας;
Όταν ο άνθρωπος βάζει αυτά τα ερωτήματα, κι αγωνίζεται να έχει μία ενσυνείδητη πνευματική ζωή εν μετανοία, τότε ο νους του αρχίζει να καθαρίζει. Κι όταν καθαρίσει ο νους, καθαρίζει και η καρδία, που είναι ο θρόνος του νου, κατά τους Πατέρες. Και τότε φωτίζεται ο άνθρωπος από το Άγιο Πνεύμα. Ύστερα, σιγά σιγά αγιάζεται. Έτσι φωτίσθηκαν, έτσι αγιάσθηκαν τόσοι και τόσοι άνθρωποι!

Καμμιά φορά νομίζουμε, ότι η αγιότητα είναι κάτι πολύ μακρινό, που δεν μας αφορά, που δεν κατορθώνεται στην εποχή μας. Αλλά και σήμερα, ανάμεσά μας, υπάρχουν άγιοι άνθρωποι, με φως, με καθαρότητα, με προσευχή δυνατή. Είναι αυτοί, που κρατούν την Κύπρο, αυτοί, που κρατούν τον κόσμο! Είναι αυτοί, που θα μας ελευθερώσουν. Ούτε πολιτικοί, ούτε οικονομολόγοι! Ας μην επενδύουμε  πολλά στις ανθρώπινές μας δυνάμεις, αλλά σ’ Αυτόν, που είναι ο αιώνιος Πατέρας  της κτίσης όλης. Στον Πατέρα των Φώτων, στον Τριαδικό Θεό μας, να επενδύουμε, να αποθέτουμε όλες τις ελπίδες μας. Να λέμε στην αρχή και στο  τέλος της προσευχής μας: «Δόξα σοι ο Θεός, δόξα σοι ο Θεός, δόξα σοι ο Θεός. Τριας Αγία, δόξα σοι. Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον· Τριας Αγία, δόξα σοι!» 
Έχω γνωρίσει στο νησί μας ευρύτερα, αλλά και στη μητροπολιτική περιφέρειά μας ειδικώτερα, κληρικούς και λαϊκούς, που χρόνια τώρα μετανοούν αληθινά και προσεύχονται. Έγγαμοι άνθρωποι με παιδιά, κι άλλοι με εγγόνια, οι οποίοι έχουν μεγάλη μετάνοια, ταπείνωση κι απλότητα, που πορεύονται έτσι ένα δρομολόγιο προς την αγιότητα με δορυφόρο!  Άνθρωποι αφανείς, που καθημερινά σηκώνονται προτού ξημερώσει και  προσεύχονται. Κι όταν ρώτησα μερικούς, ποιό τυπικό, ποιά τάξη προσευχής έχουν, όλοι μου απάντησαν ότι, αφού πουν τις διατεταγμένες προσευχές της Εκκλησίας, κάνουν λίγο κομποσχοίνι, και μετά ανοίγουν την καρδιά τους κι αρχίζουν να μιλούν στον Θεό σε πρώτο πρόσωπο. Προσεύχονται για την οικογένειά τους, τους συγγενείς τους, τους γείτονες τους, για όσους αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα, για τους ασθενείς, το αφεντικό τους, τους συγχωριανούς τους, τους άνθρώπους που δυσκολεύονται οι ίδιοι να ανεχτούν και να αγαπήσουν!  Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, να προσεύχεσαι για τους άλλους. 

  Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε μάθει  ν’ αναλύουμε ο,τι μας συμβαίνει και να αιτιολογούμε τα λάθη μας, λέγοντας φταίει ο ένας η ο άλλος, φταίει ο αδελφός μου, ο Πνευματικός μου, ο Γέροντάς μου, ο πατέρας και η μητέρα μου που ήταν δύσκολοι άνθρωποι, ο άντρας μου, η γυναίκα μου κι αρχίζουμε τους γογγυσμούς, τις δικαιολογίες, τις γκρίνιες, τα μικροπαράπονα, τις ζήλειες, τις συγκρίσεις και μπερδεύουμε τόσο πολύ την ψυχή μας, για να καταφύγουμε τελικά στην αυτοδικαίωση, την κοιτίδα της αμετανοησίας.
  Υπάρχουν όμως και άνθρωποι, που, όχι μόνο καλλιεργούν την αυτομεμψία, το να κατηγορούν δηλ. τον εαυτό τους και μόνο, αλλά και που με αγάπη δικαιολογούν τα σφάλματα και τις αδυναμίες των άλλων. Οι άνθρωποι αυτοί μετανοούν πραγματικά, γιατί κατάφεραν να εντοπίσουν αυτό, που κατά βάθος τους ενοχλεί, το κυριώτερο πάθος τους,  και  να το κάνουν καθημερινή προσευχή. Κατάφεραν να έχουν προσωπική σχέση με τον Θεό και να μιλούν μαζί Του, όπως μιλούν μ’ ένα φίλο τους. Καθαρά και συγκεκριμένα, χωρίς γενικότητες, αοριστολογίες και πολύπλοκες σκέψεις. Κάτι, που όλοι μας, κληρικοί και λαϊκοί, πρέπει να κάνουμε. Δηλαδή, να μιλάμε καθημερινά στον Θεό, κι όχι όταν βρεθούμε σε αδιέξοδο, όταν έχουμε ανάγκη από υγεία η χρήματα, κι άμα γίνει και κανένα θαύμα, τότε να θεωρούμε τους εαυτούς μας δίκαιους και να το λέμε σε όλους. Αυτό δεν είναι μετάνοια, γιατί ο άνθρωπος που αρχίζει να γεύεται τη μετάνοια, νιώθει ότι είναι ένα τίποτα και δεν επιδιώκει τίποτα άλλο, παρά μόνο τη συγχώρεση και το έλεος του Θεού!  

 Είναι πολύ σημαντικό, να ζητάμε από τον Θεό μετάνοια, ταπείνωση κι απλότητα.  Κι όταν μας δωρηθεί η μετάνοια, καλό είναι να βρούμε έναν έμπειρο πνευματικά ιερέα η και λαϊκό, που ζει τη μετάνοια, για να βοηθηθούμε από αυτόν. Ίσως να ακούγεται τολμηρό, αλλά είναι μια μεγάλη αλήθεια μέσα στη ζωή της Εκκλησίας: Άλλο ο Εξομολόγος, κι άλλο ο Πνευματικός! Ο Εξομολόγος είναι ο ιερέας, που εξομολογεί, κι έχουμε πολλούς Εξομολόγους, αλλά λίγους Πνευματικούς. Το ιδανικότερο θα ήτανε, ο Εξομολόγος να είναι και Πνευματικός, να έχει δηλαδή τη δωρεά της μετάνοιας από τον άγιο Θεό μας, για να μπορεί να καθοδηγεί σωστά τον άνθρωπο, που μετανοεί. Επομένως, όλοι μας, θα πρέπει να έχουμε αυτή την καλή αγωνία και τη διάθεση, να παρακαλούμε το Άγιο Πνεύμα, λέγοντάς Του: «Βασιλεύ Ουράνιε, στείλε μου έναν άνθρωπο, να με καθοδηγήσει, να μου γνωρίσει τη μετάνοια, να του καταθέσω την απειρία μου, την αναπηρία μου…». 
 Αλλά, κι εμείς, οι Εξομολόγοι, θα πρέπει να δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στη μετάνοια και να  θυμόμαστε αυτό, που  ο Κύριος είπε  μόλις εμφανίστηκε ενώπιον των αποστόλων μετά την Ανάστασή Του, χορηγώντας σ᾽αυτούς την εξουσία να συγχωρούν τις αμαρτίες των άλλων: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον. Αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφιένται αυτοίς, αν τινων κρατήτε, κεκράτηνται» (Ιωάν.20, 22). Δηλαδή, όποιων ανθρώπων συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα είναι συγχωρεμένες. Εκείνων, όμως, που δεν θα συγχωρήσετε τις αμαρτίες, διότι διακρίνατε να μην έχουν ειλικρινή μετάνοια, θα μείνουν ασυγχώρητες κι άλυτες. 

Είναι πολύ σημαντικό οι Εξομολόγοι να ζητάνε από τον Θεό να τους βοηθήσει να διακρίνουν, αν ο άνθρωπος, που βρίσκεται ενώπιόν τους, έχει μετάνοια. Γιατί, διαφορετικά, δεν καθοδηγούμε σωστά τους ανθρώπους, με το να διαβάζουμε σε όλους αδιάκριτα τη συγχωρητική ευχή. Δεν τους οδηγούμε σε επίγνωση μετανοίας και πραγματικής συνειδητοποίησης της αμαρτίας τους. Πρέπει να καταλάβουμε, ότι έχουμε μεγάλη ευθύνη απέναντι στους άνθρώπους, που έρχονται σ᾽εμάς για να τους βοηθήσουμε να μετανοήσουν. Χρειάζεται να έχουμε προσωπική μετάνοια, κι όταν εξομολογούμε, να λέμε του Χριστού μας, «φώτισέ με, τι να πω σ᾽αυτό τον άνθρωπο». 

Αναμφίβολα, η οικονομική κρίση θα δημιουργήσει μεγάλους πειρασμούς, όχι μόνο στους λαϊκούς, αλλά και σ᾽εμάς τους επισκόπους και τους κληρικούς. Επαφίεται στον καθένα μας, να αξιοποιήσει αυτή την κρίση, και να εντείνει τον πνευματικό του αγώνα, με μετάνοια και προσευχή. Γιατί στην ουσία, κάθε γεγονός, που δημιουργεί στον άνθρωπο αγωνία και ανασφάλεια για το μέλλον του, τον φέρνει αντιμέτωπο με την πίστη του. Όσο μεγαλύτερο είναι το βίωμα της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας, άλλο τόσο είναι ελλειμματική η πίστη του. Αν νιώσουμε μέσα μας ολιγοπιστία, έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό, αυτό είναι μια μεγάλη ευκαιρία να την αρπάξουμε και να την καταθέσουμε ως μετάνοια, ζητώντας από τον Κύριο καθημερινά, να ενδυναμώσει την πίστη μας προς Αυτόν. Κάθε εμπόδιο, που συναντάμε στη ζωή, είναι μια ευκαιρία για δοκιμασία της πίστης και  της πνευματικής ανδρείας μας. Οι δοκιμασίες μας δίνουν την ευκαιρία, να αποβάλουμε την ντροπή από πάνω μας, και με γενναιότητα  να σταθούμε απέναντι στο πάθος που μας ταλαιπωρεί, ψάχνοντας με ειλικρίνεια, ποιές πνευματικές ελλείψεις έχουμε κάθε φορά, που στη ζωή μας έρχεται μια δυσκολία. 

Τώρα ο Θεός θέλει να βρούμε το πνευματικό ανάστημα, που θα μας βοηθήσει να σταθούμε απέναντι σ᾽αυτή την επιβαλλόμενη φτώχεια. Ειδικώτερα εμείς οι ιερείς, θα πρέπει να δώσουμε αυτό το πνεύμα της ζώσας πίστης και εν μετανοία ελπίδας στους ανθρώπους, γιατί ο κόσμος νιώθει ότι όλοι τον έχουν διαψεύσει, κι από εμάς δεν ζητά μόνο τρόφιμα και συσσίτια, αλλά, κυρίως, ένα λόγο βαθύτερο, λόγο μετανοίας, πίστης κι ελπίδας. Να προσέξουμε μην καταντήσει η Εκκλησία  Γραφείο Ευημερίας,  παρέχοντας στον κόσμο μόνο υλικά αγαθά. Το κυριώτερο, που έχουμε να δώσουμε στον άνθρωπο, είναι η Θεία Λειτουργία, και το να μάθει να μετανοεί, τόσο σε προσωπικό επίπεδο, όσο και σε συλλογικό και εθνικό. Γιατί, η προσωπική μετάνοια ωφελεί την εθνική μετάνοια και η εθνική εμπνέει την προσωπική. Και για το σύνολο των Ορθοδόξων έρχονται μεγάλες μέρες δοκιμασίας, αλλά και δόξας και μετάδοσης της Ορθοδόξου πίστεώς μας στην Οικουμένη. 

1. Κωνσταντίνου Γιαννιτσιώτη, Κοντά στον Γέροντα Πορφύριο, εκδ. Ιερού Γυναικείου  Ησυχαστηρίου «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Αθήναι 1995. 
2. Από ηχητικό ντοκουμέντο πνευματικής ίδιοκτησίας του καθηγητή Μιχαήλ Χατζηγεωργίου, ο οποίος συνομιλεί με τον Γέροντα Ευμένιο τη δεκαετία του 1980.
3. Γέροντος Πορφυρίου Kαυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, εκδ. Ιεράς Μονής Χρυσοπηγής, Χανιά 2003.

*Το κείμενο είναι δημοσιευμένο στο Εορτολογίο του 2014, της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου/ΠΗΓΗ

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Οι Κολλυβάδες του Άθωνα και η ελληνική Φιλοκαλία

π. Πλακίδας Deseille
Μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης (1453), οι ανθρωπιστές του Βυζαντίου, που αντιπροσώπευαν την αντίθεση προς το παλαμικό ρεύμα, μετανάστευσαν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στη Δύση, όπου πήραν ενεργό μέρος στην Αναγέννηση. Κάτω από την τουρκική κυριαρχία, οι ορθόδοξοι χριστιανοί συσπειρώθηκαν γύρω από την Εκκλησία τους, που είχε αρχίσει να αναζωογονείται κατά τους τελευταίους αιώνες της αυτοκρατορίας με την ανανέωση του ησυχασμού.
Περιορισμένοι στις συνθήκες των δήμων, ταπεινωμένοι, καταπονημένοι από φόρους, υποταγμένοι στις άδικες φορολογήσεις και καταδιώξεις των Οθωμανών υπαλλήλων, εξασθενημένοι από πολλούς εξισλαμισμούς, βρέθηκαν ξαφνικά βυθισμένοι σε μεγάλη κοινωνική και πολιτιστική αθλιότητα. Μερικά ελληνικά σχολεία μπόρεσαν να επιβιώσουν μέσα στις μεγάλες πόλεις· αλλά στην ύπαιθρο μόνο τα κρυφά σχολειά, που συχνά λειτουργούσαν τη νύχτα στις ενορίες και στα μοναστήρια, παρείχαν μια στοιχειώδη μόρφωση. Ο ίδιος ο κλήρος υπέφερε συχνά από τη μεγάλη άγνοια και δεν μπορούσε να ασκήσει το λειτούργημα του κηρύγματος.
Αυτή την εποχή, η Δύση γνώριζε μία κατάσταση τελείως διαφορετική. Η ελευθερία, που απολάμβαναν τα ευρωπαϊκά έθνη, ευνοούσε μια πλατιά ανάπτυξη του πολιτισμού κάτω από όλες τις μορφές. Η ανανέωση της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας μετά τη σύνοδο του Τριδέντου (Trento, 1545-1563), είχε επιτρέψει μια αξιοσημείωτη άνθιση της πνευματικής ζωής. Ωστόσο, από το 16ο αιώνα, πεποιθήσεις ορθολογιστικές, θεϊστικές η άθεες είχαν εξαπλωθεί σ’ ένα μέρος της αστικής τάξης και της αριστοκρατίας. Αυτό το ρεύμα της σκέψης απλώθηκε και παρουσιάστηκε σε όλη του τη δόξα το 18ο αιώνα με τη φιλοσοφία του Διαφωτισμού. Οι ιδέες διαδόθηκαν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής, κυρίως από τους Γάλλους φιλοσόφους με επικεφαλής το Βολταίρο, και κέρδισαν την ανώτερη διανόηση της Ευρώπης.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο ακριβώς απλώνεται, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Ρωσία και τη Ρουμανία, η μεγάλη πνευματική ανανέωση της Ορθοδοξίας. Η δημοσίευση της Φιλοκαλίας κατέχει σ’ αυτήν μια κεντρική θέση. Ευνοημένη σε κάποιο βαθμό από τη διανοητική ανάπτυξη του Διαφωτισμού, παρουσιάστηκε την ίδια στιγμή στις ορθόδοξες χώρες σαν ένα αντίδοτο στο μαχόμενο αντιχριστιανισμό του.
Στην Ελλάδα, μυητής της ανανέωσης υπήρξε ο Ευγένιος Βούλγαρις (1716-1806). Καταγόμενος από την Κέρκυρα, κτήση ενετική τότε, μορφώθηκε στην Ιταλία και στη συνέχεια έγινε μοναχός στην Πάτμο. Αυθεντικά εκκλησιαστικός άνθρωπος, αλλά ταυτόχρονα πολύ ανοιχτός στη φιλοσοφία του Διαφωτισμού, θαυμαστής και μεταφραστής του Βολταίρου, του οποίου τα αντικαθολικά επιχειρήματα κρατεί αλλά ανασκευάζει τον αντιχριστιανισμό, ο Βούλγαρις ήθελε να προωθήσει τη διανοητική αναγέννηση, την ηθική και πνευματική του ελληνικού έθνους. Είχε την πρόθεση να θεμελιώσει αυτή την ανανέωση πάνω στη βάση της ορθόδοξης παράδοσης, αλλά υποτάσσοντάς τη σε μία μορφή, που εκείνος θεωρούσε απαραίτητη.
Στις προσπάθειές του τον ενθάρρυνε ο πατριάρχης της Πόλης Κύριλλος ο Ε΄. που το 1753 τον έθεσε επικεφαλής της Ακαδημίας, που άρχισε να ιδρύει στον Άθωνα. Αλλά οι Αθωνίτες, που ανησυχούσαν με τους νεωτερισμούς του Βουλγάρεως, συμμάχησαν εναντίον του, τον κατήγγειλαν στον πατριάρχη Κύριλλο Ε΄, τον εξανάγκασαν να εγκαταλείψει τα έργα του (1758) και, τέλος, κατέστρεψαν το ίδιο το κτίριο της Αθωνικής Ακαδημίας.
Ο Βούλγαρις είχε μαθητές, που μπόρεσαν να διατηρήσουν το καλύτερο μέρος της έμπνευσής του διορθώνοντας ταυτόχρονα τις αντιφάσεις και εξουδετερώνοντας τους κινδύνους της διδασκαλίας του. Οι κυριότεροι είναι ο Νικηφόρος Θεοτόκης (1731-1800), στον οποίο οφείλουμε την πρώτη έκδοση (editio princeps) του αγίου Ισαάκ του Σύρου⋅ ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779), που άφησε το Άγιον Όρος, για να αφιερώσει στον ελληνικό λαό μία εξαιρετική κηρυκτική δράση, που εστέφθη από το μαρτύριο. Ο Αθανάσιος ο Πάριος (1722-1813), που αφού έγινε μαθητής του Βουλγάρεως στην αθωνική Ακαδημία, όπως και του διαδόχου του Νεοφύτου του Καυσοκαλυβίτου (1713-1784), υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το Όρος εξ αιτίας εσωτερικών διχογνωμιών (τη «διαμάχη των κολλύβων», που θα εξηγήσουμε πιο κάτω). Μετά την αναχώρησή του διηύθυνε τη σχολή της Χίου, που έγινε μία από τις σπουδαιότερες «εθνικές σχολές» της Ελλάδας.
Ο Νεόφυτος ο Καυσοκαλυβίτης και ο Αθανάσιος ο Πάριος ήταν στενά συνδεδεμένοι με δύο άλλες προσωπικότητες: Τον άγιο Μακάριο της Κορίνθου (1731-1809) και τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη (1748-1809). Ο πρώτος, διευθυντής της σχολής της Κορίνθου, έγινε επίσκοπός της στα 1764· υποχρεωμένος ν’ απαρνηθεί την έδρα του για λόγους πολιτικών συνθηκών, μπόρεσε ν’ αφιερωθεί απόλυτα στην πνευματική ανανέωση της Ελλάδας, της οποίας έγινε ο κύριος εμπνευστής. Ο δεύτερος, αφού συνάντησε τον άγιο Μακάριο και αγιορείτες μοναχούς εμψυχωμένους από το ίδιο πνεύμα, έγινε μοναχός στο Άγιον Όρος το 1775. Επρόκειτο να αναπτύξει μια ευρεία φιλολογική δραστηριότητα σε όλους τους χώρους των εκκλησιαστικών γραμμάτων.
Οι μοναχοί, που συγκεντρώθηκαν γύρω από το Μακάριο της Κορίνθου και το Νικόδημο τον Αγιορείτη, έλαβαν το όνομα Κολλυβάδες για το ρόλο που έπαιξαν σε μία διχογνωμία, που τάραξε το Άγιον Όρος κατά το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Επικρατούσε να κάνουν μνημόσυνα το Σάββατο και να ευλογούν τα κόλλυβα. Μοναχοί της σκήτης της αγίας Άννας, φροντίζοντας περισσότερο για τα οικονομικά τους συμφέροντα, παρά για το σεβασμό της Παράδοσης, είχαν μεταφέρει τη μνημόνευση των νεκρών στην Κυριακή, ώστε να διαθέτουν το Σάββατο για την πώληση των εργοχείρων τους. Οι κολλυβάδες αντιστάθηκαν σ’ αυτή την αλλαγή, διότι η Κυριακή, υπόμνηση εβδομαδιαία της ανάστασης, είναι ασυμβίβαστη με το πένθος και τις τελετές που το ανακαλούν. Η διαμάχη συνεχίστηκε επί πολύ και γνώρισε πολλές φάσεις. Το πραγματικό αντικείμενο της διαμάχης ξεπερνούσε πολύ τη γενεσιουργό αιτία. Επρόκειτο στ’ αλήθεια για μία σύγκρουση μεταξύ των οπαδών μιας στενής προσήλωσης στο τυπικό, διατεθειμένων να συμβιβασθούν με μια παράδοση, που το νόημά της δεν αντιλαμβάνονταν, και των πρωταγωνιστών μιας βαθιάς πνευματικής ανανέωσης. Αυτοί οι τελευταίοι εκτιμούσαν ότι θα μπορούσαν να τη στηρίξουν μόνο σε μια μεγάλη πιστότητα στην αγιοπατερική διδασκαλία και στο σεβασμό της Λειτουργικής παράδοσης και των κανόνων της πρώτης Εκκλησίας.
Τέτοιο ήταν πραγματικά το ευρύ σχέδιο των Κολλυβάδων. Να γιατί είχαν επιχειρήσει μια μεγάλη εκδοτική εργασία των Πατέρων της Εκκλησίας, χωρίς να εξαιρέσουν τους ησυχαστές του 14ου αιώνα, διότι ο παλαμισμός τούς φαινόταν ως η άκρα εφαρμογή της πατερικής παράδοσης. Ο Νικόδημος ο Αγιορείτης είχε ετοιμάσει την πλήρη έκδοση των έργων του Γρηγορίου Παλαμά. Το χειρόγραφο δυστυχώς χάθηκε, όταν το τυπογραφείο της Βενετίας, όπου το είχε εμπιστευθεί, έκλεισε κατά διαταγήν της αυστριακής κυβέρνησης. Είχε καταστραφεί από το στρατό που ερευνούσε για προπαγανδιστικά επαναστατικά κείμενα απευθυνόμενα στους Έλληνες από τον Βοναπάρτη.
Στα 1777, ο Μακάριος της Κορίνθου ήλθε να μείνει στο Άγιον Όρος. Άρχισε να ψάχνει για χειρόγραφα. Ανακάλυψε τον Ευεργετινό. πολύτιμη ανθολογία ασκητικών κειμένων, που είχε συγκεντρώσει ο Παύλος, κτίτωρ της μονής του Ευεργέτου στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ευεργετινός περιείχε επίσης φιλοκαλικές συλλογές ησυχαστικών κειμένων της εποχής μεταξύ 4ου και 14ου αιώνα. Με μεγάλο ζήλο φρόντισε ν’ αντιγραφούν και πριν φύγει από τον Άθωνα εμπιστεύθηκε στο Νικόδημο τον Αγιορείτη την επιμέλεια της δημοσίευσης του Ευεργετινού, όπως και της πραγματείας του Περί της συχνής μεταλήψεως. Του ανέθεσε επίσης να ετοιμάσει για το τυπογραφείο τη Φιλοκαλία, πλουτίζοντάς την με πρόλογο και βιογραφικές σημειώσεις των παρουσιαζομένων συγγραφέων.
Η ελληνική Φιλοκαλία τυπώθηκε στη Βενετία το 1782. Το σύνολο των αντιτύπων μεταφέρθηκε στην Ελλάδα. Οι συνθήκες της έκδοσής της την έχουν στενά συνδέσει όχι μόνο με τον αθωνικό μοναχισμό αλλά και με την ευρύτερη κίνηση της πνευματικής ανανέωσης του ελληνικού λαού. Σ’ αυτήν είχαν αφιερωθεί οι Κολλυβάδες, που θέλησαν να τη στηρίξουν ταυτόχρονα στη λειτουργική ζωή, στην παράδοση της πατερικής διδασκαλίας και στην εσωτερική ζωή με κέντρο την καρδιακή προσευχή.
* Ο π. Πλακίδας Deseille είναι Γάλλος πρώην ρωμαιοκαθολικός και νυν ορθόδοξος αρχιμανδρίτης
Πηγή: Αντίφωνο, Από το βιβλίο «Φιλοκαλία», εκδ. Ακρίτας.

Ο άγιος Σωφρόνιος, επίσκοπος Βράτσας – μια μεγάλη μορφή της βουλγαρικής Αναγέννησης

Πορτρέτο του αγίου Σωφρονίου από άγνωστο ζωγράφο, 1812
Φωτογραφία: Νταρίνα Γκρικγόροβα
Ο ταλαντούχος λόγιος και διαφωτιστής της Αναγέννησης, Σωφρόνιος, επίσκοπος Βράτσας (κατά κόσμο: Στόικο Βλαντισλάβωβ), γεννήθηκε το 1739 στην ορεινή πολίχνη Κότελ. Έλαβε την στοιχειώδη εκπαίδευση στο κρυφό σχολείο της ιδιαίτερης πατρίδας του. Είναι γνωστός ως ο συγγραφέας του πρώτου αυτοβιογραφικού έργου στην βουλγαρική λογοτεχνία, το "Βίος και παθήματα του αμαρτωλού Σωφρονίου".
Έκανε και το πρώτο αντίγραφο της περίφημης "Σλαβοβουλγαρικής Ιστορίας" του Παϊσίου Χιλανδαρινού που διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην εθνική μας Αναγέννηση, στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας.

Να πώς ο διευθυντής του Εθνικού Εκκλησιαστικού Ιστορικού και Αρχαιολογικού Μουσείου της Σόφιας, Νικολάι Χατζίεφ, περιγράφει τον Σωφρόνιο Βράτσας: "Αγάπη, αφοσίωση και αυτοθυσία για την πατρίδα και το Γένος – αυτή είναι η ζωή του. Σε ηλικία μόλις τριών ετών έμεινε ορφανός από μητέρα και στα 11 του χρόνια ορφάνεψε και από πατέρα. Οι προύχοντες του Κότελ, που πρόσεξαν τα προσόντα και το ενδιαφέρον του για τα πνευματικά, τον παρότρυναν να παντρευτεί σε ηλικία μόλις 18 ετών και στη συνέχεια να ιερωθεί, και τον επέλεξαν για εφημέριο του ναού. Ήταν καλός και προσεκτικός, καλλιεργημένος και έτοιμος να βοηθήσει τους πάντες σε όλα. Σε μια περιοδεία του στη χώρα μας, ο Παΐσιος Χιλανδαρινός μετέφερε το χειρόγραφο της "Σλαβοβουλγαρικής Ιστορίας" του στο Κότελ και το εμπιστεύθηκε στο νεαρό ιερέα Στόικο Βλαντισλάβωβ, ο οποίος με ιδιαίτερη προσοχή και ενδιαφέρον έκανε το πρώτο αντίγραφο. Ήταν πάρα πολύ εντυπωσιασμένος από το περιεχόμενο του βιβλιαρίου αυτού. Από εκείνη τη στιγμή, ο Σωφρόνιος αφοσιώθηκε στη διακονία του λαού με όλη την καρδιά του. Δίδασκε τα παιδιά, κήρυττε το λόγο του Θεού και μάλιστα έλαβε μέρος στις απελευθερωτικές προσπάθειες των Βουλγάρων".

Ο παπα- Στόικο κάνει δύο αντίγραφα της "Σλαβοβουλγαρικής Ιστορίας" και δύο φόρες πάει για προσκύνημα στο Άγιο Όρος όπου γράφτηκε το βιβλίο. Ο φθόνος των προκρίτων της πόλης του, όμως, τον αναγκάζει να την εγκαταλείψει και να πάει σε άλλη επαρχία. Το 1794, αφού χήρεψε, γίνεται μοναχός και χειροτονείται επίσκοπος της βορειοανατολικής πόλης Βράτσας, όπου αναπτύσσει μεγάλη εκκλησιαστική και κοινωνική δράση.

Οι ταραχές στη χώρα τον αναγκάζουν να μεταβεί για το Βουκουρέστι, όπου εξακολουθεί να λειτουργεί ως επίσκοπος. Στο Βουκουρέστι συμμετέχει ενεργά στον αγώνα για την απελευθέρωση της Βουλγαρίας. Στην πορεία του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1806-1812 συμβάλει για την συγκρότηση μιας βουλγαρικής στρατιωτικής δύναμης, από εθελοντές, που πολεμούν στο πλευρό της Ρωσίας.

Τα καλύτερα του έργα ο Σωφρόνιος συγγράφει κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Βουκουρέστι. Ανάμεσά του είναι το "Κυριακοδρόμιον", βιβλίο που περιέχει κηρύγματα, θρησκευτικές ομιλίες που αναφέρονται σε ευαγγελικές περικοπές, πράξεις των Αποστόλων, που διαβάζονται κατά τις Κυριακές στις εκκλησίες.

Εμπνευσμένο από ελληνικά και σλαβικά χειρόγραφα, είναι το μοναδικό έργο του Σωφρονίου που τυπώθηκε. Μάλιστα, με αυτό θέτει τις αρχές του βουλγαρικού έντυπου βιβλίου. «Το βιβλίο είναι τόσο εντυπωσιακό και επίκαιρο για την εποχή του, που οι σύγχρονοί του μορφωμένοι Βούλγαροι άρχισαν να την ονομάζουν "Σωφρονιέ" (του Σωφρονίου). Ακόμα και σήμερα δεν έχασε τη σημασία του, επισημαίνει ο Νικολάι Χατζίεφ.
"Ο Σωφρόνιος, επίσκοπος της Βράτσας, συγγράφει και άλλα έργα, όμως αυτό είναι το βασικό. Η προσωπικότητά του εκφράζει την βουλγαρική αυτοσυνείδηση της τότε εποχής και τη συμμετοχή στο Γένος. Έζησε σε πολλές δύσκολες συνθήκες. Πράγματι έπαθε πολλά, γι’ αυτό και ονόμασε το έργο του "Βίος και παθήματα του αμαρτωλού Σωφρονίου" που είναι σημαντική μαρτυρία για την κατάσταση των Βουλγάρων στα τέλη του 18ου αιώνα, μια εξομολόγηση του σκλαβωμένου υπόδουλου Γένους. Ο άγιος Σωφρόνιος υπήρξε κάτοχος της ελληνικής γλώσσας και έκανε μεταφράσεις πολλών ιερών συγγραμμάτων. Παράλληλα, ήταν και πολύ καλός ζωγράφος, φιλοτέχνησε όλα τα βιβλία που συνέγραψε, με ζωγραφιές της φύσης, πορτραίτα μορφών της Βουλγάρικης Αναγέννησης, καθώς και αυτοπορτραίτο. Το 1812 ένας άγνωστος για μας ζωγράφος τον ζωγράφισε και είναι το μοναδικό γνήσιο πορτρέτο του που έχουμε σήμερα. Φυλάσσεται στο Εθνικό Εκκλησιαστικό Ιστορικό και Αρχαιολογικό Μουσείο της Σόφιας".

Μετάφραση: Αλεξέι Σταμπολώβ

Ειρήνη Αρτέμη, Δρ. Θεολογίας – Φιλόλογος Η θέση του Χριστιανισμού στην ύστερη νεωτερικότητα



Αφού εξετάστηκε στην προηγούμενη συνέχεια (http://www.pemptousia.gr/?p=56403) η σχέση της χριστιανικής πίστης με το νεωτερικό πλαίσιο, στο σημερινό απόσπασμα παρουσιάζεται η θέση της στο πεδίο της λεγόμενης ύστερης νεωτερικότητας.
3. Ο Χριστιανισμός στην ύστερη νεωτερικότητα
Η νεωτερικότητα υπήρξε αποτέλεσμα όχι μόνο του Διαφωτισμού αλλά συνέπεια κάποιων συγκεκριμένων κοινωνικοπολιτικών και οικονομικών καταστάσεων. Η Αναγέννηση[55], η Θρησκευτική Μεταρρύθμιση[56], ο Διαφωτισμός, η Γαλλική Επανάσταση καθώς και η Βιομηχανική αποτέλεσαν τη διχοτόμο με την οποία ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός χώρισε την παράδοση από τη νεωτερικότητα.
gothic
Το ρήγμα μεταξύ παραδόσεως και νεωτερικότητας είχε σαν συνέπεια τη βίαιη αποκοπή του ευρωπαϊκού πολιτισμού από τις χριστιανικές πολιτιστικές του ρίζες[58]. Σήμερα, οι χριστιανικές εκκλησίες βρίσκονται σήμερα σε δύσκολη θέση: εδώ και δεκαετίες περνούν μία κρίση αξιοπιστίας, και μόνο σε περιορισμένο βαθμό ορισμένες προχώρησαν σε μία μερική αυτοκριτική τους και σε έναν οικουμενικό διάλογο ανάμεσά τους. Από την άλλη, οι αντιφάσεις της νεωτερικότητας οδήγησαν στην επανεμφάνιση του θρησκευτικού φαινομένου, έτσι ώστε η εκκοσμίκευση δεν εκλαμβάνεται πλέον σήμερα ως μία μονόδρομη εξέλιξη και μία τάση εξαφάνισης της θρησκείας. Ωστόσο η επαναφορά της θρησκευτικότητας σήμερα συνδέεται με μία πρόκληση: πρόκειται για τη διάδοση μίας συγκεχυμένης θρησκευτικότητας, ενός συγκρητικού νεοπαγανισμού, μίας νέας Γνώσης και ενός διάχυτου μυστικισμού, που απορρίπτουν τόσο τον χριστιανισμό, όσο και τον ορθό Λόγο[59].
Σήμερα, στον 21ο αιώνα ο άνθρωπος δεν απειλείται από την παραδοσιακή θρησκεία αλλά από την παγκοσμιοποίηση, που σαν οδοστρωτήρας προσπαθεί να τα σαρώσει όλα και να τα πολτοποιήσει. Στο βωμό του χρήματος και της παγκοσμιοποίησης θυσιάζονται όλες οι ανθρώπινες αξίες και τα ιδανικά. Κατά τον Νόαμ Τσόμσκι, Καθηγητή της Γλωσσολογίας, «η παγκοσμιοποίηση μεταφέρει το μοντέλο του Τρίτου Κόσμου στις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες. Πρόκειται για μία διταξική κοινωνία. Από τη μία είναι η τάξη των υπέρμετρα πλούσιων και από την άλλη εκείνη, η οποία κατακλύζεται από ανθρώπους που ζουν στη φτώχεια και την απόγνωση. Οι πραγματικές και σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται στους κύκλους των κολοσσιαίων εταιριών. Η επιρροή των κοινοβουλίων και των πολιτικών είναι σχεδόν αμελητέα».
Αναφορικά με το εννοιολογικό περιεχόμενο της «παγκοσμιοποίησης» ο Αρχιμανδρίτης Ιερόθεος Αργύρης επισημαίνει τα εξής: «Λέγοντας Παγκοσμιοποίηση εννοούμε την ενοποίηση της ανθρωπότητας σε μία διεθνή γειτονιά, με άφθονα υλικά και πνευματικά αγαθά. Εκ πρώτης όψεως αυτό φαίνεται θαυμάσιο και επιθυμητό. Θα ήταν πράγματι ευχής έργο να επιτευχθεί η ελαχιστοποίηση των οικονομικών, πνευματικών και κοινωνικών διαφορών. Να μην υπάρχουν πλέον λαοί, που να βρίσκονται κάτω από τα όρια της πείνας και να μη βλέπουμε δίπλα μας ανθρώπους να πεθαίνουν από τις αρρώστιες. Όλοι οι άνθρωποι δικαιούνται να αποκτήσουν ένα κομμάτι ψωμί και μία ήρεμη αλλά και υποφερτή ζωή. Αυτό είναι ένα υπέρτατο όραμα και ένα εξαίσιο όνειρο».
Στο σημείο αυτό, σημαντικό ρόλο έρχεται να παίξει η αναβίωση του κοινωνικού ρόλου της παραδοσιακής θρησκείας, δηλαδή του Χριστιανισμού. Η διδασκαλία του Χριστού αποτέλεσε από τα πρώτα χρόνια της εμφανίσεώς του στη δημόσια δράση μία γροθιά στο κατεστημένο. Μίλησε για ισότητα όλων των ανθρώπων ανεξαιρέτως εθνικότητας, φυλής, θρησκείας και φύλου. Όλοι οι άνθρωποι έπρεπε να μοιράζονται όλα τα αγαθά με ίσο τρόπο, ώστε να μην υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί και παντού να επικρατεί η δικαιοσύνη.
Σήμερα, όλα αυτά έχουν αρχίσει να καταρρίπτονται απροκάλυπτα. Η ανεργία μαστίζει τους ανθρώπους. Οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας μέσα σε εξαθλιωτικές συνθήκες. Μικρά παιδιά αναγκάζονται να δουλεύουν πολλές ώρες κάτω από άθλιες συνθήκες και να υποσιτίζονται. Η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο  έχει αγγίξει τα υψηλότερα ποσοστά  στην ιστορία του ανθρώπου. Μοιάζουν τα πράγματα να έχουν γυρίσει αιώνες πίσω, όταν στα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η ζωή των ανθρώπων των κατώτερων τάξεων δεν είχε καμμία αξία. Ο σημερινός άνθρωπος έχοντας αποθεώσει τον άκρατο καπιταλισμό, μαγεύτηκε από το τραγούδι των σειρήνων που υποσχόταν ψεύτικους παραδείσους και  οδηγήθηκε να ζει σε μία φενάκη. Χόρτασε από καταναλωτισμό και υλικό ευδαιμονισμό αλλά σύντομα κατάλαβε ότι ήταν γυμνός από αξίες. Στα δύσκολα, λοιπόν, έψαξε αυτές τις αξίες. Ο μοναδικός δρόμος για να τις βρει περνούσε μέσα από τη  θρησκεία.
Πολλοί, λοιπόν, ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου και ηλικίας στρέφονται στη θρησκεία, προς αναζήτηση του αληθινού νοήματος της ζωής[60]. Η θρησκεία και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο χριστιανισμός έρχεται να περισώσει τα θύματα από τα ερείπια που άφησε πίσω της η κακή χρήση της νεωτερικότητας. Αγωνίζεται η Εκκλησία να απαλύνει τον ανθρώπινο πόνο είτε μέσω ιδρυμάτων, είτε μέσω συσσιτίων είτε με βοηθήματα και υποτροφίες για να σπουδάσουν παιδιά κατορθώνει να βοηθήσει τον άνθρωπο να σηκωθεί από το τέλμα  που έχει πέσει.
Πρέπει να γίνει σαφές ότι σήμερα ο Χριστιανισμός δεν αντίκειται στην οικουμενικότητα, αντίκειται στην παγκοσμιοποίηση και σε ο,τι ξεριζώνει τον κάθε άνθρωπο από την πολιτιστική, την εθνική και τη θρησκευτική του ταυτότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων Αναστάσιος Γιαννουλάτος, που προσπάθησε στην μετακομμουνιστική και διαλυμένη Αλβανία να κάνει αρωγό της ανάπτυξης και του πολιτισμού της Εκκλησίας σε όλους τους κατοίκους της Αλβανίας ανεξάρτητα από το θρήσκευμά τους. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι οι θρησκευτικές κοινότητες μπορεί να αποβούν φορείς αντίστασης στην παγκοσμιοποίηση[61].
Στην ύστερη νεωτερικότητα ο άνθρωπος διαπίστωσε ότι ο άκρατος ατομικισμός της πρώιμης και μέσης νεωτερικότητας οδήγησε σε αδιέξοδο[62]. Στην απαξίωση του ανθρώπου η πατερική διδασκαλία έρχεται να οδηγήσει τον άνθρωπο ξανά από το σκοτάδι στο φως. Ο άνθρωπος για το Χριστιανισμό έχει αξία, γιατί αποτελεί εικόνα του Θεού και έχει μέσα του θεϊκή πνοή, την ψυχή του. Σκοπός της ζωής του ανθρώπου κατά τους αγίους πατέρες της Εκκλησίας είναι η κατά Χριστώ ζωή που θα οδηγήσει στη θέωση, δηλαδή στη Βασιλεία των Ουρανών. Η διδασκαλία αυτή ως αντιστάθμισμα στην μαζοποίηση των ανθρώπων δίνει νέα οντολογική διάσταση στην ύπαρξη του έλλογου όντος σήμερα.
Στις μέρες μας η επιστροφή των Ευρωπαίων και κυρίως των Ελλήνων στη συνειδητοποίηση της θρησκευτικής τους ταυτότητας έχει ως επακόλουθο και την αναζωπύρωση της εθνικής τους ταυτότητας. Πέρασε ο καιρός που ο λαός μας θεωρούσε ότι ήταν ξένο ήταν και καλό. Μέσα από τις δυσκολίες συνειδητοποίησε -έστω και αργά – τα τρωτά σημεία και των διαφόρων ξένων. Προσοχή ιδιαίτερη θα πρέπει να δοθεί μήπως η επιστροφή στην παραδοσιακή θρησκεία οδηγήσει στο άλλο άκρο, εκείνο του σκοταδισμού, του φονταμενταλισμού και της δαιμονοποίησης του άλλου, του διαφορετικού. Αυτό κυρίως θα πρέπει να αποφευχθεί. Παράδειγμα παρόμοιο προς αποφυγή αποτελούν πολλές μουσουλμανικές χώρες.
Η παραδοσιακή θρησκεία πρέπει να κάνει άνοιγμα και προς τους μετανάστες, δημιουργώντας τους ένα φιλόξενο περιβάλλον. Έτσι θα αποτραπεί η γκετοποίησή τους και η ανάπτυξη σε αυτών λανθασμένων ιδεολογιών και τρόπων αντιμετωπίσεως του παραγκωνισμού τους. Με απλά λόγια ο παραγκωνισμός του άλλου που έχει διαφορετική θρησκεία και κουλτούρα θα τον οδηγήσει στη βία.
[Συνεχίζεται]
 
[55] «Η Αναγέννηση (αγγλικά: Renaissance, ιταλικά: Rinascimento, γαλλικά: Renaissance, από τα συνθετικά ri- «ξανά» και nascere «γεννιέμαι») ήταν ένα πολιτιστικό κίνημα που τοποθετείται προσεγγιστικά ανάμεσα στο 14ο και το 17ο αιώνα, ξεκινώντας στην Ιταλία κατά τον ύστερο Μεσαίωνα, από όπου και εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης ως ονομασία της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου, μα με μεγαλύτερη ελευθερία καθώς το κύμα των αλλαγών που επήλθαν δεν εξαπλώθηκε με την ίδια ταχύτητα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ως πολιτιστικό κίνημα, επέφερε την άνθηση της λογοτεχνίας, της επιστήμης, της τέχνης, της θρησκείας και της πολιτικής επιστήμης, καθώς και την αναβίωση της μελέτης κλασικών συγγραφέων, την ανάπτυξη της γραμμικής προοπτικής στη ζωγραφική και τη σταδιακή, αλλά ευρέως διαδεδομένη, μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση. Παραδοσιακά, αυτή η πνευματική μεταμόρφωση είχε ως αποτέλεσμα να θεωρείται η Αναγέννηση γέφυρα μεταξύ του Μεσαίωνα και της Σύγχρονης Εποχής. Αν και κατά την Αναγέννηση έλαβαν χώρα επαναστατικές καινοτομίες σε πολλά πνευματικά πεδία, καθώς και κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές, είναι ίσως περισσότερο συνυφασμένη με τα ρεύματα που διαμορφώθηκαν στο χώρο της τέχνης, αλλά και τη συμβολή παν-επιστημόνων όπως ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και ο Μιχαήλ Άγγελος, οι οποίοι ενέπνευσαν τον όρο Homo Universalis» http://www.netschoolbook.gr/history2007/ VIanagenissi.html (2012)
[56] «Με τον όρο εκκλησιαστική μεταρρύθμιση εννοείται η διασπαστική κίνηση στην καθολική Εκκλησία του 16ου αιώνα που πραγματοποιήθηκε στην κεντρική Ευρώπη και οδήγησε στη συγκρότηση νέων χριστιανικών δογμάτων και εκκλησιαστικών οργανισμών. Κύριο χαρακτηριστικό αυτών των κινήσεων από θεολογικής σκοπιάς ήταν η προσήλωση στη Βίβλο και ο παραμερισμός όλων των πατερικών και άλλων συμπληρωμάτων και προεκτάσεων που είχαν συσσωρευτεί μέχρι τότε. Οι πολιτικές και πολιτισμικές επιπτώσεις αυτών των γεγονότων ήταν όμως πολύ σημαντικές και συγκάλυψαν τις θεολογικές αντιδικίες. Οι ηγέτες της μεταρρύθμισης δεν απέβλεπαν εξ αρχής στη διάσπαση της μέχρι τότε ενιαίας δυτικής Εκκλησίας, τα γεγονότα ξεπέρασαν όμως τις ηγεσίες και εξελίχθηκαν με τη δική τους δυναμική, παρασύροντας θεσμούς και παραδόσεις πολλών αιώνων. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, αν και εκ του αποτελέσματος η μεταρρύθμιση αποτέλεσε μια ενέργεια ανατρεπτική για την ελεγχόμενη πολιτική και πνευματική ζωή που προσπαθούσε να διατηρήσει η καθολική Εκκλησία, οι ηγέτες των μεταρρυθμιστικών κινήσεων είχαν κατά βάση συντηρητικούς στόχους: Διακηρυσσόμενος σκοπός τους ήταν να επανέλθει η εκκλησιαστική ζωή στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, χωρίς τις περίεργες, για τα ευρύτερα στρώματα, καλλιτεχνικές και επιστημονικές «παρεκτροπές» που συνέβαιναν στην αμαρτωλή Ρώμη, παράλληλα με την απληστία και τις ακολασίες. Η μεταρρύθμιση δεν πραγματοποιήθηκε σε ένα τόπο κι από ένα άνθρωπο, αλλά συμπυκνώνεται συχνά σε λίγα εξέχοντα πρόσωπα και χαρακτηριστικά περιστατικά, καθώς επίσης σε διάφορες μυθοπλασίες» Στ. Φραγκοπούλου, Ιστορία της Τεχνολογίας. Με παρεκβάσεις σε συναφή γεγονότα που επηρέασαν την επιστήμη, την τεχνολογία και τον πολιτισμό, 2008, σ. 15.
[57] Ν. Κοκοσαλάκη, όπ.π., σ. 64.
[58] Θ. Λίποβατς, «Χριστιανισμός και Νεωτερικότητα», (2001), http://www.acadimia.gr/content/view/80/76/lang,el (2012)
[59] Κ. Κορώση, «Παγκοσμιοποίηση και θρησκευτική ταυτότητα», http://www.pee.gr/wp-content/uploads/praktika_synedrion_files/new_soft/nees_eisigiseis/mer_g_th_en_v/korosis.htm (2012)
[60] Ν. Κοκοσαλάκη, όπ.π., σ. 79.
[61] Αν. Γιανουλάτου, αρχιεπ. Τιράνων, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2001, σ. 17.
[62] Ν. Κοκοσαλάκη, όπ.π., σ. 82.