L’histoire de Marguerite est une exception
12 Οκτωβρίου 2006 — George Le Nonce
Δεν ξέρω αν αιτία είναι η φυματίωση, η ματαίωση, η θυσία, ο θάνατος, ο έρωτας ή η μουσική του Verdi, δεν ξέρω ούτε αν είμαι γενικότερα επιρρεπής στο μελοδραματισμό και στην υστερία, αλλά η αλήθεια είναι ότι οποτεδήποτε έχω δει την Κυρία με τις Καμέλιες ή την Τραβιάτα, σε οποιαδήποτε εκδοχή, έχω αναλυθεί σε δάκρυα. Και πρόκειται για ένα μύθο που κυνηγάω – ψάχνω πού ανεβαίνει Traviata και ταξιδεύω κοντά της. Ψάχνω ποια θεατρική παράσταση έχει έστω και ελάχιστη σχέση με την Μαργαρίτα Γκωτιέ και σπεύδω να κλάψω. Σε σημείο ψυχαναγκασμού. Follie! Follie! Delirio vano e questo!

Ο υπερχειλισμός των συναισθημάτων δεν έχει, παραδόξως, να κάνει με την αισθητική αξία της παράστασης. Έχω ακούσει Βιολέττες κακόφωνες, έχω δει Μαργαρίτες άθλιες, αλλά καμία επίδραση δεν φαίνεται να έχουν στους ποταμούς δακρύων που χύνω κάθε φορά. Ούτε υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο σημείο κορύφωσης της συγκίνησης, που να ξέρω ότι θα με οδηγήσει στην ερήμωση. Τα δάκρυα μπορεί να ξεκινήσουν σε ένα πάρτυ της Μαργαρίτας, σε μία sempre libera έκρηξη ή στο addio del passato, με την ίδια ένταση, την ίδια αδυναμία αναπνοής, το ίδιο σφίξιμο της καρδιάς, σχεδόν ανεπηρέαστο από την εξέλιξη του μύθου, την απεικόνιση του αρχετύπου ή τη μέθεξη της συμφοράς.

Ανάμεσα στους φίλους και τους γνωστούς η μανία μου αυτή αντιμετωπίζεται περίπου ως ανέκδοτο. Όταν τα χειμερινά ταξίδια του Γ. και εμού δεν έχουν κάποιον γνωστό και αναμενόμενο προορισμό, τύπου Ρώμης ή Παρισιού, όλοι υποπτεύονται, και έχουν δίκηο, πως πηγαίνουμε σε κάποιο άγνωστο θέατρο κάποιας ξεχασμένης πόλης για μία Βιολέττα ή για μία Μαργαρίτα. Και κάθε φορά που φαίνομαι συγκινημένος, ακόμη και αν η φαινομενική συγκίνηση οφείλεται σε μία αθώα επιπεφυκίτιδα, οι φίλοι ρωτούν αν είχαμε πάει να δούμε καμία Dame aux Camélias ή καμία Traviata.

Η νοσηρή μου ανταπόκριση δεν περιορίζεται μόνο στις παραστάσεις. Οποιαδήποτε αναφορά στο μύθο της Βιολέττας, ή σε οποιαδήποτε ηθοποιό την έχει ενσαρκώσει, οποιοδήποτε τυχαίο άκουσμα οσοδήποτε ελάχιστου αποσπάσματος από την Traviata, και οποιαδήποτε μονωδός έχει τραγουδήσει Βιολέττα, φέρουν ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα. Κάθε πρωί, μάλιστα, ακούω κλαίγοντας με τον καφέ μου το Ah, fors’e lui che l’anima σε διάφορες εκτελέσεις, ώστε να εκτονώσω αρκετή συμφορά για να μπορέσω να ανταποκριθώ στην υπόλοιπη μέρα.

Καμία άλλη τραγωδία και κανένα άλλο μελόδραμα δεν έχουν άνευ όρων αυτή την επίδραση επάνω μου. Οπωσδήποτε, το γεγονός ότι η ηρωίδα πάσχει από αυτήν την αφόρητα ποιητική ασθένεια έχει κάποια σημασία. Το γεγονός ότι πρόκειται για μία γυναίκα ελεύθερη και ηθικά καταδικασμένη έχει επίσης τη σημασία του. Και κυρίως, το γεγονός ότι γνωρίζει πως θα πεθάνει και επιλέγει να ζήσει τις τελευταίες της μέρες μέσα στη μοναξιά και την εγκατάλειψη. Και πως για μισό δευτερόλεπτο, οπερατικά επιμηκυνθέν, πιστεύει πως θα ζήσει ακριβώς πριν καταρρεύσει οριστικά.

Η αντίφαση είναι, μάλλον, αυτό που με κάνει να κλαίω. Η αντίφαση που ενσαρκώνει η Μαργαρίτα/Βιολέττα μεταξύ της ζωής και του θανάτου, του έρωτα και της εγκατάλειψης, της νόσου και της ηδονής της ζωής. Η ομορφιά του ερωτικού θανάτου την οποία προσωποποιεί.

Κάποια στιγμή, όμως, η σωματική αντίδραση του οργανισμού μου απέναντι στη Μαργαρίτα ήταν βαρύτερη ακόμη και από τις ανεπτυγμένες αντοχές μου. Έχουν περάσει, ίσως, πέντε έξι χρόνια. Σε ένα μικρό θέατρο κάπου στην Κυψέλη ανέβαινε κάποια εκδοχή της Κυρίας με τις Καμέλιες. Πήγαμε, ασφαλώς, αλλά ήμαστε εντελώς ανυποψίαστοι για την τραγωδία που θα μας επετίθετο.

Η φίλη μου η Ε. προσπάθησε να με προειδοποιήσει: “είσαι σίγουρος ότι αντέχεις να δεις αυτή τη γυναίκα σε αυτό το ρόλο;”
“Μα θα είναι συγκλονιστική. Δεν θα μπορούσα ποτέ να συγχωρήσω τον εαυτό μου αν την έχανα.”
“Ακριβώς αυτό είναι το θέμα. Οπωσδήποτε θα είναι συγκλονιστική. Αλλά αμφιβάλλω πως εσύ θα το αντέξεις. Θα πρέπει να έχουμε ένα ασθενοφόρο έτοιμο έξω από το θέατρο για να σε μαζέψει. Μην πας, σε παρακαλώ. Για το καλό σου.
Επήγα. Ευτυχώς. Η Ρούλα Πατεράκη πέθαινε από τη στιγμή που πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή. Διασκέδαζε, ερωτευόταν και χόρευε πεθαίνοντας. Από τα ηχεία, ως leitmotiv, ακουγόταν σχεδόν ακατάπαυστα το Addio del passato.

Ο Γ. μου συμπαραστάθηκε όσο μπορούσε. Επί δύο μέρες έκλαιγα γοερά με την ανάσα πιασμένη. Το σώμα μου έτρεμε. Με ένα ρίγος που μου ήταν αδύνατο να νικήσω. Δεν τολμούσα να κάνω ούτε βήμα μόνος, γιατί γνώριζα πως θα έπεφτα. Αλλά ήξερα πως είχα γευθεί την απίστευτη τύχη της μετοχής στην τέχνη.

der Besuch der alten Dame
18 Σεπτεμβρίου 2006 — George Le Nonce
Η Μύκονος μοιάζει με την Claire Zachanassian: γερασμένη, αμετανόητη, ανήθικη, ανικανοποίητη, μεθυστική, εκμαυλίστρια. Την επισκέφθηκα με κάποια απροθυμία, για τρεις μέρες μόνο, μετά τέσσερα έτη αποφασισμένης απουσίας. Με θυμήθηκε και τη θυμήθηκα. “Ήρθατε σε καλή εποχή,” μας είπαν όλοι, αλλά δεν έχει σημασία γιατί πάντα το ίδιο έλεγαν. Δεν αποκλείεται, βέβαια, πάντα να είναι καλή εποχή για τη Μύκονο, όποιος και αν είσαι, όποια και αν είναι η ηλικία σου, όποια και αν είναι η διάθεσή σου. Γιατί το νησί αυτό διαθέτει το άπειρο των επιλογών – και ο απίστευτος αριθμός των επιλογών που το κατακλύζουν αποτελεί ακριβώς τη σαγηνευτική σήψη της, τον ασύλληπτο κυνισμό της.

Πρωτοπήγα στη Μύκονο στα δεκαέξι μου – πριν είκοσι τρία χρόνια. Ταξιδεύοντας πάνω σε ένα καράβι επί εφτά ώρες. Η Μύκονος δεν ήταν ούτε καλύτερη, ούτε χειρότερη, αλλά εγώ ήμουν διαφορετικός. Ακούραστος έπαιρνα το λεωφορείο για τον Πλατύ Γιαλό, από εκεί τη βάρκα για το Super Paradise, όπου όλη μέρα θαύμαζα τα γυμνά σώματα των ανδρών γύρω μου, τα ίδια σώματα που απολάμβανα το βράδυ στα φτηνά μπαρ, στη σκοτεινή Παραπορτιανή, στο άθλιο δωμάτιο (rooms to let, χωρίς κλιματισμό και χωρίς παράθυρο) της κυρα Μαριγώς στην Αργύραινα, της κυρα Μαριαλένας στον Πετεινάρο, της κυρα Νότας στη Φάμπρικα. Το νησί ήταν από τότε αδηφάγο, αλλά όταν είναι κανείς τόσο νέος δεν ενδιαφέρεται για το αν διαθέτει τα χρήματα που θα εξασφαλίσουν την πλαστική καλοπέραση του lifestyle στις πανάκριβες ξαπλώστρες της Ψαρρούς, δεν ξέρει τη διαφορά μεταξύ ενός κοκτέηλ σαμπάνιας στο Kastro bar και μιας χλιαρής μπίρας στην Κεντρική Κρεαταγορά του πάλαι ποτε Nefeli, δεν ενθουσιάζεται στην ιδέα της ολοκάθαρης πισίνας της residence, ούτε σταματά μπροστά στις βιτρίνες των ημιθανών icons στο ματογιάννι. ‘Οταν είναι κανείς τόσο νέος το μόνο που τον συνταράσσει είναι η καυτή γεύση της παλλόμενης ανώνυμης σάρκας που η γηραιά κυρία φιλοξενεί με λαιμαργία τόσες δεκαετίες τώρα.

Η τρέλα των πρώτων ετών: χημικά υποβοηθούμενα σεξουαλικά όργια στα μπαρ της χώρας, αδιάκοπο λίκνισμα μέρα νύχτα στους ρυθμούς του νεαρού τότε house, συμπαράσταση στους βίαιους καβγάδες της φίλης Γ. με την άπιστη Α., ακόμη και όταν η Γ. έριξε το αυτοκίνητο στη θάλασσα στον Αη Γιάννη, εν μέσω πανσελήνου, φτηνά δερμάτινα outfits από το ήδη ξεπεσμένο remember, το πρώτο piercing στο αυτί, βραδινοί περίπατοι με την άγνωστη ακόμη ηθοποιό φίλη κάνοντας show στους δρόμους που δεν εξέπλησσαν κανέναν, ο νεόκοπος εκδότης lifestyle να μοιράζει δεκαχίλιαρα στους πορτιέρηδες των gay bar ώστε να τον προσκυνάνε, το μοναδικό one night stand που ακολούθησα ώς το Manchester, τα σουβλάκια στο Jimmy αποκλειστική τροφή για όλο το διάστημα της παραμονής, οι διαγωνισμοί ξεπέτας με το φίλο Στέφανο, tsimpouki time της υπέροχης Roberta στα στενά γύρω από το γουμένιο, γνήσια αηδία για τους αστούς της Κατρίν και του Φιλιππή…

Η αγαλλίαση του ζευγαριού: επί δέκα έτη, ο Γ. και εγώ δεν χρειάστηκε να συζητήσουμε προορισμό διακοπών, ήταν γνωστό, άρρητα συμφωνημένο πως η γηραιά κυρία μας περίμενε κάθε καλοκαίρι, κάθε Σεπτέμβριο, κάθε Πάσχα. Την αδιάκοπη έκλυση αδρεναλίνης των αδιάκοπων περιστασιακών γαμησιών διαδέχθηκε η ηδονή της γνώσης του οργασμού, οι μαραθώνιοι ολοήμερων περιπτύξεων και ολονύκτιων πάρτυ για δύο, η ζηλόφθονη υποδοχή που μας επεφύλασσαν κάθε χρόνο οι δεσμώτες της γηραιάς κυρίας, ξενοδόχοι, ιδιοκτήτες μπαρ, drag queens, κοσμικοί, έκπληκτοι πάντα που ήμασταν ακόμη μαζί. Οι συνήθειες αναπτύχθηκαν γρήγορα: πρωινό στον κάβο, μπάνιο στην ψαρρού, κοκτέηλ στο κάστρο, φαγητό και κρασί σε κάποιο από τα εστιατόρια που σνομπάραμε παλαιότερα, σαμπάνια με τη Phyllis στο πιάνο μπαρ, ποτά στο Porta, ένα night cup στην πλατεία της Αγίας Κυριακής, κρέπες για να στρώσει το στομάχι, χρύσανθος στη Φτελιά πότε πότε για γαστριμαργικές απολαύσεις απίστευτης ομορφιάς, μεσημεριανά στο καλό λειβάδι για μπριζόλες με το Γιάννη, και η γηραιά κυρία γινόταν όλο και πιο απαιτητική. Όλο και περισσότεροι γνωστοί που δεν προφταίναμε να δούμε, όλο και πιο πολυτελείς έξοδοι, όλο και πιο πολύ αλκοόλ, όλο και μεγαλύτερη ανάλωση. Αλλά πάντα η Μύκονος μας παρέσυρε σε κάθε ευκαιρία, ακόμη και γεμάτη με άθλιους βιαγκρασμένους γέροντες που συνόδευαν βίζιτες με φουσκωτά χείλη, ακόμη και γεμάτη με χαζογκόμενες που επισκέπτονταν την πλατεία Αγίας Κυριακής σαν να πήγαιναν σε τσίρκο για να θαυμάσουν το freak show…

Ούτε εγώ ξέρω πώς έγινε και σταματήσαμε απότομα προ τετραετίας το προσκύνημα, πώς είπαμε “δεν έχει νόημα” και ρίξαμε σχεδόν μαύρη πέτρα στο νησί, καίτοι ο εκμαυλισμός μας είχε ολοκληρωθεί προ πολλών ετών. Ήρθαν άλλα ταξίδια, πιο εξωτικά, κατά τα οποία συχνά παρατηρούσαμε ότι ασυναίσθητα αναζητούσαμε συνήθειες που μιμούνταν τη ζωή μας στη Μύκονο. Πάντως, τα Ελληνικά νησιά μάλλον τα αποφεύγαμε σε όλο αυτό το διάστημα, ίσως ενδομύχως αποφεύγοντας την ύστατη αυτή προδοσία.

Και ξαφνικά, σχεδόν τυχαία, μετά τέσσερα έτη, η επιστροφή για ένα τριήμερο. Επιστροφή λίγο φοβισμένη, δεν ξέραμε πόσο θα έχει αλλάξει το νησί, τί θα είναι ακόμη ανοιχτό, ποιοί φίλοι θα είναι ακόμη στα πόστα τους, αν θα θυμόμαστε τις δαιδαλώδεις διαδρομές από το ένα μπαρ στο άλλο. Αλλά η γηραιά κυρία ξέρει να είναι ιδιαίτερα γοητευτική όταν την έχεις εγκαταλείψει για λίγο και έχει ανάγκη να σε κατακτήσει εκ νέου. Όλοι ήσαν εκεί. Κάθε βήμα και ένα καλώς ορίσατε. Κεράσματα. Φιλιά. Τα “μας λείψατε” σχεδόν απολύτως πειστικά. Οι διασκεδάσεις απαράλλαχτες, σαν να ήμασταν είκοσι ετών.

Η residence πιο όμορφη παρά ποτέ. Ωραία gay ζευγάρια, γριές κολονακιώτισσες χωρίς pretences, καθαρή κρύα πισίνα, το μεγαλύτερο διαμέρισμα που είχαμε ποτέ, εξαιρετικές γάτες να χαϊδεύονται στα φυλλώματα, και εκατό μέτρα παραπέρα όλη η τρέλα για την οποία επιστρέφει κανείς στη Μύκονο. Οι επιλογές πολλαπλάσιες όσων θυμόμασταν: ησυχία ερημητηρίου στην πισίνα, νεοϋορκέζικο cabaret στο πιάνο μπαρ, γαλλικό fun στην πόρτα, ημίαιμη πόζα στην taverna italiana, freak show αποτυχημένου john waters στον ίκαρο, τα λιπαρά brownies του αφρού, η μαρία-να-σας-κλείσω-ξαπλώστρα-για-αύριο-honey στην Ψαρρού, Bach με kir και mimoza στο κάστρο, αναίσθητα εφηβάκια έξω από το cavo, βίζιτες στο ματογιάννι με χείλια που θα ζήλευε και η πιο επίμονη τραβεστί…

Και στην Παραπορτιανή οι gay σαν να μην έχει περάσει ούτε μια νύχτα από τα eighties, πιστοί στο προσκύνημα, χρησιμοποιώντας τη γηραιά κυρία με τον ίδιο τρόπο που τους χρησιμοποιεί και αυτή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου