Δευτέρα 4 Σεπτεμβρίου 2017

Ἡ ἕνωσις τῶν «Ἐκκλησιῶν»


Τόν τελευταῖον καιρόν γίνεται πολύς λόγος διά τήν ἕνωσιν τῶν «Ἐκκλησιῶν». Εἰς τήν πραγματικότητα πρόκειται περί ἑνώσεως τῶν ἀπεσχισμένων ἀπό τήν Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καί Ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν. Δέν ὑπάρχουν πολλαί Ἐκκλησίαι διά νά ἑνωθοῦν.
Μίαν μόνον Ἐκκλησίαν ἵδρυσεν ὁ Θεάνθρωπος Κύριος. Αὐτῆς τῆς Ἐκκλησίας συνέχειαν ἀποτελεῖ ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Καθολική (ἐκ τοῦ καθόλου – πλήρης, ἀληθής) Ἐκκλησία. Ἀπό τήν Μίαν αὐτήν Ὀρθόδοξον Καθολικήν Ἐκκλησίαν ἀπεσχίσθη ὁριστικῶς ὁ Πάπας τό 1054, ἕνεκα τῆς ἀρνήσεως τῶν Ὀρθοδόξων νά ὑποταχθοῦν εἰς τάς ἀντιχριστιανικάς ἀξιώσεις του περί πρωτείου ἐξουσίας ἐπί συμπάσης τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἄλλων αἱρέσεών του. Λόγῳ δέ τῶν πολλῶν παρεκτροπῶν τοῦ παπισμοῦ, τό 1517 ἤρχισεν εἰς τήν Δύσιν ὁ ἀγών τῶν Διαμαρτυρομένων (προτεσταντῶν ἤ εὐαγγελικῶν) κατά τοῦ παπισμοῦ, πού ὡδήγησε τούς Δυτικούς Χριστιανούς εἰς πλῆθος διασπάσεων. Σήμερον ὑπάρχουν, ὡς γνωστόν, πολλαί ἑκατοντάδες προτεσταντικῶν ὀμάδων.
Ἡ ἀληθής, λοιπόν, Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν διεσπάσθη, ὥστε νά ὁμιλῶμεν περί ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἀντιθέτως συνεχίζει παρά τούς διωγμούς καί τάς ἀτελείας τῶν μελῶν της νά κρατῇ καί νά κηρύττῃ τό ἴδιον Εὐαγγέλιον καί τήν ἰδίαν πίστιν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων Πατέρων. Ὥστε μόνον καταχρηστικῶς ἠμποροῦμεν νά ὁμιλῶμεν περί ἑνώσεως τῶν «Ἐκκλησιῶν». Ἀπό Ὀρθοδόξου ἀπόψεως καί κατ’ ἀκρίβειαν μόνον περί ἐπανενώσεως τῶν ἀποσχισθέντων ἀπό τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἑτεροδόξων, πού συνειδητῶς ἤ ἀσυνειδήτως εὑρίσκονται εἰς τήν πλάνην ἤ την αἵρεσιν, εἶναι δυνατόν νά ὁμιλῶμεν.
Ὅποιος πιστεύει ἀδιστάκτως ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ μόνη Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ ἱεροῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, δέν πρέπει νά ὁμιλῇ περί ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλ’ ἐπανόδου τῶν ἑτεροδόξων εἰς τήν ἀληθῆ Ἐκκλησίαν.
Δυστυχῶς ὅμως εἰς τό θέμα αὐτό ὑπάρχει σήμερον πολλή σύγχυσις, εἴτε λόγῳ ἀγνοίας εἴτε λόγῳ ὀλιγοπιστίας. Δι’ αὐτό ἀκούομεν συχνά, ἀκόμη και ἀπό ἐπίσημα χείλη, ὅτι μεταξύ τῶν ὀρθοδόξων καί τῶν ἑτεροδόξων δέν ὑπάρχουν διαφοραί, ὅτι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία ἀποτελεῖται ἀπό ὅλας τάς «ἐκκλησίας», ὀρθοδόξους καί μή, ἐφ’ ὅσον καμμία ἱστορική ἐκκλησία δέν δύναται νά ἰσχυρισθῇ ὅτι ἔχει ἀκεραίαν τήν ἀλήθειαν, καί ὅτι πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νά γίνῃ ἡ ἕνωσις μέ τούς ἑτεροδόξους, καί μάλιστα νά κοινωνήσωμεν ἀπό τό ἴδιον Ἅγιον Ποτήριον. Ὅλα αὐτά καί ἄλλα πολλά ἀποτελοῦν σοβαράν ἐκτροπήν ἀπό τήν πίστιν τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων και συνιστοῦν αἵρεσιν, διότι θίγουν τά θεμέλια τῆς Πίστεως.

Ὁ Ὀρθόδοξος λαός μας, πού εἶναι ὁ φύλαξ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, πρέπει νά γνωρίζῃ τήν ἀλήθειαν. Καί ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὑπάρχουν πολλαί καί σοβαραί διαφοραί μέ τούς ἑτεροδόξους Παπικούς ἤ Προτεστάντας. Ὅλαι αὐταί αἱ ἐπί μέρους διαφοραί συνοψίζονται εἰς τήν διδασκαλίαν περί Ἐκκλησίας.
Ποῖος ἀποτελεῖ τό κέντρον, τόν ἀποφασιστικόν παράγοντα, τήν ὑψίστην αὐθεντίαν εἰς τήν Ἐκκλησίαν; Ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός ἤ ὁ ἄνθρωπος;
Κατά τήν ἰδικήν μας ὀρθόδοξον πίστιν, Ἀρχηγός, Ἀλάθητος Κεφαλή, κριτήριον καί πηγή τῆς Ἀληθείας εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Κύριος καί τό Πανάγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖον ἐπιφοιτᾷ ὄχι εἰς ἕνα ἄνθρωπον ἀλλ’ εἰς ὅλην τήν Ἐκκλησίαν.
Κατά τούς Ρωμαιοκαθολικούς ὅμως ὑψίστη αὐθεντία καί κριτήριον ἀλάθητον εἶναι εἷς ἄνθρωπος, ὁ “ἀλάθητος” Πάπας τῆς Ρώμης. Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχῃ καί νά εἶναι ἡνωμένη χωρίς τόν Πάπαν.
Εἰς τούς Προτεστάντας πάλιν κριτήριον καί πηγή τῆς ἀληθείας δέν εἶναι ὁ εἷς πάπας τῆς Ρώμης, ἀλλά ἕκαστος Προτεστάντης δύναται νά εὑρίσκῃ την ἀλήθειαν ἤ τοὐλάχιστον μέρος τῆς ἀληθείας, χωρίς νά εἶναι ἀπαραίτητος ἡ αὐθεντία τοῦ ὅλου σώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Καί εἰς τάς δύο δηλ. περιπτώσεις ἔχομεν ἕνα ὑποκειμενισμόν, ἀτομικισμόν, εἴτε πρόκειται περί τοῦ παπικοῦ ἀτομικισμοῦ εἴτε πρόκειται περί τοῦ προτεσταντικοῦ ἀτομικισμοῦ. Εἰς τούς Ρωμαιοκαθολικούς ἔχομεν ἕνα Πάπαν.
Εἰς τούς Προτεστάντας ἔχομεν τόσους Πάπας ὅσους καί Προτεστάντας.
Εἰς τό βάθος διακρίνομεν τήν ἰδίαν μεγάλην ἁμαρτίαν, τόν παραμερισμόν τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἀπό τόν ἄνθρωπον. Οἱ Δυτικοί παραμερίζοντες τόν Θεάνθρωπον καί θέτοντες ὡς κέντρον τόν ἄνθρωπον γίνονται ἀνθρωποκεντρικοί. Ὁ ἀνθρωποκεντρισμός ἀποτελεῖ τήν οὐσίαν ὅλων τῶν αἱρέσεων τῆς Δύσεως. Ἐμεῖς, ἀντιθέτως, μένομεν εἰς τήν ἁγίαν Θεανθρωποκεντρικήν παράδοσιν τῆς Ὀρθοδοξίας.
Τελικῶς τό ὅλον θέμα εἶναι θέμα σωτηρίας. Ποῖος ἠμπορεῖ νά σωθῇ εἰς μίαν Ἐκκλησίαν, τῆς ὁποίας κέντρον δέν εἶναι ὁ Θεάνθρωπος, ἀλλ’ ὁ ἀλάθητος ἄνθρωπος, Πάπας ἤ Προτεστάντης;
Δι’ αὐτό ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δέν θά δεχθῶμεν ποτέ νά συνυπάρξωμεν με τούς Παπικούς ἤ τούς Προτεστάντας, ἐφ’ ὅσον ἐξακολουθοῦν νά ἐμμένουν εἰς τόν ἀνθρωποκεντρισμόν. Κάθε ἕνωσις μέ τούς ἑτεροδόξους πρίν ἐπανέλθουν εἰς τήν θεανθρωποκεντρικήν παράδοσιν τῆς Ὀρθοδοξίας ἀποτελεῖ προδοσίαν τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος δι’ αὐτό ἀκριβῶς ἐσαρκώθη, ἔπαθε, ἀνέστη, ἀνελήφθη καί ἵδρυσε τήν Ἐκκλησίαν Του, διά νά γίνῃ τό κέντρον τῆς σωτηρίας μας και νά καταργήσῃ κάθε ἀνθρωποκεντρισμόν, πού ἀποτελεῖ ἐπανάληψιν τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ἐγωϊσμόν πού καταστρέφει τήν ἀληθῆ κοινωνίαν με τόν Θεόν καί τούς ἀνθρώπους, ἀπιστίαν εἰς τόν Θεόν καί ἄρνησιν νά παραδοθῇ ὁ ἄνθρωπος ἄνευ ὅρων εἰς τήν σώζουσαν χάριν τοῦ Θεοῦ.
Ἡ χριστιανική ἀγάπη ἐπιβάλλει νά ἀγαπῶμεν τούς ἑτεροδόξους ἀδελφούς μας, νά ἀναγνωρίζωμεν ὅ,τι καλόν ἔχουν, νά προσευχώμεθα καί νά ἐργαζώμεθα χωρίς φανατισμόν, διά νά ἀποκαλυφθῇ καί εἰς αὐτούς ἡ ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. Αὐτό ὅμως δέν πρέπει νά γίνῃ ἐπί θυσίᾳ τῆς πίστεως καί χάριν μιᾶς ἑνότητος πού δέν θά βασίζεται εἰς τήν ἀλήθειαν, ἀλλά τόν συμβιβασμόν, τήν διπλωματίαν καί τήν οἱανδήποτε σκοπιμότητα. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως τό ἐκφράζει ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ Ἱερά Παράδοσις, εἶναι ἡ ἕνωσις ἐν ἀληθείᾳ.
Αὐτήν τήν στιγμήν μόνη ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας κατέχει τό ἀληθές Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καί δι’ αὐτό ἀποτελεῖ τήν μόνην ἐλπίδα τοῦ κόσμου. Καί ἀπό τήν ἄποψιν αὐτήν ἡ μεγαλυτέρα προσφορά μας πρός τούς ἑτεροδόξους καί τόν κόσμον εἶναι νά κρατήσωμεν ἀναλλοίωτον καί ζῶσαν τήν ἁγίαν ἀποστολικήν καί ἁγιοπατερικήν πίστιν μας.
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου
†Ἀρχιμ. Γεώργιος
Ἐδημοσιεύθη εἰς τό Περιοδικόν «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», ἔτος 1987, τεῦχος 22, σελ. 5-6.

Πηγή: http://www.grigoriou.monastery.gr/Epikaira_arthra/Oikoumenismos/4.%20enosis%20ton%20ekklision.pdf
https://www.zoiforos.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=11581:i-enosis-ton-ekklision&Itemid=609

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου