Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2012

Ασκώντας τη μελαγχολία της σκέψης



Ασκώντας τη μελαγχολία της σκέψης
24 Κυριακή Φεβ 2008 ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ







Το βάθος της μελαγχολίας το απήγγειλε ο Ντίλαν Τόμας πολύ εύγλωττα στο ποίημά του «Τη μελαγχολική μου τέχνη ασκώντας» [«In My Craft or Sullen Art»] αποδίδοντας έτσι νόημα στο είδος εκείνο της τέχνης που, ως μελαγχολία η ίδια, ξορκίζει τη μελαγχολία την άλλη, εκείνη της ζωής. Κοινός παρονομαστής της τέχνης και της ζωής είναι η ανθρώπινη σκέψη, η οποία, σύμφωνα με τον Τζορτζ Στάινερ, είναι από τη φύση της συνδεδεμένη με το μέγα μέλαν αίσθημα.
Δεν πρόκειται για αυστηρά δική του πεποίθηση, υιοθετεί καταρχήν την άποψη του Σέλινγκ, όπως αποτυπώνεται στο βιβλίο Περί της ουσίας της ανθρώπινης ελευθερίας [1809], για την ύπαρξη μιας «βαθιάς, ακατάλυτης μελαγχολίας» ριζωμένης στο ανθρώπινο συνειδητό. Στο βιβλίο του Δέκα [πιθανοί] λόγοι για τη μελαγχολία της σκέψης [George Steiner, μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζας, εκδόσεις Scripta, 2007] στοχεύει να επαληθεύσει αυτή την πεποίθηση αναλύοντάς την ευσύνοπτα και περιεκτικά.
Το δοκίμιο αυτό χαρακτηρίζεται από μια εσκεμμένη μετριοπάθεια, γιατί είναι αυτονόητα δύσκολο να αναλύσει κανείς με αντικειμενικότητα τη μελαγχολία της σκέψης έχοντας ως εργαλείο την ίδια τη σκέψη. Ο συγγραφέας μπορεί μονάχα να πιθανολογήσει, στη βάση της εκτεταμένης γνώσης του για τη γνωσιακή αντίληψη και στη βάση της δικής του αυτοσυνειδησίας, γνωρίζοντας πως η αυτοαναφορικότητα και η ταυτολογία αποτελούν μεθοδολογικούς σκοπέλους της φιλοσοφικής αναζήτησης. Το βιβλίο αυτό δεν αποτελεί λοιπόν ένα άκαμπτο, αυστηρά μαθηματικοποιημένο, δοκίμιο, αντιθέτως δομείται σε υποθέσεις που θεωρούνται αυταπόδεικτες αλήθειες, βάσεις του στοχασμού, στην παραγωγική μέθοδο ενδεχομένως που συναντάμε εν μέρει στους πλατωνικούς διαλόγους και συχνά στους καρτεσιανούς Στοχασμούς. Η διερεύνηση του ζητήματος της μελαγχολίας γίνεται πιο πολύ ενδοσκοπικά και αναστοχαστικά από ό,τι αναλυτικά. Πράγμα που καθιστά και το δοκίμιο προσιτό σε περισσότερους αναγνώστες.    
Πρόκειται για ένα ανάγνωσμα που διερευνά τον σκοτεινό χώρο της tristitia, της θλίψης, αλλά εκείνης που γεννιέται την ώρα ακριβώς που ο άνθρωπος προσπαθεί να κατακτήσει τη γνώση, προσπαθεί να οικοδομήσει τους όρους μιας ευτυχισμένης ζωής. Πρόκειται για τη γνώση της θλίψης που αποκτά και αισθάνεται σύγκορμα ο άνθρωπος σαν αποχαιρετά την άγνοιά του. Πρόκειται για ένα είδος πένθους για τη μακαριότητα της άγνοιας.
Ο Στάινερ παρουσιάζει δέκα πιθανούς λόγους για τη μελαγχολία της σκέψης και είναι οι ακόλουθοι:
  • Η απεραντοσύνη της σκέψης είναι ατελής.
  • Υπάρχει ένα άρρητο κομμάτι της σκέψης που η γλώσσα αδυνατεί να εκφράσει.
  • Η σκέψη, ενώ είναι ό,τι πολυτιμότερο έχουμε [τη στιγμή που είναι ό,τι προσωπικότερο έχουμε], είναι συνάμα η πιο πολυχρησιμοποιημένη, πιο κοινή και πιο φθαρμένη μας πράξη.
  • Η γλώσσα θέλει αλλά δεν μπορεί να αυτονομηθεί από τη σκέψη.
  • Οι σκέψεις μας είναι ταγμένες να ξοδεύονται: θάβονται στον κάδο της λήθης.
  • Υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει διάσταση ανάμεσα στο Νοείν και το Είναι, στην προσδοκία και την υπόσταση, στο μύθο και το εμπειρικό συμβάν.
  • Η σκέψη συγκαλύπτει όσα αποκαλύπτει, ίσως και πολύ περισσότερα.
  • Η σκέψη θα παραμένει στη βάση της αδιαφανής.
  • Η σκέψη δεν εφαρμόζεται για χάρη των κοινωνικών ιδανικών και της δικαιοσύνης.
  • Η σκέψη ως επίτευγμα εξυψώνει τον άνθρωπο αλλά τον αποξενώνει από τον εαυτό του.

Ο Στάινερ προβαίνει σε μια γλαφυρή αποτύπωση πηγών μελαγχολίας της σκέψης συσχετίζοντάς τις και με τις θεωρούμενες-ως-ασήμαντες εμπειρίες της ανθρώπινης καθημερινότητας. Για παράδειγμα, η λαχτάρα για τσιγάρο μετά τον οργασμό αντικατοπτρίζει την οδύνη της ηδονής, γιατί ως υπόσταση ο έρωτας είναι εκ φύσεως κατώτερος του έρωτα ως προσδοκίας.
Η μελαγχολία είναι το αποτέλεσμα μιας φυσικής ήττας, της ασυμβατότητας ανάμεσα στην ιδέα για τα πράγματα [σκέψη] και τα πράγματα καθαυτά [εμπειρία], ανάμεσα στα θέλω και τα μπορώ του ανθρώπου. Είναι προϊόν της αδιάκοπα αποτυχημένης πάλης του ανθρώπου να κατανοήσει πλήρως τον κόσμο και τον εαυτό του με αποκλειστικό εργαλείο τη νόησή του. Γι’ αυτό το λόγο ένα μέρος της ανθρώπινης σκέψης πέφτει συχνά στο «κενό», απωθείται. «Άντρες και γυναίκες αντέχουν χάρη στην επαναλαμβανόμενη μεταμφίεση. Μόνο που η μάσκα φοριέται κάτω από το δέρμα».
Οι σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινες σκέψης είναι άμεσα και έμμεσα συνυφασμένες με το οντολογικό ερώτημα, το οποίο καμιά φιλοσοφία της γνώσης ή γνωσιακή ψυχολογία δεν θα είναι σε θέση να εξαντλήσει. Το δοκίμιο απλώς φωτίζει μια ήδη υπάρχουσα κατάσταση, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα του τι στάση θα ήταν καλό να πάρει κανείς απέναντι σε αυτήν. 
Με την έκδοση ενός τέτοιου βιβλίου ωστόσο, ο Τζορτζ Στάινερ απαντά έμμεσα στο ερώτημα. Ο πιο αποφασιστικός τρόπος να αντιμετωπίσεις τη «μεγάλη αλήθεια», καταπώς το έγραψε ο Νίκος Καρούζος, της ζωής δηλαδή που μικραίνει, τη μέγιστη μάλλον αιτία της μελαγχολίας, είναι να χρησιμοποιήσεις το σύμπτωμα ως θεραπεία στο σύμπτωμα. Μελαγχολία και πάλι μελαγχολία. Ονομάζοντάς την, την αποδιώχνει

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου