Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

O χωρισμός της ψυχής από το σώμα Τού Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Βλάχου Πηγή: Από το βιβλίο: "Η ζωή μετά τον θάνατο

Το κεφάλαιο αυτό νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό, γιατί αποτελεί την βάση των όσων πρέπει να γνωρίζουμε για την ψυχή και την μετά θάνατον ζωή της. θα δούμε, λοιπόν, εδώ τι είναι ή ψυχή, πώς δημιουργείται, πώς χωρίζεται από το σώμα δια του θανάτου, που βρίσκεται, πώς μετά την έξοδο της από το σώμα διατηρείται ή υπόσταση του ανθρώπου, τι είναι τα τελώνια για τα όποια γίνεται λόγος στα πατερικά κείμενα, και άλλες αλήθειες. Γι’ αυτό και ελέχθη προηγουμένως ότι το κεφάλαιο αυτό είναι αρκετά σημαντικό, και αποτελεί την δόση του γενικού θέματος «η ζωή μετά τον θάνατο».
1. Ορισμός της ψυχής
Δεν πρόκειται να παραμείνουμε πολύ στο σημείο αυτό, γιατί τα
περί ψυχής μπορεί ο αναγνώστης να ανατρέξει και να τα μελετήσει σε άλλα κείμενα μου1.  
Εδώ πρέπει να σημειωθούν τα πλέον απαραίτητα πού μας εισαγάγουν στο θέμα μας.
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης δίνοντας τον ορισμό της ψυχής λέγει ότι είναι ουσία κτιστή, ζώσα, νοερά, μεταδίδουσα στο οργανικό και αισθητικό σώμα ζωτική δύναμη και αντιληπτική των αισθητών, έως ότου βέβαια παραμένει το σώμα στην ζωή2. 
Η ψυχή εισάγει  ζωτική δύναμη στον σωματικό οργανισμό για την ενέργεια των αισθήσεων3. 
Αυτό σημαίνει ότι το σώμα κινείται από την δύναμη και την ενέργεια της ψυχής. Έτσι η ψυχή είναι κτιστή, γενητή. Δημιουργημένη από τον Θεό, είναι νοερά και ζώσα ουσία, πού μεταδίδει την ζωή στο σώμα, έως ότου διατηρείται ή ενότητα ψυχής και σώματος, με την βοήθεια και ενέργεια του Θεού. Έναν ολοκληρωμένο ορισμό για την ψυχή μας δίνει ο όσιος Νικήτας Στηθάτος. Γράφει:  
«Ουσία δε ψυχής εστιν, ως και άλλοις πεφιλοσόφηται κάλλιστα, απλή, ασώματος, ζώσα, αθάνατος, αόρατος, σωματικοίς οφθαλμοίς μηδαμώς θεωρούμενη, λογική τε και νοερά, ασχημάτιστος, οργανικώ κεχρημένη σώματι και παρεκτική τούτω ζωής κινήσεως, αυξήσεως, αισθήσεως και γεννήσεως, νουν έχουσα μέρος αυτής το καθαρώτατον, πατέρα και προβολέα του λόγου, αυτεξούσιος φύσει, θελητική τε και ενεργητική και τρεπτή ήτοι εθελότρεπτος, ότι και κτιστή»4.
Ο ορισμός αυτός φανερώνει μερικές αλήθειες. Κατ' αρχάς ότι ή ψυχή είναι κτιστή, δημιουργημένη από τον Θεό, και αυτό φαίνεται από το ότι είναι εθελότρεπτη, αυτεξούσια, έχει την δυνατότητα της επιλογής καλού και κακού. Η δυνατότητα της επιλογής, πού συνιστά το λεγόμενο γνωμικό θέλημα, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της κτιστότητος, γι' αυτό και συνιστά την ατέλεια της φύσεως, εν σχέσει με το άκτιστο τον Θεό. Έπειτα παρουσιάζεται εδώ η οντολογία της ψυχής. Πραγματικά, ή ψυχή είναι αόρατη στους σωματικούς οφθαλμούς, ασώματη και απλή. Δεν μπορεί κανείς με σωματικούς Οφθαλμούς να δη την ψυχή. πού σημαίνει ότι είναι νοερά, και εν σχέσει με το σώμα είναι απλή.
ΤΟ σώμα του ανθρώπου είναι σύνθετο, αποτελούμενο από διάφορα στοιχεία, ήτοι νερό, αέρα, χώμα και φωτιά, όπως υποστήριζαν και οι αρχαίοι φιλόσοφοι. Γι’ αυτό, το σώμα μετά την έξοδο της ψυχής από αυτό διαλύεται ατά στοιχεία από τα όποια συγκροτήθηκε. Η ψυχή είναι απλή, δηλαδή δεν αποτελείται από διάφορα στοιχεία, γι' αυτό και δεν διαλύεται μετά την έξοδο της από το σώμα. Η ψυχή, καίτοι είναι μία και αδιαίρετη, εν τούτοις είναι πολυδύναμη, έχει πολλές δυνάμεις. Ο νους είναι το καθαρότατο μέρος της ψυχής και προβολεύς του λόγου. Γι' αυτό και ή ψυχή είναι λογική και νοερά. Λόγω των δυνάμεων και ενεργειών της η ψυχή δίνει ζωή, κίνηση, αίσθηση και ενέργεια στο σώμα. Γι' αυτό και το σώμα συγκροτείται και συγκρατείται από την ψυχή. Το σώμα δεν εμπεριέχει απλώς την ψυχή, δηλαδή το σώμα δεν είναι η φυλακή της ψυχής, όπως έλεγαν οι αρχαίοι φιλόσοφοι, αλλά η ψυχή ζωοποιεί και συγκρατεί το σώμα του ανθρώπου. Γι' αυτό και μόλις αποχωρίζεται με την βούληση του Θεού από το σώμα, τότε το σώμα πεθαίνει, διαλύεται.

Η Ψυχή Του Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Βλάχου

H ψυχή του ανθρώπου, όταν δημιουργείται από τον Θεό βρίσκεται σε καθαρή κατάσταση, στον φωτισμό.
Ο θάνατος, πού δεν είναι δημιούργημα τον Θεού αλλά ελεύθερη επιλογή του ανθρώπου, επειδή απομακρύνθηκε από τον Θεό, πού είναι ή αληθινή ζωή, είναι κάτι το συνταρακτικό στην ζωή του ανθρώπου, είναι ένα παράσιτο, πού δημιουργεί πολλά προβλήματα. 
Η ενανθρώπηση του Χρίστου απέβλεπε στην νίκη εναντίον του θανάτου. Παρά την νίκη του πάνω στον θάνατο, ο άνθρωπος τον γεύεται, ώστε δια του τρόπου αυτού να νικηθούν τα πάθη και ή αμαρτία. 
Μέσα στην Εκκλησία γευόμαστε την υπέρβαση του θανάτου. Οι δίκαιοι πού συνδέονται με τον Χριστό, τον νικητή του θανάτου, δεν φοβούνται τον θάνατο, όταν πλησιάζει στην ύπαρξη τους, δεν πτοούνται από τους δαίμονες πού θέλουν να αρπάξουν την ψυχή τους. 
Η ώρα και η ήμερα του θανάτου στους αγίους είναι ονομαστήριος ημέρα, αφού τότε εορτάζουν και πανηγυρίζουν. 
Το φοβερό μυστήριο του θανάτου, πού είναι ο χωρισμό της ψυχής από το σώμα, γίνεται μια τελετή, μια μετάβαση από τα λυπηρότερα στα θυμηδέστερα, διάδοση «εκ του θανάτου εις την ζωήν». 
Το σώμα του ανθρώπου μετά τον θάνατο απλώς κοιμάται, γιατί ο θάνατος είναι ένας μεγάλος ύπνος, έως την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, οπότε οι ψυχές θα εισέλθουν στα αναστημένα σώματα, για να παρουσιασθούν ενώπιον του φοβερού βήματος του Χριστού και να κριθούν.

Ο φόβος του θανάτου, πού καλλιεργήθηκε από όλους τους Πατέρες της Εκκλησίας, χρησιμοποιείται για να φθάσουμε στην αφοβία του θανάτου
Ο φόβος του θανάτου, και όλων των δεινών πού συνδέονται με αυτόν, καλλιεργεί την μετάνοια. Δεν πρόκειται για έναν φόβο με ψυχολογικό περιεχόμενο, αλλά για πνευματικό φόβο, πού αναπτύσσει την μετάνοια και δημιουργεί έμπνευση για προσευχή και σωτηρία. 
Δεν μπορεί να νοηθεί μετάνοια χωρίς τον φόβο του θανάτου. Γι' αυτό, όσοι επιδιώκουν με τον στοχαστικό λόγο να αμβλύνουν το φοβερό μυστήριο του θανάτου, χωρίς να το αντιλαμβάνονται, αποτρέπουν τον άνθρωπο από την μετάνοια, πού συνιστά τον πραγματικό θάνατο της ψυχής. Πραγματικά, ο φόβος του θανάτου οδηγεί στην αφοβία και την υπέρβαση του θανάτου.
Του Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Βλάχου

Πηγή: Από το βιβλίο: "Η ζωή μετά τον θάνατο"

Ποιοι λέγονται πατέρες; Κυριακή των Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου

π. Αυγ. τρ.ΣΗΜΕΡΑ εἶνε Κυριακή. Καὶ ἡ Κυριακὴ αὐτὴ ὀνομάζεται Κυριακὴ τῶν Πατέρων. Γιατί ὀνομάζεται ἔτσι; Διότι σήμερα ἑορτάζουν οἱ Πατέρες. Ποιοί λέγονται πατέρες; Στὸ ἐρώτημα αὐτὸ θ᾿ ἀπαντήσουμε. Θὰ σᾶς μιλήσω μὲ ἁπλᾶ λόγια, νὰ μὲ καταλάβετε.
Ὅλοι ξέρουμε, ὅτι πατέρες λέγονται αὐτοὶ ποὺ γεννοῦν παιδιά. Ἀλλὰ τὸ νὰ γεννήσῃ κανείς, ἡ ἀναπαραγωγὴ ἢ διαιώνισις τοῦ είδους, εἶνε νόμος παγκόσμιος. Δὲ γεννοῦν μόνο οἱ ἄνθρωποι· γεννοῦν καὶ τὰ ζῷα. Δὲν εἶνε λοιπὸν τόσο δύσκολο νὰ φέρῃ κάποιος παιδὶ στὸν κόσμο. Τὸ δύσκολο εἶνε νὰ πάρῃς
―ἐπιτρέψατέ μου― αὐτὴ τὴ «μύξα», αὐτὸ τὸ κομμάτι τὸ «κρέας», καὶ νὰ τὸ κάνῃς ἄνθρωπο, νὰ πάρῃς αὐτὸ τὸ «ξύλο τὸ ἀπελέκητο» καὶ νὰ τὸ κάνῃς ἕνα ὡραῖο ἔπιπλο. Τὸ δύσκολο εἶνε νὰ πάρῃς τὸ παιδὶ καὶ νὰ τὸ ἀναθρέψῃς· νὰ τὸ μάθῃς ἡ πρώτη λέξι ποὺ θὰ πῇ νὰ εἶνε Θεός, νὰ σηκώνῃ τὸ χεράκι του νὰ κάνῃ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, νὰ γονατίζῃ μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ προσεύχεται, νὰ ἐκκλησιάζεται, ν᾿ ἀγαπάῃ τὸ Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, νὰ πονάῃ τὴν πατρίδα.
Ἀλλὰ πόσοι ἆραγε ἀπὸ τοὺς γονεῖς ἀνταποκρίνονται σ᾿ αὐτὸ τὸ χρέος; Ἐλάχιστοι. Οἱ πολλοὶ δυστυχῶς ἀδιαφοροῦν γιὰ τὸ παιδί, δὲν τὸ διδάσκουν, δὲν τὸ πηγαίνουν στὴν ἐκκλησία, αἰσχρολογοῦν καὶ μολύνουν τὴν ἁγνὴ ψυχή του, ἢ καὶ ἀνοίγουν μπροστά του τὸ βρωμερό τους στόμα καὶ βλαστημοῦν τὰ θεῖα καὶ τὰ ἅγια. Αὐτοὶ πλέον δὲν εἶνε γονεῖς, εἶνε δολοφόνοι· φονεύουν ὄχι τὸ σῶμα ἀλλὰ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ. Αὐτὸ δὲν τὸ λέω ἐγώ, τὸ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἀπὸ τέτοιους γονεῖς τί παιδιὰ θὰ βγοῦν;
Ἄλλοτε κάθε σπίτι ἦταν μιὰ ἐκκλησιά. Νύχτωνε, κι ὁ πατέρας τοὺς μάζευε ὅλους, γονάτιζαν μπροστὰ στὶς εἰκόνες, ἔκαναν τὴν προσευχή τους, κ᾿ ἔπεφταν καὶ κοιμοῦνταν σὰν ἄγγελοι. Δείξατέ μου τώρα μιὰ τέτοια οἰκογένεια!
  Ἀλλ᾿ ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς πατέρες αὐτοὺς ὑπάρχουν καὶ κάποιοι ἄλλοι πατέρες. Εἶνε οἱ διδάσκαλοι. Ναί· ἕνας καλὸς δάσκαλος, ποὺ διδάσκει τὰ παιδιὰ ὅ,τι ὡραῖο καὶ ὑψηλὸ ὑπάρχει στὸν κόσμο, εἶνε κι αὐτὸς πατέρας, καὶ ἀναπληρώνει τὶς ἐλλείψεις τῆς οἰκογενειακῆς ἀνατροφῆς. Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἔλεγε· «Στὸν πατέρα μου (τὸν Φίλιππο) ὀφείλω τὸ ζῆν, στὸν διδάσκαλό μου (τὸν Ἀριστοτέλη) ὀφείλω τὸ εὖ ζῆν».
  Πατέρες εἶνε ἀκόμα οἱ κληρικοί. Ὄχι ἐκεῖνοι ποὺ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὸ ποίμνιό τους, ἀργυρολογοῦν καὶ ἐμπορεύονται τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια, ἀλλ᾿ αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν, ἐνδιαφέρονται, πηγαίνουν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, προστατεύουν τὴ χήρα καὶ τὸ ὀρφανό, εἶνε ἕτοιμοι ἀκόμη καὶ τὸ αἷμα τους νὰ δώσουν γιὰ τὶς ψυχές. Τέτοιοι παπᾶδες καὶ δεσποτάδες εἶνε εὐλογία. Χαρὰ στὸ λαὸ ποὺ ἔχει τέτοιους κληρικούς· αὐτοὶ λέγονται πατέρες.

* * *

Τέτοιους λοιπὸν πατέρας ἑορτάζουμε σήμερα; Ὄχι. Σήμερα πετάξτε ψηλά, ψηλὰ στὰ οὐράνια, καὶ μετρῆστε ἄστρα. Πόσα; Μετρῆστε τριακόσια δεκαοκτὼ ἄστρα. Πατέρες λέγονται, ἀλλὰ τί πατέρες; Εἶνε οἱ ἅγιοι πατέρες. Ὅπως μέσ᾿ στὸ δάσος μερικὰ δέντρα εἶνε ὑψηλότερα ἀπὸ τὰ ἄλλα καὶ ξεχωρίζουν, ἔτσι καὶ μέσα ἀπὸ ὅλους ὅσους λέγονται πατέρες (πιστοὺς γονεῖς, εὐγενεῖς διδασκάλους, εὐλαβεῖς κληρικούς) ξεχωρίζουν αὐτοί. Εἶνε 318. Εἶνε ἱερεῖς, εἶνε ἀρχιερεῖς, εἶνε μεγάλα πνεύματα.
Ἡ ἱστορία λέει, ὅτι στὴν ἐποχή τους παρουσιάστηκε ἕνας μεγάλος αἱρετικός, ὁ Ἄρειος. Αὐτὸς ἄνοιξε τὸ ἄθλιο στόμα του καὶ εἶπε μιὰ βλασφημία. Εἶπε, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε Θεός. Ἐνῷ χιλιάδες φωνὲς μαρτυροῦν τὴ θεότητα του, ὁ Ἄρειος δὲν τὸ παραδεχόταν· θεωροῦσε τὸ Χριστὸ σὰν ἕναν ἄνθρωπο ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι. Καὶ τότε ἔγινε μεγάλη ταραχή.
Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ζοῦσε ἕνας εὐσεβὴς βασιλεύς, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Αὐτὸς ἐκάλεσε τοὺς ἁγίους πατέρας στὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μαζεύτηκαν 318, καὶ οἱ πιστοὶ βγῆκαν καὶ τοὺς προσκυνοῦσαν. Γιατί; Γιατὶ ἦταν ἅγιοι ἄνθρωποι. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς εἶχαν ἔρθει ἀπὸ φυλακές, ἐξορίες, μαρτύρια. Ἦταν ἄλλος χωρὶς αὐτί, ἄλλος χωρὶς μάτι, ἄλλος χωρὶς δόντια, ἄλλος χωρὶς δάχτυλα. Εἶχαν πάνω στὸ κορμί τους τὰ παράσημα, τὰ «στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ» Χριστοῦ (Γαλ. 6,17).
Μερικοὶ ἦταν καὶ θαυματουργοί. Μεταξὺ τῶν 318 ἁγίων πατέρων ἦταν ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων, ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος. Ὁ ἅγιος Νικόλαος ἦταν ἀγράμματος, ἀλλὰ μέσα του εἶχε φωτιά. Ὅταν ἄκουσε τὸν Ἄρειο νὰ λέῃ, ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε Θεός, σηκώθηκε καὶ τοῦ ᾿δωσε χαστούκι, τὸν χτύπησε νὰ κλείσῃ τὸ στόμα του. Ὁ ἅγιος Σπυρίδων, γιὰ νὰ δώσῃ μιὰ εἰκόνα πῶς τὰ τρία πρόσωπα τῆς Θεότητος εἶνε μία οὐσία, καὶ πῶς ἡ μία Θεότης ἔχει τρία πρόσωπα, πῆρε ἕνα κεραμίδι καὶ μπροστὰ στὸν Ἄρειο εἶπε «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός, καὶ τοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος»· καὶ τότε τὰ τρία στοιχεῖα ποὺ ἀποτέλεσαν τὸ κεραμίδι χωρίστηκαν, ἡ φωτιὰ ἀνέβηκε ἐπάνω, τὸ χῶμα ἔμεινε στὰ χέρια του, καὶ τὸ νερὸ ἔπεσε κάτω. Καὶ ὅλοι εἶδαν τὸ θαῦμα. Ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος πάλι ἔδειξε μιὰ πέτρα ποὺ ὑπῆρχε στὸ μέσον τῆς συνάξεως καὶ λέει στοὺς ἀρειανούς· ―Ἂν ἔχετε ἐσεῖς τὴν ἀλήθεια, ἐπιβεβαιῶστε την μὲ θαῦμα· κάνετε αὐτὴ τὴν πέτρα νὰ βγάλῃ λάδι. Καὶ ἐνῷ οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Ἀρείου ἀπομακρύνθηκαν, ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος κατόπιν προσευχῆς ἔκανε ἐμπρὸς στὰ μάτια τους τὸ θαῦμα· ἡ πέτρα ῥάγισε καὶ ἔτρεχε λάδι. Ἔτσι ἀπεστόμωσε τοὺς αἱρετικούς. Ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ κοπίασε περισσότερο καὶ ἀπέδειξε θεολογικῶς, ὅτι ὁ Χριστός μας εἶνε Θεός, εἶνε ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ φωτισμὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος συνέτριψε καὶ κονιορτοποίησε τὴν αἵρεσι τοῦ Ἀρείου.
Αὐτοὶ λοιπὸν εἶνε οἱ πατέρες. Καὶ αὐτοὶ ἔγραψαν ὄχι μὲ μελάνι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα καὶ τὰ δάκρυά τους τὸ «Πιστεύω» ποὺ ἀκοῦμε κάθε φορά. Τὸ «Πιστεύω» ἄρχισαν νὰ τὸ γράφουν οἱ 318 πατέρες ποὺ συγκρότησαν τὴν Πρώτη (Α΄) Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Αὐτὸ τὸ γεγονός, αὐτὴ τὴ μεγάλη ἑορτή, ἑορτάζουμε σήμερα.

* * *

Τί διδασκόμεθα ἐμεῖς; Διδασκόμεθα, ὅτι παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα εἶνε ἡ πίστις μας, πίστις ἡ ὀρθόδοξος. Ἡ πίστις, ποὺ σήμερα κινδυνεύει περισσότερο ἀπὸ ἄλλες φορές. Τότε ἦταν ἕνας Ἄρειος, τώρα εἶνε πολλοί. Γέμισε ὁ τόπος ἀπὸ ὀρθολογιστὰς ἐπιστήμονας, ποὺ κοροϊδεύουν τὴν πίστι τῶν πατέρων μας καὶ λένε· Δὲν εἶνε τίποτα τὸ ἕνα, δὲν εἶνε τίποτα τὸ ἄλλο. Κινδυνεύει ἡ πίστις μας πρὸ παντὸς ἀπὸ αἱρετικούς. Σ᾿ ἕνα σχολειὸ ὁ καλὸς δάσκαλος ἔβαλε τὰ παιδιὰ στὴ γραμμὴ καὶ ὅλα ἔκαναν τὸ σταυρό τους ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα. Τὸ ρώτησε· ―Γιατί δὲν κάνεις σταυρό; ―Ἐμένα, λέει, ὁ πατέρας μου μοῦ εἶπε νὰ μὴν κάνω σταυρό. ―Τί εἶσαι ἐσύ; ―Εἶμαι μάρτυρας τοῦ Ἰεχωβᾶ… Καταλάβατε; Ξάπλωσαν πολὺ οἱ χιλιασταί, ποὺ εἶνε τὰ ἐγγόνια – τὰ τρισέγγονα τοῦ Ἀρείου, ἡ μεγάλη χολέρα καὶ κατάρα ποὺ μᾶς ἦρθε ἀπὸ τὴν Ἀμερική. Στὴν Πελοπόννησο μιὰ γυναίκα πῆγε στὴν ἐκκλησία τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Γυρίζει πίσω καὶ τί νὰ δῇ· ὁ ἄντρας της ὁ χιλιαστής, τὴν ὥρα ποὺ χτυποῦσαν οἱ καμπάνες καὶ ἀκουγόταν τὸ «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου…», κατέβασε τὶς εἰκόνες, τὶς ἔκανε κομμάτια – κομμάτια, πῆρε μπριζόλες καὶ μὲ τὰ ξύλα ἀπ᾿ τὶς εἰκόνες ἔψησε τὶς μπριζόλες του ὁ ἄτιμος! Ἐκεῖ φτάσαμε τώρα, ἀδέρφια μου. Ἔχουμε τοὺς ἀθέους ὀρθολογιστάς, ἔχουμε τοὺς χιλιαστάς, ἔχουμε τοὺς μασόνους, ἔχουμε τοὺς ροταριανούς, ἔχουμε…
Κοιτάξτε καλά. Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστός· ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ ἐκεῖνον. Ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμη ἔρθῃ ποτὲ στιγμὴ κατηραμένη καὶ μείνῃς ἕνας καὶ μόνος στὴν ὀρθόδοξο πίστι, νὰ σταθῇς ἐμπρὸς στοὺς τάφους τῶν πατέρων σου καὶ νὰ φωνάξῃς· «Πιστεύω, Κύριε!». Φτάνει ὁ ἕνας. Ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ πολλούς. Δώδεκα ἀποστόλους εἶχε ὁ Κύριος καὶ μ᾿ αὐτοὺς ἄλλαξε ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ κοπάδια ἄχρηστα. Ζητάει ψυχὲς ποὺ νὰ πιστεύουν ὀρθοδόξως σ᾿ αὐτόν. «Ὅσοι πιστοί», «ὅσοι πιστοί» (θ. Λειτ.), νὰ μείνουμε κοντὰ στὸ Χριστό, προσηλωμένοι στὴν ἁγία μας Ὀρθοδοξία.
Οἱ 318 θεοφόροι πατέρες (ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων, ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὅλοι) μᾶς φωνάζουν· «Πιστεύετε στὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ καὶ μάχεσθε νὰ μείνῃ ἡ πατρίδα σας ὀρθόδοξος. Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, μάχεσθε ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος μέχρι ἐσχάτων», καὶ ὁ Θεὸς διὰ πρεσβειῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἡμῶν νὰ ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ πάντας ἡμᾶς· ἀμήν.
(ἱ. ναὸς Ἁγ. Ἀρχαγγέλων Μιχαὴλ & Γαβριὴλ Πύργων – Ἑορδαίας 30-5-1971)
 http://www.augoustinos-kantiotis.gr

Τι είναι η Εκκλησία π.Μωϋσής Αγιορείτης

Η αποκάλυψη του Θεού στη ζωή μας! Γέροντας Μωυσής

Ζούμε σε μία εποχή που επικρατεί γενική αναστάτωση , ταραχή, κρίση , αμφισβήτηση και κατάρρευση ιδεών, αρχών, ηθών και βάσεων. Η αδιαφάνεια, η απληστία, ο κορεσμός, η αλλοτρίωση κυριαρχεί στον κόσμο. Έχουμε μία έξαρση της φιλαρχίας, της φιλαυτίας, της φιλοδοξίας, της φιληδονίας, της φιλοκτησίας και της φιλαργυρίας. Τεράστιες οικολογικές καταστροφές σε όλο τον πλανήτη δυσχαιρένουν τη ζωή των ανθρώπων. Τ’ απαράγραπτα
ανθρώπινα δικαιώματα λειτουργούν συχνά σε βάρος των βασικών ανθρώπινων υποχρεώσεων. Επικρατεί το αντιευαγγελικό «μακαριότερο το να λαμβάνεις από το να δίνεις». Αμφισβητούνται ηθικές αρχές, λογικές βάσεις, αρχαίες αξίες. Προβάλλονται νοσηρές ιδιαιτερότητες και αποκρουστικές φαυλότητες. Βρισκόμαστε στην εκπλήρωση της προφητείας του Μ. Αντωνίου: «Θα έλθει μία εποχή που οι τρελοί θα λένε τους γνωστικούς τρελούς και το αντίθετο».
Από την άλλη, μερικές φορές, η Εκκλησία εξαντλεί το έργο της στη φιλανθρωπία. Όχι ότι δεν είναι ένα από τα έργα της, αλλά δεν είναι το μόνο και δεν είναι το κύριο. Το έργο αυτό το κάνει και το υπουργείο κοινωνικής προνοίας ( ή όπως αλλιώς τώρα λέγεται) , που βέβαια δεν το κάνει πάντοτε , κι ένας σύλλογος κι ένας μασώνος κι ένας αλλόθρησκος κι ένας άθεος. Οι νέοι μας δεν ζητούν από την Εκκλησία χρήματα και ψωμί, αλλά νόημα βαθύ και σκοπό βίου ορθό. Να μάθουν για το τί ζουν και πού πάνε, γιατί υπάρχουν, γιατί γεννήθηκαν και γιατί πεθαίνουν. Είναι πολύ κουραστικές οι ομιλίες θεολόγων που δεν τους μίλησε ο Θεός, τα στερεότυπα κηρύγματα, οι μεγαλόστομες ηθικολογίες, οι βερμπαλιστικές ρητορείες, οι διδασκαλίες δίχως προσωπικό αντίκρυσμα.
Στη σύγχρονη κοινωνία απουσιάζει η κοινωνία των προσώπων. Επικρατεί δυστυχώς ακοινωνησία και ασυνεννοησία, μοναξιά και ψυχρότητα. Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι λίαν ανταγωνιστικές , εξουσιαστικές, ζηλόφθονες, υποκριτικές , αναληθείς, ανίερες. Δεν υπάρχει αλληλοκατανόηση, αλληλοπεριχώρηση, αλληλοσεβασμός. Αν οι όποιες ανθρώπινες σχέσεις δεν είναι εν Χριστώ , εν αληθεία, εν αγάπη , έχουν σίγουρα ημερομηνία λήξεως. Δίχως τον Χριστό ανάμεσα στα πρόσωπα δεν υπάρχει κατανόηση, ανεκτικότητα, υπομονή και υποχωρητικότητα. Οι σύζυγοι , τ’ αδέλφια, οι φίλοι, οι συνάδελφοι, οι συμμαθητές, οι συμφοιτητές, δεν μπορούν να συνευρεθούν, να συμπορευθούν, να συναντηθούν, να συνομιλήσουν και να συνεννοηθούν δίχως Χριστό.
Το κάθε ανθρώπινο πρόσωπο είναι μοναδικό, ιερό και ανεπανάληπτο μέσα σε όλη την παγκόσμια ιστορία. Το κάθε πρόσωπο είναι εντελώς διαφορετικό και χρειάζεται έναν ιδιαίτερο σεβασμό. Όλα τα πρόσωπα είναι πλασμένα κατ’ εικόνα Θεού. Δεν μπορεί λοιπόν ποτέ να μην είναι αξιοσέβαστα και αξιοτίμητα. Η διαφορετικότητα , η ανομοιότητα, η ιδιαιτερότητα, αποτελεί τελικά μία καταπληκτική συμμετρία. Η συνάντηση και συνεννόηση προσώπων αποτελεί αλληλοσυμπλήρωση και αρμονική σύνθεση. Δεν υπάρχουν οπωσδήποτε δύο όμοιοι άνθρωποι, ούτε μπορούν να υπάρξουν. Μόνο με την αγάπη και την ταπείνωση μπορούν να συναντηθούν και να ταυτισθούν ακόμη.
Ο άνθρωπος σήμερα έχει αυξήσει τρομερά τις γνώσεις του. Εντούτοις ενώ γνωρίζει τί γίνεται στα τέσσερα σημεία της γης και στο άπειρο σύμπαν, παραμένει άγνωστος ο πλησιέστερος εαυτός του. Έχουμε πληροφορίες από τους γαλαξίες, από τις πέντε ηπείρους και δυσκολευόμαστε να επικοινωνήσουμε με τον πλησίον μας. Στο τέλος όμως σίγουρα αυτά που γνωρίζουμε είναι πολύ λιγότερα από αυτά που δεν γνωρίζουμε. Η τεχνολογία αναπτύσσεται υπερβολικά και υπερθαύμαστα, η πρόληψη του κακού όμως είναι αδύνατη.
Γνωρίζουμε μόνο το 1/10 των λειτουργιών του εγκεφάλου μας. Ο άνθρωπος όσο μικρός είναι τόσο και μεγάλος, όσο σοφός τόσο και ανόητος, όσο πλούσιος τόσο και φτωχός, όσο καλός τόσο και κακός. Γνωρίζουμε πολλά και αγνοούμε πιο πολλά. Είναι ένα ανεξήγητο και απύθμενο μυστήριο ο κάθε άνθρωπος. Τί επιλέγει και γιατί αγαπά αυτό και όχι το άλλο, γιατί μισεί τόσο θανάσιμα κάτι, γιατί κλαίει, πώς πονά, γιατί εκφράζεται έτσι, γιατί υβρίζει και κραυγάζει, πώς μελαγχολεί, πότε φοβάται, η ποικιλία, η διαφορετικότητα, η άποψη, η έφεση, η δημιουργικότητα, η επιλογή, η ανατομία, η ψυχοσύνθεση, ο χαρακτήρας, το ύφος, το ήθος, ο ατομισμός. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά τον ξεχωρίζουν και τον διακρίνουν με το άφθαστο μεγαλείο της ιερής μοναδικότητας.
Ο νέος που ενδιαφέρεται διερωτάται σχετικά με τη σύνδεση της ψυχής και σώματος, τί ακριβώς είναι η ψυχή και τί είναι ο θάνατος. Ποιά είναι η ηθική η απαραίτητη για τη διατήρηση της ιερότητας της ζωής. Πότε αρχίζει και πότε τελειώνει η ζωή δεν είναι πάντοτε ακριβώς γνωστό. Η ζωή δεν ορίζεται από κοσμικούς νόμους, γιατί είναι μυστήριο δυσερμήνευτο. Ο επίσκοπος Μεσογαίας Νικόλαος λέγει «είμαστε απίστευτα μικροί, υπερβολικά μόνοι, πολύ στιγμιαίοι για τους κοσμικούς χρόνους για να πούμε: α ) ότι γνωρίζουμε τον κόσμο, β) ότι τον κατανοούμε, και γ ) ότι μπορούμε να επικοινωνούμε».
Παρά την τόση επικοινωνία και συναναστροφή, ο σύγχρονος άνθρωπος πάσχει από μεγάλη μοναξιά. Παρά την τόση γνώση κατανοούμε ότι έχουμε μεγάλη άγνοια. Η μοναξιά μας και η άγνοιά μας συναντιούνται στη μοναδικότητά μας. Η επιστημονική πλούσια γνώση θέλει να εξοβελίσει τον Θεό. θεωρεί πως μπορεί να προχωρήσει δίχως την παρουσία της δυνάμεώς Του και πολύ περισσότερο δίχως τη βοήθειά Του. Ο επιστήμονας εμπιστεύεται τις γνώσεις και τις δυνάμεις του και δεν θέλει καμιά άλλη συμπαράσταση. Ο Γέροντας Παϊσιος έλεγε πως «όλα τα θέματα τα συζητώ, εκτός από το περί υπάρξεως Θεού. Είναι σαν να μου λες ότι δεν γεννήθηκες από μάνα ή ότι το ράσο μου δεν είναι μαύρο. Τί συζήτηση να κάνουμε;». «Εδώ βρε παλληκάρια», έλεγε σε δυο φοιτητές που τον επισκέφθηκαν, «και τ’ άλογα ζώα πιστεύουν στον Θεό και δεν πιστεύει ο λογικός άνθρωπος;». Την ώρα εκείνη περνούσε μία σαύρα. Της λέει ο Γέροντας: «Υπάρχει Θεός; Και η σαύρα ένευσε καταφατικά το κεφάλι της». ( Σε μια παραλλαγή άκουσα ότι αυτό το ίδιο γεγονός ότι δήθεν μίλησε η σαύρα και με ψιλή φωνή είπε: «Ναι, υπάρχει Θεός») .
Σε όλη την Ορθόδοξη Ανατολή δεν ανεφύη τέτοιο ερώτημα ποτέ. Οι άνθρωποι μπορούσαν ν’ αμαρτάνουν, αλλά ποτέ δεν τους πέρασε από το νου η ιδέα , μήπως και δεν υπάρχει ο Θεός. Γι’ αυτό και κανένας από τους θεοφώτιστους αγίους πατέρες δεν έγραψε λόγο που ν’ αποδεικνύει την ύπαρξη του Θεού. Το ερώτημα αυτό κατασκευάσθηκε στην ορθολογιστική και λογοκρατούμενη Δύση. Η Ορθόδοξη Παράδοση, πίστη και ζωή, δεν ασχολήθηκε ποτέ με το ερώτημα αν υπάρχει Θεός. Μίλησε μόνο για τη βέβαιη παρουσία Του. Ο Θεός δεν αποδεικνύεται επιστημονικά. Αν αποδεικνυόταν έτσι, δεν θ’ άξιζε να πιστεύουμε. Πρόκειται για ματαιοπονία μάλλον. Ο Θεός βιώνεται και αποκαλύπτεται∙ δεν ανακαλύπτεται, ούτε αναδεικνύεται. Μόνο βιούμενος ο Θεός κοινωνείται από το πλάσμα του και γεμίζει χαρά η ζωή του.
Δεν κατανοείται ο ακατανόητος, δεν χωρείται ο αχώρητος. Ο νους θα πρέπει να κατέβει στην καθαρή καρδιά , κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, για να συναντήσει, γνωρίσει και οικειωθεί τον Θεό. Το μυστήριο δεν ερευνάται, δεν εξιχνιάζεται, δεν κατανοείται αλλά βιώνεται εμπειρικά και κοινωνείται απερινόητα. Ο Θεός δεν είναι απρόσιτος αλλά προσιτός και οικείος κατά τις άκτιστες ενέργειές του. Ο Θεός είναι παντέλειος , παντοδύναμος, πανυπεράγαθος, πανδίκαιος. Η δικαιοσύνη Του δεν αναιρεί την αγάπη Του. Η δικαιοσύνη Του δεν τον κάνει τιμωρό κι εκδικητικό…
(συνεχίζεται) 

Πηγή: «ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
παθοκτονία πρόσκληση μετανοίας σε καιρούς κρίσεως»
Εκδόσεις : Εν πλω
 http://xristianos.gr

Κλικ στις ιστοσελίδες μας: Αρμενιστής, Εμείς και η Κοινωνία μας, Γιάννης Αργυρός Σαντορίνη

Η ζωή μας: Δρόμος πτώσεων και αναστάσεων

Όλοι οι άνθρωποι, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, διακατεχόμαστε από πάθη. Μερικά πάθη είναι φανερά και άλλα κρυφά. Συνήθως κατακρίνονται πολύ αυστηρά οι άνθρωποι που πέφτουν σε κάποιο φανερό πάθος ενώ μπορεί το κρυφό πάθος των κατηγόρων τους να είναι μεγαλύτερο.
Γι’ αυτό «μη κρίνουμε κατ’ όψιν», μην κρίνουμε δηλαδή τους άλλους απ’ αυτό που φαίνονται. Διότι μπορεί κάποιος να πράττει κάποια αμαρτία φανερά αλλά να έχει μετάνοια κρυφή, αλλά και το αντίθετο, μπορεί κάποιος να φαίνεται
ευσεβής και ηθικός ενώ στα κρυφά να πέφτει σε μεγάλα αμαρτήματα.
Δεν πρέπει να ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε το πάθος, διότι δεν ντρεπόμασταν όταν το κάναμε.Ο διάβολος έχει διαστρέψει μέσα μας ακόμα και την ντροπή. Δηλαδή, ντρεπόμαστε να ομολογήσουμε την αμαρτία μας αλλά δεν ντρεπόμαστε να την κάνουμε και να την ξανακάνουμε.
Καλύτερα λοιπόν να χρησιμοποιούμε την ντροπή ώστε να αποφεύγουμε κάποια αμαρτία και όχι να ντρεπόμαστε αφού πέσουμε στην αμαρτία.
Το να ζητήσεις βοήθεια όχι μόνο δεν είναι κακό αλλά αντιθέτως είναι και θεάρεστο. Γι’ αυτό λέγει και η Εκκλησία «Ουαί το ενί…»  δηλαδή αλλοίμονο σε αυτόν που μένει μόνος του, κλεισμένος στον εαυτό του και δεν συμβουλεύεται κανέναν. 
Σε μερικά πάθη οι άνθρωποι χρειάζονται βοήθεια για να απεξαρτοποιηθούν, όπως π.χ. ο αλκοολισμός ή ο εθισμός σε ναρκωτικές ουσίες. Όμως σε όλες αυτές τις καταστάσεις εκτός από την επιστημονική-ιατρική βοήθεια που καλό θα ήταν να επιζητούν τα συγκεκριμένα πάσχοντα άτομα χρειάζεται και πολύ προσευχή. 
Η βοήθεια που μπορούν να μας παρέχουν οι άνθρωποι είναι επιθυμητή όμως η βοήθεια μας παρέχει η Χάρις του Θεού είναι σωτηριώδης.
Τα πάθη, είτε μικρά είτε μεγάλα, είτε φανερά, είτε κρυφά, είναι πληγές στην ψυχοσωματική ύπαρξη του κάθε ανθρώπου. Η Εκκλησία είναι το πνευματικό νοσοκομείο που θα διαγνώσει, θα περιποιηθεί και θα γιατρέψει αυτές τις πληγές που αρρωσταίνουν όχι μόνο την ψυχή αλλά και το σώμα.
Η συνειδητοποίηση του προβλήματος, του πάθους, της κακιάς συνήθειας, της εγωκεντρικής στάσης μας, είναι η αρχή του αγώνος μας για την θεραπεία μας. Και επειδή "η αρχή είναι το ήμισυ του παντός" θα πρέπει όλοι μας να έχουμε την διάθεση για διόρθωση, να έχουμε διάθεση να δούμε ειλικρινά την ζωή μας και τα λάθη μας και να προσπαθήσουμε με φιλότιμο και αυταπάρνηση να τα μεταμορφώσουμε από πάθη σε αρετές.
Όλα τα πάθη είναι βλαβερά, όμως ειδικά τα πάθη που επηρεάζουν και τους γύρω μας θα πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα και αποτελεσματικά, διότι όχι μόνο  κάνουν κακό στον εαυτό μας αλλά έχουν και βλαβερό αντίκτυπο και στους συνανθρώπους μας.
Ο άνθρωπος ναι μεν έχει κληρονομήσει (λόγω την πτώσης των πρωτοπλάστων) την ροπή προς την αμαρτία από την άλλη όμως η ψυχή μας έχει «σημαινομένας πνευματικάς διαθέσεις» δηλαδή η ψυχή μας έχει την τάση προς τα πνευματικά.
Και αυτό το λέγω διότι δεν μπορούμε από την μια να δικαιολογούμε την πτώση μας στην αμαρτία λέγοντας «είναι ανθρώπινο να πέσεις…» διότι το ίδιο θα πρέπει να λέμε και για την προκοπή στην αρετή. Ο άνθρωπος δεν δημιουργήθηκε για να πέφτει στην αμαρτία αλλά για να οδηγηθεί δια των ελεύθερων επιλογών του (κατ’ εικόνα) στην Σωτηρία, δηλαδή στην ολοκλήρωσή του (καθ’ ομοίωσιν).
Η επίγεια ζωή μας δεν είναι μόνο ήλιος ή βροχή, δεν είναι μόνο άσπρο ή μαύρο, αλλά ένας διαρκείς αγώνας μέσα σε χειμώνες και καλοκαίρια μέσα σε πτώσεις και αναστάσεις.
Η χριστιανική ζωή δεν είναι εύκολη. Η ζωή προς την εν Χριστώ τελείωση δεν είναι εύκολη. Όμως εάν συνειδητοποιήσεις ότι στο τέλος θα σου χαριστεί το δώρο της Αιωνιότητος, τότε καταλαβαίνεις ότι όλα τα «δύσκολα» που σου ζητήθηκαν ήταν μηδαμινά μπροστά σε αυτά που θα πάρεις…συνειδητοποιείς ότι θυσίες που κάνεις είναι για το συμφέρον σου αλλά συγχρόνως και τα ελάχιστα που μπορείς να προσφέρεις στον Κύριο σαν αντίδωρο, στο δώρο της Βασιλείας Του.
Καθώς μία ημέρα φεύγει και ο ήλιος δύει και χάνεται, κανείς μας δεν θεωρεί ότι ο ήλιος χάθηκε για πάντα, έχουμε στο μυαλό μας ότι θα ξανάρθει σε λίγε ώρες. Έτσι λοιπόν θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε και τις κακές μας στιγμές σ' αυτήν την ζωή.
Πάντοτε να ελπίζουμε και ποτέ να μην θεωρούμε ότι χάθηκαν τα πάντα από μία πτώση μας ή γενικότερα από κάτι "κακό" που συνέβει στην ζωή μας. 
Να έχουμε το νού μας ότι σε λίγο θα ανατείλει το ζωογόνο φώς της προσωπικής μας ανάστασης...αρκεί να κοιτούμε προς την ανατολή της ζωής μας, αρκεί να επιζητούμε το Φως.
αρχιμ.Παύλος Παπαδόπουλος 

Είμαστε τελικά αυτό που θα γίνουμε...

Ο ρυθμός της καθημερινότητας κατακτιέται δυστυχώς από μία γκρίζα μουντίλα. Οι άνθρωποι χάνουν την πνευματική τους σπιρτάδα  και ξεθωριασμένοι κινούνται μέσα στις επιθυμίες και τα πάθη τους.
Ζωή και θάνατος διαδέχονται τα ερωτήματα περί θανάτου και ζωής. Όλοι αγωνιούν αλλά συγχρόνως μένουν και αναίσθητοι μπροστά στην αιωνιότητα. Οι ψυχές ρυμουλκούν το παρελθόν των λαθών χωρίς να θέλουν να το απολέσουν,
λες και έχουν μία εξάρτηση απ’ αυτό.
Είναι φοβερό να βλέπει κανείς ανθρώπους οι οποίοι ζουν το «τώρα» χωρίς να θέλουν να ξεφύγουν από το παρελθόν τους. Είναι λυπηρό να συναντάς ανθρώπους οι οποίοι φέρουν τα στίγματα της αμαρτίας πάνω τους χωρίς να νιώθουν την ανάγκη για κάθαρση.

Η κοινωνία της ηδονής δυστυχώς δεν αφήνει περιθώρια για μετάνοια, δεν αφήνει να ξεφύγει κάποιος υπόδικος της αμαρτίας. Τους θέλει όλους δικούς της. Θέλει όλοι να ζούνε χωρίς να σκέφτονται ότι υπάρχει και άλλος τρόπος ζωής.

Η κοινωνία του «εγώ» μας μετατρέπει σίγα σιγά σε ανδρείκελά της. Όλα μεταβάλλονται προς το αφύσικο, αν και προβάλλονται φυσιολογικά.

Ακόμα και μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας υπάρχει μεγάλη αλλοίωση.

Υπάρχει συνεχώς μία μιζέρια, κατάκριση, επιδειξιμανία, ρηχότητα. Άνθρωποι οι οποίοι στο όνομα του Χριστού διδάσκουν και κηρύττουν προκαλούν ταραχή, σύγχυση, λογισμούς, διαβολή, προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να κρατηθούν στο προσκήνιο, αντί να μεταδίδουν ειρήνη, πραότητα, μετάνοια και συγχωρετικότητα.

Υπάρχουν ακόμα και οι χριστιανοί που συμμετέχουν στην μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας χωρίς όμως συναίσθηση. Δηλαδή συμμετέχουν από συνήθεια, λόγο «παράδοσης» χωρίς να συναισθάνονται τι κάνουν και που συμμετέχουν.

Βεβαίως υπάρχουν και άνθρωποι που όντως ζουν εν Χριστώ και μαρτυρούν με την παρουσία τους την Αλήθεια. Άνθρωποι που ίσως δεν τους υπολογίζουμε. Ταπεινοί χριστιανοί που ζούνε μέσα στην υπακοή, στην ταπείνωση και στην αγάπη.  Αυτοί είναι οι γνήσιοι εκφραστές της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος μέσα στον κόσμο, κι ας μην κατέχουν κάποια θεσμική θέση μέσα στην Εκκλησία, κι ας περιφρονούνται από τους οφικιάλιους, κι ας θεωρούνται μωροί και «μικροί».

Είναι αλήθεια ότι ιδιαιτέρως οι ρασοφόροι πέφτουν στον μεγάλο πειρασμό της έπαρσης  και της «πνευματικής διαστροφής» όμως συγχρόνως πάλι από την τάξη των μοναχών και κληρικών αναδύονται μεγάλα γνήσια πνευματικά αναστήματα.

Κλήρος και λαός πολλές φορές ζει μέσα στην Εκκλησία σε μία υποβόσκουσα πνευματική νωθρότητα η οποία έχει ως αποτέλεσμα της ολέθρια αποξένωση από την γνησιότητα της Πίστεως και την δυναμική του « κατ’εικόνα και καθ’ομοίωση».

Ο κόσμος της φθοράς και της πτώσης δυστυχώς φαίνεται ισχυρός όσο ποτέ.  Όπου όμως το κακό φάνηκε στο αληθινά τρομακτικό του μέγεθος, εκεί η Χάρις του Θεού το υπερκάλυψε. «Ού δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. 5,20).

Η Αλήθεια διώκεται από εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς.

Τους εξωτερικούς εχθρούς της Εκκλησίας εύκολα κάποιος μπορεί να τους εντοπίσει, όμως οι εσωτερικοί είναι πιο επικίνδυνοι διότι φορούν το προσωπείο της ευλάβεια, της ευσέβειας και του ζήλου.

Δυστυχώς πολύ εύκολα κάνουμε διαχωρισμούς μεταξύ των ανθρώπων, μεταξύ ηθικών και ανήθικων, μεταξύ καλών και κακών με βάση κάποιους δικούς μας ηθικούς κανόνες. Όμως αυτός ο διαχωρισμός είναι επιφανειακός, πρόχειρος και επιπόλαιος. Με βάση το πνεύμα των Πατέρων οι άνθρωποι διακρίνονται σε πνευματικά ασθενείς, σε θεραπευομένους και σε θεραπευμένους.

Με αυτό το σκεπτικό λοιπόν θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους  άλλους, σαν αδελφούς που βρίσκονται σε ασθένεια, σε στάδιο θεραπείας και όχι σαν εχθρούς που πρέπει να ελέγξουμε, να συντρίψουμε και να αφανίσουμε.

Το θέμα είναι κατά πόσο εμείς, οι χριστιανοί του σήμερα έχουμε συναίσθηση της ιδιότητάς μας αλλά και των δυνατοτήτων που μας χαρίζονται δια μέσου του μυστηριακού τρόπου της Εκκλησίας του Χριστού.

Ο χριστιανός του σήμερα καλείται να δώσει την μαρτυρία της Αγάπης. Καλείται να αγαπήσει τον πλησίον του με την προοπτική της δικής του θεραπείας και της θεραπείας του άλλου.

Η Εκκλησία σαν μάνα αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους που προστρέχουν σ’ αυτήν. Δεν έχουμε λοιπόν δικαίωμα εμείς «οι άνθρωποι της Εκκλησίας» να τους αποκλείουμε, διότι ομοιάζουμε με εκείνους τους Φαρισαίους τους οποίους έλεγξε ο Κύριος λέγοντας: «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων· υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν» (Ματθ. 23,14).

Είναι χρέος όλων μας να δείξουμε την πόρτα της μετάνοιας σε όλους τους συνανθρώπους μας που με αγωνία αναζητούν λύτρωση από το σκοτάδι της οδύνης που συνοδεύει την πνευματική κατάπτωση.

Η Εκκλησία είναι νοσοκομείο μέσα στο οποίο καλούμαστε να θεραπευτούμε και συγχρόνως να στηρίξουμε τους αδελφούς μας που ίσως πάσχουν από βαρύτερες ασθένειες. «φείλομεν δ μες ο δυνατο τ σθενήματα τν δυνάτων βαστάζειν»(Ρωμ.15,1).

Ο χριστιανός είναι ο ταπεινός άνθρωπος. Ο άνθρωπος που τρέχει να βοηθήσει τον άλλον όχι γιατί νομίζει ότι είναι κάποιος ικανός και άξιος, αλλά διότι αγαπά.

Πάντοτε η Εκκλησία διαμέσου των Αγίων της μας καλεί να ξεπεράσουμε τις μικρότητες της καθημερινότητας, τις κατακρίσεις, τον εγωισμό και να αγγίξουμε τις ηλιαχτίδες της συγχώρεσης, της χαράς, της ειρήνης και της αγάπης.

Όλα όσα κάνουμε σ’ αυτόν τον κόσμο έχουν αντίκτυπο αιώνιο. Είναι λάθος να επενδύουμε στο μέλλον μας για να αρχίσουμε την εσωτερική μας μεταμόρφωση και την προσφορά μας στην μεταμόρφωση του κόσμου. Το μέλλον μας δεν υπάρχει για να επενδύουμε σ’ αυτό. Το «τώρα» μας υπάρχει και διαμορφώνει το αιώνιό μας.

Είμαστε τελικά αυτό που θα γίνουμε. Το τι θα γίνουμε όμως είναι αυτό το "τώρα" που επιλέγουμε.


αρχιμ.Παύλος Παπαδόπουλος 

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ


Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΠΡΟΤΥΠΟ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, εν' όψει της ανάληψης της Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον ερχόμενο Ιανουάριο του 2014 από τη χώρα μας, αποφάσισε να προτείνει στην Ελληνική Κυβέρνηση την προβολή της προσωπικότητας και του έργου του πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννου Καποδίστρια, ως προτύπου Χριστιανού και Πολιτικού. 
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
ΙΩΑΝΝΗ ΚΟΡΝΙΛΑΚΗ "ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ"
-ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΕΛΑΙΑ"-
(ΣΕΛ.78-79)
Χαρακτηριστικό είναι ότι στο συγγραφικό έργο "ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ-Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ" στις σελίδες 78-79 υπάρχει η προφητική παρακαταθήκη του Γέροντος Παϊσίου, η οποία περιλαμβάνεται  και στο κείμενο "ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ" (Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Ιερομονάχου Ισαάκ σελ.701), και η οποία αναφέρεται στην επιτακτική ανάγκη προβολής ενός προτύπου, προς μίμηση για τους πολιτικούς ηγέτες αλλά και για υποβοήθηση του λαού, να αποκτήσει ορθά πολιτικά κριτήρια στην επιλογή των κυβερνητών του έθνους μας. 
Στις ημέρες μας η ανάγκη αυτή είναι πιο επιτακτική από ποτέ αλλά είναι πλέον και εφικτή η εκπλήρωση, αφού ήδη υπάρχει το εξαιρετικό πόνημα "ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ-Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ" μέσα από το οποίο όλο και περισσότεροι Έλληνες γνωρίζουν την Αγία προσωπικότητα εκείνου που θυσιάστηκε για την ύπαρξή μας ως Έθνους. Τον Ιωάννη Καποδίστρια.-