Εἰς τὸ τέλος,
ὑπὲρ Ἰδιθούν· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.
Ψαλ. 61,2 Οὐχὶ
τῷ Θεῷ ὑποταγήσεται ἡ ψυχή μου; παρ᾿
αὐτῷ γὰρ τὸ σωτήριόν μου·
Ψαλ. 61,2 Εις τον Θεόν δεν θα υποταχθή η ψυχή μου; Βεβαίως.
Διότι εις τα χέρια αυτού υπάρχει η σωτηρία μου.
Ψαλ. 61,3 καὶ γὰρ
αὐτὸς Θεός μου καὶ σωτήρ μου, καὶ ἀντιλήπτωρ
μου, οὐ μὴ σαλευθῶ ἐπὶ πλεῖον.
Ψαλ. 61,3 Ακριβώς επειδή αυτός ο Θεός μου, είναι ο σωτήρ
μου και ο υπερασπιστής μου, δεν θα κλονισθώ πλέον στους πειρασμούς, οι οποίοι
ενδεχομένως θα με προσβάλουν.
Ψαλ. 61,4 ἕως πότε
ἐπιτίθεσθε ἐπ᾿ ἄνθρωπον; φονεύετε πάντες
ὑμεῖς ὡς τοίχῳ κεκλιμένῳ καὶ φραγμῷ
ὠσμένῳ.
Ψαλ. 61,4 Εως πότε σεις θα επιτίθεσθε με φονικήν μανίαν
εναντίον αθώου ανθρώπου; Εως πότε σεις θα επιζητήτε να με φονεύσετε
επιπίπτοντες εναντίον μου, ωσάν προς ετοιμόρροπον τοίχον και προς φράκτην ο
οποίος έχει σπρωχθή και είναι έτοιμος να σωριασθή στο έδαφος;
Ψαλ. 61,5 πλὴν τὴν
τιμήν μου ἐβουλεύσαντο ἀπώσασθαι, ἔδραμον ἐν δίψει,
τῷ στόματι αὐτῶν εὐλόγουν καὶ τῇ
καρδίᾳ αὐτῶν κατηρῶντο. (διάψαλμα).
Ψαλ. 61,5 Παρ' όλην την τραγικήν μου κατάστασιν, οι εχθροί
μου εσκέφθησαν να ποδοπατήσουν στο χώμα την βασιλικήν μου τιμήν. Και προς
τούτο, διψασμένοι δια το αίμα μου, έτρεξαν εναντίον μου. Με το στόμα των
έλεγαν λόγους επαινετικούς και κολακευτικούς. Με την καρδιάν των όμως με
κατηρώντο.
Ψαλ. 61,6 πλὴν τῷ
Θεῷ ὑποτάγηθι, ἡ ψυχή μου, ὅτι παρ᾿
αὐτῷ ἡ ὑπομονή μου.
Ψαλ. 61,6 Πλην συ, ω ψυχή μου, στον Θεόν πρέπει να
υποταχθής, διότι από αυτόν με υπομονήν και πίστιν θα περιμένω λύτρωσιν από
τας θλίψεις μου.
Ψαλ. 61,7 ὅτι
αὐτὸς Θεός μου καὶ σωτήρ μου, ἀντιλήπτωρ μου,
οὐ μὴ μεταναστεύσω.
Ψαλ. 61,7 Διότι αυτός είναι ο Θεός και σωτήρ μου, το
στήριγμά μου· και παρά την μανίαν των εχθρών μου δεν θα μεταναστεύσω
εξόριστος εις ξένας περιοχάς.
Ψαλ. 61,8 ἐπὶ
τῷ Θεῷ τὸ σωτήριόν μου καὶ ἡ δόξα μου·
ὁ Θεὸς τῆς βοηθείας μου, καὶ ἡ ἐλπίς μου
ἐπὶ τῷ Θεῷ.
Ψαλ. 61,8 Εις τον Θεόν έχω στηρίξει με πίστιν την σωτηρίαν
μου και την δόξαν μου. Ο Θεός αυτός είναι ο βοηθός μου και όλαι αι ελπίδες
μου εις αυτόν στηρίζονται.
Ψαλ. 61,9 ἐλπίσατε
ἐπ᾿ αὐτὸν πᾶσα συναγωγὴ λαοῦ·
ἐκχέετε ἐνώπιον αὐτοῦ τὰς καρδίας
ὑμῶν, ὅτι ὁ Θεὸς βοηθὸς ἡμῶν.
(διάψαλμα).
Ψαλ. 61,9 Εις τον Θεόν στηρίξατε τας ελπίδας σας όλα τα
πλήθη του λαού. Αφήσατε να εκχυθή προς αυτόν το περιεχόμενον της καρδίας σας,
είτε θλίψις είναι και πόνοι, είτε χαρά και αγαλλίασις. Διότι ο Θεός είναι
βοηθός μας.
Ψαλ. 61,10 πλὴν μάταιοι
οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων, ψευδεῖς οἱ
υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων ἐν ζυγοῖς τοῦ
ἀδικῆσαι αὐτοὶ ἐκ ματαιότητος ἐπὶ
τὸ αὐτό.
Ψαλ. 61,10 Εξ αντιθέτου οι άνθρωποι είναι ματαιολόγοι και
κούφοι, ψεύδονται μεταξύ των, απατούν και απατώνται, και αδικούν ο ενας τον
άλλον. Ολοι αυτοί κινούνται από συμφώνου ένεκα της ματαιοδοξίας των.
Ψαλ. 61,11 μὴ
ἐλπίζετε ἐπ᾿ ἀδικίαν καὶ ἐπὶ
ἁρπάγματα μὴ ἐπιποθεῖτε· πλοῦτος
ἐὰν ῥέῃ, μὴ προστίθεσθε καρδίαν.
Ψαλ. 61,11 Σεις, οι άνθρωποι, μη στηρίζετε τας ελπίδας σας
στον πλούτον και εις την αδικίαν. Μη φλογίζεσθε από τον πόθον δια πλούτη, που
προέρχονται από αρπαγάς. Και αν ίδετε ωσάν ποτάμι να ρέη ο πλούτος εμπρός
σας, μη προσκολλάτε εις αυτόν την καρδίαν σας.
Ψαλ. 61,12 ἅπαξ
ἐλάλησεν ὁ Θεός, δύο ταῦτα ἤκουσα, ὅτι τὸ
κράτος τοῦ Θεοῦ,
Ψαλ. 61,12 Απαξ δια παντός διεκήρυξεν ο Θεός, εγώ δε ήκουσα τα
δύο αυτά πράγματα. Πρώτον ότι η κραταιά δύναμις ανήκει εις σε τον Θεόν
Ψαλ. 61,13 καὶ σοῦ,
Κύριε, τὸ ἔλεος, ὅτι σὺ ἀποδώσεις
ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ.
Ψαλ. 61,13 και δεύτερον ότι η ευσπλαγχνία είναι επίσης ιδική
σου. Βασει λοιπόν αυτών, Κυριε, συ θα αποδώσης εις έκαστον κατά τα έργα του.
Θα τιμωρήσης δια τας αδικίας του τον ένοχον. Θα αμείψης τον αγαθόν δια τα
καλά του έργα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου