Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

Αυτοβιογραφικές σελίδες αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Αρχιμ. Χρυσοστόμου Αβαγιάννου, Αυτοβιογραφικές σελίδες αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου και απάνθισμα κειμένων του, Αθήνα 1998, εκδ. Αποστολική Διακονία, σελ. 41-44


 
Η Εκκλησία σήμερα
Τότε (στην εποχή των Αποοτόλων) η Εκκλησία ήταν ουρανός. Το ’γιο Πνεύμα καθοδηγούσε τον λαό. Το ’γιο Πνεύμα κατηύθυνε τον κάθε προεστώτα. Τον έκανε ένθεο!
Τώρα μας έμειναν μόνο τα σύμβολα από εκείνα τα χαρίσματα της πρώτης Εκκλησίας. Και σήμερα μιλούμε δύο ή τρεις, με τη σειρά. Σταματά ο ένας και αρχίζει ο άλλος (όπως τότε με τους χαρισματούχους). Όχι όμως, όχι, δεν είναι το ίδιο! Τα σημερινά είναι παλιές θύμησες, απομεινάρια χωρίς ουσία.
Βλέπετε μόλις αρχίσουμε να μιλούμε τι λέγει ο λαός από κάτω; «Τω Πνεύματί σου», δείχνοντας έτσι ότι τα παλιά χρόνια, όταν κήρυτταν, δεν έλεγαν δικά τους, δικές τους σοφίες, αλλ' ό,τι τους φώτιζε το ’γιο Πνεύμα...
Τώρα όμως όχι! Την γνώμη μου λέγω, όπως τα βλέπω εγώ. Σήμερα η Εκκλησία μοιάζει με μία ξεπεσμένη πλούσια κυρία, που έχει πια στην κατοχή της μονάχα ό,τι μαρτυρεί τις παλιές καλές της ημέρες. Δεν έχει πια πλούτη. Πάνε τα χρυσά της κοσμήματα. Τώρα κρατά μόνο τα άδεια κουτιά, τα άδεια σεντούκια.
Με αύτήν μοιάζει τώρα η Εκκλησία. Και δεν εννοώ τα χαρίσματα. Όχι. Αν ήταν μόνο αύτό, δεν θα ήταν τόσο μεγάλο το κακό. Εννοώ τη χριστιανική ζωή, εννοώ την αρετή!
( Λόγος ΣΤ΄ εἰςτήν Α΄ προς Κορινθίους . ΕΠΕ 18,Α, σ. 512)
 
Θέλει να γίνη δεσπότης...
Δεν πρέπει πολύ να φροντίζη κανείς για το τι θα πουν οι άλλοι. Επάνω σ' αυτό θα σας πω κάτι σχετικό, που συνέβη σε κάποιο φίλο μου. Κάποτε, πάνε αρκετά χρόνια, είχε πέσει οργή Θεού (στην πόλη μας, την Αντιόχεια). Ο φίλος μου, που σας μιλώ, ήταν τότε πολύ νέος. Ήταν διάκονος. Ο επίσκοπός του εκείνο τον καιρό έλειπε. Δεν ήταν στην πόλη.
Όπως ήταν φυσικό, την ευθύνη για τα θέματα της Εκκλησίας την είχαν οι πρεσβύτεροι. Αυτοί, ανάμεσα στα άλλα, θα έπρεπε να φροντίσουν και για τους κατηχουμένους. Εκείνες τις μέρες θα τους βάπτιζαν.
Δυστυχώς κανείς από τους πρεσβυτέρους δεν πρόσεξε αυτό το ζήτημα. Αλλά τι έκαναν; Μέσα σε μία νύχτα άρχισαν να βαπτίζουν χιλιάδες κατηχουμένους. Απλώς τους δέχονταν στα βαπτιστήρια της πόλεως και τους βάπτιζαν. Χωρίς κατήχηση, χωρίς προπαρασκευή, χωρίς να ξέρουν τίποτε, τους βάπτιζαν χριστιανούς. Αλλά τι χριστιανοί θα γίνονταν χωρίς προηγουμένως να ξέρουν το παραμικρό για την χριστιανική πίστη;
Ο φίλος μου λοιπόν ο διάκονος, σαν είδε αυτό που γινόταν εκείνο τον καιρό, απεφάσισε να ενεργήση μόνος του. Χιλιάδες νέοι χριστιανοί, χωρίς προηγούμενη χριστιανική κατήχηση; Γι' αυτό, μπροστά στην αδιαφορία των πρεσβυτέρων, έκαμε αυτός το εξής. Έπαιρνε ιδιαίτερα τους βαπτισθέντες και τους κατηχούσε. Σχημάτισε ομάδες από εκατό ή και διακόσια άτομα και τα δίδασκε τις χριστιανικές αλήθειες. Συγκεκριμένα δεν τους έκαμε συστηματική διδασκαλία. Όχι! Αυτό έπρεπε να 'χε γίνει ή ας το έκαναν αργότερα μόνοι τους.
Ο διάκονος, ο νεαρός φίλος μου, τους μιλούσε σχετικά με τα μυστήρια, τα οποία για πρώτη φορά είχαν γευθή. (Τουλάχιστον να ήξεραν τι συνέβη όταν βαπτίσθηκαν ή όταν πρώτη φορά κοινώνησαν τα ’χραντα Μυστήρια). Μάλιστα (σύμφωνα με την αρχαία εκκλησιαστική τάξη) δεν επέτρεπε στις συγκεντρώσεις των νεοφωτίστων που ωργάνωνε να είναι παρόντες άβάπτιστοι.
Να όμως που τον παρεξήγησαν! Πολλοί, σαν είδαν με τι ζήλο συγκέντρωνε τους νεοφώτιστους και τους κατηχούσε, είπαν μεταξύ τους καχύποπτα:
— Τον βλέπετε τον φιλόδοξο, τον αρχομανή; Από τώρα θέλει να γίνη δεσπότης! Γιατί νομίζετε τα κάνει όλα αυτά;
Και όμως ο καλός εκείνος διάκονος, επειδή δεν είχε τέτοια πρόθεση, δεν έδωσε σημασία στα πικρόχολα σχόλια όσων τον επέκριναν. Συνέχισε να διδάσκη τις αλήθειες της πίστεως στους νεοφώτιστους. Όχι όμως για πολύ. Ύστερα από λίγο σταμάτησε.
Σας ερωτώ λοιπόν εκείνος έφταιγε που σκανδαλίσθηκαν μερικοί; Όχι βέβαια. Ο φίλος μου εκείνος, ο νεαρός ζηλωτής διάκονος, δεν ήταν αρχομανής. Αν αυτό που έκαμε, το έκαμε χωρίς να υπάρχη λόγος, τότε μάλιστα. Αλλά ύπήρχε λόγος. Ήταν σωστό χιλιάδες άνθρωποι να βαπτισθούν χωρίς προηγουμένως να γνωρίζουν το παραμικρό για την πίστη, που φαινομενικά ασπάζονταν; Έπειτα, για λίγο διάστημα, έκανε τον δάσκαλο. 'Υστερα σταμάτησε. Πού, λοιπόν, η φιλαρχία του; Γι' αυτό ας λαμβάνουμε υπόψη την γνώμη των άλλων μέχρι εκείι που πρέπει...
(Λόγος ΜΣΤ΄ εἰς τά Πράξεις των Αποστόλων, ΑΑΠ, 79, 263).
 
Ανάμεσα στους γέροντες
Πόσο όμορφη είναι αυτή η πνευματική ελιά (ο επίσκοπός μας)! Τα κλαδιά της γέρασαν, έχασαν την παλιά τους ακμή, την πρώτη τους θαλερότητα. Τι γλυκός όμως, πόσο ώριμος ο καρπός της!
Τα δέντρα της Εκκλησίας δεν μοιάζουν με τα δέντρα της γης. Τα δέντρα της γης, σαν περάσουν τα χρόνια, χάνουν, ρίχνουν κατά γης το φύλλωμά τους, απογυμνώνονται. Αν πης και για τον καρπό τους, αυτός δεν είναι παρά λιγοστός, χωρίς πολλή γεύση, άγουρος, άνοστος.
Αντίθετα, τα δέντρα της Εκκλησίας, όταν γεράσουν, τότε γεμίζουν, φορτώνονται με καρπούς. Αυτό δεν είδαμε σήμερα; Γέροντας είναι ο επίσκοπός μας, όμως τι καρπούς πνευματικούς μας φίλεψε!
Γι' αυτό και δεν μίλησα. ’κουγα κι εγώ μαζί σας προσεκτικά. Έτσι έπρεπε να γίνη. Νέος εγώ άνάμεσα σε τόσους γέροντες παρόντες, που ξέρουν μάλιστα να μιλούν τόσο καλά, ώφειλα να κάνω ησυχία. Να καθήσω και να μη μιλώ.
Έπειτα, έτσι μας συμβουλεύει και η Αγία Γραφή. Ο νέος να μη λέγη πολλά. Ο γέρος, ο συνετός και φρόνιμος, εκείνος να μιλά. Δεν ακούτε τι λέγει απευθυνόμενη στον νέο; «Λάλησον, νεανίσκε, ει χρεία σου, μόλις δις εάν επερωτηθής· κεφαλαίωσον εν ολίγοις πολλά» (Σοφία Σειράχ 32,7-8). Ενώ του γέροντα τι του λέγει; «Λάλησον, πρεσβύτερε, πρέπει γαρ σοι...» (Σοφία Σειράχ 32,3).
Τόση ευχαρίστηση προκαλεί η εμπνευσμένη και με τέχνη διδασκαλία του γέροντα διδασκάλου, ώστε ξεπερνά ακόμη και την αισθητική απόλαυση της μουσικής. Γι' αυτό και δεν έπρεπε να μιλήσω. Αυητός, ο γέροντας επίσκοπός μας, πρέπει να ομιλή, να διδάσκη.
Αλλά πάλι θα σας πω, εκείνο που τόσες φορές έχω επαναλάβει· δεν μπορώ να υποφέρω την τυραννία σας, την αγάπη, την προθυμία σας! Αδύνατο να ξεφύγω. Η ανάγκη των πραγμάτων δεν με αφήνει.
Γι' αυτό πάλι άρχίζω τον αγώνα μου. Ξεκινώ τον δρόμο μου τον συνηθισμένο. Αν και δεν είναι εύκολο το λέγειν. Αντίθετα μάλιστα. Είναι πολύ έπίπονο πράγμα! Εν τούτοις εγώ με πολλή ευκολία, με άνεση το εξασκώ. Προς Θεού! Όχι γιατί είμαι τόσο δυνατός στο λέγειν. Όχι! Εσείς είστε η αιτία, εσείς οι ακροαταί με την τόση προθυμία σας.
(Δ΄ Ομιλία εἰς το΄ςυ αγ. Μακκαβαίους, 395Β κεξ. Α.Α.Π. 24)

Γύρω από μία συζήτηση
Κάποτε άκουσα έναν χριστιανό να συζητή με έναν ειδωλολάτρη. Συζητούσαν και μάλωναν με γελοίο τρόπο. Προσπαθούσαν με τα επιχειρήματά τους ο ένας να ρίξη τον άλλο. Χωρίς να το θέλουν χρησιμοποιούσαν στη συζήτησή τους λανθασμένα έπιχειρήματα. Συγκεκριμένα ο χριστιανός ανέπτυσσε επιχειρήματα του ειδωλολάτρη και ο ειδωλολάτρης πάλι ανέφερε τα επιχειρήματα του χριστιανού.
Σύγχυση! Αλλά τι συζητούσαν; Το θέμα της συζητήσεώς τους ήταν: ποιός είναι ανώτερος, ο Πλάτωνας ή ο Παύλος. Ο μεν ειδωλολάτρης υπεστήριζε με πάθος ότι ανώτερος ήταν ο Πλάτωνας. Όλη η επιχειρηματολογία του είχε στόχο να αποδείξη, ότι ο Παύλος ήταν αγράμματος, ένας απλοϊκός, κοινός άνθρωπος, που ποτέ δεν θα μπορούσε να σταθή δίπλα στον σοφό, στον μεγάλο Έλληνα φιλόσοφο.
Από τη μεριά του πάλι ο χριστιανός αγωνιζόταν ο αφελής να αντικρούση τα επιχειρήματα του ειδωλολάτρη αποδεικνύοντας, ότι ο Παύλος ήταν πιο λόγιος από τον Πλάτωνα, χωρίς να ξέρη ο δυστυχής ότι μόνος του έδινε τη νίκη στον ειδωλολάτρη!
Γιατί, αν πράγματι ήταν έτσι, όπως το υπεστήριζε με πείσμα, ότι δηλαδή ο Παύλος ήταν πιο λόγιος, πιο μορφωμένος από τον Πλάτωνα, τότε φυσικό ήταν πολλοί να του πουν, ότι η νίκη του Παύλου, η διάδοση δηλαδή του Ευαγγελίου, δεν οφειλόταν στη χάρη του Θεού, αλλά στην ευγλωττία του άποστόλου. Να γιατί το επιχείρημα του χριστιανού ήταν υπέρ του ειδωλολάτρη.
Το ίδιο συνέβαινε και με τον ειδωλολάτρη, που θεωρούσε πολύ ανώτερο στην σοφία τον Πλάτωνα από τον Παύλο. ’θελα του υπεστήριζε με τα επιχειρήματά του τον χριστιανό. Γιατί αν ο Παύλος, μολονότι σύμφωνα με την εκδοχή του ήταν άγράμματος, τράβηξε κοντά του όλους τους μαθητές του Πλάτωνα, τότε αποδεικνύεται ότι το κήρυγμά του δεν ήταν καρπός άνθρωπίνης σοφίας, αλλά της θείας χάριτος!
Γι' αυτό θα πρέπη, όταν συζητούμε παρόμοια θέματα με τους ειδωλολάτρες, για να μη γίνουμε γελοίοι, να κατηγορούμε τους αποστόλους ως αμαθείς. Η αγραμματωσύνη τους αποτελεί εγκώμιο!
(Γ΄ Ομιλία εις την Α΄ προς Κορινθίους. ΕΠΕ 18 , 74).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου