Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

Ο σταρετς Ιωνάς αγωνίστηκε με τον καρκίνο – Θαύμα το ότι έζησε τόσο πολύ

 


Ο σταρετς Ιωνάς αγωνίστηκε με τον καρκίνο του νωτιαίου μυελού για αρκετά χρόνια μέχρις ότου η ασθένεια τον έριξε. Το γεγονός ότι έζησε τόσο πολύ (88 χρόνια) με τόσο δύσκολη διάγνωση μπορεί να θεωρηθεί θαύμα.

Ο σταρετς Ιωνάς αγωνίστηκε με τον καρκίνο του νωτιαίου μυελού για αρκετά χρόνια μέχρις ότου η ασθένεια τον έριξε. Το γεγονός ότι έζησε τόσο πολύ (88 χρόνια) με τόσο δύσκολη διάγνωση μπορεί να θεωρηθεί θαύμα.

Όλο αυτό τα έτη, καθώς, παρεμπιπτόντως, ο ιερέας βοήθησε τους ανθρώπους καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής του, αποδεχόμενος τους πιστούς: άκουγε, συμβούλευε και προσευχόταν γι’ αυτούς ενώπιον του Κυρίου αδιάκοπα. “Ακόμα και δύο εβδομάδες πριν από το θάνατό του, που βρισκόταν ήδη στο κρεβάτι του, που, συνέχισε να λαμβάνει πιστούς.

Ο ίδιος ο Μητροπολίτης Αγαθάγγελος του είπε:” Φροντίστε τον εαυτό σας, πατέρα. Εξάλλου, μόνο εσείς θεραπεύετε και οι άνθρωποι σας κουράζουν πολύ “, στην οποία ο πατέρας Ιωνάς απάντησε: Γιατί να μην το αντιμετωπίζω; Τους στέλνει εδώ η θεια πρόνοια για να βοηθήσω τους ανθρώπους με τις προσευχές μου …”

Ο γέροντας δεν διέκρινε τους πλούσιους και τους φτωχούς, ανάμεσα στις υψηλές τάξεις και τους απλούς σκληρούς εργάτες – οι πόρτες του κελιού του άνοιξαν εξίσου μπροστά σε όλους και η φήμη του μεγάλου γέροντα δεν πήγε μόνο σε όλη την Ουκρανία αλλά και πέρα ​​από τα σύνορά της.

Η πίστη και η πνευματική δύναμη του πρεσβύτερου ήταν αρκετή για όλους. Δόθηκε ευλογία σε πολλούς από τους σημερινούς κυβερνήτες των μοναστηριών και ηγουμένων των ναών της Οδησσού – ως εξομολόγος της Μονής Ιεράς Κοίμησης, ευλογούσε όλους τους αδελφούς εκεί.

ΑΠΑΝΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ο σταρετς Ιωνάς αγωνίστηκε με τον καρκίνο - Θαύμα το ότι έζησε τόσο πολύ

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2021

«Ἀρκετά μέ τή θλίψη! Καλύτερα, φρόντισε γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ νά πουλᾶς τά βιβλία μου». ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ.


Η ιστορία γιά μια παράξενη πρόβλεψη

Στο βιβλίο περί της Μελανίας της εγκλείστου παρθένου, η οποία κοιμήθηκε στις 11 Ιουνίου του έτους 1836, αναφέρεται πώς εκείνη την εποχή ήρθε στο γυναικείο μοναστήρι της στο Ελοτσκό μια μητέρα μέ την κόρη της. Καί οι δυο έγιναν μοναχές: η μητέρα μέ τ’ όνομα Μοδέστη κι η κόρη μέ τ’ όνομα Μητροφάνη. Ή γερόντισσα ετοιμαζόταν γιά τό θάνατό της καί έδινε στην κόρη οδηγίες γιά τά σχετικά μέ την κηδεία της. Αλλά η μοίρα ήθελε η κόρη νά πεθάνει πρίν απ’ τη μητέρα. ’Έτσι η γερόντισσα μητέρα θλιβόταν ανείπωτα γιά την κόρη της. Καί όντας μέσα σ’ αυτή τή θλίψη είδε μία μέρα στ’ όνειρό της τη μακαριστή Μελανία την έγκλειστη, η οποία της είπε: «Αρκετά μέ τη θλίψη! Καλύτερα, φρόντισε γιά τη δόξα του Θεού να πουλάς τά βιβλία μου». 

Ηρέμησε η γερόντισσα μ’ αυτά τά λόγια, αλλά παραξενεύτηκε, γιά τό τί είδους βιβλία μιλά η μακαριστή, αφού ούτε έγραψε, ούτε άφησε μετά την κοίμησή της κανένα βιβλίο. Όμως μερικές ημέρες αργότερα έφθασε στο μοναστήρι ένα πακέτο μέ βιβλία. Ήταν ο βίος της Μελανίας της εγκλείστου. Κάποιος τόν συνέγραψε καί έστειλε τά βιβλία στο μοναστήρι. Αμέσως η ηγουμένη όρισε τη γερόντισσα μοναχή Μοδέστη να μεριμνά περί αυτών των βιβλίων καί να τά πωλεί σ’ επισκέπτες. Τότε εξηγήθηκε τό μυστήριο εκείνων των λόγων περί της πώλησης των βιβλίων.

ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ . ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΟΕΣ

 

http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/11/blog-post_29.html

Ο πνευματικός άνθρωπος σιωπά και προσεύχεται Γράφει ο π. Γεώργιος Β. Δημητρόπουλος στην Romfea.gr Υπ. ΜΑ Θεολογίας

 

Ζούμε δυστυχώς έναν πρωτόγνωρο ιδιότυπο «πόλεμο» από την σύγχρονη λοιμική νόσο (Covid-19), σε παγκόσμιο επίπεδο. Βιώνουμε πρωτοφανή και συγκλονιστικά γεγονότα.

Καθημερινά παρακολουθούμε από τα ΜΜΕ εκατοντάδες θανάτους παγκοσμίως, με τις μελλοντικές επιστημονικές προβλέψεις να είναι δυσοίωνες ή, στην καλύτερη περίπτωση, συγκρατημένα αισιόδοξες.

Έτσι, διακατέχουν τις ψυχές των ανθρώπων δυνατά συναισθήματα, φόβου, αγωνίας, θλίψης, απογοήτευσης, μελλοντικής ανασφάλειας κ.ά. Έχει δηλαδή δημιουργηθεί στις ψυχές των ανθρώπων μία σύγχυση. Και, γνωρίζουμε από την Ορθόδοξη Παράδοση, πως σύγχυση στη καρδιά του ανθρώπου δημιουργεί μονάχα ο πονηρός, αντίθετα, το Πνεύμα το Άγιο δημιουργεί ανάπαυση και γαλήνη στη καρδιά. Επομένως, είναι προφανές ότι πρόκειται για έναν φοβερό πειρασμό και μία άνευ προηγουμένου δοκιμασία σε παγκόσμιο επίπεδο.

Δεν απογοητευόμαστε βέβαια ποτέ, αλλά κρατούμε με όλες τις ψυχικές δυνάμεις μας την πίστη (εμπιστοσύνη) μας στον Θεό, ο Οποίος κρατά στα χέρια Του την ζωή μας ολόκληρη. Αφού, γνωρίζουμε άλλωστε, πως ο αγαθός Θεός ενδιαφέρεται για τα πετεινά του ουρανού, πόσο μάλλον για τον άνθρωπο, που έχει ανεκτίμητη αξία η ψυχή και η ζωή του (πρβλ. Ματθ. 6, 26).

Από την άλλη μεριά όμως, από πνευματικής επόψεως, η ασθένεια και η θλίψη είναι το κατεξοχήν φάρμακο της Πρόνοιας του Θεού, να φέρει τον άνθρωπο κοντά Του και να αυξήσει την αρετή του. Επιτρέπει ο Θεός μία δοκιμασία στη ζωή του ανθρώπου προς πνευματική ωφέλεια, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο.

Επομένως, η πίστη στην Πρόνοια του Θεού αποβάλλει την ολιγοπιστία και πλημυρίζει την ανθρώπινη ψυχή με μία ανεκλάλητη και ανεξήγητη ελπίδα και χαρά, μπροστά σ’ ένα υποτιθέμενο ζοφερό και απροσδιόριστο (κοινωνικό, εκκλησιαστικό κ.ά.) μέλλον. Με άλλα λόγια, διαμέσου της πίστης και της προσευχής, ο πόνος της ζωής μας γίνεται ζωντανή συνομιλία με τον Θεό και αλλάζει προσανατολισμό και προοπτική.

Σε ψυχολογικό επίπεδο, ο άνθρωπος σκέφτεται τις ψυχολογικές επιπτώσεις της εξάπλωσης του κορωνοϊού. Είναι πολύ σημαντικό στη φάση που βρισκόμαστε, να τηρούμε τους κανόνες υγιεινής και να είμαστε υποστηρικτικοί όχι μόνο στους ανθρώπους που είναι άρρωστοι, αλλά και σ’ αυτούς που έχουν άγχος. Άλλωστε, ο πανικός είναι κακός σύμβουλος και δεν μας οδηγεί σε σωστές αποφάσεις.

Η κρίση είναι μια παροδική κατάσταση η οποία αποσταθεροποιεί το άτομο, το οποίο έρχεται αντιμέτωπο με μια απειλητική περίσταση, που την αντιλαμβάνεται ως σημαντική. Επιπλέον, εκείνη τουλάχιστον τη στιγμή που συμβαίνει, δεν μπορεί ούτε να την αποφύγει ούτε να την επιλύσει με τις συνήθεις δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων που διαθέτει (Caplan, 1964). Συνήθως, πρόκειται για μια συναισθηματικά απειλητική κατάσταση που συνδέεται με αλλαγές στις κοινωνικές συνθήκες στις οποίες ζει.

Στην περίπτωση της ολοένα και αυξανόμενης εξάπλωσης του κορονοϊού, αντιμετωπίζουμε μια κατάσταση κρίσης, η οποία προκαλεί αναστάτωση, άγχος, αποδιοργάνωση και εσωτερική ένταση. Ωστόσο, ο καθηγητής Ψυχολογίας Baruch Fischhoff (Carnegie Mellon University USA) αναφέρει, ότι υπάρχει αυξημένο άγχος από το ένα μέρος, αλλά από το άλλο σε περιόδους κρίσεις, όπως είναι η συγκεκριμένη, οι άνθρωποι τείνουν να μαζεύονται μαζί και να υποστηρίζει ο ένας τον άλλον (βλ. Κ. Μέγαρη, 9/03/2020).

Εκτός από την σωματική κόπωση, οι γιατροί δέχονται επίσης και μεγάλη ψυχολογική πίεση με αρνητικό συναισθηματικό αντίκτυπο, που ίσως να επηρεάζει την ομαλή λειτουργία τους στο Νοσοκομείο. Υπάρχουν επομένως και ψυχολογικές επιπτώσεις στο νοσηλευτικό προσωπικό, τις οποίες καλούνται να διαχειριστούν μέσα στο βαρύ κλίμα της πανδημίας.

Αυτή η παγκόσμια πανδημία, χωρίς αμφιβολία, έχει τα χαρακτηριστικά Βιβλικής καταστροφής. Παραμερίστηκε ή λησμονήθηκε ο Θεός από τον σύγχρονο άνθρωπο, παρασυρόμενος από τους ταχύτατους (ηλεκτρονικούς) ρυθμούς της ζωής του. Αυτή η νόσος, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε, ότι είναι καρπός της αυτοθέωσης του ανθρώπου.

Επομένως, ήταν, δυστυχώς, αναμενόμενο φαινόμενο μία πρωτόγνωρη κρίση, αποτέλεσμα της μετανεωτερικότητας, η οποία επικεντρώνεται στα κοινωνικοπολιτικά τεκταινόμενα του δυτικού κόσμου, όπου προβάλλεται η ανθρωπολογία ενός ανιστορικού τύπου, που ζεί μόνο για το «εδώ και τώρα» (hic et nunc) και ενδιαφέρεται μόνο για το «ενδοκοσμικό» γίγνεσθαι της απόλαυσης της υπερκατανάλωσης σε τοπικό χρόνο και χώρο, απόρροια της ανεξέλεγκτης οικονομίας. Υπ’ αυτή την έννοια, ο άνθρωπος κινδυνεύει να μεταβληθεί σ’ ένα παράλογο αγώνα δρόμου, για να μην γεράσει ποτέ, αρνούμενος ακόμη τον ίδιο τον εαυτό του και την ανθρώπινη φύση του.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο μετανεωτερικός άνθρωπος έχει γίνει μέρος του «πολιτισμού της εικόνας» και έχει απομακρυνθεί από τον «πολιτισμό του λόγου».

Σε αυτή την συνάφεια, όταν ο λ(Λ)όγος υποχωρεί, επιδρά καταλυτικά στην ανθρώπινη συνείδηση, με αποτέλεσμα όχι μόνο την γλωσσική ανεπάρκεια του αυθεντικού (ευαγγελικού) λόγου, αλλά και την απουσία της πραγματικής σχεσιακότητας του ανθρώπου (το εγώ με το συ), τόσο στο επίπεδο των διαπροσωπικών σχέσεων, όσο και με τον Θεό.

Συνεπώς, ο μετανεωτερικός άνθρωπος θεωρεί ότι είναι αυτονομημένος και, παράλληλα, πιστοποιεί την «κοινωνία της αδιαφορίας», αφού προτιμά την ατομική του οχύρωση και κατοχύρωση.

Διαπιστώνεται θλιβερά, ότι αυτός ο άνθρωπος δεν κοινωνεί ουσιωδώς των πραγμάτων καθότι δεν κατέχει ουσιωδώς λόγο, ακόμη κι όταν αντιδρά σε μορφές καταπίεσής του. Έτσι, όμως, η διαμόρφωση αυτού του ανθρωπολογικού τύπου, δεν έχει να προσφέρει τίποτα ούτε στον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά ούτε και στην κοινωνία ολόκληρη (πρβλ. Δ. Μπαλτά).

Φαίνεται πως περιορίζονται τα όρια της ελευθερίας μας στην μετα-εποχή, μιας αξίας πανανθρώπινης. Όμως, τις Θερμοπύλες της ελευθερίας μας δεν φυλάσσουν αποτελεσματικά οι φοβικές μας προκαταλήψεις, αλλά το ελεύθερο πνεύμα και το ελληνικό παράδειγμα (paradigm), μέσα από τον πνευματικό πολιτισμό, ιδιαιτέρως εκφραζόμενο από την πανανθρώπινη προοπτική του χριστιανικού μηνύματος, του σταυροαναστάσιμου ήθους, με οικουμενική εμβέλεια και ανταπόκριση.

Πρωτόγνωρες συνθήκες διαβίωσης για τα σύγχρονα πολιτισμικά δεδομένα, «φυλακισμένοι» οι άνθρωποι στα ίδια τους τα σπίτια! Η κάθε ημέρα μέσα σ’ αυτόν κυκεώνα, μας φαίνεται αιώνας. Ωστόσο, ο άνθρωπος ως λογική ύπαρξη, είναι προσαρμοστικό όν, μπορεί να προσαρμόζεται πιο εύκολα σε σχέση με άλλα όντα, σε διαφορετικές συνθήκες διαβίωσης.

Πρωτοφανή δεδομένα για τον σύγχρονο τεχνολογικό πολιτισμό και την επιστημονική πρόοδο του ανθρώπου, όπου αποκαλύπτεται ίσως η ανεπάρκεια ή αδυναμία, αλλά και η πρόκληση της επιστήμης να εξαλείψει ολοκληρωτικά τις νέες ασθένειες που εμφανίζονται στην εποχή μας. Δοκιμάζεται η αντοχή, το ήθος και η ανθρώπινη ζωή εν γένει, βλέποντας να αυξάνονται ραγδαίως τα μολυσμένα κρούσματα, με τον απόηχο εκατοντάδων θανάτων παγκοσμίως, που παραπέμπουν σε καταστάσεις πολέμου.

Με αποτέλεσμα να συγκλονίζεται η επιστημονική κοινότητα. Επιπλέον, εκεί που η πανδημία πλήττει ανελέητα ολόκληρο τον πλανήτη, την ίδια στιγμή, δεν είναι ευκαταφρόνητο το γεγονός πως στη πατρίδα μας νοσούν τα λιγότερα κρούσματα. Απ’ ότι διαφαίνεται, όμως, θα ζήσουμε κοσμοϊστορικά και θαυμαστά γεγονότα στην εποχή μας, σ’ ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο. Διότι, ως γνωστό, εκεί που πλεονάζει η αμαρτία, υπερπερισσεύει η Χάρις του Θεού (Ρωμ. 5, 20), με αποτέλεσμα να υπερκεράζει πάντα το κακό η δύναμη και η αγάπη του Θεού (πρβλ. Εβρ. 2, 14-15).

Τώρα είναι η ώρα της δοκιμασίας (Σταυρού), θα έρθει όμως και η λιακάδα (Ανάσταση). Το σίγουρο είναι ότι θα μείνει στην ιστορία αυτή η πρωτόγνωρη κρίση, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα της στους ανθρώπους, όπου θα μιλάμε πλέον για προ και μετά κορωνοϊού εποχή. Θα έχει στιγματίσει δηλαδή τις συνειδήσεις των ανθρώπων.

Επιπλέον, με αφορμή αυτή την λαίλαπα, μας λυπεί το γεγονός, πως με επιπολαιότητα και μη κατανοώντας την κρισιμότητα και την σοβαρότητα αυτής της δυσμενής κατάστασης, εξαπολύουμε «χολή και όξος» εναντίον παντός «υπευθύνου», επιστρατεύοντας διάφορα λογικά επιχειρήματα που, εκ πρώτης όψεως, με καλή διάθεση ορμώμενοι φαίνεται να καθίστανται δικαιολογημένα, ωστόσο, επενδυμένα ενίοτε μ’ έναν αδιόρατο εγωϊσμό, υποκρύπτουν δηλαδή έναν δυσδιάκριτο εγωκεντρισμό, που δύσκολα διακρίνεται λόγω έλλειψης αυτογνωσίας (ταπείνωσης) και πνευματικής διάκρισης, με αποτέλεσμα να ευτελίζεται όλος ο συλλογισμός μας και η αυθεντία μας! Όπως προκύπτει, αφού έχει προφητευθεί, πάντα θα είναι ο Χριστός «σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ. 2, 34).

Εξάλλου, έχουμε την τάση να είμαστε φιλοκατήγοροι, απόρροια του μεταπτωτικού (αμαρτωλού) ανθρώπου. Η αλήθεια βέβαια να λέγεται και να βιώνεται με διάκριση, πάντα «αληθεύοντες εν αγάπη» (Εφεσ. 4, 15), μη διαγράφοντες όμως αλλήλους. Όπως λέει μία ινδιάνικη παροιμία: «Μην κρίνεις κάποιον, πριν περπατήσεις δύο φεγγάρια με τα παπούτσια του».

Αλλά και ο ευαγγελικός λόγος ορίζει: «Μην κρίνετε τους συνανθρώπους σας, για να μην σας κρίνει κι εσάς ο Θεός» (Ματθ. 7, 1). Αν δεν μπεις στα παπούτσια του άλλου (πρβλ. αλληλοπεριχώρηση/ενσυναίσθηση), δεν ξέρεις την ζωή του και τι περνάει! Πολλές φορές οι άνθρωποι δεν «μπήκαμε» στα παπούτσια των άλλων και, συνεπώς, δεν γνωρίζουμε τις αγωνίες και τον ψυχικό πόνο τους, για την ζοφερή κατάσταση που ζούμε.

Για την πνευματική ευθύνη που έχουν έναντι Θεού και ανθρώπων, αλλά και τον καθημερινό σταυρό που σηκώνουν για χάρη των άλλων. Ο σκοπός είναι να νιώσουμε τον πάσχοντα (πνευματικά και σωματικά) ασθενή άνθρωπο. Άρα, «χρή σιγάν, ή κρείσσονα σιγής λέγειν» (Πυθαγόρας). Αν δεν μπορούμε να πούμε κάτι καλό για τον άλλο, καλύτερα να σιωπούμε.

Ο πνευματικός άνθρωπος, όμως, ο «εν Χριστώ» άνθρωπος βλέπει διαφορετικά τα τεκταινόμενα και αξιολογεί με «πνευματικό μάτι» τις ανθρώπινες καταστάσεις.

Ο πνευματικός άνθρωπος βλέπει βαθύτερα, καθώς διαβλέπει πίσω από τα επιφαινόμενα την ουσία των πραγμάτων και των γεγονότων και ανάγεται ο νούς του αμέσως στον Θεό, βλέποντας τις ψυχοπνευματικές ωφέλειες πίσω από κάθε δυσκολία και δοκιμασία. Κι αυτό, γιατί έχει διάκριση και μνήμη Θεού.

Ο πνευματικός άνθρωπος σιωπά και προσεύχεται. Άλλωστε, «Θεολόγος είναι αυτός που ξέρει αληθινά να προσεύχεται» (Ευάγριος Ποντικός/Νείλος Ασκητής). Αφού γνωρίζει από την εν Θεώ εμπειρία του, πως η προσευχή μπορεί να αλλάξει το παγκόσμιο γίγνεσθαι. Έχει τόση δύναμη η προσευχή, όταν συνοδεύεται με ταπείνωση και πίστη πολύ, που δύναται να ανατρέψει τα βδελυρά ανθρώπινα σχέδια. Εξάλλου, «καλύτερα ν' ανάψεις ένα κερί παρά να καταριέσαι το σκοτάδι», λέει μία κινεζική παροιμία.

Η προσευχή είναι το απαύγασμα της αγάπης του πνευματικού ανθρώπου. Με την προσευχή καταργούνται οι φυσικές αποστάσεις και ενώνονται οι καρδιές, αναγάγοντας πνευματικά τους ανθρώπους στον ουρανό, αρπάζοντάς τους νοερώς στον θρόνο του Θεού. Η «εύλαλη σιωπή» είναι πολύ σημαντική στην Ορθόδοξη Παράδοση, αφού η σκέψη (ενδιάθετος λόγος) προηγείται της ομιλίας, καθώς επίσης, η σιωπή αποτελεί δείγμα σεβασμού, προσευχής και περισυλλογής του «έσω ανθρώπου» (πνευματική υπόσταση), του «κρυπτού της καρδίας άνθρωπου» (Α’ Πέτρ. 3, 4), σε περιπτώσεις θλίψης, αρρώστιας και δοκιμασίας.

Η προσευχή αποτελεί έκφραση αγάπης προς όλο τον κόσμο. Άρα, οι πνευματικοί άνθρωποι προσεύχονται γιατί αγαπάνε, και αγαπάνε γι’ αυτό προσεύχονται υπέρ όλης της κτίσης (πρβλ. καύση καρδίας, Ισαάκ του Σύρου). Η μνήμη Θεού, που εμπεριέχει το βαθύτερο νόημα και την έννοια της ζωής, δίνει αδιάκοπη αγάπη και γεμίζει όλη την ανθρώπινη ύπαρξη με την θεία χαρά και του μυστηρίου της ζωής, έχοντας σεβασμό προς όλες τις μορφές ζωής επάνω στον πλανήτη.

Έτσι, ο πνευματικός άνθρωπος, μπορεί να βλέπει πιο καθαρά τα μυστήρια της ζωής (πρβλ. λόγοι των όντων). Διότι, στο βαθμό που πάσχει η εσωτερική/πνευματκή μας ζωή, αντανακλάται και προς τον κόσμο η πνευματική μας ανεπάρκεια. Ενώ, αντίθετα, όσο είναι γεμάτη Χάρη Θεού η ζωή μας, τόσο αντανακλάται και προς τα έξω η θεία Χάρις. Ο σύγχρονος άνθρωπος διψά για την «εύλαλη σιωπή», την εμπειρική θεολογία περισσότερο, παρά για κοινότυπους λόγους, δίχως ουσία και Χάρη Θεού.

Μη ξεχνάμε, όμως, ότι ιστορικά προχωρούμε προς τα έσχατα. Αυτό το γεγονός βέβαια δεν πρέπει να μας ανησυχεί, αλλά να μας έχει σε μία πνευματική επαγρύπνηση, σε προσευχή και μετάνοια, δηλαδή να είμαστε θεολογικά σε εγρήγορση (μνήμη Θεού), διότι δεν ξέρουμε πως και πότε έρχεται ο Κύριος στη ζωή μας, «σαν κλέφτης εν νυκτί» (Α’ Θεσ. 5, 2. Ματθ. 24, 44).

Έτσι, λοιπόν, να τηρήσουμε πάση φυλακή στη καρδία μας (Μ. Βασιλείου, PG 31, 640), να είμαστε σε εγρήγορση και νήψη (εσωτερική ενάργεια, έλεγχο της καρδιάς και του νού, κοινωνία με τον Χριστό), καλλιεργώντας την καρδιά μας με την προσευχή, ώστε να μην απατηθούμε από τους νοητούς κλέφτες της ψυχής μας.

«Γι’ αυτό δεν μας έκανε γνωστή ο Θεός την τελευτή μας, για να δηλώσει, ότι πρέπει να κάνουμε εμείς την σπουδή και την πρόνοια της ζωής μας» (Ι. Χρυσόστομος, PG 49, 263). Και, «γι’ αυτό έρχεται ο Κύριος ως κλέφτης την νύχτα, όχι για να μας “κλέψει”, αλλά να μας κάνει ασφαλέστερους», διατείνεται ο ιερός Χρυσόστομος (PG 56, 278). Όλα τα κάνει ο Θεός από άπειρη αγαθότητα προς ωφέλεια και σωτηρία του ανθρώπου. Συνεπώς, όσοι άνθρωποι εμπιστεύονται τον Θεό και παραδίδουν την ζωή τους στην Θεία του Πρόνοια, όλα θα συνεργήσουν στο αγαθό, αφού «αυτοί που αγαπούν τον Θεό, τα πάντα συνεργούν στο αγαθό» (Ρωμ. 8, 28).

Πολλές φορές, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, επιτρέπει ο Θεός να βασανιζόμαστε στη ζωή μας από την τρικυμία των θλίψεων και των πειρασμών, για να ασκούμαστε στην καρτερικότητα και την υπομονή (βλ. Ομιλία 32, PG 151). Εξάλλου, «η υπομονή είναι πικρή, αλλά ο καρπός της είναι γλυκός» (Ζάν-Ζάκ Ρουσσώ).

Εμφανίζεται όμως ο Χριστός σε αυτούς την στιγμή που Τον επικαλούνται, για να τους δείξει ότι Αυτός είναι ο Θεός των όλων που δίνει χέρι βοηθείας σ’ αυτούς που τον επικαλούνται (βλ. Γ. Παλαμά, όπ. παρ.). Πραγματικά, όταν ο άνθρωπος κάνει υπομονή, του δίνει ο Θεός πολύ Χάρη, διότι «ο υπομένων είς τέλος ούτος σωθήσεται» (Ματθ. 24, 13).

Όταν όμως απουσιάζει ο Χριστός στις ώρες των καταιγίδων της ζωής μας, τότε αναπόφευκτα κινδυνεύουμε να καταποντιστούμε στην απόγνωση και την απελπισία. Δεν μας εγκαταλείπει όμως ο Θεός, αλλ’ αντιθέτως, εμείς Τον εγκαταλείπουμε με την αμαρτία μας, κατά τους Πατέρες (πρβλ. Εβρ. 13, 5), αφού η αμαρτία αποτελεί αρρώστια της ψυχής (Κλήμη Αλεξανδρείας, Λόγος Προτρεπτικός, 11, ΒΕΠΕΣ 7, 74).

Η αμαρτία εισέρχεται ως «μεσότοιχον» ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό, εμποδίζοντας έτσι την θεία κοινωνία. Γι’ αυτό έπειτα ο Θεός με την αγαθότητά Του, χρησιμοποιεί οικονομία και παιδαγωγία με διάφορους τρόπους, για την σωτηρία του ανθρώπου.

Μία νότα αισιοδοξίας μας προσφέρεται από την Εκκλησία τώρα και πάντοτε, πως οποιαδήποτε ανθρώπινη κρίση μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με θερμή και έμπονη καρδιακή προσευχή. Δηλαδή, η προσευχή που πονάει για τους άλλους ανθρώπους και η οποία, βοηθάει στον άνθρωπο να έρθει η εσωτερική καλοσύνη.

Ο πόνος μας να γίνεται συμπόνια για τους άλλους με την προσευχή. Για τον Θεό δεν έχει σημασία η ποσότητα της προσευχής, αλλά η ποιότητα, όταν γίνεται από την καρδιά μας.

Τότε, όταν επιτυγχάνεται αυτή η καρδιακή προσευχή, ερχόμαστε στη θέση του άλλου (ενσυναίσθηση), έρχεται φυσιολογικά η αγάπη, ο πόνος, η ταπείνωση, η ευγνωμοσύνη μας στον Θεό με την συνεχή δοξολογία, όπου η προσευχή καθίσταται ευπρόσδεκτη από τον Θεό για τον συνάνθρωπό μας και τον βοηθάει (άγιος Παΐσιος Αγιορείτης).

Η προσευχή μοιάζει με το κλειδί που ανοίγει την πόρτα της ψυχής μας, για να μπει σ’ αυτήν ο Θεός, λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Αυτή είναι η θεοποιός προσευχή κατά τους Πατέρες.

Η προσευχή έχει την δύναμη να ανατρέψει πραγματικά όλα τα δεδομένα του κόσμου και την πορεία των γεγονότων. Η προσευχή ενισχύει την πίστη μας στον Θεό και ζωογονεί την πνευματική μας ζωή, διοχετεύοντας στη ψυχή μας την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Με θεολογική εμβρίθεια αναφέρει ο Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα στο Άγιον Όρος: «Όταν ο άνθρωπος λέει την ευχή Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με, παράγει ενέργεια. Παράγει Χάρη Αγίου Πνεύματος και την θέτει σε δράση… Διατάσει (τρόπον τινά) αυτή την «φωτιά» της θείας Χάριτος, να ενεργήσει απανταχού της γής. Και ενεργεί η θεία Χάρη, διότι, το όνομα του Ιησού Χριστού έχει αυθυπάρχουσα Ενέργεια και Χάρη. Όση Δύναμη και Χάρη έχει η Θεότητά Του. Ο Αληθινός Θεός».

Άρα, μία τέτοια καρδιακή προσευχή, διασκορπίζει την θεία Χάρη ως άλλη «πυρηνική βόμβα» θα λέγαμε και πλημμυρίζει ευλογία όλο το σύμπαν. Έτσι, το Άγιο Πνεύμα μεσιτεύει στον Θεό για τον πόνο μας, με «στεναγμούς αλαλήτους» (Ρωμ. 8, 26), που δεν εκφράζονται με λέξεις.

Επικαλούμενοι το άγιο όνομα του Χριστού, με την ησυχαστική προσευχή, παραμένουμε στην παρουσία του Θεού με το νού στην καρδιά μας. Το Θείο όνομα του Χριστού προσκομίζει στον άνθρωπο την θεία Χάρη Του, διότι είναι ενωμένο (οντολογικά) με το Πρόσωπό Του και εισάγει τον άνθρωπο στην παρουσία Του.

Η παρουσία του Χριστού, που είναι καθαρτική, καθαρίζει τον άνθρωπο από τις αμαρτίες του και τον ανακαινίζει πνευματικά, καθώς επίσης, επιφέρει τον φωτισμό της καρδιάς. Επομένως, το κυριότερο μέλημα της ζωής μας και η αδήριτη πραγματικότητα της «εσωτερικής θρησκευτικότητας», είναι (ή θα πρέπει) η εκζήτηση πρώτα της βασιλείας του Θεού και όλα θα προστεθούν τα υπόλοιπα που έχουμε ανάγκη (Ματθ. 6, 33). Τότε με την Χάρη του Θεού τα προβλήματά μας θα λυθούν και θα βγούμε απ’ όλα τα αδιέξοδα που μας βασανίζουν και μας αγχώνουν.

«Η προσευχή πάντα στηρίζει», τονίζει ο άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης. Μη χάνουμε την ζωντανή και πνευματική επικοινωνία με τον Χριστό, διαμέσου της προσευχής. Το θέμα είναι πως θα σχετισθούμε καλύτερα με τον Θεό μέσω της προσευχής, αλλά και με τους συνανθρώπους μας. Άλλωστε, ο άνθρωπος ως υπαρξιακή σχέση, δεν είναι αυτο-αναφορικός, αλλά έχει αναφορά τον Θεό μέσω της προσευχής.

Είναι η σχέση που έχει ο άνθρωπος με τον Θεό μέσω της πίστης (εσωτερική δύναμη), που ελπίζει στον Θεό και όχι στον εαυτό του. Αυτό έγκειται στην ελεύθερη πίστη μας, ώστε να ενεργήσει στη ζωή μας ο Χριστός, διαβεβαιώνοντας: «εί δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τω πιστεύοντι» (Μαρκ. 9, 23). Πρέπει, θα λέγαμε, όμως να υπάρξει η κατάλληλη προετοιμασία και η πνευματική διάθεση (δεκτικότητα) της ψυχής μέσω της άσκησης, ώστε να ενεργήσει το Άγιο Πνεύμα το θαύμα και να το δεχθεί ο άνθρωπος.

Ο Θεός μπορεί, αν ο άνθρωπος θέλει (βλ. αυτεξούσιο). Η πίστη όμως προϋποθέτει την επίσκεψη της θείας Χάριτος (θεία συνέργια). Να μην ολιγοπιστούμε και να μην φοβόμαστε όταν έχουμε βοηθό και προστάτη τον Κύριο Ιησού στην «τρικυμισμένη» πορεία της ζωής μας (πρβλ. Ματθ. 14, 25-33). Διότι Αυτός μας λέει έχετε θάρρος και πιστεύετε, «εγώ είμαι η ζωή και η ανάσταση» (Ιωάν. 11, 25).

Επομένως, να δούμε με «πνευματικό μάτι» αυτή την κρίση, ως μία πνευματική ευκαιρία καρδιακής προσευχής και ειλικρινούς μετάνοιας. Να αξιοποιήσουμε πνευματικά αυτή την δυσκολία και δοκιμασία, και η δοκιμασία αυτή όταν αξιοποιηθεί πνευματικά, γίνεται ευλογία και μετατρέπεται σε πηγή πνευματικών Χαρίτων από τον Θεό.

Χωρίς καμία απελπισία και πεσσιμισμό, αλλά με θάρρος, έχοντας πάντα σταθερή και ακλόνητη την ελπίδα μας στον Χριστό, διότι, κι αν «έν τω κόσμω θλίψιν έχομεν, αλλά θαρρούμεν ο Χριστός νενίκηκε τον κόσμον» (πρβλ. Ιωάν. 16, 33).

Άρα, τι να φοβηθούμε; Κι αν αρρωστήσουμε ακόμη, όλη η ζωή μας είναι δική Του, αφού τα πάντα ανήκουν στον Θεό, και τα παρόντα και τα μέλλοντα. Επομένως, «εί το όνομα Κυρίου ευλογημένον, από του νυν και έως του αιώνος» (Ιώβ. 1, 21). Η πίστη άλλωστε είναι πάντοτε πηγή χαράς.

Ωστόσο, φοβόμαστε για τον κορωνοϊό και την εξάπλωση της επιδημίας, και δικαίως, αφού είμαστε αδύναμοι άνθρωποι, αλλά για τον πνευματικό θάνατο που οδηγούμαστε λόγω της σκληροκαρδίας και αμετανοησίας μας, δεν γίνεται λόγος! Ενώ μεν για τον κορωνοϊό υπάρχει ελπίδας σωτηρίας μέσω του εμβολίου, ωστόσο, για τον «ιό» της σκληροκαρδίας μας, η ελπίδα μας είναι μόνο το «εμβόλιο» της Χάριτος του Θεού.

Περιμέναμε άραγε τον κορωνοϊό να μας πεί ότι μία μέρα θα πεθάνουμε; Πορευόμαστε όμως προς το Πάσχα, προς την Ανάσταση, να μην μας κυριεύει ο φόβος λοιπόν, γιατί η Ανάσταση του Χριστού πάτησε τον θάνατο, κάθε είδους θάνατο, κατήργησε και τον βιολογικό (φυσικό) και τον πνευματικό θάνατο ακόμη.

Δεν υπάρχει θάνατος, υπάρχει μόνο αιώνια ζωή. Συνεπώς, θα πορευτούμε με αυτή την πίστη μας, επικαλούμενοι προσευχητικά την αγάπη του Χριστού, ξέροντας ότι η ζωή μας είναι ένα πέρασμα (πάσχα στα εβραϊκά), από τα μάταια στην αιώνια βασιλεία του Θεού. Η αγάπη του Θεού, η οποία νικά τον φόβο και δίνει στον άνθρωπο την ζωντανή αίσθηση της παρουσίας Του (πρβλ. Α’ Ιωάν. 4, 18).

Χωρίς να μας κυριεύει ο φόβος και ο πανικός, αλλά να έχουμε την αναφαίρετη χαρά της Αναστάσεως. Άλλωστε, όπως ψάλλουμε στο Μ. Απόδειπνο, «άλλον γαρ εκτός σου βοηθόν, εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε των Δυνάμεων ελέησον ημάς» (Ψαλμός Μ. Αποδείπνου).

Θα υποστούμε όμως την ακούσια έλλειψη της θείας Λατρείας, αφού δεν κάναμε εκούσια μετάνοια. Γι’ αυτό τονίζουν οι άγιοι Πατέρες, για να ταπεινωθούμε επιτρέπει ο Θεός ακούσιες θλίψεις, επειδή δεν ταπεινωνόμαστε εκουσίως, ώστε να μας ελκύσει με την Χάρη του και να ωφεληθούμε πνευματικά. Ταπείνωση είναι η επίγνωση (αυτογνωσία) της προσωπικής μας πραγματικότητας, η αυτοσυνειδησία μας ότι είμαστε αμαρτωλοί ως άνθρωποι, το «ειδεχθές προσωπείον» μέσα μας (πρβλ. άσωτο υιό), κατά τον Γρηγόριο Παλαμά.

Έτσι, λοιπόν, «η ταπεινοφροσύνη είναι μεγάλο φάρμακο σωτηρίας», τονίζει ο Μέγας Αθανάσιος (περί Παρθενίας, 5, PG 28, 257), και γίνεται «φάρμακο κατά των πειρασμών», λέει και ο ιερός Χρυσόστομος (PG 55, 353). Ενδεχομένως ν’ ακούγεται ο λόγος του ποιητή επίκαιρος, αν παραλληλίσουμε την νοσταλγία που βιώνουμε εκτός της Εκκλησίας, που ίσως δεν ζήσαμε πραγματικά, γι’ αυτό νοσταλγούμε την απώλεια της. «Ω απέραντη νοσταλγία για κάτι που ποτέ δεν ζήσαμε, κι όμως αυτό υπήρξε όλη η ζωή μας…» (Τάσος Λειβαδίτης).

Διαμέσου αυτού του υπέροχου ποιήματος, κάνουμε τον κατάλληλο συνειρμό για την εκκλησιαστική μας ζωή, την οποία θεωρήσαμε ως αυτονόητη, όπου βιώνεται και συγχρόνως δεν χορταίνεται, αλλά νοσταλγείται. Διότι, ζώσα Ζωή δεν είναι μόνο ότι κινείται κι αναπνέει έξω μας, αλλά πολύ περισσότερο εκείνο που στέκει και σιωπά μέσα μας.

Η ζωντανή παρουσία του Θεού. «Ζεί Κύριος ο Θεός», έλεγε με απλότητα και κατάνυξη ο άγιος Ιάκωβος ο Τσαλίκης! Δεν είναι μόνο οι στιγμές που ζούμε, αλλά και οι αναμνήσεις που αναμασιούνται στο νού. Είναι η νοσταλγία για όσα θέλαμε και δεν μπορέσαμε, η λήθη για όσα μπορέσαμε και δεν θέλαμε! (βλ. Δ. Χατζημαγιόγλου). Συνεπώς, υπήρξαν πνευματικές επιπτώσεις. Πόσο άγιος και θεραπευτικός είναι αυτός ο πόνος! Θα εορτάσουμε φέτος μία αληθινή Σαρακοστή, Σαρακοστή πόνου και μετάνοιας με συντριβή καρδίας.

Προς στιγμή σκοτεινιάζει ο Ήλιος (ο Χριστός), όπως την ημέρα του φρικτού Πάθους Του, για να ανατείλει μετά η ένδοξη και λαμπρή Ανάστασή Του, μέσα στο πέλαγος της πνευματικής Χαράς. Η θεία χαρά που νιώθει ο πνευματικός άνθρωπος, παρόλες τις δυσκολίες, δεν έχει καμία σχέση με την κοσμική χαρά, που επιζητούν ανεπιτυχώς πολλοί άνθρωποι στην «κοιλάδα του Κλαυθμώνος» (Ψαλμ. 83, 7) της εφήμερης ζωής.

Όλοι οι Άγιοι, αλλά ακόμη ο Χριστός και η Παναγία, πέρασαν απ’ αυτή την ζωή με πόνο (άγιος Παΐσιος Αγιορείτης). Και οι άγιοι ως άνθρωποι που ήταν πονούσαν, αλλά μετέτρεπαν τον πόνο τους σε θερμή προσευχή, προκειμένου να λάβουν δύναμη εξ’ ύψους. Όταν, λοιπόν, ελπίζουμε και εμπιστευόμαστε την ζωή μας στα χέρια του Θεού, θα μας λυτρώσει από τις θλίψεις που μας ταλαιπωρούν, γιατί Αυτός είναι η καταφυγή και η προστασία μας, καθότι είναι μεγάλη η αγαθότητα Του και η αγάπη Του μέσω της παρουσίας Του (βλ. Ψαλμ. 30).

Καθώς, επίσης, όπως διατείνεται ο Μ. Βασίλειος, «όποιος δεν ζητεί από τον Θεό γήινα και πρόσκαιρα πράγματα, αλλά μεγάλα και ουράνια, αυτός ο άνθρωπος, ακόμη κι αν σιωπά με την γλώσσα και το στόμα του, αλλ’ όμως φωνάζει πολύ με το νού και την καρδία (ψυχή) του, η κραυγή του φθάνει στα αυτιά του Θεού· γι’ αυτό και εισακούεται η προσευχή του από τον Θεό και λυτρώνεται από κάθε θλίψη» (Ευθυμίου Ζυγαδηνού, Ερμηνεία στους Ψαλμούς, τόμ. Α’, Κων/πολη 1821, σελ. 274).

Ήρθε η ώρα επιτέλους να εκτιμήσουμε αυτά που θεωρούσαμε ως αυτονόητα ή δεδομένα, όπως την πίστη μας, την Θεία Λειτουργία, την υγεία μας και την ζωή μας ολόκληρη, η οποία αποτελεί θείο δώρο και που, δυστυχώς, αρκετές φορές η καθημερινή πραγματικότητα πικρά μάς διαψεύδει. Να εκτιμήσουμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα γι’ αυτό που είναι.

Είναι η κατάλληλη ώρα του πνευματικού απολογισμού, ειδικά αυτή την ευλογημένη περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής. Να επανεκτιμήσουμε την καθημερινότητα, που την θεωρούσαμε ως δεδομένη και βαρετή, γιατί τελικά τίποτα ανθρώπινο δεν είναι δεδομένο. Κάθε δοκιμασία μας βάζει ή μας «υποχρεώνει», σε μία διαδικασία αναστοχασμού. Να φιλοσοφήσουμε την ζωή. Φέτος θα σηκώσουμε πραγματικά τον σταυρό μας, όχι θεωρητικά, αλλά στον προσωπικό μας Γολγοθά, μέσω αυτής της γενικευμένης δοκιμασίας, ώστε με ασφάλεια να οδηγηθούμε και στην ανάσταση. Άλλωστε, ανασταίνεται ο Χριστός, δεν γίνεται να μην γίνουμε καλά.

Πιστεύω ακράδαντα, πως ο Θεός θα μετατρέψει σε καλό (ευλογία) όλο αυτό τον πειρασμό, αλλάζοντας τον άνθρωπο με την Χάρη Του προς το αγαθότερο, δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Διότι, κάποιοι άγιοι άνθρωποι (Άγιον Όρος κ.α.) προσεύχονται γονατιστοί αυτή την στιγμή για την σωτηρία μας. Αρκεί κι εμείς να είμαστε δεκτικοί της Θείας Χάρης με μετάνοια.

Θεωρώ, πως μέσα από αυτή την σκληρή και πικρή δοκιμασία, θα αναγεννηθούμε πνευματικά όπως ο Φοίνικας (μυθικό πουλί), που αναγεννάται μέσα από τις στάχτες του (πρβλ. Ιώβ. 29, 18)! Δεν θα μας εγκαταλείψει ο Θεός. Γι’ αυτό να εκλάβουμε ως πιστοί άνθρωποι αυτό τον οδυνηρό περιορισμό, ως μία πνευματική ευκαιρία διόρθωσης του «παλαιού εαυτού» (αμαρτωλού) μας, για τις πολλές και ανεπαίσθητες αμαρτίες μας.

Ο Θεός όμως δεν θέλει ποτέ τον θάνατο του αμαρτωλού, αλλά την σωτηρία του (βλ. Ιωάν. 3, 16. Λουκ. 9, 56). Ας μετανοήσουμε «εκ ψυχής», όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στους κατοίκους της Λήμνου, που μαστίζονταν από λοιμό. Ακούγεται τώρα στο νού μας ως κάλεσμα μετανοίας, όσο ποτέ άλλοτε ο κατανυκτικός ύμνος του Μ. Κανόνα.

Μπαίνει στο στόμα του πιστού σαν φωνή, σαν αφυπνιστικός σεισμός, στην κοιμωμένη και ραθυμούσα ψυχή του: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα τι καθεύδεις, το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι· ανάνηψον ούν, ίνα φείσηταί σου Χριστός ο Θεός, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών» (Ανδρέου Κρητός).

Να ξυπνήσει η ψυχή μας από τον ύπνο της ραθυμίας (ψυχική αναισθησία) γιατί το τέλος είναι κοντά, ώστε να την ελεήσει ο Χριστός, που γεμίζει τα πάντα με την πανταχού παρουσία Του. Συνεπώς, το «κλειδί» της σωτηρίας είναι η μετάνοια.

Κατ’ οικονομίαν εκκλησιαστικώς και αγάπη προς τον συνάνθρωπο αντιμετωπίζεται η νόσος με τις Εκκλησίες κλειστές για την διασφάλιση του αγαθού της δημόσιας υγείας, και ίσως να σκεφτούμε πως αφανώς βάλλεται η Εκκλησία, όπως άλλωστε σε όλη την ιστορική πορεία της. Παραδόξως όμως, «η Εκκλησία μπορεί να κλυδωνίζεται, αλλά δεν καταποντίζεται» (Ι. Χρυσόστομος, Προς Ευτρόπιο, 1, PG 52, 398).

Εξάλλου αυτή είναι η δόξα της Εκκλησίας, το σταυρικό ήθος της Εκκλησίας. Παρόλη, λοιπόν, αυτή την διαφορετική και δυσμενή πραγματικότητα που βιώνουμε, έχω την πεποίθηση πως οι Εκκλησίες θα γεμίσουν ασφυκτικά από τον πιστό λαό μετά την κρίση, ένας «πνευματικός σεισμός», με δάκρυα στα μάτια, ευχαριστώντας τον Θεό για τις άπειρες ευεργεσίες Του.

Είτε ενδεχομένως λόγω του συνδρόμου στέρησης, αφού αισθητά λείπει καιρό από την θεία Λατρεία, είτε από την βαθιά υπαρξιακή του ανάγκη να προσευχηθεί στον Θεό και να τον λατρέψει μέσα στον Ναό Του, ώστε να πάρει θεία δύναμη και παρηγοριά. Διότι «κάθε αποχωρισμός είναι ένας μικρός θάνατος» (G. Eliot).

Εξάλλου, η στέρηση δημιουργεί μεγαλύτερο πόθο για την Εκκλησία και την φυσική/αληθινή συμμετοχή στα ιερά Μυστήρια. Μακάρι να είχαμε πάντοτε τον πόθο του εκκλησιασμού και την αυτοσυνειδησία της μετάληψης της θείας Κοινωνίας. Επομένως με ευσεβή ζήλο να ποθήσουμε την Εκκλησία. Διότι, χωρίς την Θεία Λειτουργία δεν έχει νόημα η ζωή.

Η Θεία Λειτουργία εμποδίζει το κακό να αυξηθεί. Ωστόσο, δεν έχει τόση πολύ σημασία η συχνότητα της Θείας Κοινωνίας, ειδικά σε περιόδους κρίσης, όσο ο τρόπος προσέλευσης στο Μυστήριο, δηλαδή με καθαρή καρδιά και πνεύμα συντετριμμένο και τεταπεινωμένο (Ψαλμ. 50, 19), όπου ο αγαθός Θεός ποτέ δεν εξουδενώνει μία ταπεινωμένη καρδιά. Είναι η υψοποιός ταπείνωση (πρβλ. Λουκ. 18, 14), καθώς «στην ταπείνωση υπάρχει κάτι τόσο ωραίο σαν εκείνη την ώρα να διαβαίνει ο Θεός» (Τάσος Λειβαδίτης), θεολογεί πολύ όμορφα ο ποιητής.

Επιπροσθέτως, ποτέ δεν έλειψε από την γή η Εκκλησία της σιγής, δηλαδή των κατακομβών. Αλλά για να συμπροσευχηθούμε μαζί με την Εκκλησία της σιωπής, πρέπει να εισέλθουμε στην παρουσία της σιγής για να την συναντήσουμε και να την αναγνωρίσουμε. Αυτές τις δύσκολες και κρίσιμες στιγμές της παγκόσμιας συμφοράς από την λοιμώδη νόσο, η σιωπηλή Παναγία αφουγκράζεται την σιγή των δεομένων ανθρώπων – «Χαίρε σιγής δεομένων πίστις. Χαίρε νύμφη ανύμφευτε» (βλ. Μελίτωνος, Μητρ. Χαλκηδόνος).

Στην Εκκλησία, λοιπόν, όλα τα θέματα της ζωής μας, τα κάνουμε θέμα προσευχής και γευόμαστε τον προσωπικό μας σταυρό, αλλά και την ανάσταση ακόμη.

Ο πνευματικός άνθρωπος βλέπει τα ανθρώπινα γεγονότα και φαινόμενα της εποχής, υπό το πρίσμα της πνευματικής ζωής και της Ορθόδοξης πίστης. Έτσι, κινείται πάντοτε μέσα στο πνευματικό πλαίσιο της Εκκλησίας, το οποίο είναι σταυρο-αναστάσιμο, αφού γνωρίζει εμπειρικά αυτή την ανοδική πρόοδο. Στην Εκκλησία και, ειδικά, στην Θεία Ευχαριστία, που ενώνεται ο ουρανός με την γή, καθώς ο Υιός του Θεού συναναστρέφεται με τους ανθρώπους, είναι πολύ έντονη η Θεία Παρουσία.

Η ζωντανή παρουσία του Θεού, δηλαδή η αγιότητα που μεταγγίζεται από την Θεία Λειτουργία, αλλά και από τους αγιασμένους ανθρώπους. Η συμμετοχή στην Θεία Λειτουργία είναι απόρροια της καρδιακής σχέσης με τον Χριστό, ο οποίος είναι η πηγή της όντως Ζωής. Επομένως, η στέρηση της Θείας Λειτουργίας αποτελεί για τους πιστούς στέρηση Ζωής. Με αποτέλεσμα, χωρίς την Θεία Λειτουργία η ζωή μας είναι πνευματικά νεκρή και χωρίς νόημα ύπαρξης.

Επίσης, μέσα σ’ ένα συγκινησιακό κλίμα, τελέστηκε για πρώτη φορά ίσως στη Χώρα μας, η διπλή εορτή της 25ης Μαρτίου, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και η μνήμη της εθνικής παλιγγενεσίας του 1821. Και οι δύο εορτές μας διδάσκουν την ανδρεία και εμψυχώνουν το ηθικό μας φρόνημα με βάση την αρετή της ελπίδας, εκεί που φαίνεται ότι όλα έχουν χαθεί.

Από την μία μεριά η χαρμόσυνη αγγελία του Αρχάγγελου Γαβριήλ προς την Θεοτόκο, πως θα γεννήσει τον Σωτήρα του κόσμου, ο Οποίος θα αναγεννήσει πνευματικά στο θεανδρικό του Πρόσωπο όλο το ανθρώπινο γένος (τον πεπτωκότα Αδάμ), κι από την άλλη μεριά πάλι, η ελευθερία της Πατρίδας μας από τον δυσβάστακτο τουρκικό ζυγό, που φαινόταν ένα κατόρθωμα μη επιτεύξιμο.

Κι όμως, η ελπίδα γεννιέται μέσα από την πλήρη απελπισία, αποδεικνύοντας πως οι άνθρωποι κάθε εποχής, είναι πάντα εφευρετικοί και δεν παραδίδουν ποτέ τα «όπλα» τους απέναντι σε κάθε δοκιμασία που τους επιβάλλεται. Σε όλη την ιστορία της Ορθόδοξης παράδοσης και ζωής, καταφεύγαμε στην Κεχαριτωμένη Θεοτόκο, στην Υπέρμαχο Στρατηγό, στην Παναγία, η οποία είναι «η αιτία της των πάντων θεώσεως» (Ειρμός, Ωδή στ’, Ακάθιστος Ύμνος). Έτσι και σήμερα λοιπόν αποθέτουμε σε Αυτήν όλες τις ελπίδες μας, ώστε με την Χάρη της να «ευφράνει τις ψυχές μας» (Τροπάριο, Ωδή ζ’, Ακάθιστος Ύμνος).

Η σκέπη της Παναγίας είναι πνευματικό ιατρείο. Γι’ αυτό σ’ αυτήν καταφεύγουμε για να μας λυτρώσει από τα ψυχικά και σωματικά μας νοσήματα (πρβλ. Θεοτοκίον, Τριώδιον). Γιατί η Παναγία είναι η μόνη που φέρνει τον Ήλιο της δικαιοσύνης, τον Χριστό και κατέστη κατοικητήριο του (νοητού) Φωτός (βλ. Ωδή γ’, Ακάθ. Ύμνος).

Δοκιμάζεται ο άνθρωπος σήμερα, καθώς η κατάσταση καθίσταται πολύ εύθραυστη στην παγκόσμια κοινότητα, όχι μόνο στην χώρα μας, υπό την κυριαρχία μιας αόρατης απειλής και ενός ασύμμετρου εχθρού. Ωστόσο, αντί να μοιρολογούμε επειδή δεν βγαίνουμε από το σπίτι, το θεάρεστο έργο θα ήταν να προσευχηθούμε να εξέλθει από το Νοσοκομείο κάποιος ασθενής.

Ας καταφύγουμε στην ευλογημένη προσευχή για τους ασθενείς αδελφούς μας, τους ανθρώπους του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, αλλά και των πνευματικών πατέρων μας, ώστε να ενισχυθούν πνευματικά και να τους φωτίσει ο Θεός να ανταπεξέλθουν στις δύσκολες συνθήκες, παίρνοντας δύναμη εξ’ ύψους για το ευθυνοφόρο έργο που έχουν να επιτελέσουν, σ’ ένα ιδιόμορφο για την εποχή μας, λόγω της επιδημίας, εκκλησιαστικό και κοινωνικό περιβάλλον.

Η μάχη θα κερδηθεί κατά του «αόρατου εχθρού» με την συμβολή των επιστημόνων, αλλά και με τις δικές μας προσευχές. Θα περάσει η φοβερή δοκιμασία με την Χάρη του Θεού, αρκεί να επιδείξουμε σύνεση και διάκριση, λίγη υπομονή και πολύ προσευχή με ταπείνωση στο θέλημα του Θεού. Διότι, η ταπείνωση συγκινεί τον Θεό και έρχεται το Άγιο Πνεύμα και η θεία Χάρις.

Με πόνο ψυχής, αλλά ταυτόχρονα και με πνευματική αγαλλίαση, θα εορτάσουμε φέτος πιο πνευματικό Πάσχα. Διότι, ως Χριστιανοί γνωρίζουμε ότι τα κίνητρα των γεγονότων είναι πρωτίστως πνευματικά. Να διέλθουμε από την δοκιμασία με την Χάρη της Παναγίας, προκειμένου να εξέλθουμε «είς αναψυχήν» και να ευφρανθούμε ψυχικά. Να εκφράζουμε την πνευματική αντιμετώπιση των δυσκολιών σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας.

Με άλλα λόγια, να αξιοποιούμε πνευματικά τις δυσκολίες, γιατί αυτό που μας φαίνεται καταστροφικό, μπορεί να έχει μεγάλη πνευματική ωφέλεια. Αναθεωρήσαμε, λόγου χάρη, το καθημερινό μας πρόγραμμα, ξεφεύγοντας λίγο από την συχνή χρήση των ηλεκτρονικών συσκευών(;), παρακινούμενοι σε περισυλλογή και προσευχή.

Η έκβαση θα είναι θετική και λυσιτελής, με ταπείνωση, θερμή προσευχή και πνευματική ανάταση του ανθρώπου. Ο σκοπός είναι να γίνει ο κόσμος πιο φιλάνθρωπος μέσα απ’ αυτή την δοκιμασία, αλλά προϋποτίθεται να γίνει πρώτα πιο φιλόθεος. Διότι, όταν ο άνθρωπος είναι παιδί του Θεού έχει πληρότητα Χάριτος (πρβλ. Α’ Ιωάν. 3, 1).

Εξάλλου, δική μας «δουλειά» είναι να προσευχόμαστε και να σκεφτόμαστε τον Θεό (μνήμη Θεού), και «δουλειά» του Θεού είναι να μας σκέφτεται (Θ. Πρόνοια) και να μας βγάζει από τα αδιέξοδα μας. Να έχουμε λοιπόν απόλυτη εμπιστοσύνη στον Θεό, διότι ό,τι επιτρέπει είναι προς τον συμφέρον μας και να το δεχόμαστε χωρίς γογγυσμό (βλασφημία), αλλά με ευγνωμοσύνη και δοξολογία. Με ακράδαντη πίστη και ακλόνητη ελπίδα στον Πανοικτίρμονα Θεό. Άλλωστε «δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος» (Μ. Βασιλείου, Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες, PG 31, 517), διαλαλούν ανά τους αιώνες οι άγιοι πάντες.

Παρεμπιπτόντως, ο «χειμώνας» παρομοιάζεται με την αμαρτία, κατά τους Πατέρες (βλ. Ερμά, κεφ. 53, 2. Γρ. Νύσσης, είς το Πάσχα, PG 9, 264. Μ. Βασιλείου, Επιστολή 70, 1). Άρα, μπορεί να είναι βαριά και οδυνηρή η δοκιμασία (χειμών), αλλά είναι γλυκιά η αγάπη του Θεού, η προοπτική της αιωνιότητας, η ψυχοπνευματική ανάπαυση κοντά στον Θεό, η Ανάσταση του Χριστού.

Καθώς, όπως τονίζουν οι άγιοι Πατέρες, ο άνθρωπος από την φύση του είναι θεούμενη ύπαρξη (Γρ. Θεολόγου, Λόγος στα Θεοφάνεια, PG 36, 324), που σημαίνει ότι έχει εσωτερική (υπαρξιακή) ανάγκη για εσωτερική ανάπαυση, δηλαδή πνευματικά να ειρηνεύσει και να γαληνεύσει εν Θεώ και να κοινωνήσει με τον Θεό.

Επομένως, εν κατακλείδι, να κυριαρχήσει στις καρδιές μας το χαρμόσυνο βίωμα της Αναστάσεως, που θα εορτάσουμε σε λίγο, που βιώνεται πραγματικά ως θεϊκό μήνυμα αιωνίου ζωής αθανάτου.

Για να εορτάσουμε (έστω και στην κατ’ οίκον εκκλησία) θεοπρεπώς τα φρικτά Πάθη του Κυρίου και την ένδοξη Ανάσταση Του.


Άγιος Εφραίμ ο Σύρος: Φόβος Θεού ένας άγιος φόβος

 

Δίχως φόβο Θεού, εύκολα ο άνθρωπος πέφτει στις πλεκτάνες του

Φόβος Θεού ένας άγιος φόβος. Αλλά «μνήμη Θεού» δεν μπορεί να υπάρξει δίχως αδιάλειπτη προσευχή. Αυτή μονάχα είναι «όπλον κατά του διαβόλου». «Ὁ ἔχων φόβον Θεοῦ οὐκ ἀμεριμνᾷ· νήφει γάρ πάντοτε»…

Φόβος Θεού ένας άγιος φόβος

Δίχως φόβο Θεού, εύκολα ο άνθρωπος πέφτει στις πλεκτάνες του διαβόλου

Ο φόβος του Θεού, κατά τον όσιο Εφραίμ, είναι «φυλακτήριον ψυχής», είναι «κυβερνήτης ψυχής», είναι «παιδευτήριον ψυχής». «Ὁ ἔχων φόβον Θεοῦ οὐκ ἀμεριμνᾷ· νήφει γάρ πάντοτε». Δηλαδή όποιος ολόθερμα ευλαβείται και αγαπά το Θεό, δεν μπορεί να παραμένει αδιάφορος στο μέγα θέμα της σωτηρίας. Βρίσκεται πάντοτε σε κατάσταση εγρήγορσης.

Αντίθετα, «ὁ μή ἔχων τόν φόβον τοῦ Θεοῦ ἐν ἑαυτὦ, ὁ τοιοῦτος εὐάλωτος ἐστι τοῖς τοῦ διαβόλου επιχειρήμασιν… Μετεωρίζεται· ἀδιαφορεῖ· καθεύδει ἀμερίμνως». Δίχως φόβο Θεού, εύκολα ο άνθρωπος πέφτει στις πλεκτάνες του διαβόλου… «Κτῆσαι φόβον Θεοῦ, ὅπως καί οἱ δαίμονες φοβηθήσονταί σε».

Άγιος τούτος ο φόβος. Είναι φόβος θείος και ιερός. Είναι υπερφυσικό δώρο της θείας Χάριτος. Είναι ενδεικτικό παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Είναι φόβος άφοβος, γιατί δε φοβάται τον εχθρό. Όπου «φόβος Θεού», εκεί και η παρουσία του Θεού· και όπου η παρουσία του Θεού, εκεί και η απουσία του διαβόλου και κάθε κακού.

«Μακάριος ὁ ἀεί ἔχων ἐν ἑαυτῷ μνήμην Θεοῦ». Όσο ψυχοζημιογόνος είναι η «λήθη», τόσο ωφέλιμη και προστατευτική είναι η «μνήμη Θεού». Αλλά «μνήμη Θεού» δεν μπορεί να υπάρξει δίχως αδιάλειπτη προσευχή. Αυτή μονάχα είναι «όπλον κατά του διαβόλου».

Μ’ εγκατέλειψε ο Θεός και δεν μ’ επισκέφθηκε! Ιερομόναχος Γρηγόριος, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Άγ. Ιωάννης ο Θεολόγος, Καρυές Άγιον Όρος

 


Η προϋπόθεση για να ωφεληθεί ο άνθρωπος από την δοκιμασία της αρρώστιας του είναι να την αντιμετωπίσει πνευματικά.

Η προϋπόθεση για να ωφεληθεί ο άνθρωπος από την δοκιμασία της αρρώστιας του είναι να την αντιμετωπίσει πνευματικά. Τότε ευχαριστεί τον Θεό, ο οποίος σαν καλός πατέρας τον αξίωσε της παιδείας Του, ενθυμούμενος τον προφητικό λόγο: Ον αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται. Ενθυμείται ακόμη τον λόγο του Αποστόλου «Τις εστιν υιός ον ου παιδεύει πατήρ», και αφήνεται στην πρόνοια του Θεού, του μοναδικού Ιατρού της ψυχής και του σώματος. Ας δούμε αναλυτικότερα ποια είναι η πνευματική αντιμετώπιση της ασθενείας.

α. Με προσευχή

Ο πιστός χριστιανός ασκεί σε όλη του την ζωή το έργο της προσευχής. Πολύ περισσότερο όμως αισθάνεται την ανάγκη να καταφύγει με την προσευχή στον Θεό, κατά την περίοδο της ασθενείας του. Εν ημέρα θλίψεώς μου τον Θεόν εξεζήτησα, λέγει και ο προφήτης Δαυΐδ.

Αναφέρεται στο Γεροντικό για κάποιον άρρωστο μοναχό που ζήτησε την προσευχή του αγίου Βαρσανουφίου για να θεραπευθεί. Κι εκείνος του απάντησε: «Αδελφέ, γιατί φωνάζεις; Γιατί στέλνεις μακριά δεήσεις, ενώ έχεις πολύ κοντά σου τον Ιησού να στέκει και να ποθεί να Τον καλέσεις σε βοήθεια σου; Φώναξε Του: “Κύριε, Ιησού ελέησε με!”, και θα σου αποκριθεί. Άγγιξε την άκρη του ιματίου Του και θα σου θεραπεύσει, όχι μόνο την μία, την σωματική αρρώστια, άλλα όλες σου τις αρρώστιες… Μην θλίβεσαι, είναι κοντά το έλεος του Θεού».
Η προσευχή, έστω και αν δεν έχει σαν αποτέλεσμα την άμεση θεραπεία, πολύ ωφελεί τον άρρωστο. Τον ενισχύει πνευματικά και τον δυναμώνει στην πίστη. Τον ανανεώνει ολόκληρο και τον βοηθά να αντιμετωπίσει σωστά την αρρώστια του και να ωφελείται από αυτήν.

Είναι σημαντικό βέβαια να τονίσουμε ότι ο πιστός θα πρέπει από υγιής να ασκηθεί και να αγαπήσει την προσευχή. «Πριν αρρωστήσεις αναζήτησε τον θεραπευτή», μας προτρέπουν οι Άγιοι. Διότι όταν η αρρώστια συνοδεύεται από αβάσταχτο πόνο, είναι πολύ δύσκολο ο νους, και ειδικά ο αγύμναστος, να συγκεντρωθεί και να υψωθεί προς τον Θεό. Ο πόνος του σώματος αναγκάζει τον νου να προσηλωθεί στο σημείο του πόνου.

Ρώτησαν τον γέροντα Παΐσιο πώς αντιμετωπίζει κανείς έναν ανυπόφορο πόνο, κι εκείνος απάντησε: «Αν (ο άρρωστος) είναι κοσμικός, με το τραγούδι, αν είναι πνευματικός άνθρωπος, με την ψαλμωδία». Και συνέχισε ό Γέροντας: «Μια μέρα κρύωσα και είχα έναν πονοκέφαλο, που πήγαινε να σπάσει το κεφάλι μου. Άρχισα λοιπόν μια πολύ ωραία ψαλμωδία, και μου έφυγε ο πονοκέφαλος. Πραγματικά η ψαλμωδία μαζί με την ευχή πολύ βοηθάει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, απαλαίνει την ψυχή, την γλυκαίνει».

β. Με υπομονή και ευχαριστία

Η προσευχή μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε σωστά την ασθένεια μας. Και η σωστή και πνευματική αντιμετώπιση της ασθενείας βρίσκεται στην υπομονή και την ευχαριστία. Οι άγιοι Πατέρες παρομοιάζουν την αρρώστια με φωτιά που δοκιμάζει το μέταλλο του αρρώστου, και γι’ αυτό καλούν τον πιστό να δείξει μεγαλοψυχία και να ευχαριστεί τον Θεό. Ώστε, «αν μεν είναι σίδηρος, δηλαδή αμαρτωλός, θα αποβάλει την σκουριά με την φωτιά της ασθενείας. Και αν είναι χρυσάφι, μένει καθαρός και λαμπρός δια της υπομονής, της ανδρείας, της ταπεινώσεως και ελπίδος» που δείχνει. «Αν υπομένεις την ασθένεια με ευχαριστία, εκείνη γίνεται για σένα αφορμή στεφάνων», μας λένε οι Άγιοι.

Ο ιερός Χρυσόστομος μας βοηθά να τοποθετηθούμε σωστά απέναντι στην δοκιμασία της ασθενείας, στην ιατρική αυτή του Θεού: «Ας μην δυσανασχετούμε, ούτε να δειλιάζουμε όταν μας συμβεί κάτι απροσδόκητο, αλλά ας αφήνουμε Αυτόν που τα γνωρίζει καλά αυτά, να δοκιμάζει στην φωτιά την ψυχή μας, όσο καιρό θέλει. Διότι αυτό το κάμνει για το συμφέρον και την ωφέλεια των δοκιμαζόμενων… Ένας γιατρός είναι γιατρός όχι μόνον όταν λούζει και τρέφει τον άρρωστο… αλλά και όταν καυτηριάζει και κόβει… Γνωρίζοντας λοιπόν ότι ο Θεός είναι περισσότερο φιλόστοργος από όλους τους γιατρούς, μην εξετάζεις με περιέργεια, ούτε να ζητάς από Αυτόν λόγο για την θεραπεία».

Γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σε άρρωστο φίλο του: «Να φιλοσοφείς την αρρώστια… και να την θεωρείς παιδαγωγία για το συμφέρον σου… Άφησε το σώμα να πάσχει τα δικά του, αφού οπωσδήποτε, ή τώρα ή αργότερα, θα διαλυθεί σύμφωνα με τον φυσικό νόμο. Την ψυχή όμως κράτα την ψηλά, και με τους λογισμούς να βρίσκεσαι μαζί με τον Θεό». Ο ίδιος Άγιος, αναφερόμενος στην δική του περίπτωση, γράφει: «Πονώ στην αρρώστια μου, αλλά χαίρομαι». Η χαρά αυτή είναι η χαρά του Χριστού που γεμίζει την ψυχή του δοκιμαζόμενου πιστού, γι’ αυτό είναι ανεξήγητη για τον άνθρωπο που δεν πιστεύει στον Χριστό.

Όταν ο πιστός βλέπει την ασθένεια του με καλό λογισμό, παίρνει πνευματική δύναμη. Βλέπει π.χ. σε πόσο χειρότερη θέση βρίσκονται άλλοι ασθενείς, και νοιώθει να αλαφρώνει το βάρος της δικής του ασθενείας. Βλέπει με πόση καρτερία αντιμετωπίζουν άλλοι την ασθένεια τους και παραδειγματίζεται. Φέρνει στον νου του τα πάθη του Χριστού και το μέγεθος της θείας αγάπης, και συντρίβεται.

Χαρακτηριστική είναι η ευχή του γέροντος Παϊσίου σε ασθενή: «Καλή υπομονή. Εύχομαι ο Χριστός να σου αυξάνει την αγάπη Του, για να ξεχνιέται ο πόνος σου». Για την αντιμετώπιση των ασθενειών έλεγε επιγραμματικά: «Ο πνευματικά υγιής γλεντά την αρρώστια του. Ο άρρωστος (πνευματικά), υποφέρει»!
Οι Άγιοι όχι μόνο χαίρονται στην αρρώστια τους, αλλά, επειδή γνωρίζουν την ωφέλεια που προξενείται από αυτήν, ανησυχούν όταν μένουν πολύ καιρό υγιείς!

Διαβάζουμε στο Γεροντικό:
Ήταν ένας Γέροντας που συνεχώς κακοπαθούσε και αρρώσταινε. Κάποτε λοιπόν πέρασε έναν ολόκληρο χρόνο χωρίς να πάθει κακό και γι’ αυτό στενοχωριόταν υπερβολικά και έκλαιγε, λέγοντας:
— Μ’ εγκατέλειψε ο Θεός και δεν μ’ επισκέφθηκε!

Ιερομόναχος Γρηγόριος, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Άγ. Ιωάννης ο Θεολόγος, Καρυές Άγιον Όρος

 «ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ Ο ΠΙΣΤΟΣ» ΚΕΦ. Α’, Εκδόσεις Δόμος 2005

Kατάθλιψη: Η Απουσία Του απο την ζωή μας.




Με την κατάθλιψη σπάει η υπαρξιακή πυξίδα του ανθρώπου νιώθει χαμένος , χωρίς προορισμό χωρίς ουσία και νόημα στην ζωή του.

Τα πάντα τοποθετούνται στο ΕΔΩ με το ΕΓΩ και χωρις ΘΕΟ οπότε το τέρας της κατάθλιψης θα γεννηθεί και θα τραφεί αναλόγως. Όποιος αδερφός νομίζει ότι νίκησε το τέρας που λέγεται κατάθλιψη χωρίς τον Χριστό να γνωρίζει ότι πλανάται. Το θηρίο κοιμάται και θα ξυπνήσει και πάλι με άσχημα αποτελέσματα.Με το να αλυσοδέσεις το θηρίο σε ένα κελί δεν σημαίνει ότι το κέρδισες. Το πρόβλημα υπάρχει απλά έχεις κερδίσει λίγο χρόνο.Το θηρίο βρυχάται και θα επανέλθει στην πρώτη στιγμή αδυναμίας. Η κατάθλιψη ειναι : Το κενό απο την απουσία Του, όπου η σιωπή ειναι κραυγή.

Η Ορθόδοξη θεραπευτική μέσα από την μετάνοια και την σχέση με τον Χριστό, θα εξημερώσει το θηρίο , θα το ελευθερώσει και πλέον στον χώρο αυτό μπορείς να φυτέψεις λουλούδια (αρετές).

Η κατάθλιψη είναι ένα πάθος από το οποίο η ψυχή πρέπει να απαλλαγεί. Αυτό το πάθος οι νηπτικοί πατέρες το ονόμαζαν «ακηδία». Κατά τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ.Ιερόθεο, «Ἡ ἀκηδία, πού εἶναι ἕνας μεγάλος δαίμων, παραλύει τόσο τό σῶμα ὅσο καί την πνευματική ζωή» (σ. 187).

Ας δούμε τι λέει ο Άγιος Πορφύριος : “Σήμερα συμβαίνει πολλές φορές ο άνθρωπος να αισθάνεται θλίψη, απελπισία, νωθρότητα, τεμπελιά, ακηδία κι όλα τα σατανικά. Να είναι θλιμμένος, να κλαίει, να μελαγχολεί, να μη δίνει σημασία στην οικογένεια του, να ξοδεύει ένα σωρό χρήματα στους ψυχαναλυτές για να πάρει φάρμακα. Αυτά οι άνθρωποι τα λένε «ανασφάλεια». Η θρησκεία μας πιστεύει ότι αυτά είναι πειρασμικά πράγματα.

Ο πόνος είναι μία ψυχική δύναμη που ο Θεός την έβαλε μέσα μας, με προορισμό να κάνει το καλό, την αγάπη, τη χαρά, την προσευχή. Αντ’ αυτού ο διάβολος καταφέρνει και παίρνει την ψυχική αυτή δύναμη από την μπαταρία της ψυχής μας και τη μεταχειρίζεται για κακό, την κάνει κατάθλιψη και φέρνει την ψυχή στην νωθρότητα και στην ακηδία. Βασανίζει τον άνθρωπο, τον κάνει αιχμάλωτο του, τον αρρωσταίνει ψυχικά.

Υπάρχει ένα μυστικό να μεταβάλετε τη σατανική ενέργεια σε καλή. Είναι δύσκολο και χρειάζεται και κάποια προετοιμασία.

Προετοιμασία είναι η ταπείνωση. Με την ταπείνωση αποσπάτε τη χάρη του Θεού. Δίνεστε στην αγάπη του Θεού, τη λατρεία Του, στην προσευχή. Αλλά και όλα αν τα κάνετε, τίποτε δεν έχετε καταφέρει, αν δεν έχετε αποκτήσει ταπείνωση. Όλα τα κακά αισθήματα, η ανασφάλεια, η απελπισία, η απογοήτευση, που πάνε να κυριεύσουν την ψυχή, φεύγουν με την ταπείνωση. Αυτός που δεν έχει ταπείνωση, ο εγωιστής, δεν θέλει να του κόψεις το θέλημα, να τον θίξεις, να του κάνεις υποδείξεις. Στενοχωριέται, νευριάζει, αντιδρά, τον κυριεύει η κατάθλιψη.

Η κατάστασις αυτή θεραπεύεται με την χάρι.

Πρέπει η ψυχή να στραφεί στην αγάπη του Θεού. Η θεραπεία θα γίνει με το ν’ αγαπήσει τον Θεό με λαχτάρα.

Πολλοί άγιοί μας μετέτρεψαν την κατάθλιψη σε χαρά με την αγάπη προς τον Χριστό…. Και όταν ενωθείς με τον Θεό και δοθείς σ’ Εκείνον, πάνε όλα τ’ άλλα. Τα ξεχνάς και σώζεσαι.

Η μεγάλη τέχνη, λοιπόν, το μεγάλο μυστικό, για ν’ απαλλαγείς απ’ την κατάθλιψη και όλα τ’ αρνητικά, είναι να δοθείς στην αγάπη του Θεού…. Μέσα στην Εκκλησία μας υπάρχει θεραπεία με την αγάπη προς τον Θεό και την προσευχή, αλλά που θα γίνεται με λαχτάρα και πόθο. Αυτό είναι το μυστικό της θεραπείας. Αυτά δέχεται η Εκκλησία μας.”

Δύο γέροντες της εποχής μας οι οποίοι πάντα συμφωνούσαν στα προβλήματα που μαστίζουν την εποχή μας. Και ο καθένας με τον δικό του τρόπο έδινε τις συμβουλές του…

Έλεγε ο Γέροντας Παϊσιος:

Ο εγωισμός οδηγεί στην λύπη· σ εκείνη την λύπη πού δεν είναι κατά Θεόν.

Η κατά Θεόν λύπη οδηγεί στη μετάνοια. Η μη κατά Θεόν λύπη οδηγεί στην απελπισία.

«Ο εγωισμός φέρνει πάντα λύπη και άγχος», Ο πονηρός «θέλει να μας βλέπει λυπημένους και να χαίρεται…το ταγκαλάκι δεν θέλει κανένας να χαίρεται»

.Ο εγωισμός ανοίγει την πόρτα στο ταγκαλάκι για να μας εππηρεάσει ρίχνοντάς μας στην Κατάθλιψη και τα διάφορα λεγόμενα «ψυχολογικά προβλήματα».

Έλεγε ακόμη Γέροντας Πορφύριος:

«Κύριον αίτιον εις την κατάθλιψη και σε όλα αυτά πού τα λένε πειρασμικά, σατανικά, όπως είναι η νωθρότης, η ακηδία, η τεμπελιά, πού μαζί μ’αυτά είναι τόσα άλλα ψυχολογικά, δηλαδή πειρασμικά πράγματα, είναι ότι έχεις μεγάλον εγωισμό μέσα σου».

Κάνει εντύπωση πού ο γέροντας όλα τα ανωτέρω «ψυχολογικά» τα αποκαλεί πειρασμικά, δηλ. δαιμονικά, δηλ. δαιμονικές ενέργειες, δαιμονικές επήρειες.

Ο εγωισμός-υπερηφάνεια πού είναι και η νόσος του διαβόλου είναι η βάση, η αιτία της εισβολής και της δράσης του πονηρού στον άνθρωπο.

Ο διάβολος μπαίνοντας στην ψυχή την γεμίζει με λύπη.

Έχουμε ζωντανό Θεό που μας αγαπά και μας περιμένει , έχουμε προοπρική κατα Χάριν Θεώσως, έχουμε λυτρωτικά Μυστήρια...Τι άλλο Θέλουμε έχουμε τα πάντα δεν υπάρχει λόγος και χρόνος για λύπη και στεναχώρια αλλά για μετάνοια και Θεία Μέθη με το Ιερό Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας.

Κάπου άκουσα και το μοιράζομαι μαζί σας: Η Κατάθλιψη είναι το παράπονο της ψυχή ότι της λείπει ο Χριστός.

Οι καθημερινοί κανόνες ενός Ορθοδόξου Από το βιβλίο: «ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ.

 


Χριστιανός Ορθόδοξος:

1. Να είσαι δίκαιος και αμερόληπτος σε όλους μέχρι και για μικροπράγματα.

2. Ποτέ για κανένα να μην ξεγελάς ούτε καν για αστείο.

3. Να είσαι ανιδιοτελής ακόμα και για μικροπράγματα.

4. Να ψάχνεις την ευκαιρία, όπου είναι δυνατό, για να είσαι σε κάποιον χρήσιμος.

5. Σε όλα τα δυσάρεστα, να κρίνεις αυστηρότερα απ’ όλους τον εαυτό σου και να είσαι συγκαταβατικός με τους άλλους.

6. Ποτέ και με κανέναν να μην αστειεύεσαι και να μην τον κοροϊδεύεις.

7. Ποτέ να μη λες τίποτε καλό για τον εαυτό σου και να λησμονείς τον εαυτό σου για τους άλλους.

8. Περισσότερο να σιωπάς, παρά να μιλάς, να ακούς του άλλους και όσο είναι δυνατόν να αποφεύγεις τις φιλονεικίες.

9. Πάντοτε να προσπαθείς να μην είσαι αργός.

10.Να μην οργίζεσαι και, αν αισθανθείς ότι ο θυμός τόσο πολύ σε κατέλαβε, ώστε με δυσκολία να κυριαρχείς πάνω στον εαυτό σου, τότε αμέσως σιώπησε και, αν είναι δυνατόν, φύγε.

Από το βιβλίο: «ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ.



Πώς θα πάρουμε «πληροφορία» εκ Θεού;


319

Πολλοί αναρωτιούνται εάν όσα τους συμβαίνουν είναι εκ Θεού ή από τον πειρασμό και αναζητούν τρόπους επιβεβαίωσης αλλά και λύσεις σε τρέχοντα αλλά σοβαρά θέματα της καθημερινότητας.

Πώς λοιπόν, ένας κοσμικός μπορεί να πληροφορηθεί, εάν οι θλίψεις και οι πειρασμοί του είναι παιδεία του Κυρίου και όχι πρόγευση κολάσεως, και πώς δίδεται η πληροφορία μετά από προσευχή (τριήμερο συνιστούν οι πατέρες) για τρέχοντα αλλά σοβαρά θέματα της καθημερινότητας;

Ο Κύριός μας μας πληροφορεί στο Ευαγγέλιο : «εν τω κόσμω τούτω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον». Μετά την πτώση των προπατόρων μας, οι θλίψεις είναι ο διαρκής σύντροφος του ανθρώπου, είναι συνέπεια της αποστασίας του από την αγάπη του Θεού. Τέτοιες θλίψεις, όπως αυτές που προέρχονται από το θάνατο κάποιου προσφιλούς μας προσώπου είναι αναπόφευκτες.

Ο Κύριος μας όμως όλες τις θλίψεις και τους πειρασμούς τους αξιοποιεί προς όφελός μας. Πολλές φορές τις επιτρέπει ο Κύριος λόγω των αμαρτιών μας, όπως ορθά λέτε, για παιδεία, ώστε να επιτύχουμε τη συγχώρηση και την κάθαρσή μας από τα πάθη. Εξ αιτίας των θλίψεων, αν έχουμε καλή προαίρεση, στρεφόμεθα με την προσευχή στο Θεό και ενούμεθα μαζί Του.

Εγκαταλείπουμε τα ψεύτικα όνειρα και τους μάταιους στόχους και καταλαβαίνουμε ότι το νόημα της ζωής μας είναι η κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό, η κοινωνία με τους αδελφούς μας, ο Παράδεισος.

Οι θλίψεις πάλι που συμβαίνουν στους Αγίους έχουν σκοπό να τους αναδείξουν τελειότερους και πιστότερους στο Θεό. Τέτοιες ήταν οι θλίψεις του Ιώβ, των Αγίων μαρτύρων και ασκητών και άλλων αγνώστων αγίων μέσα στον κόσμο.

Ο Απ. Παύλος εξηγεί με συντομία πως ενεργούν οι θλίψεις στο πιστό άνθρωπο : «Καυχώμεθα εν ταίς θλίψεσιν, ειδότες ότι η θλίψις υπομονήν κατεργάζεται, η δε υπομονή δοκιμήν η δε δοκιμή ελπίδα, η δε ελπίς ου καταισχύνει ότι η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταίς καρδίαις ημών διά Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν» (Ρωμ. ε´,3-5).

Δηλαδή η θλίψις εργάζεται μέσα στην ψυχή μας και σιγά – σιγά φέρει σαν αποτέλεσμα την υπομονή, η υπομονή δοκιμάζει και τελειοποιεί τον άνθρωπο. Έχοντας έτσι αποκτήσει τις αρετές έχει όλη του την ελπίδα στο Θεό.

Και ο καλός Θεός θα δώσει άφθονη την αγάπη Του, θα γίνει ενεργός η Χάρις του Αγίου Πνεύματος που μας έχει δοθεί στο Άγιο Βάπτισμα. Θα επέλθει δηλαδή ο αγιασμός μας.

Πότε οι θλίψεις είναι πρόγευση της κολάσεως; Όταν αφήσουμε έξω από τη ζωή μας τον Θεό· όταν φαντασθούμε ότι είμαστε μόνοι μας, ότι όλα όσα μας συμβαίνουν είναι τυχαία, ότι λόγω μιάς μεγάλης, κατά τη γνώμη μας, θλίψεως η ζωή μας δεν έχει νόημα.

Στη περίπτωση αυτή ποτέ δεν φέρουμε στο νού μας πιθανές ευθύνες μας, αμαρτίες μας και λάθη μας. Επί πλέον ο Σατανάς, αφού εγκαταλείπουμε το Θεό, εξογκώνει στο νού μας τη θλίψη και μας κάνει δυστυχισμένους.

Κάπου εκεί βρίσκεται και η λεγόμενη κατάθλιψη. Μετά από κάποιες θλίψεις και πειρασμούς κλείνεται κάποιος εγωιστικά στον εαυτό του και σκέφτεται και σκέφτεται και κουβεντιάζει με τους λογισμούς του. Δεν βρίσκει απάντηση σε ο,τι του συμβαίνει και βυθίζεται σε όλο και μεγαλύτερη θλίψη. Και βέβαια μερίδιο σ’ αυτή τη ψυχική κατάπτωση έχει το ακάθαρτο πνεύμα.

Η απομάκρυνση από αυτή την «πρόγευση της κολάσεως», η μετατροπή της προγεύσεως της κολάσεως σε πρόγευση του Παραδείσου εξαρτάται από την θέση του Χριστού μέσα στη ζωή μας.

Όταν με την προσευχή μας, την ειλικρινή, χωρίς κρατούμενα και δικαιολογίες μετάνοια και εξαγόρευσή μας και με τον εκκλησιασμό μας φέρουμε το Χριστό στην καρδιά μας τότε προγευόμεθα τον Παράδεισο γιατί όπως έλεγε ο γέροντας Πορφύριος : « ο Χριστός είναι ο Παράδεισος».

Όσον αφορά στον τρόπο με τον οποίο πληροφορούμεθα το θέλημα του Θεού στην καθημερινή μας ζωή, πράγματι με την προσευχή γνωρίζουμε το θέλημά Του.

Πρέπει να βαδίζουμε πάντα σύμφωνα με τις εντολές Του και μέσω της προσευχής και της εναποθέσεως της υπάρξεώς μας στα χέρια Του ειδικά κατά τη Θεία Λειτουργία να γνωρίζουμε τι πότε και πως να ενεργήσουμε σε κάθε δίλημμα που μας παρουσιάζεται.

Η τριήμερη αυστηρή νηστεία, το λεγόμενο τ ρ ι η μ ε ρ ο, κατά το οποίο δεν τρώμε τίποτε, αποτελεί μια ιερή παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας που μπορεί να χρησιμεύσει σε κρίσιμες στιγμές κατά τις οποίες έχουμε ιδιαίτερη ανάγκη της αμέσου βοηθείας και του φωτισμού του Θεού.

Πρέπει όμως να κάμει κανείς τριήμερο μόνο με ευλογία του πνευματικού του πατρός. Κι εδώ πρέπει με έμφαση να τονίσουμε ότι στην συνολική μας πορεία πρέπει να έχουμε συμπαραστάτη τον πνευματικό μας, τον οποίο οφείλουμε να επιλέγουμε με φόβο Θεού εκ των ιερέων που σέβονται την πίστη, τους ιερούς Κανόνες και σύνολη την παράδοση της Εκκλησίας μας.

Αυτόν και πρέπει να συμβουλευόμεθα ακόμη και στα καθημερινά σοβαρά μας προβλήματα και να τον υπακούουμε, όχι σαν ψυχολογικό σύμβουλο αλλά ως πατέρα πνευματικό που δέχεται τον φωτισμό του Θεού.

Κάθε πότε πρέπει να κάνουμε προσευχή; του Αρχιμανδρίτη Κυρίλλου Κωστοπούλου

 




Ο άνθρωπος της σημερινής εποχής επιζητεί όλο και περισσότερο την αποστασιοποίησή του από τον Δημιουργό του Θεό. Επιθυμεί να απαλλαγή από τα «δεσμά», όπως ονόμασε τις εντολές του Θεού και της Εκκλησίας Του. Η επιθυμία του αυτή, όμως, τον περιέσφιγξε με κάποια άλλα δεσμά, τα οποία, πολλές φορές αποδεικνύονται άλυτα και καταστροφικά. Και αυτά είναι τα δεσμά της ύλης, της αβεβαιότητος, του φόβου, των παθών και του πνευματικού θανάτου. Δέσμιος ο αλλοτριωμένος από τον Δημιουργό του Θεό άνθρωπος δεν μπορεί να ενεργήση αυτοβούλως, παρά μόνον κατόπιν υποδείξεως του αμαρτωλού κόσμου και του φρονήματός του, αλλά και των παθών του.

του Αρχιμανδρίτη Κυρίλλου Κωστοπούλου

Η αγία μας Ορθόδοξος Εκκλησία, που είναι η πηγή της ελευθερίας και της λυτρώσεως -ως Σώμα Χριστού- δεν παύει ευαγγελιζομένη, διδάσκουσα και χορηγούσα την Άκτιστη Χάρη, μέσω των ιερών Μυστηρίων της. Όμως, σε αυτήν στην όλη σωστική προσπάθειά της χρειάζεται η συμμετοχή και η συνδρομή και του ιδίου του ανθρώπου. Και αυτή η συμμετοχή - συνδρομή είναι το «θέλω» του καθενός από εμάς.
Προσευχή: "Ο Θεός ακούει την φωνή του ανθρώπου που σκληρά δοκιμάζεται και δεινώς υποφέρει"

Ένα από τα πλέον ενδεικνυόμενα μέσα μετοχής στην Άκτιστη Χάρη του Τριαδικού Θεού και συμμετοχής του ανθρώπου στο αγιαστικό έργο της Εκκλησίας είναι η προσευχή, την οποία με την έλευσή Του ο Θεάνθρώπος Κύριος μετέτρεψε από τυπικό γεγονός σε πράξη ουσίας. Πράξη, η οποία φέρνει τον άνθρωπο ενώπιον του Θεού, ώστε μέσω αυτής να αναγνωρίζη ότι ο Θεός είναι ο Δημιουργός του. Είναι Αυτός που προνοεί και κινεί τα πάντα. Είναι Αυτός που υπάρχει συνεχώς μέσα και έξω από τον άνθρωπο.

Η προσευχή είναι μία από τις πιο σημαντικές πράξεις επικοινωνίας του δημιουργήματος με τον Θεό Δημιουργό του. Είναι μία διανοητική υπέρβαση. Με τον νου και σταδιακά με την καρδία του, έρχεται ο πιστός σε μυστική επαφή με τον Τριαδικό Θεό. Ο Μ. Βασίλειος μας κάνει κοινωνούς της προσευχητικής εμπειρίας του και πιστοποιεί το γεγονός ότι η κατά τις προσευχές κοινωνία με τον Θεό επιφέρει ανυπολόγιστο πνευματικό κέρδος. (Βλ. Επιστ. 150, ΕΠΕ 1, 114)

Όταν μελετούμε την αγία Γραφή ή ένα Πατερικό βιβλίο, «ακούμε» τον Θεό να μας «ομιλεί», υποδεικνύοντάς μας τι επιζητεί από εμάς. Κάθε φορά, όμως, που προσευχόμαστε, ομιλούμε εμείς στον Θεό. Έτσι, η προσευχή καθίσταται η μυστική συνάντηση του ανθρωπίνου λόγου με τον Θεό Λόγο, τον Σαρκωθέντα Λόγο του Θεού Πατρός.

Σκοπός του προσευχομένου ανθρώπου είναι να οδεύση, μέσω της προσευχής, προς συνάντηση του αγαπημένου Νυμφίου της ψυχής του, του Θεανθρώπου Κυρίου κι εκεί να αναπαυθή. Αλλά και ο Θεάνθρωπος Κύριος, βλέποντας την προσπάθεια αυτή του παιδιού Του κατέρχεται πρός αυτό. Σ᾽ αυτήν την ανάβαση του προσευχομένου και την κατάβαση του Θεανθρώπου πραγματοποιείται η μακαρία συνάντηση ανθρώπου - Θεανθρώπου σε μία κοινωνία αγάπης, εντός της οποίας ο άνθρωπος βρίσκει την κατά Θεόν λύση όλων των ψυχοσωματικών προβλημάτων του.
Κάθε πότε, όμως, πρέπει να κάνουμε προσευχή;

Ὁ Απόστολος των εθνών Παύλος μας προτρέπει: «Αδιαλείπτως προσεύχε- σθε» (Α´ Θεσ. 5, 17). Δηλαδή, να προσεύχεσθε πάντοτε. Πώς, όμως, να προσευχώμαστε πάντοτε; Δεν έχει ο άνθρωπος τις εργασίες του; Δεν θα τρώγη, δεν θα κοιμάται; Τι εννοεί ο Απόστολος Παύλος με την λέξη «αδιαλείπτως»; Οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, οι οποίοι είναι οι αυθεντικώς ερμηνεύοντες την Αγία Γραφή, μας εξηγούν ότι αδιάλειπτος προσευχή είναι η καθ᾽ ημέραν εν Χριστώ ζωή μας. Όταν στην εργασία και στην συνεργασία σου είσαι δίκαιος, όταν αγαπάς και δικαιώνης τον πλησίον σου, σεβόμενος την ελευθερία του, όταν προσέχης να μην ψεύδεται ούτε να αισχρολογή ούτε να βλασφημή η γλώσσα σου, όταν αγωνίζεσαι όλη την ἡμέρα, για να κατορθώσης -θεία δυνάμει- όλα τα πιο πάνω, τότε επιτυγχάνης το «αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Ο όλος πνευματικός αγώνας σου, ο οποίος σε φέρνει ενώπιον του Δημιουργού σου Θεού και με τον οποίο νοιώθεις συνεχώς την παρουσία του Χριστού στην ζωή σου, γίνεται έτσι αδιάλειπτος προσευχή. Βεβαίως, εξυπακούεται, ότι δεν θα παραλείπεται η διατεταγμένη ημερήσια προσευχή, πρωϊνή και βραδυνή, προ και μετά των γευμάτων. Υπάρχει δε και η προσευχή, η επονομαζομένη νοερά προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», την οποία μπορούμε να λέγουμε όπου κι αν βρισκόμαστε.

Η Ορθόδοξος Ελλάδα μας και ο κάθε Ορθόδοξος Έλληνας διερχώμεθα σήμερα μία από τις δυσκολότερες περιόδους της Ιστορίας μας. Είναι αδήριτος η ανάγκη να χρησιμοποιήσουμε το κατ᾽ εξοχήν ενδεικνυόμενο και αποτελεσματικό όπλο, την προσευχή. Όλα τα μέτρα βοηθούν και συνεπικουρούν στην επίλυση των παντοίων προβλημάτων. Αυτό, όμως, που θα μας ενδυναμώση και θα μας λυτρώση από όλα τα δεινά είναι η μετά πίστεως και ορθής πνευματικής ζωής προσευχή. Διότι πάνω από όλους και όλα ευρίσκεται ο Δημιουργός μας Θεός.

Ανάγκη, λοιπόν, να γίνουμε προσευχόμενοι άνθρωποι, να επιστρέψουμε στην κοινωνία με τον Δημιουργό μας Θεό, η οποία επιτυγχάνεται μόνον δια της προσευχής.

*Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητρόπολης Πατρών, δρ. Θεολογίας του Πανεπιστημίου Aθηνών

Πώς θεραπεύονται η μελαγχολία, η θλίψη, το άγχος Οσίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου


Depression

Οσίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου

Το σπουδαίο είναι να μπούμε στην Εκκλησία. Να ενωθούμε με τους συνανθρώπους μας, με τις χαρές και τις λύπες όλων. Να τους νιώθουμε δικούς μας, να προσευχόμαστε για όλους, να πονάμε για την σωτηρία τους, να ξεχνάμε τους εαυτούς μας. Να κάνομε το παν γι᾽ αυτούς, όπως ο Χριστός για μας. Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε ένα με κάθε δυστυχισμένο και πονεμένο κι αμαρτωλό. Κανείς δεν πρέπει να θέλει να σωθεί μόνος του, χωρίς να σωθούν και οι άλλοι. Είναι λάθος να προσεύχεται κανείς για τον εαυτό του, για να σωθεί ο ίδιος. Τους άλλους πρέπει να αγαπάμε και να προσευχόμαστε να μη χαθεί κανείς· να μπουν όλοι στην Εκκλησία. Αυτό έχει αξία. Και μ᾽ αυτή την επιθυμία πρέπει να φύγει κανείς απ᾽ τον κόσμο, για να πάει στο μοναστήρι ή στην έρημο.

Μέσα στην Εκκλησία, που έχει τα μυστήρια που σώζουν, δεν υπάρχει απελπισία. Μπορεί να είμαστε πολύ αμαρτωλοί. Εξομολογούμαστε, όμως, μας διαβάζει ο παπάς κι έτσι συγχωρούμαστε και προχωρούμε προς την αθανασία, χωρίς καθόλου άγχος, χωρίς καθόλου φόβο.

Όποιος ζει τον Χριστό, γίνεται ένα μαζί Του, με την Εκκλησία Του. Ζει μια τρέλα! Η ζωή αυτή είναι διαφορετική απ᾽ τη ζωή των ανθρώπων. Είναι χαρά, είναι φως, είναι αγαλλίαση, είναι ανάταση. Αυτή είναι η ζωή της Εκκλησίας, η ζωή του Ευαγγελίου, η Βασιλεία του Θεού. «Η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν» (Λουκ. 17,21). Έρχεται μέσα μας ο Χριστός κι εμείς είμαστε μέσα Του. Και συμβαίνει όπως μ᾽ ένα κομμάτι σίδηρο που τοποθετημένο μες στη φωτιά γίνεται φωτιά και φως· έξω απ᾽ τη φωτιά, πάλι σίδηρος σκοτεινός, σκοτάδι.

Όσοι κατηγορούν την Εκκλησία για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για την διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε, βέβαια τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με την προσευχή μας αγκαλιάζουμε κάθε μέλος της και κάνομε ό,τι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνομε το παν, όπως εκείνος, ο οποίος «τις λοιδορίες δεν τις ανταπέδιδε, και όταν έπασχε δεν απειλούσε» (Α΄ Πετρ. 2,23).

Να προσέχουμε και το τυπικό μέρος. Να ζούμε τα μυστήρια, ιδιαίτερα το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Σ᾽ αυτά βρίσκεται η Ορθοδοξία. Προσφέρεται ο Χριστός στην Εκκλησία με τα μυστήρια και κυρίως με την Θεία Κοινωνία.

Για πολλούς, όμως, η θρησκεία είναι ένας αγώνας, μια αγωνία κι ένα άγχος. Γι᾽ αυτό πολλούς απ᾽ τους «θρήσκους» τους θεωρούνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σε τι χάλια βρίσκονται. Και πράγματι. Γιατί αν δεν καταλάβει κανείς το βάθος της θρησκείας και δεν την ζήσει, η θρησκεία καταντάει αρρώστεια και μάλιστα φοβερή. Τόσο φοβερή, που ο άνθρωπος χάνει τον έλεγχο των πράξεών του, γίνεται άβουλος κι ανίσχυρος, έχει αγωνία κι άγχος και φέρεται υπό κακού πνεύματος (δηλ. δαιμονικής ενέργειας). Κάνει μετάνοιες, κλαίει, φωνάζει, ταπεινώνεται τάχα, κι όλη αυτή η ταπείνωση είμαι μια σατανική ενέργεια. Ορισμένοι τέτοιοι άνθρωποι ζούνε τη θρησκεία σαν ένα είδος κολάσεως. Μέσα στην Εκκλησία κάνουν μετάνοιες, σταυρούς, λένε, «είμαστε αμαρτωλοί, ανάξιοι», και μόλις βγούνε έξω, αρχίζουν να βλασφημάνε τα θεία, όταν κάποιος λίγο τους ενοχλήσει. Φαίνεται καθαρά ότι υπάρχει στο μέσον δαιμόνιο.

Στην πραγματικότητα, η Χριστιανική θρησκεία μεταβάλλει τον άνθρωπο και τον θεραπεύει. Η κυριότερη, όμως, προϋπόθεση, για να αντιληφθεί και να διακρίνει ο άνθρωπος την αλήθεια, είναι η ταπείνωση. Ο εγωισμός σκοτίζει το νου του ανθρώπου, τον μπερδεύει, τον οδηγεί στην πλάνη, στην αίρεση. Είναι σπουδαίο να κατανοήσει ο άνθρωπος την αλήθεια.

Στις αιρέσεις πάνε όλοι οι μπερδεμένοι. Μπερδεμένα παιδιά μπερδεμένων γονέων.

Πολλές φορές ούτε ο κόπος, ούτε οι μετάνοιες, ούτε οι σταυροί προσελκύουν τη χάρη. Υπάρχουν μυστικά. Το ουσιαστικότερο είναι να φύγεις απ᾽ τον τύπο και να πηγαίνεις στην ουσία. Ό,τι γίνεται, να γίνεται από αγάπη.

Όταν δεν ζεις με τον Χριστό, ζεις μες στη μελαγχολία, στη θλίψη, στο άγχος, στη στενοχώρια. δεν ζεις σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: «Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δύο-τρία παξιμάδια». Κι όμως, αν ζεις σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ᾽ ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στην λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.

Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι κάτι άλλο. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσομε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό.. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν᾽ αρχίσει η ζήλια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη δεν αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη λίγο διατηρείται και σιγά-σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σε απελπισία. Ο θείος έρως, όμως, μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μία ηδονή ακόρεστος, που δεν την βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.

Όταν αγαπάς τον Χριστό, παρ᾽ όλες τις αδυναμίες και τη συναίσθηση που έχεις γι᾽ αυτές, έχεις τη βεβαιότητα ότι ξεπέρασες τον θάνατο, γιατί βρίσκεσαι στην κοινωνία της αγάπης του Χριστού.

Τον Χριστό να τον αισθανόμαστε σαν φίλο μας. Είναι φίλος μας. Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: «Εσείς είστε φίλοι μου…» (Ιω. 15,14). Σαν φίλο να τον ατενίζομε και να τον πλησιάζομε. Πέφτομε; Αμαρτάνομε; Με οικειότητα, με αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχομε κοντά του· όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίδει η αίσθηση του φίλου. Να του πούμε: «Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με». Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί. Να μη μας χωρίζει απ᾽ τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε ότι μας αγαπάει και τον αγαπάμε, δεν θα αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ᾽ Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρομε ότι μας αγαπάει.

Το Ευαγγέλιο, βέβαια, λέει με συμβολικές λέξεις για τον άδικο ότι θα βρεθεί εκεί, όπου υπάρχει «ο τριγμός και ο βρυγμός των οδόντων», διότι μακράν του Θεού έτσι είναι. Και από τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας πολλοί ομιλούν για φόβο θανάτου και κολάσεως. Λένε: «Έχε μνήμη θανάτου πάντοτε». Αυτές οι λέξεις, αν τις εξετάσομε βαθιά, δημιουργούν τον φόβο της κολάσεως. Ο άνθρωπος προσπαθώντας ν᾽ αποφύγει την αμαρτία, κάνει αυτές τις σκέψεις, για να κυριευθεί η ψυχή του απ᾽ το φόβο του θανάτου, της κολάσεως και του διαβόλου.

Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχάριους, γι᾽ αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ᾽ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί και χαμερπείς. Αλλ᾽ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσομε τον Παράδεισο ή να γλιτώσομε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσομε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δε μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπει στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ό,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία.

Όποιος θέλει να γίνει Χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αν στραπατσαρισθεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός «χοντρές» ψυχές δεν θέλει κοντά Του.

Κανείς να μη σας βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το θείον. Όλ᾽ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σάς έχω πει για τ᾽ αηδονάκι; Μες στο δάσος κελαϊδάει. Στη σιγή. Να πει πως κάποιος τ᾽ ακούει, πως κάποιος το επαινεί; Πόσο ωραίο κελάηδημα στην ερημιά! Έχετε δει πώς φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ᾽ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. ´Αμα αγαπάει, «φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα». Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, «στεναγμοίς αλαλήτοις».

Περιφρονήστε τα πάθη, μην ασχολείσθε με τον διάβολο. Στραφείτε στον Χριστό.

Η θεία χάρις μας διδάσκει το δικό μας χρέος. Για να την προσελκύσουμε, θέλει αγάπη, λαχτάρα. Η χάρις του Θεού θέλει θείο έρωτα. Η αγάπη αρκεί, για να μας φέρει σε κατάλληλη «φόρμα» για προσευχή. Μόνος Του θα έλθει ο Χριστός και θα εγκύψει στην ψυχή μας, αρκεί να βρει ορισμένα πραγματάκια που να Τον ευχαριστούν· αγαθή προαίρεση, ταπείνωση και αγάπη. Χωρίς αυτά δεν μπορούμε να πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με».

Ο παραμικρός γογγυσμός κατά του πλησίον επηρεάζει την ψυχή σας και δεν μπορείτε να προσευχηθείτε. Το Πνεύμα το ´Αγιον, όταν βρίσκει έτσι την ψυχή, δεν τολμάει να πλησιάσει.

Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.

Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.

Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.

Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μία αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία· αλλά δεν είναι υγιές.

Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.

Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μία ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.

Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ…». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αϋπνία· να μη σκέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ…» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.

Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσομε, κάποτε θα εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσομε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό.

Δεν γίνεσθε άγιοι κυνηγώντας το κακό. Αφήστε το κακό. Να κοιτάζετε προς τον Χριστό κι Αυτός θα σας σώσει. Αντί να στέκεσθε έξω από την πόρτα και να διώχνετε τον εχθρό, περιφρονήστε τον. Έρχεται από δω το κακό; Δοθείτε με τρόπο απαλό από εκεί. Δηλαδή έρχεται να σας προσβάλει το κακό, δώστε εσείς την εσωτερική σας δύναμη στο καλό, στον Χριστό. Παρακαλέστε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ξέρει εκείνος πώς να σας ελεήσει, με τι τρόπο. Κι όταν γεμίζετε απ᾽ το καλό, δεν στρέφεσθε πια προς το κακό. Γίνεσθε μόνοι σας, με τη χάρη του Θεού, καλοί. Πού να βρει τόπο τότε το κακό; Εξαφανίζεται!

Σας πιάνει φοβία κι απογοήτευση; Στραφείτε στον Χριστό. Αγαπήστε τον απλά, ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σας απαλλάξει ο Ίδιος.

Να μη διαλέγετε αρνητικούς τρόπους για τη διόρθωσή σας. Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση. Έχω κι εγώ μία μικρή πείρα σ᾽ αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας.

Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα (δηλ. ο διάβολος) και σας βουτάει και σας καθηλώνει και σας βάζει στη στενοχώρια. Να μην κάνετε καμιά προσπάθεια ν᾽ απαλλαγείτε από αυτές. Ν᾽ αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε: «Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή ν᾽ αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.λπ.». Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι και να πλήττεις, για να γίνεις καλός. Έτσι θ᾽ αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο, αβίαστα και ελεύθερα. Ούτε να λέτε: «Θεέ μου, απάλλαξέ με απ᾽ αυτό», παραδείγματος χάριν, τον θυμό, την λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε ή και να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος. Κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμη περισσότερο. Ρίξου με ορμή, για να νικήσεις το πάθος και θα δεις τότε πως θα σ᾽ αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις να κάνεις τίποτα.

Η ελευθερία δεν κερδίζεται, αν δεν ελευθερώσομε το εσωτερικό μας απ᾽ τα μπερδέματα και τα πάθη.

Αυτό είναι η Εκκλησία μας, αυτή είναι η χαρά μας, αυτό είναι το παν για μας. Και ο άνθρωπος σήμερα αυτό ζητάει. Και παίρνει τα δηλητήρια και τα ναρκωτικά, για να έλθει σε κόσμους χαράς, αλλά ψεύτικης χαράς. Κάτι αισθάνεται εκείνη τη στιγμή και αύριο είναι τσακισμένος. Το ένα τον τρίβει, τον τρώει, τον τσακίζει, τον ψήνει. Ενώ το άλλο, δηλαδή το δόσιμο στον Χριστό, τον ζωογονεί, του δίνει χαρά, τον κάνει να χαίρεται τη ζωή, να νιώθει δύναμη, μεγαλείο.

Είναι μεγάλη τέχνη να τα καταφέρετε να αγιασθεί η ψυχή σας. Παντού μπορεί ν᾽ αγιάσει κανείς. Και στην Ομόνοια μπορεί ν᾽ αγιάσει, αν το θέλει. Στην εργασία σας, όποια και να είναι, μπορείτε να γίνετε άγιοι. Με την πραότητα, την υπομονή, την αγάπη. Να βάζετε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, με ενθουσιασμό και αγάπη, προσευχή και σιωπή. Όχι να έχετε άγχος και να σας πονάει το στήθος.

Να εργάζεσθε με εγρήγορση, απλά, απαλά, χωρίς αγωνία, με χαρά κι αγαλλίαση, με αγαθή διάθεση. Τότε έρχεται η θεία χάρις.

Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.

Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν᾽ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.

Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.

Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί, όταν δει την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης. Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σας παίρνει είδηση και σας πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σας αγκαλιάζει. Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον. Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο. Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.

Ο ταπεινός έχει συνείδηση της εσωτερικής του καταστάσεως και, όσο κι αν είναι άσχημη, δεν χάνει την προσωπικότητά του. Δεν χάνει την ισορροπία του. Το αντίθετο συμβαίνει με τον εγωιστή, τον έχοντα αισθήματα κατωτερότητος. Στην αρχή μοιάζει με τον ταπεινό. Λίγο, όμως, αν τον πειράξει κανείς, αμέσως χάνει την ειρήνη του, εκνευρίζεται, ταράζεται.

Όταν ο άνθρωπος ζει χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς εμπιστοσύνη, αλλά με άγχος, αγωνία, κατάθλιψη, απελπισία, αποκτάει ασθένειες σωματικές και ψυχικές. Η ψυχασθένεια, η νευρασθένεια, ο διχασμός είναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο είναι επίσης και η ταπεινολογία. Το λένε αίσθημα κατωτερότητος. Η αληθινή ταπείνωση δεν μιλάει, δεν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή, «είμαι αμαρτωλός, ανάξιος, ελάχιστος πάντων…». Φοβάται ο ταπεινός μήπως με τις ταπεινολογίες πέσει στην κενοδοξία. Η χάρις του Θεού δεν πλησιάζει εδώ. Αντίθετα, η χάρις του Θεού βρίσκεται εκεί όπου υπάρχει αληθινή ταπείνωση, η θεία ταπείνωση, η τέλεια εμπιστοσύνη στον Θεό. Η εξάρτηση από Εκείνον.

Ο κενόδοξος την ψυχή του την αποξενώνει απ᾽ την αιώνια ζωή. Τελικά ο εγωισμός είναι σκέτη κουταμάρα! Η κενοδοξία μας κάνει κούφιους. Όταν κάνομε κάτι για να επιδειχθούμε, καταντούμε άδειοι ψυχικά. Ό,τι κάνομε, να το κάνομε για να ευχαριστήσομε τον Θεό· ανιδιοτελώς, χωρίς κενοδοξία, χωρίς υπερηφάνεια, χωρίς εγωισμό, χωρίς, χωρίς…

Δεν πρέπει η ψυχή μας ν᾽ αντιστέκεται και να λέει, «γιατί το έκανε αυτό ο Θεός, γιατί το άλλο αλλιώς, δεν μπορούσε να το κάνει διαφορετικά;». Όλ᾽ αυτά δείχνουν μία εσωτερική μικροψυχία και αντίδραση. Δείχνουν την μεγάλα ιδέα που έχομε για τον εαυτό μας, την υπερηφάνειά μας και τον μεγάλο εγωισμό μας. Αυτά τα «γιατί» πολύ βασανίζουν τον άνθρωπο, δημιουργούν αυτό που λέει ο κόσμος «κόμπλεξ». Παραδείγματος χάριν, «γιατί να είμαι πολύ ψηλός» ή – το αντίθετο – «πολύ κοντός;». Αυτό δεν φεύγει από μέσα. Και προσεύχεται κανείς και αγρυπνεί, αλλά γίνεται το αντίθετο. Και υποφέρει και αγανακτεί χωρίς αποτέλεσμα. Ενώ με τον Χριστό, με την χάρη φεύγουν όλα. Υπάρχει αυτό το «κάτι» στο βάθος, δηλαδή το «γιατί», αλλ᾽ η χάρις του Θεού επισκιάζει τον άνθρωπο κι ενώ η ρίζα είναι το κόμπλεξ, εκεί πάνω φυτρώνει τριανταφυλλιά με ωραία τριαντάφυλλα κι όσο ποτίζεται με την πίστη, με την αγάπη, με την υπομονή, με την ταπείνωση, τόσο παύει να έχει δύναμη το κακό και παύει να υπάρχει· δηλαδή δεν εξαφανίζεται, αλλά μαραίνεται. Όσο δεν ποτίζεται η τριανταφυλλιά, τόσο μαραίνεται, ξηραίνεται, χάνεται και αμέσως ξεπετάγεται αγκάθι.

Εκπειράζουμε τον Θεό, όταν ζητούμε κάτι από Εκείνον, αλλά η ζωή μας είναι μακράν του Θεού. Τον εκπειράζομε, όταν ζητούμε κάτι, αλλά η ζωή μας δεν είναι σύμφωνη με το θέλημά Του – πράγματα, δηλαδή, ενάντια στον Θεό, άγχος, αγωνία, απ᾽ το ένα μέρος, κι απ᾽ το άλλο παρακαλούμε.

Μπορεί να σου πει ο πνευματικός: «Πώς θα ήθελα να ήμασταν σε ένα ήσυχο μέρος, να μην είχα ασχολίες και να μου έλεγες τη ζωή σου από την αρχή, από τότε που αισθάνθηκες τον εαυτό σου· όλα τα γεγονότα που θυμάσαι και ποια ήταν η αντιμετώπισή τους από σένα, όχι μόνο τα δυσάρεστα αλλά και τα ευχάριστα, όχι μόνο τις αμαρτίες αλλά και τα καλά. Και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες. Όλα. Όλα όσα απαρτίζουν την ζωή σου».

Πολλές φορές έχω μεταχειρισθεί αυτή τη γενική εξομολόγηση και είδα θαύματα πάνω σ᾽ αυτό. Την ώρα που λες στον εξομολόγο, έρχεται η θεία χάρις και σε απαλλάσσει από όλα τα άσχημα βιώματα και τις πληγές και τα ψυχικά τραύματα και τις ενοχές· διότι, την ώρα που τα λες ο εξομολόγος εύχεται θερμά για την απαλλαγή σου.

Ας μη γυρίζουμε πίσω στις αμαρτίες που έχουμε εξομολογηθεί. Η ανάμνηση των αμαρτιών κάνει κακό. Ζητήσαμε συγγνώμη; Τελείωσε. Ο Θεός όλα τα συγχωρεί με την εξομολόγηση. Κι εγώ σκέπτομαι ότι αμαρτάνω. Δεν βαδίζω καλά. Ό,τι όμως με στενοχωρεί, το κάνω προσευχή, δεν το κλείνω μέσα μου, πάω στον πνευματικό, το εξομολογούμαι, τελείωσε! Να μη γυρίζομε πίσω και να λέμε τι δεν κάναμε. Σημασία έχει τι θα κάνομε τώρα, απ᾽ αυτή τη στιγμή και έπειτα.

Η απελπισία και η απογοήτευση είναι το χειρότερο πράγμα. Είναι παγίδα του σατανά, για να κάνει τον άνθρωπο να χάσει την προθυμία του στα πνευματικά και να τον φέρει σε απελπισία.

Όλες σχεδόν οι αρρώστιες προέρχονται από έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό και αυτό δημιουργεί άγχος. Το άγχος το δημιουργεί η κατάργηση του θρησκευτικού αισθήματος. Αν δεν έχετε έρωτα για τον Χριστό, αν δεν ασχολείσθε με άγια πράγματα, σίγουρα θα γεμίσετε με μελαγχολία και κακό.

Ένα πράγμα που μπορεί να βοηθήσει τον καταθλιπτικό είναι και η εργασία, το ενδιαφέρον για τη ζωή. Ο κήπος, τα φυτά, τα λουλούδια, τα δέντρα, η εξοχή, ο περίπατος στην ύπαιθρο, η πορεία, όλ᾽ αυτά βγάζουν τον άνθρωπο απ᾽ την αδράνεια και του δημιουργούν άλλα ενδιαφέροντα. Επιδρούν σαν φάρμακα. Η ασχολία με την τέχνη, τη μουσική κ.λπ. κάνει πολύ καλό. Σ᾽ εκείνο, όμως, που δίδω τη μεγαλύτερη σημασία είναι το ενδιαφέρον για την Εκκλησία, για τη μελέτη της Αγίας Γραφής, για τις ακολουθίες. Μελετώντας τα λόγια του Θεού, θεραπεύεται κανείς χωρίς να το καταλάβει.

Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά και εξωτερικά. Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή η άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε, στο βάθος, στην ψυχή της. Ίσως να είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση. Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να εκλύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα. Σκεφθείτε να γνωρίσει αυτή τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα τη στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει τη χάρη του Θεού. Θα γίνει αγία.

Πολλές φορές με την αγωνία μας και τους φόβους μας και την άσχημη ψυχική μας κατάσταση, χωρίς να το θέλομε και χωρίς να το καταλαβαίνομε, κάνομε κακό στον άλλον, έστω κι αν τον αγαπάμε πάρα πολύ, όπως, παραδείγματος χάριν, η μάνα το παιδί της. Η μάνα μεταδίδει στο παιδί όλο το άγχος της για τη ζωή του, για την υγεία του, για την πρόοδό του, έστω κι αν δεν του μιλάει, έστω κι αν δεν εκδηλώνει αυτό που έχει μέσα της. Αυτή η αγάπη, η φυσική αγάπη, μπορεί κάποτε να βλάψει. Δεν συμβαίνει, όμως, το ίδιο με την αγάπη του Χριστού, που συνδυάζεται με την προσευχή και με την αγιότητα του βίου. Η αγάπη αυτή κάνει άγιο τον άνθρωπο, τον ειρηνεύει, διότι αγάπη είναι ο Θεός. 


 (Πηγή: Βίος και Λόγοι, Γέρων Πορφύριος έκδ. Ι. Μονής Χρυσοπηγής Χανίων, 2003.)