Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

Λευκή μελαγχολία ή το κενό πνεύμα των καιρών - Λευκή μελαγχολία

Λευκή μελαγχολία ή το κενό πνεύμα των καιρών - Λευκή μελαγχολία

Λευκή μελαγχολία

Η ιδιαιτερότητα αυτού του περιβάλλοντος –ενός κόσμου άγριας κυριαρχίας των αψύχων, των υλικών φαντασιώσεων, των εγωτικών παραγνωρίσεων και των άκαρπων περιπλανήσεων της απόλαυσης– μπορεί να χαρακτηρισθεί λευκή μελαγχολία. Δηλαδή, απιστία και απόσυρση των υποκειμενικών επενδύσεων έναντι ενός κόσμου ανυπόστατου και φασματικού, που ευτελίζει την χαρά και αγνοεί τον πόνο των ανθρώπων – αν και κερδοσκοπεί και με τα δύο. Και, ως εκ τούτου, βιώνεται ως αναξιόπιστος και ανάξιος αγάπης. Κόσμος που είναι ενδεχομένως χρήσιμος ή ευχάριστος, αλλά όχι αγαπητός. Η αίσθηση αποξένωσης, η απολιτική στάση, το έλλειμμα κοινωνικής κοσμιότητας και σεβασμού του άλλου (γαϊδουριά), το γενικευμένο ζάπινγκ, η πλήξη και πενία του διαπροσωπικού, οι διάχυτες μορφές ανομίας, είναι μείζονες εκδηλώσεις της λευκής μελαγχολίας.

Λευκή νεύρωση

Μια ειδική επίπτωση αυτού του περιβάλλοντος είναι η στρέβλωση, η περιστολή και η ανεπάρκεια των κωδίκων και των συναφειών μορφοποίησης της δυσφορίας του υποκειμένου, τόσο με όρους λόγου, αίσθησης και πράξης, όσο και με όρους λειτουργικού συμπτώματος. Ως προς τον κόσμο της λευκής μελαγχολίας, η ρωγμή της οδύνης του συμπτώματος είναι έκτοπη. Έτσι, η περιρρέουσα λευκή μελαγχολία, με οδηγό στοιχείο της την απόσβεση της οδύνης, τείνει de facto προς την αδρανοποίηση της προβληματικής για το Εγώ υποκειμενικότητας, που επιστρέφει μέσω του συμπτώματος. Ολική πλάνη και σαγήνη παγιώνονται και η απόσβεση της οδύνης αναστέλλει τη διαλεκτικοποίησή του. Το σύμπτωμα παγώνει, δεν πονάει – και η ψυχική δυναμική, που υπόκειται, αδρανοποιείται. Αυτό που μπορεί να προκύψει έτσι είναι συνθήκες παραγωγής συμπτώματος, αλλά χωρίς τη δυνατότητα υποκειμενικής αναδοχής του. Αυτή η παράδοξη κατάσταση μοιάζει λοιπόν να ισοδυναμεί με λευκή νεύρωση. Που σημαίνει ότι, αν και οι όροι ανάδυσης συμπτώματος υφίστανται, το υλικό του “διαρρέει” και οι μηχανισμοί σχηματισμού του απορρυθμίζονται. Αποτέλεσμα, ή δεν σχηματίζεται κάτι το δομημένο και βιώσιμο, ή σχηματίζεται κάτι το φευγαλέο, ή προκύπτει κάτι το ασήμαντο. Λειτουργική έκπτωση του συμπτώματος ως προς τη διαλεκτική τής υποκειμενικότητας, γνώση περί του ότι “αυτό συμβαίνει”, αλλά χωρίς υποκειμενική εμπλοκή. Καθώς το σύμπτωμα παύει να αναγνωρίζεται ως προβληματικός οργανωτής μιας προβληματικής ψυχικής οικονομίας, παραγνωρίζεται ως απόλυτα άσχετο και άκυρο. “Δεν έχει να πει τίποτε, ούτε για την οδύνη μου, άρα δεν αντιπροσωπεύει τίποτε από μένα” – κι αυτή η αίσθηση οδηγεί σε παρασιώπηση, ή σε παθητική ανοχή, ή σε απόπειρα αδιάφορης αποτομής του. Η σχετική φιλολογία περί εξουδετέρωσης της ψυχανάλυσης από τις νευροεπιστήμες και τα “χάπια ευτυχίας” αντιπροσωπεύουν την ιδιοτελή, εμπορική και εξουσιαστική, διατύπωση του “κοινού αισθήματος”, που χαρακτηρίζει τη λευκή νεύρωση.
Έτσι, το σύμπτωμα καταντά όχι απλά “να μη σημαίνει τίποτε” (η τυπική ψευδαίσθηση της κυριολεξίας, που χαρακτηρίζει γενικά το σύμπτωμα), αλλά “να μην είναι τίποτε”, ως πτυχή υποκειμενικότητας. Δηλαδή, όχι μόνο δεν αντιπροσωπεύει εκδήλωση απορίας ή δυσπραγίας, αλλά και δεν μπορεί να λειτουργήσει ως πηγή αναγνωρίσιμης δυσφορίας και οδύνης.
Το κύριο γνώρισμα αυτού του μηχανισμού απόσβεσης της οδύνης είναι ίσως η απομείωση της αίσθησης σε κούφια περιγραφή, γύρω από την οποία δεν παίζεται τίποτε ως υποκειμενική διαλεκτική. Γι’ αυτό και πληθαίνουν οι εκδοχές ασταθούς και άμορφης παθολογίας: Κρίσεις πανικού, ρευστές φοβίες, πέρασμα στην πράξη (βία, ατυχήματα…), λευκή κατάθλιψη (Smadja), λευκή νεύρωση…Στην άμορφη, άλαλη ψυχική ερήμωση της λευκής μελαγχολίας, το υποκείμενο εντάσσεται με εξίσου άμορφες, άλαλες εκδοχές της δυσφορίας του – που δηλώνουν και την ανεπάρκεια του κοινωνικού δεσμού ως προς τη συγκρότηση και αναδοχή του πάσχοντος υποκειμένου.

Έκπτωση του Ιδεώδους του Εγώ

Η καθοριστική και ειδοποιός συνιστώσα της λευκής μελαγχολίας, ως υποδείγματος κοινωνικού δεσμού και ένταξης του υποκειμένου στον περιρρέοντα πολιτισμό, είναι η έκπτωση, η δομική και λειτουργική υποβάθμιση του Ιδεώδους του Εγώ. Το οποίο δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει τον κόσμο και την επιθυμία με όρους υπαρξιακού προτάγματος υπό την αιγίδα του ιδεώδους. Αυτό αφήνει το υποκείμενο σε μια κατάσταση άγονης περιπλάνησης σε κενά τοπία, συλλογής αδιάφορων απολαύσεων, μέχρι και ψυχρής παραίτησης. Η “αυτονόητη” ευκολία με την οποία η ανοιχτή τηλεόραση καλύπτει το αντίστοιχο κενό, δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας για το τί συμβαίνει. Ακόμη και η δυσφορία, η οδύνη και η έλλειψη δύσκολα κατορθώνουν να συγκροτηθούν, έστω και μερικά, εστιακά, είτε ως λόγος είτε ως σύμπτωμα. Το κενό στο επίπεδο του Ιδεώδους του Εγώ καθιστά την αρνητικότητα ψυχικά ανοικονόμητη, μη-διαλεκτικοποιήσιμη, άγονη. Κι ακόμη πιο βαθιά, καθώς το Ιδεώδες του Εγώ συνιστά το φίλτρο μέσα από το οποίο το υποκείμενο θα μπορούσε να καταστεί αγαπητό, το έλλειμμα αγαπητότητας οδηγεί σε εξίσου άγονη αιμορραγία του ναρκισσισμού της ζωής και παλίρροια του ναρκισσισμού του θανάτου. Εξ ου και το τριπλό έλλειμμα στο κενό πνεύμα των καιρών: Έλλειμμα έγκυρου λόγου – έλλειμμα αγαπητότητας – έλλειμμα έλλογης και συναισθηματικά γόνιμης αναδοχής της οδύνης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου