Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

Ο άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης - Προλεγόμενα Παντελεήμονος Κ. Καρανικόλα, Ο άγιος Χρυσὀστομος, ο άγγελος της εν Σμύρνα Εκκλησίας, εκδ. Πνοή, Κόρινθος 1972, σελ. 5-10


Ο Μακάριος Χρυσόστομος, με το Επώνυμον Καλαφάτης, Μητροπολίτης Σμύρνης, είναι αναμφισβήτητα Ιερομάρτυρας, γιατί μαρτύρησε και παράδωσε την Ιεραρχική του ψυχή μετά από παρρησία εμφάνισης και ομολογίας, μπροστά στον βάρβαρο και γνωστό για την αγριότητά του, τότε Πασά της Σμύρνης, και υπόφερε ανδρειώτατα και υπομονετικώτατα, την Βούληση του Θεού, που είχεν ορίσει για κείνον να υποστή διαπόμπευση, αικισμούς, εξευτελισμούς, βασανιστήρια επώδυνα, τα οποία άντεξε με ανδρεία και αξιοπρέπεια, όπως εβάδιζε διαπομπευόμενος στους δρόμους της Σμύρνης, τέλος δε υπόμεινε αφάνταστα τον μαρτυρικό του θάνατο στις 28 Αυγούστου του έτους 1922 από τους βασανιστές του, τον βάρβαρον μουσουλμανικό όχλο, της Σμύρνης. Έγινε, όπως είχε πη το Πνεύμα του Θεού για τον ’γγελο της Εκκλησίας Σμύρνης, “Γίνου πιστός μέχρι θανάτου”, το οποίον ισχύει και για όλους τους Ιερομάρτυρες κατά την ίδια φρικτή εποχή που εμαρτύρησαν, όπως Επίσκοποι λοιποί Κληρικοί και μυριάδες Λαϊκοί, για να επαυξηθή το παλαίφατο ρητό που λέει για τα εδάφη, για τα χώματα της Μικράς Ασίας, ότι μέσα σ' αυτά « μεγάλαι δυνάμεις κεκοίμηνται ».
Τα μαρτύρια του νέου νέφους Ιερομαρτύρων και Μαρτύρων της Μικράς Ασίας αποτελούν την αποκορύφωση των ασίγαστων Διωγμών εναντίον των Ορθοδόξων Ελλήνων και άλλων πιστών Χριστιανών και άλλων Εθνικοτήτων που διήρκεσαν πεντακόσια ολόκληρα χρόνια κατά το διάστημα της απανθρωπότατης, της θηριώδους και αιμοσταγούς τουρκοκρατίας, στη Βαλκανική Χερσόνησο, στη Μικρά Ασία, τη Μέση Ασία και σε ένα μεγάλο μέρος του περίγυρου της Μεσογείου Θαλάσσης.
Συστηματικοί διωγμοί, βαρείς και εξοντωτικοί προ παντός στον Πόντο και στην υπόλοιπη Μικρά Ασία, πριν από τον ολοκληρωτικό και εκτεταμένο Διωγμό του 1922, υπήρξαν σ' όλη τη δεκαετία του 1910-1920 και προηγουμένως. Είναι ανάγκη να γίνη σε όλες τις τότε πηγές, συστηματική έρευνα, για να περιγραφούν όσον είναι δυνατόν πληρέστερα οι αγριότητες και να αποκαλυφθούν γεγονότα, τρόποι εκβιασμού, πιέσεων και βασανισμών, να έλθουν δε στο φως πολλά ονόματα Ιερονεομαρτύρων κληρικών και Νεομαρτύρων πιστών. Απλά και ενδεικτικά αναφέρω εδώ π.χ. ότι καταγράφεται στο Περιοδικό Εκκλησιαστικός Κήρυξ 11/12/1919 ( αριθμ. 224) σελίς 627. «Ο Σεβασμιώτατος Επίσκοπος του Λονδίνου καθιέρωσεν εν τη επαρχία του τακτικάς προσευχάς υπέρ της εν τη καθ' ημάς ανατολή δεινοπαθούντων Χριστιανών». Ακόμη ότι, «Ο ενταύθα παρεπιδημών Μητροπολιτής Σμύρνης κ. Χρυσόστομος ελειτούργησεν την παρελθούσαν Κυριακήν εν τω Μητροπολιτικώ Ναώ (Αθηνών). Μετά την απόλυσιν της Θείας Λειτουργίας ωμίλησε προς το πολυπληθές Εκκλησίασμα Χριστιανικώς άμα και πατρικώς διεκτραγωδήσας τα μαρτύρια άτινα υπέστη το Γένος» ( Εκκλησ. Κήρυξ. 11/12/1919 (234) σελίς 269.

Επί πλέον ότι, « Ότε κατά το έτος 1906 ετελούντο εν Αθήναις οι Ολυμπιακοί αγώνες διήλθεν δε εξ' Αθηνών ο τότε Μητροπολίτης Δράμας και νυν Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, τούτο ήτο αρκετόν δια να προβληθή εκ μέρους της Πύλης, η απαίτησις προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, ίνα τιμωρηθή αυστηρώς ο εν λόγω Μητροπολίτης, συνέπεια δε τούτου ήτο η εκ Δράμας εις Σμύρνην μετάθεσίς του. Εκ των γεγονότων τούτων δύνασθε να εννοήσετε υπό ποίας συνθήκας εξελίσσεται η Εκκλησιαστική ζωή εν τη εγγύς Ανατολή». ( Εκκλησ. Κήρυξ 28/6/1919 (210) σελίς 554). Ακόμη ότι, «η αφόρητος εν Τουρκία κατάστασις των Χριστιανών, ηνάγκασε το Οικουμενικόν, το Αρμενικόν Πατριαρχείον, και την Αρχιραβινίαν να διαβιβάσωσι κοινήν ύστατην Έκκλησιν προς το Συμβούλιον των Τεσσάρων προς πρόληψιν χειροτέρων. Ειδικώς δια τας εις βάρος του Μικρασιατικού Ελληνισμού σφαγάς και ληστείας διεμαρτυρήθησαν συλλογικώς και απ' ευθείας εις την Συνδιάσκεψιν οι Μητροπολίται Εφέσου, Σμύρνης, Ηλιουπόλεως και Σωκίων. Κατά τηλεγράφημα εκ Σμύρνης ο υπό των Τούρκων συλληφθείς μετ' άλλων προκρίτων Αρχιμανδρίτης Ναζλίου Ματθίας εσουβλίσθη δια δαυλού υπό τα όμματα πλείστων Χριστιανών». ( Εκκλησ. Κήρυξ 28/6/1919 (210) σελίς 563). Για επίρρωση των παραπάνω παραθέτω και τα πάρα κάτω ακόμη πέντε αποσπάσματα από τον Εκκλησιαστικό Κήρυκα του έτους 1918 από τα οποία αποδεικνύονται οι σφοδροί και ανηλεείς διωγμοί, που έγιναν κατά των Χριστιανών υπό των μουσουλμάνων τούρκων Οθωμανών.
«Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον επέδωκεν προς τας εν Κωνταντινουπόλει Πρεσβείας των τε συμμάχων και των ουδετέρων Κρατών έντονον διαμαρτυρίαν δια τον εν Τουρκία άγριον Διωγμόν του Ελληνικού στοιχείου, εποιήσατο δε παραστάσεις και εις την Υψηλήν Πύλην » ( Εκκλησ. Κήρυξ 16/6" 1918 (182), Σελίς 732), καθώς και, « Ιδού πώς φανατίζονται κατά των Μωαμεθανών οι οπαδοί του Μωάμεθ εν Τουρκία. Η Ιερά Βίβλος διατάσσει εκδίκησιν. Θα αρνηθώμεν άραγε να υπακούσωμεν εις την αγίαν διδαχήν του Παντοδυνάμου Θεού μας και δεν θα εργασθώμεν άραγε δια την εκδίκησιν και τον εξαφανισμόν των Χριστιανών;». ( Εκκλησ. Κήρυξ 30/8/1919 (219) σελίς 238). Το πάρα πάνω σχόλιο για τη μισαλλοδοξία των Τούρκων φέρνει στη μνήμη μας τον προφητικό λόγο του Χριστού. «Έρχεται ώρα ίνα πας ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τω Θεώ». Ακόμη, «Κατ' ειδήσεις εκ Κωνσταντινουπόλεως αι Επιτροπαί των Πατριαρχείων και του Μεικτού Συμβουλίου ήρχισαν ερεύνας εις τα διάφορα τουρκικά ' Ιδρυματα και τας οικίας των Τούρκων ιδιωτών προς ανακάλυψιν των εξισλαμισθέντων παίδων και των κλαπέντων πολυτίμων αμφίων και των Εκκλησιαστικών εν γένει ειδών. Τας ερεύνας ενεργεί Επιτροπή υπό τον Μητροπολίτην Σεβαστείας ». ( Εκκλησ. Κήρυξ 22/6/1918 (183), σελίς 750). Περαιτέρω: «Εις τον Μητροπολίτην Σμύρνης Πανιερώτατον Χρυσόστομον επετράπη η εις την Έδραν του επάνοδος. ( Εκκλησ. Κήρυξ 17/11/1918 (178) σελίς 670), και ολίγον αργότερα, «Κατά νεωτέρας ειδήσεις ο μεν Μητροπολίτης Σμύρνης κ. Χρυσόστομος παραμένων εν Κωνσταντινουπόλει δεν επανήλθεν εις Σμύρνην, ο δε Πανιερώτ. Μητροπολίτης Κυδωνιών (Γρηγόριος) αφέθη ελεύθερος εν Σμύρνη μετά μαρτυρικάς περιπετείας ». ( Εκκλησ. Κήρυξ 24/11/1918 (779) σελίς 683). Τέλος, παραθέτω και αυτά: «Ο πανιερώτατος Μητροπ. Σμύρνης κ. Χρυσόστομος απηύθυνεν εκ Κων/πόλεως προς τους εν τη ελευθέρα Ελλάδι Σμυρναίους συγκινητικωτάτην Εγκύκλιον, εν η ζωηρότατα εκτραγωδών τα δεινά του τε υπ' αυτώ ποιμνίου και του όλου εν Τουρκία Ελληνισμού, παρακελεύεται να ενεργήσωσιν εν άλλήλοις έρανον, ίνα « καταψύξη την γλώσσαν και την ψυχήν των δεινοπαθησάντων, «διότι οδυνώνται εν τη φλογί και τη καμίνω ταύτη της κοινής του Γένους μας και δεινής συμφοράς». Την συμφοράν ταύτην ο Μητροπολίτης χαρακτηρίζει εν τη επιστολή ως λαίλαπα διωγμών και ερημώσεως « απαραδειγμάτιστον εν τη Εθνική μας ιστορία, διότι επί τέσσερα και ήμισυ ζοφερά έτη ήνοιξεν εις το εθνικόν μας σώμα πληγάς τοιαύτας, οποίας οι τέσσαρες και ήμισυς αιώνες της δουλείας, όσοι από της αλώσεως μέχρι της σήμερον διέρρευσαν, δεν μας προυξένησαν, η μάλλον, οι εξανδραποδισμοί και αι ερημώσεις των τελευταίων τούτων τεσσάρων και ημίσεως σκοτεινών ενιαυτών είναι εν σμικρογραφία μια αλγεινή επιτομή και σύνοψις των μεγάλων δεινών και συμφορών, προς ας επαλαίσαμεν επί 4 1/2 εκατονταετηρίδας, με μόνην την διαφοράν, ότι τα τελευταία δεινά πλήγματα ήλθον τόσον αλλεπάλληλα και εν ούτω βραχεί σχετικώς χρόνω, ώστε έπνιξαν, τρόπον τινά, το ιστορικόν άλγος των παθημάτων των δεκατεσσάρων γενεών της επαχθούς και απεχθούς δουλείας μας... Το εν Τουρκία εναπολειφθέν Ελληνικόν στοιχείον εφάνη προς στιγμήν ότι κατέβη εις τον ’δην δια να μη αναβή εκείθεν ποτέ πλέον... Εν τη αυτή επιστολή ο Μητροπολίτης ανακοινοί ότι, «εκ των εις τα ενδότερα της Ασίας εν μέσω των Τουρκικών χωρίων διεσκορπισμένων αδελφών μας, ανερχομένων δε εις τον επιβλητικόν αριθμόν των 400.000 ψυχών, ζήτημα είναι αν ζη μόνο το 1/4. Εκ δε των στρατολογηθέντων δια τα κατ' ευφημισμόν ονομασθέντα «εργατικά τάγματα» ομαιμόνων μας αδελφών μόλις το 1/10 ζη, διότι είναι απηκριβωμένον δια πολλών και επισήμων παρατηρήσεων και εκθέσεων, ότι υπερέβη τα 80% η θνησιμότης εις τα χριστιανικά κατά προτίμησιν ταύτα τάγματα, όσα εστάλησαν να κατασκευάζωσι τας κολοσσιαίας σύραγγας υπό τον Ταύρον και τα όρη του Αμανού, ή να κόπτωσι τον ισθμόν της Κυζικηνής χερσονήσου, ή να εργάζωνται επί 18 ώρας το ημερονύκτιον εν τοις μεταλλείοις των γαιανθράκων, ή να κρημνίζωσι και μετατοπίζωσιν ολόκληρα βουνά προς δημιουργίαν τάχα νέων στρατιωτικών δρόμων...». Ο κάλαμος του Μητροπολίτου τους επιζήσαντας της τεράστιας ταύτης συμφοράς εν Τουρκία Χριστιανούς χαρακτηρίζει δια του αποστολικού ως «ζώντας και περιλειπομένους » και ως «λείψανα» περισωθέντα εκ της πανωλεθρίας. Κατακλείων την επιστολήν ο Μητροπολίτης «καταπίπτει επί του τραχήλου πάντων» των προς ους απευθύνεται Σμυρναίων, και «περιλούει τα μέτωπα και τας παρειάς πάντων δι άπειρων φιλημάτων αγάπης, τιμής, ευχαριστιών και ευλογιών». ( Εκκλησ. Κήρυξ 8/12/1918 (181) σελίδες 717-718).
Κατακλείω με κάποιες λεπτομέρειες που διασώθηκαν σχετικές με το μαρτυρικό θάνατο του Αρχιμανδρίτου Ματθία και που είναι οι πάρα κάτω.
Ο εις Ναζλί υπό των Τούρκων μαρτυρήσας Ματθίας ήτο από τους εγκριτωτέρους Αγιοταφίτας Πατέρας καταγόμενος εκ Κύπρου. Έκανε άριστες σπουδές στη Θεολογική Σχολή του Σταυρού. Κατά το διάστημα του πολέμου εξωρίστηκε από τους νεοτούρκους με τον Αρχιμανδρίτη Ιάκωβον Χατζηνικάκη στη Σμύρνη, όπου ανέλαβε την Διεύθυνση των Σχολών του Ναζλίου και «έτυχε του μαρτυρίου του οποίου τόσον φρικώδεις λεπτομέρειας ανέγραψεν ο Τύπος. ( Εκκλησ. Κήρυξ 28/6/1919 (210) σελίς 566). Να λοιπόν ακόμη ένας Ιερομάρτυρας.
Μετά από ακόμη μια πολύ πρόχειρη ματιά στο τότε Περιοδικό της Ελληνικής Εκκλησίας, τον Ευαγγελικό Κήρυκα των ετών 1918 και 1919, παραθέτω τα ακόλουθα πιο κάτω, που δείχνουν σε σμικρογραφία το μέγεθος του θηριώδους και εκτεταμένου σε βάθος και σε χρονικό μήκος Διωγμού των Χριστιανών από τους μουσουλμάνους Τούρκους, κάνω δε μια σκέψη ότι θα ήταν μια βεβαιότητα μεγάλης σημασίας και αποκάλυψης, εάν όλες ή οι περισσότερες πτυχές του δράματος αυτού, (ίσως εφάμιλλες ή και μεγαλύτερες ακόμη και χρονικώς των Διωγμών των Χριστιανών των πρώτων Χριστιανικών αιώνων), έρχονταν στην επιφάνεια και στη γνώση μας με μια πλήρη έρευνα και μελέτη στις τότε σύγχρονες πηγές που είδαν τη δημοσιότητα με παράλληλη χρησιμοποίηση των αρχείων των τότε δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Γερμανίας, Ρωσσίας, Αμερικής και Ελλάδας. Εάν αυτό κάποτε πραγματοποιηθή είμαι βεβαιότατος ότι θα εκπλαγή και θα τρομάξη ολόκληρη η ανθρωπότητα. Η αλήθεια που απορρέει από τα πραγματικά γεγονότα πρέπει πάντοτε τελικά να λάμπη για να θέτη τα πράγματα στην ουσιώδη τους και στην αληθινή διάσταση για τον πολυώδυνο δια μέσου των αιώνων Χριστιανισμό. Στην παράθεση μαρτυριών και πληροφοριών από τον Ευαγγ. Κήρυκα εκτός των άλλων στοιχείων και γραπτών εκ του καιρού εκείνου, αποδείξεων, παραθέτω και τα πάρα κάτω, που με τα άλλα και το παρόν με ωδήγησαν στις πάρα πάνω συμπερασματικές σκέψεις.
Το πάρα κάτω παρατιθέμενο κομμάτι είναι από κύριο άρθρο του Εκκλησ. Κήρυκα (19 Ιουλίου 1919 Αριθ. 213) σελίς 67). Να τι γράφεται εκεί σε ανύποπτο χρόνο, ως προς δε τις τωρινές σκέψεις και προτάσεις μου αποτελεί σημαντική συνηγορία, ότι οι διωχθέντες κατά την μακραίωνα αυτή εποχή είναι Ιερομάρτυρες, Μεγαλομάρτυρες και Νεομάρτυρες της Εκκλησίας του Χριστού. Αυτό είναι το κείμενο:
«Μήπως Γρηγόριος ο Ε' αντιμετωπίζων την αγχόνην του ενεφορείτο από το ιδεώδες να θέση εις την κεφαλήν του μαζί με την Πατριαρχικήν Μίτρα και το Ελληνικόν βασιλικόν στέμμα; Μήπως ο Επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας έπεσεν μαχόμενος όπου τον διέταξεν ο οπλαρχηγός Αθανάσιος (Διάκος) δια το ιδανικόν να γίνη υπουργός της Νέας Ελλάδος; Μήπως οι εξακισχίλιοι κληρικοί εις όσους μετριώτατα υπολογίζονται υπό του Πουκεβίλ οι πεσόντες και σφαγέντες εις τον Εθνικόν αγώνα εθυσιάσθησαν δια τον πόθον να γίνουν νομάρχαι και έπαρχοι του Ελευθέρου Κράτους; Μήπως ο Κορυτσάς Φώτιος, ο Γρεβενών Αιμιλιανός, ο Μελενίκου Κωνσταντίνος, ο Ελευθερουπόλεως Γερμανός, ο Παπά Λουκάς της Ρόδου ο Αρχιμανδρίτης Ματθίας του Αϊδινίου ( Πβλ. Εκκλησ. Κήρυξ 28/6/1919 (210) σελίς 566), δια να αναφέρωμεν και τινας των συγχρόνων, έπεσαν θύματα του εθνικού καθήκοντος με τον υπολογισμόν Κρατικών αξιωμάτων»;
Για να τονίσουν και να προτάσσουν οι αγωνιστές του 1821 «του Χριστού την πίστη την αγία» το έκαναν από την πείρα των τεσσάρων αιώνων που εδυναστεύθηκε υπέρμετρα η «αγία πίστη του Χριστού» και γι' αυτό αγωνίστηκαν για να παύση επί τέλους η θρηκευτική, όπως την εποχή των Νερώνων, καταδυναστεύση τότε της Ορθόδοξης Χριστιανικής πίστης και να έρθη συγχρόνως και της πατρίδας η ελευθερία, που είναι δικαίωμα πρώτιστο και φυσικό κάθε λαού, κάθε εθνότητας, τοσούτο μάλλον που εδώ πρόκειται για τον ένδοξο, παλαίφωτο και παλαίμαχο Ελληνικό λαό, στο κάτω κάτω τον αρχαιότερο λαό της Ευρώπης. Φυσικά έπεσαν πρώτα «για του Χριστού την Πίστη την Αγία» και έπειτα για της «Πατρίδας την ελευθερία», υπό την αδήρητη και στοιχειωδέστατη ανθρώπινη έννοια της αποκτήσεως της θρησκευτικής ελευθερίας κατά πρώτιστο λόγο η οποία οπωσδήποτε δεν υφίσταται ούτε ανθίζει σε ολοκληρωτικά σε βάρβαρα σε φανατικά αλλόδοξα καθεστώτα και η οποία ελευθερία της πατρίδας είναι το φυσικώτερο αίτημα κάθε λαού αλλά και κάθε ατόμου.
Ο ’γιος Χρυσόστομος της Σμύρνης αρνήθηκε να εγκαταλείψη την Πόλη του, την Μητρόπολή του και το ποίμνιό του και συμμετέσχε μαζί με τις πολλές αμέτρητες χιλιάδες που σφαγιασθήκανε τις ημέρες εκείνες, της πυρπόλησης και εντελούς καταστροφής της Χριστιανικής και Καινοδιαθηκικής Πόλης της Σμύρνης.
Εδιάλεξε μόνος, ελεύθερα και ψύχραιμα, με ανδρεία και τόλμη και με αταλάντευτη χριστιανική πίστη, το μαρτύριο αντί τη φυγή και την εύκολη διάσωσή του με την αναχώρησή του στην ελεύθερη Ελλάδα, όπως είναι γνωστό, όταν τον παρώτρυναν και κατέβαλαν πολλές και ποικίλλες προσπάθειες, ξένοι αξιωματούχοι, αλλά και έλληνες κι όσοι μπορούσαν να έχουν επίδραση επάνω στην προσωπικότητά του.
Μια τέτοια αρχιερατική προσωπικότητα, φυσικά ήταν αδύνατο έστω και να σκεφθή να αρνηθή και να προσχωρήση στη μουσουλμανική πίστη και θρησκεία, για να σωθή, να επιβιώση και να απολαύση διακρίσεων, τιμών, πλούτου και δόξης που όπως είναι γνωστόν μετά από τέτοιες προσχωρήσεις στην ειδωλολατρεία, κι αργότερα οι εξομώτες, οι πεπτωκότες γενικά πρώην Χριστιανοί, στους αδιάκοπους διωγμούς δια μέσου των αιώνων, απολάμβαναν από τους διώκτες του Χριστιανισμού.
Ο Σμύρνης Χρυσόστομος ακόμη και την αξιοπρεπή φυγή του απέρριψε, έδειξε δε έμπρακτα ότι σκύβαλα ηγήσατο πάντα ίνα τον Χριστόν μόνον κερδίση και το εγνώριζεν αυτό και το εφάρμοσε, γιατί ήξευρε σαν καλός Ποιμένας να θυσιάζεται για το λογικό Ποίμνιό του, ακόμη δε περισσότερο να συμμερίζεται μαζί του όχι μόνον τις χαρές, την ευτυχία και τη δόξα, αλλά να συμπάσχη και να συνθυσιάζεται στις αδυσώπητες ημέρες και ώρες, όπως ήσαν αυτές που ενσκήψανε τελικά.
Οι προϋποθέσεις αυτές, αναμφισβήτητες και ακαταμάχητες, προσδιορίζουν τη Χριστιανική του ομολογία και τη φύση του μαρτυρίου του, τον κατατάσσουν δε αδιαφιλονίκητα στη χορεία, εκεί όπου αγάλλεται τα παλαιό και το νέο νέφος των μαρτύρων, εκεί όπου βρίσκονται όλοι στις ουράνιες Μονές, οι αθλητές πάντες που στεφανωθήκανε και περιβληθήκανε με το αμάραντο στεφάνι του μάρτυρα, γιατί αθλήσανε πιστά και νόμιμα.
Έτσι αμέσως τον επόμενο χρόνο, το 1923 μετά από το ενδοξώτατο, το γνήσιο, χριστιανικό και μαρτυρικώτατο τέλος του και την ολόφωτη είσοδό του στην Θριαμβεύουσα Εκκλησία και στη θεολάμπρητη χορεία των Ιερομαρτύρων Αθλητών, ήλθεν η ορθή αλλά δυστυχώς που δεν πραγματοποιήθηκε τότε, για πολιτικούς λόγους, ιδέα και πρόταση του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Φωτίου, να ανακηρυχθή ’γιος ο Σμύρνης Χρυσόστομος. Όμως σχεδόν αμέσως ή μάλλον πολύ λίγο άργότερα, το 1929, κάνει την εμφάνισή της η Ακολουθία του Αγίου Ιερομάρτυρα Χρυσοστόμου του νέου, και τω συν αυτώ, που συντάχτηκε από τον Πρωτοπρεσβύτερο και Ιεροκήρυκα Ζακύνθου Νικόλαο Αβούρη.
Αργότερα, προτομές και ανδριάντες, εστόλισαν την Αθήνα, τη Νέα Σμύρνη και τη Δράμα, όπου προϋπήρξε Μητροπολίτης, αλλά και το εξίσου σημαντικό, στην ιερά Μονή Αγίου Παύλου, στο ’γιο Όρος καθιερώθηκε ο εορτασμός της Αγίας Μνήμης του την (28 Αυγούστου) και ψάλλεται κατ' έτος η ακολουθία του αυτή, από τότε που τη συνέθεσεν ο π. Νικόλαος Αβούρης. Ανδριάντες του Κυδωνιών Γρηγορίου και του Μοσχονησίων Αμβροσίου εστήθηκαν επίσης στη Μυτιλήνη και του Ζήλων Ευθυμίου εις την Ιερά Μονή Λειμώνος, Μηθύμνης, και στη γενέτειράν του, τα Παράκοιλα, Καλλονής, Μυτιλήνης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου