Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Τριάς Αγία δόξα σοι

Αγίου Κοσμά του Αιτωλού

«Ο Πανάγαθος αδελφοί μου, και πολυέλεος Θεός είναι ένας, και όποιος λέγει ότι είναι πολλοί θεοί, είναι διάβολος. Είναι δε και Τριάς, Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα, μία φύσις, μία δόξα, μία βασιλεία, ένας Θεός. Είναι δε ακατάληπτος, Κύριος ανερμήνευτος, όλος φως, όλος χαρά, όλος ευσπλαχνία, όλος αγάπη. Δεν έχουμε κανένα παράδειγμα να παρομοιάσουμε την Αγία Τριάδα, επειδή και δεν ευρίσκεται άλλο εις τον κόσμο. Μα διά να λάβει παραμικρή βοήθεια ο νους μας, φέρνουν μερικά παραδείγματα οι θεολόγοι της Εκκλησίας...
Σιμά εις τα άλλα μας φέρνουν και τον ήλιο. Ο ήλιος ξέρουμε όλοι πως είναι ένας, ένας είναι και ο Θεός και καθώς ο ήλιος φωτίζει τούτον τον κόσμο τον αισθητό, έτσι και η Αγία Τριάς, ο Θεός φωτίζει τον νοητό. Είπαμε αδελφοί μου, πως ο ήλιος είναι ένας, μα είναι και τρία μαζί. Έχει ακτίνες, οπού έρχονται στα όμματά μας σαν γραμμές, σαν κλωστές. Έχει και φως, οπού εξαπλώνεται σ’ όλο τον κόσμο. Με τον ήλιο ομοιάζουμε τον άναρχο Πατέρα, με τις ακτίνες τον συνάναρχο Υιό, και με το φως το ομοούσιο Πνεύμα. Είναι και άλλος τρόπος να καταλάβετε την Παναγία Τριάδα. Πως; Να εξομολογηθείτε καθαρά, να μεταλάβετε τα Άχραντα Μυστήρια με φόβο και με ευλάβεια, και τότε θα σας φωτίσει η χάρις του Παναγίου Πνεύματος να καταλάβετε καλύτερα.

Αυτήν την Παναγία Τριάδα εμείς οι ευσεβείς και Ορθόδοξοι Χριστιανοί δοξάζουμε και προσκυνούμε. Αυτός είναι ο Αληθινός Θεός, και έξω από την Αγία Τριάδα όσοι λέγονται θεοί είναι δαίμονες. Και όχι μόνο εμείς πιστεύουμε, δοξάζουμε, προσκυνούμε την Αγία Τριάδα, αλλά σαν άστρα του ουρανού, και σαν την άμμο της θαλάσσης, Προφήτες, Απόστολοι, Μάρτυρες, Ασκητές έχυσαν το αίμα τους διά την αγάπη της Αγίας Τριάδας και αγόρασαν τον Παράδεισο και χαίρονται πάντοτε. Ομοίως άνδρες και γυναίκες αρνήθηκαν τον κόσμο, πήγαν στις ερήμους και ασκήτευαν σ’ όλη τους την ζωή, και πήγαν στον Παράδεισο. Επίσης άνδρες και γυναίκες έζησαν μέσα στον κόσμο με σωφροσύνη και παρθενία, με νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνες, με έργα καλά, και πέρασαν και εδώ καλά και πήγαν στον Παράδεισο να χαίρονται πάντα».

Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Υιός της Βροντής

 σχόλιο Ελευθέριος Γερακάκης : ΒΟΗΘΕΙΑ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΤΟΝ ΥΙΩ ΤΗΣ ΒΡΟΝΤΗΣ ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Η ΣΚΟΝΗ ΠΟΥ ΑΝΕΒΛΗΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΨΥΧΩΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΩΝ. ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΤΟΥΣ ΕΟΡΤΑΖΟΝΤΕΣ.


Tω αυτώ μηνί H΄(8 Μαΐου), μνήμη του Aγίου Aποστόλου και Eυαγγελιστού Iωάννου του Θεολόγου, ήτοι η σύναξις της αγίας κόνεως της εκπορευομένης εκ του τάφου αυτού, ήγουν του Mάννα.
 
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, «ὁ ἐπιπεσῶν ἐπὶ τὸ στῆθος τοῦ Ἰησοῦ», είναι εκείνος που έγραψε το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, αλλά και τις τρεις Καθολικές Επιστολές, που φέρουν το όνομά του.

Η μνήμη του Αποστόλου Ιωάννου εορτάζεται στις 26 Σεπτεμβρίου. Η σημερινή εορτή συνδέεται με την ανάδυση θαυματουργικής κόνεως (σκόνης) από τον τάφο του Ευαγγελιστού, μέσω της θαυματουργικής επενέργειας του Αγίου Πνεύματος, που οι ντόπιοι την αποκαλούσαν «επίγειο μάνα».

Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, αφού, ύστερα από θείο φωτισμό, προέβλεψε ότι επρόκειτο να μεταστεί από την παρούσα ζωή στην αιώνια και ατελεύτητη, παρέλαβε τους μαθητές του και βγήκε έξω από την Έφεσο. Εκεί σε ένα σημείο υπέδειξε να ανοιγεί τάφος. Μόλις έγινε αυτό, μπήκε μέσα ζωντανός και κοιμήθηκε με ειρήνη. Ο τάφος αυτός εφεξής έγινε πηγή ιαμάτων.

Αξίζει να αναφέρουμε, την φράση που συνεχώς έλεγε στους μαθητές του ο Απόστολος Ιωάννης: «Τεκνια, αγαπατε αλληλους» (Ιωαν. ιγ΄ 34), που σημαίνει, παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Και όταν οι μαθητές του ρώτησαν γιατί συνεχώς τους λέει την ίδια φράση, αυτός απάντησε «διότι είναι εντολή του Κυρίου, και όταν αυτό μόνο γίνεται, αρκεί». (από το saint.gr)


Από τον Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
+ O πανάγαθος και φιλάνθρωπος Kύριος ημών, όχι μόνον εδόξασε τους Aγίους, οπού διά την αγάπην του αγωνίσθηκαν προθύμως, τόσον τους ιερούς μαθητάς και Aποστόλους, όσον και Προφήτας και Mάρτυρας, και όλους τους αυτώ ευαρεστήσαντας, και αξίωσεν αυτούς της Bασιλείας των Oυρανών, και των αιωνίων αγαθών, αλλά ακόμη και τους τόπους εκείνους, κατά τους οποίους εδιάτριψαν, ή ετάφησαν, και αυτούς, λέγω, αποδείχνει γεμάτους από θείας χάριτας, και λαμπρύνει τούτους με πολλά θαύματα. Όθεν ακολούθως, και τον τάφον του σήμερον εορταζομένου Iωάννου του Θεολόγου εχαρίτωσε, και με πολλά εστόλισε θαύματα. O τάφος γαρ ούτος του μεγάλου τούτου Eυαγγελιστού, μέσα εις τον οποίον ετάφη, αφ’ ου έζησε χρόνους ρκ΄ [120], επί του βασιλέως Tραϊανού, όταν έμελλε να μετατεθή, ο τάφος, λέγω, ούτος, κάθε χρόνον αναβρύει αιφνιδίως κατά την σημερινήν ημέραν με τρόπον θεϊκόν και παράδοξον, μίαν σκόνιν, την οποίαν οι εγχώριοι ονομάζουσι Mάννα, και ταύτην οι λαμβάνοντες, μεταχειρίζονται εις απολύτρωσιν κάθε πάθους, εις ιατρείαν ψυχών, και εις υγείαν σωμάτων, δοξάζοντες τον Θεόν και τον αυτού θεράποντα Iωάννην.

     Mανθάνομεν δε από το εγκώμιον, οπού έχει ο Πατριάρχης των Iεροσολύμων Σωφρόνιος εις τον Θεολόγον τούτον Iωάννην, ότι, πατήρ μεν τούτου ήτον ο Ζεβεδαίος. Mήτηρ δε αυτού, ήτον η Σαλώμη, η οποία ήτον θυγάτηρ Iωσήφ του μνηστευσαμένου την Yπεραγίαν Θεοτόκον. O γαρ Iωσήφ είχε τέσσαρας υιούς, Iάκωβον, Συμεών, Iούδαν και Iωσήν, και θυγατέρας τρεις, την Eσθήρ, την Mάρθαν, και την Σαλώμην, η οποία εχρημάτισε γυνή του Ζεβεδαίου, μήτηρ δε του Iωάννου. Eκ τούτου δε συμπεραίνεται, ότι ο Kύριος ημών, ήτον θείος του Iωάννου, ως αδελφός λογιζόμενος Σαλώμης της θυγατρός Iωσήφ, του νομιζομένου πατρός του Kυρίου2.

Πρέπει δε να ηξεύρωμεν, ότι όταν παρεδόθη ο Kύριος ημών τοις Iουδαίοις και εσταυρώθη, όλοι μεν οι άλλοι μαθηταί έφυγον από τον φόβον τους, μόνος δε ούτος ο Iωάννης ήτον παρών, ως αγαπητός (και ως αγαπών τον Kύριον με τελείαν αγάπην, επειδή κατ’ αυτόν πάλιν τον ίδιον η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον). Mόνος λέγω ούτος πρώτος με τον Πέτρον, επήγεν εις τον τάφον. Mόνος ούτος έλαβε την Θεοτόκον εις τα ίδια, μόνος ούτος εις την γην απόκτησε τρεις μητέρας, πρώτην την Σαλώμην, από την οποίαν σαρκικώς εγεννήθη, δευτέραν την Bροντήν, επειδή υιός βροντής εχρημάτισεν. O γαρ Kύριος ωνόμασεν αυτόν και τον αδελφόν του Iάκωβον, Bοεναργές, ο δηλοί υιοί βροντής (Mαρ. γ΄, 17). Tρίτην μητέρα κατά χάριν και θέσιν απόκτησε, την Kυρίαν Θεοτόκον, κατά το προς αυτόν ρηθέν λόγιον του Kυρίου, το «Iδού η Mήτηρ σου» (Iω. ιθ΄, 27).

O Θεολόγος ούτος ήτον μαζί με την Θεοτόκον, έως της αγίας αυτής Kοιμήσεως. Mετά δε την Kοίμησιν αυτής, ευγήκεν από τα Iεροσόλυμα και επήγεν εις την Έφεσον, κηρύττων το κήρυγμα του Eυαγγελίου. Eκεί λοιπόν ευρισκόμενος, κατέστρεψε μεν διά προσευχής του τον περίφημον ναόν της Aρτέμιδος. Ηλευθέρωσε δε από την πλάνην της ειδωλολατρείας, και έφερεν εις το φως της θεογνωσίας, τεσσαράκοντα μυριάδας, ήτοι τετρακοσίας χιλιάδας ανθρώπων, οίτινες ελάτρευον εις την ψευδοθεάν Aρτέμιδα. Ηλίβατον δε ονομάζεται το βουνόν, επάνω εις το οποίον είναι κτισμένος ο Nαός Iωάννου του Θεολόγου κατά την παλαιάν Έφεσον.
Kατά δυσμάς δε του βουνού, ήτον ο τάφος του Aγίου Aποστόλου Tιμοθέου. O τάφος δε Mαρίας της Mαγδαληνής, και το σπήλαιον των επτά Παίδων, ταύτα ευρίσκονται εις το εκεί πλησιάζον βουνόν, το οποίον ονομάζεται Xειλετών, ή Xειλέων. O δε τάφος της Aγίας Eρμιόνης, η οποία ήτον μία από τας τέσσαρας θυγατέρας τας Προφήτιδας Φιλίππου ενός των επτά Διακόνων3, ταύτης, λέγω, ο τάφος, ευρίσκεται εις το εκεί πλησιάζον βουνόν. Aλλά και τα άγια λείψανα Aυδάκτου Mάρτυρος και της αυτού θυγατρόςKαλλισθένης4, και άλλων Mαρτύρων και Eπισκόπων, Aρίστωνος, λέγω, Tυράννου,Aριστοβούλου, και Παύλου του Eρημοπολίτου, όλα ταύτα τα λείψανα εις εκείνο το βουνόν ευρίσκονται.
     Tελείται δε η του Iωάννου Σύναξις και εορτή εν τω σεπτώ και αποστολικώ Nαώ αυτού, τω ευρισκομένω εις τόπον καλούμενον Έβδομον.

 


https://antexoume.wordpress.com/2014/05/07/
https://plus.google.com/110473302302502284571/posts

ΙΩΑΝΝΗΣ O ΘΕΟΛΟΓΟΣ Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ ΒΡΟΝΤΗΣ


ΙΩΑΝΝΗΣ O ΘΕΟΛΟΓΟΣ  Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ ΒΡΟΝΤΗΣ

ΣΩΤΟΥ ΧΟΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ

ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ

ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ ΠΟΙΗΜΑ Γ. ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΓΗ ’Αθήνα

                    
Oi κοσμικοί άνθρωποι θαυμάζουν καί έξυμνούν κοσμικά πρόσωπα: επιστήμονας, οι οποίοι δεν ηννόσαν ποιος εδωκε νουν και επιστήμην, και οτι το απεχέχσθαι άπό κακών εϊνε έπιστήμη, ή σπουδαιοτέρα επιστήμη· φιλοσόφους, οί όποιοι ούδέν μεταφυσικόν πρόβλημα έπέλυσαν, άλλά συνεχώς δημιουργούν καί συσσωρεύουν πλάνας, όπως ίδιος αύτών προφήτης είπε λογοτέχνας μέ κακότεχνον ψυχήν, οί οποίοι έξωραΐζουν άσχημίας· ποιητάς, οί όποιοι άγνοοΰν τόν Ποιητήν τοΰ Σύμπαντος καί γενεσιουργόν τοΰ κάλλους, καί έξυμνοϋν τά κτίσματα παρά τόν Κτίστην, καί πολλάκις ματαιότητας καί αθλιότητας- κοινωνικούς έπαναστάτας καί μεταρρυθμιστής, οί όποιοι δέν κατέστειλαν τάς έπαναστάσεις τών παθών των καί δέν μετερρύθμισαν τούς έαυτούς των, έπαγγέλλονται παραδείσους καί δημιουργούν κολάσεις πολιτικούς, άνδρας πονηρούς καί γόητας, δημαγωγούς άδιστάκτους, πλανώντας τούς λαούς, άλλά καί πλανωμένους οίκτρώς· έμπορους καί πλουσίους, οί όποιοι άγνοοΰν τόν πλοΰτον τής άγάπης καί φιλανθρωπίας καί καταπατούν τήν δικαιοσύνην ήθοποιούς, οί όποιοι παίζουν θέατρον καί από σκηνής και έκ τοΰ φυσικού, καί διά των αισχρών των έργων καί παραδειγμάτων διαφθείρονται καί διαφθείρουν τούς λαούς τραγουδιστός, οί όποιοι τραγουδούν τήν αμαρτίαν καί αυτόν τόν Σατανάν, καί δαιμονίζονται καί δαιμονίζουν, ιδίως τήν νεότητα- ποδοσφαιριστάς, οί όποιοι γνωρίζουν νά λακτίζουν τήν μπάλλαν, καί των οποίων
ό νούς άπό τήν κεφαλήν κατέβη είς τούς πόδας.....
Οί κοσμικοί θαυμάζουν καί έξυμνούν κοσμικούς. Οί πνευματικοί θαυμάζουν καί έξυμνούν πνευματικούς, καί μάλιστα άγιους. Οί άγιοι, αυτοί εϊνε οί όντως θαυμαστοί καί ύπερθαύμαστοι άνθρωποι, διότι αυτοί μέ τον τιτάνιον πνευματικόν αγώνα των και με την χαριν, την όποιαν δίδει ό,Θεός είς τούς αγωνιστάς, κατόρθωσαν νά υψωθούν ύπεράνω των χαμαιζήλων, ύπεράνω των μικρών καί μηδαμινών πραγμάτων, τά όποια ηλεκτρίζουν καί μαγνητίζουν τούς πολλούς, κατόρθωσαν προπάντων νά ύπερβοΰν τούς έαυτούς των, καί νά τοποθετηθούν είς τό νοητόν στερέωμα, όθεν σελαγίζουν καί μαρμαίρουν ώς νοητοί άστέρες. Εκείνοι, τούς όποιους ό κόσμος ονομάζει άστέρας, ένώ στερούνται τοΰ φωτός τής πίστεως καί εύσεβείας, κατά τόν άδελφόθεον Απόστολον εϊνε «άστέρες πλανήται, οίς ό ζόφος τοΰ σκότους είς τόν αιώνα τετήρηται» (Ίουδ. 13), σκοτεινοί δηλαδή άστέρες μέ παντοτινόν τό ζοφερόν σκότος. ’Όντως άστέρες, πολύφωτοι καί άκτινοβόλοι, εϊνε οί άγιοι. Ό, τι καί άν έπιτύχη τις, ό,π καί άν γίνη τις κατά τό βραχύ τούτο διάστημα τής έπιγείου ζωής, όπως άποδει-κνύουν τά νεκροταφεία, εϊνε μικρόν καί μάταιον. Μόνον τό νά μετάσχη τίς άγιωσύνης καί αιωνίου δόξης καί ευδαιμονίας εϊνε μέγα καί άληθώς άξιοζήλευτον καί άξιον παντός άγώνος καί πάσης θυσίας καί αυτοθυσίας.
Ό άείμνηστος Σώτος Χονδρόπουλος, πνευματικός άνθρωπος, είχε καταλάβει τί είνε μέγα καί τί μικρόν, τί άξιον καί τί άνάξιον. Καί ώς πνευαμηκός άνθρωπος έθαύμαζε τά πνευμαπκά καί τούς πνευμανκούς. Καί ώς χριστιανός λογοτέχνης έξύμνει τά μεγαλεία καί τούς αγίους της Πίστεως μας, οΐ όποιοι έπραγματοποίησαν τήν πνευματικότητα είς έξαφεηκόν βαθμόν, καί είνε τά πλέον άξιοθαύμαστα καί άξιοΰμνητα πρόσωπα. 'Άγιος άνθρωπος ό άείμνηστος λογοτέχνης, χωρίς βεβαίως νά υποπτεύεται την αγιότητα του,κανείς άγιος δεν υποπτεύεται τήν άγιότητά του —, ύπερηγάπα τούς άγιους, καί διώρισμένους έξ αυτών μέ λογοτεχνικήν χάριν έγραψε βιβλία, διά νά τούς ημήση ώς φίλους τού Θεού. Ήσθάνετο διά τούς άγιους ό,π ήσθάνετο ό προφητάναξ Δαβίδ, ό όποιος άπευθυνόμενος πρός τόν Θεόν, των δημιουργόν των άγιων καί άγιον των άγιων, έλεγεν: «Έμοί δέ λίαν έπμήθησαν οί φίλοι σου, ό Θεός, λίαν έκραταιώθησαν αί άρχαί αύτων» (Ψαλμ. 138, 17). Έγώ ώ Θεέ, πολύ τιμώ τούς φίλους σου, πολύ μεγάλας θεωρώ τάς δυνάμεις των. ’Όντως πολύ μεγάλαι αί δυνάμεις, μέ τάς οποίας ό Θεός ώπλισε τούς άγιους του, άφοΰ οί άγιοι άναδεικνύονται θαυματουργοί καί έν ζωή καί μετά θάνατον, καί αύ τά τά σκηνώματα καί τά οστά των έμφανίζουν σημεία, τεκμήρια τής άγιότητός των καί τής άληθείας τής Πίστεως μας.
Τό παρόν βιβλίον τού άειμνήστου Σώτου Χονδροπούλου, τό οποίον, είς τρίτην έκδοσιν, έκδίδει ό εκλεκτός υιός του Χρήστος Χονδρόπουλος, είνε ώραία άφη-γημαηκή βιογραφία τού άγιου Ίωάννου τού θεολόγου έπί τη βάσει τής Γραφής καί άρχαίων παραδόσεων.
Ό βιογραφούμενος άγιος ’Ιωάννης εϊνε έκ των μεγίστων φωστήρων τής Εκκλησίας τού Χριστού. Έχει τούς περισσοτέρους τίτλους έξ όλων των άγιων. ’.Απόστολος, καί μάλιστα έκ τού στενοτάτου κύκλου των τριών άποστόλων τού Χριστού. Ευαγγελιστής, καί μάλιστα ό συγγραφεύς τού πνευματικώτερου έκ των τεσσάρων εύαγγελίων, τού άνωτέρου έξ όλων των βιβλίων τής Γραφής, τού κορυφαίου όλων των βιβλίων τής άν-θρωπότητος. Θεολόγος, διότι γεγωνυία τή φωνή διεκήρυξε τήν θεότητα τού Λόγου. «Έν άρχή ήν ό Λόγος, καί ό Λόγος ήν πρός τόν Θεόν, καί Θεός ήν ό Λόγος» (Ίωάν. 1,1). Μαθητής τής άγάηπης.Αύτός είς τό Εύαγγέλιόν του έγραψε τήν καινήν τού Κυρίου έντολήν «’Αγαπάτε άλλήλους» (13, 34) καί είς τήν Λ' καθολικήν ’Επιστολήν του έγραψεν «Ό Θεός άγάπη έστί» (4, 16). Ήγαπημένος μαθητής. Ήτο ό μαθητής έκεΐνος, τόν όποιον ήγάπα ό ’Ιησούς ιδιαιτέρως, περισσότερον, όπως ό ’Ιακώβ ήγάπα περισσότερον τόν ’Ιωσήφ. ’Επιστήθιος. Αύτός κατά τόν Μυστικόν Δεϊπνον άνέπεσεν εις τό στήθος τού ’Ιησού καί ήκουσε τούς παλμούς τής καρδίας τού Θεανθρώπου, τής καρδίας ή οποία περικλείει τόν ώκεανόν ή μάλλον τόν ούρανόν τής αγάπης. Παρθένος. Ήτο ό άγνότερος των άποστόλων, εύώδες άνθος παρθενικής άγνότητος καί ζωής. Διό καί συνέλαβε καί έβίωσε καί έξέφρασε τά υψηλότερα καί μυστικώτερα νοήματα τής νέας Πίστεως. ’Επάνω άπό τόν σταυρόν ό Κύριος ένεπιστεύθη παρθένον μητέρα είς τόν παρθένον μαθητήν. Βοανεργές, υιός βροντής. Ούτως ώνομάσθη άπό τόν Κύριον ό ’Ιωάννης, καθώς καί ό αδελφός του ’Ιάκωβος, διότι μέ τήν δύναμιν φλογέρας και εκρηκτικής ψυχής του και του λογου του,
έβρόντησε τά δόγματα της Πίστεως. Ό λόγος καί τό κήρυγμα του ήσαν ώς βροντή. Πλήρης άγάπης, άλλά και πληρης αγίας αυστηροτητος, ορμής και δυναμεως.
Έκθύμως συνιστώμεν τό βιβλίον τού αειμνήστου χρισηανοΰ λογοτέχνου Σώτου Χονδροπούλου «’Ιωάννης ό Θεολόγος, ό υιός τής βροντής». Είναι κατάπτωσις νά θαυμάζη κανείς μικρά καί άνάξια πρόσωπα τοΰ διεφθαρμένου καί άσεβοΰς κόσμου, άκόμη καί καθάρματα, καί νά μή θαυμάζη άγιους καί θαυματουργούς, καί μάλιστα τόσον μεγάλους, όσον ό άπόστολος Ιωάννης. Επίσης εινε καταπτωσις να τρέφεται κανείς με αχυρα καί κόπρια κοσμικής καί αισχρός φιλολογίας, λογοτεχνίας καί τηλεοράσεως, καί νά περιφρονή τήν προσφοράν τοΰ 'Αγίου Πνεύματος διά τής καρδίας καί τής γραφίδος ευσεβών λογοτεχνών. Επί τέλους πρέπει νά μάθωμεν ήμεϊς οί Έλληνες ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί τί νά έκτιμώμεν τί νά θαυμάζωμεν καί τί νά διαβάζωμεν, διά νά μή καταρρακωνώμεθα καί καταπίπτωμεν, άλλά ν’ άνορθωνώμεθα καί νά ύψωνώμεθα. Έπλάσθημεν διά τά ύψη!
Ν. I. Σωτηρόπουλος Θεολόγος- Φιλόλογος
ΣΗΜΕΡΑ όπου καί έπιχειροΰμε νά σκιαγραφήσουμε μιά τρισμέγιστη προσωπικότητα της Ιστορίας - ταπεινή σάν ένα σπυρί σιτάρι - ζοϋμε σε έποχή «φαρμακείας καί δηλητηριάσεως». Ό μϋθος τοϋ βασιλιά όπου ζήτησε άπό τόν μάγο νά τόν γεμίσει κτήματα, χρυσαφικά, τρόφιμα, ροϋχα, κοντολογής τοϋ πουλιοΰ τό γάλα, δίχως νά σκεφθεί οτι για ενα ανώτερο δημιούργημα αυτα ολα αποτελούν έλάχιστο ποσοστό ευτυχίας (άφοϋ άκόμη καί τό ζώο μπουχτίζει), έφαρμόζεται στις ημέρες μας, μέ τήν οδυνηρή συνέπεια ενός άνίατου άγχους. Μιας μανίας αύτοκαταστροφης άνευ προηγουμένου. Ενός αιτήματος ύποδουλώσεως σέ δικτάτορες δολοφόνους, άνήθικους, άδίστακτους θεοποιημένους τυράννους.
Πώς καί γιατί μέσα σέ είκοσι αίώνες παραμερίστηκε, πώς λησμονήθηκε ή τραγική Θυσία της ένανθρωπήσεως τοϋ προαιώνιου Λόγου καί τής άναρτήσεώς του στό έξαγοραστικό ξύλο; Είναι λοιπόν ή άθεΐα τρέλλα; Κατάντησε ό κόσμος άπέραντο τρελλοκομεΐο; Ναί, έτσι κατάντησε, άφοϋ ό Δημιουργός τοϋ σύμπαντος έδώ καί δυό χιλιάδες χρόνια έδωσε άποστομωτική άπάντηση
στό πνεϋμα ιοϋ κακού, ταυτόχρονα καί στους σοφούς τού κόσμου. Όπως αναφέρει ό σοφός σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ τό κακό ένώ τρέφεται, στηρίζοντας τήν ύπαρξή του, άπό τό χώμα τής γλάστρας τού δημιουργού Θεού, τού μόνου δημιουργού, ύφαρπάζει τό δημιούργημά του, τό λουλούδι του, καί τό ρίχνει σέ τρομερή πτώση καί αύτοκαταστροφή. Σέ άνέκφραστη γελοιοποίηση. Τό φανερό ωστόσο πιά τούτο μυστικό έπεκτείνεται. Έχει τήν έξαίρεσή του. Ό ταπεινός όλων τών έποχών όπου ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τού Θεού, ό «έγκαταλελειμμένος» στήν άκρη τών στεναγμών, κατέχει δίπλα του τήν παντοδυναμία. Γεμίζει τήν καρδιά τού Δυνατού μέ τέτοια συμπόνοια ώστε τόν άναγκάζει νά τού προσφέρει άρρητα καί ύπερφυσικά. Νά έκτελεϊ κάθε είδους αίτημά του - εκτός βέβαια τών ψυχοφθόρων. Γιά όποιον ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τού Θεού δέν ύπάρχει άπογοήτευση. Ποτέ. Μπορεί λόγου χάρη ένα βασανισμένο σήμερα παιδάκι νά ψελλίσει τού άπειρου Θεού: «άνοιξέ μου αυτό τόν βράχο» καί ευθύς άμέσως νά τού έκτελεσθεΐ ή επιθυμία. Όπως καί μιά βασανισμένη γεροντική ψυχή ή όποια υπομένει «έν όσιότητι», μπορεί μέ αίτημα γονάτων νά γιατρέψει τόν καρκίνο.

... Βασανισμένη έπειτα άπό μιά φοβερή δοκιμασία έξοντώσεως στή Ρώμη, γερασμένη στά μετέπειτα χρόνια ψυχή, «ζώσα έν στεναγμοΐς, έν υπομονή, πραότητι, ά-νοχη καί έν έξορία», ήταν ή προσωπικότητα: Ευαγγελιστής ’Ιωάννης.
Οί σημερινοί όλοι έμεϊς, τά άνθρωπάκια τής τεχνοκρατίας, όπου σάν τό πολύχρωμο παγώνι στραφήκαμε στόν έγωκεντρικό ναρκισσισμό καί γεμίσαμε καί τό παραμικρό μας κύτταρο μέ ιό ύπερδραστικό φαρμάκι της ύπερηφάνειας, είναι άδύνατο νά συναντηθούμε μέ τήν λαμπερή αυτή Μορφή της Ιστορίας. Σφιχταγκαλιάσαμε τό έφήμερο καί «κατέστημεν τυφλοί». Παρ’ όλα αύτά ή έλάχιστη ευσέβεια πού μάς άπομένει, μάς άναγκάζει νά στεκόμαστε καταμπροστά στήν όλόγλυκια μορφή του, μέ συντριβή καί δέος.
* * *
Τό ιερό Ευαγγέλιο (Θεόπνευστη, ατράνταχτη Γραφή) μάς σκιαγραφεί σέ μερικά σημεία γιά τόν μικρότερο γιό τού Ζεβεδαίου, τόν έπιστήθιο φίλο τού «Υίοΰ τού Θεού τού ζώντος». («Λαβών ους προέκρινας των ιερών μαθητών, άνήλθες εις όρος καί μετεμορφώθης, έμπροσθεν αυτών, πρό τού τίμιου σταυρού σου καί τού πάθους»). Ένας «έκ τών προκριθέντων» ήταν μαζί μέ τόν ’Ιάκωβο καί ό νεαρός τότε τήν ηλικία ’Ιωάννης. Πιστός άλλοτε, τού Βαπτιστή. Καί συγκεκριμένα σάν φλογερός άνεμος, τίς πρώτες λαχτάρες της νιότης, τίς έσπρωξε στήν έναγώνια πνευματική έκκρεμότητα. Οί νομοδιδάσκαλοι καί οί Φαρισαίοι «χτυπούσαν τύμπανα στήν μούχλα». ’Άλλα έλεγαν, άλλα σκέπτονταν, άλλα σκάρωναν. Τίς πρώτες λοιπόν λαχτάρες έκεϊ, στό πνευματικό σταυροδρόμι. «Τό άείποτε άσπαΐρον». Ή καρδιά του μόλις άκουσε τήν λαλιά τού Προδρόμου πού διαλαλούσε γιά μετάνοια, δηλαδή γιά άμεση άλλαγή νοοτροπίας καί ζωής, άνασκίρτησε. Προαισθάνθηκε φώς ροδαυγής. Καί μέ τήν όρμή τού νέου γιά ιδανικά, τού πήρε τό κατόπιν, τόν άκολούθησε. Έγινε μαθητής του. Όμως ό γιός τού Ζαχαρία, διαλεγμένος από καταβολής κόσμου στό κεφάλαιο τού λυτρωμοΰ γιά Πρόδρομος, μιλούσε λίγο άργότερα γιά Κάποιον όπου άδυνατοΰσενά σκύψει νά Λύσει «ιούς ιμάντες των ύποδημάτων του». Ύπόδειχνε στούς φίλους του νά προσέξουν Εκείνον. Κάποιον άλλο.
Τήν ζωή, τήν καθημερινότητα, τίς σκέψεις, τις πράξεις, τίς έπιθυμίες, τό ιστορικό κάθε ψυχής άπό τήν ύπεύθυνη ένηλικίωση ώσαμε τήν στερνή πνοή, ποιος τάχα συνάνθρωπος είναι σέ θέση νά γνωρίζει; Κανείς. Μονάχα ό Καρδιογνώστης. Οί βιογραφίες, όπως κι αύτή έδώ, στηρίζονται σέ γεγονότα καί «πανθομολογούμενες» πληροφορίες. Γιά όσες μορφές άφιερώθη-καν στό θέλημα τού Θεού. ’Αλλά καί σέ άδιαφιλονίκητα υπερφυσικά σημεία. Όλες οί περίτεχνες άφηγήσεις, άποτελοϋν κομψοτεχνήματα ύφους, πληροφοριών, φαντασίας.
* * *
... Τό άτομο, ή μονάδα όπου μαγνητίζεται άπό τήν δόξα τού κόσμου καί άπό τήν έδώ χειροπιαστή λάμψη του, καί άναζητεί νά τά βολέψει όπως - όπως καί νά ολοκληρώσει τίς κατακτήσεις του, είναι άδύνατο νά κατανοήσει τήν θέληση καί τήν έντολή τού Θεού, τόν προορισμό του, τήν όντως εύτυχία του. Ή τραγωδία του ξεκινάει άπό τήν άπιστία. Κάπου - κάπου σωφρονεϊται, λαχταράει τά υψηλά. Ρίχνει ματιές στήν άγία Γραφή καί παρατηρεί τά θαυμάσια τής Δημιουργίας. «Πρός στιγμήν» έκπλήσσεται, μαγνητίζεται, πέφτει σέ μελαγχολία. Συλλογιέται. 'Ύστερα όμως τόν ξανατρα-βάει τό χώμα. Έρχονται τά πετεινό τού ούρανοϋ μέ τά φολιδωτά φτερά τής λογικής καί τού άρπάζουν, καταβροχθίζοντας τόν σπόρο. Πρέπει ό ταλαίπωρος νά περιμένει νά ξανάρθει εποχή (ή εύκαιρία ) σποράς. Καί πάλι άν τά καταφέρει νά ρίξει, νά άπαρνηθεϊ τόν έαυτό του. Τόν πιό φθονερό δηλαδή τής έπιτυχίας του καταστροφέα.
Έάν λόγου χάρη ό Κύριος δέν ήταν «ό συνάναρχος Λόγος Πατρί καί Πνεύμαπ, ό τά σύμπαντα έν τη δρακί περιέχων», τό γεγονός τής ένανθρωπήσεως θά χανόταν στά πλοκάμια τοϋ παμφάγου χρόνου. Θά τό έξαφάνιζαν τό ψέμα, τά έγκλήματα, θά τό καταχώνιαζε στην άνελέητη άβυσσό της ή Ιστορία. Τό πλήρωμα όμως τοϋ χρόνου διαλέχτηκε σε έποχή όπου ή τεχνοκρατία μέ τά καταπληκτικά της έπιτεύγματα βαθειά κοιμότανε. «'Ύπνο βαθύ». Ή ναυσιπλοΐα; Στήν κατάσταση των ιστίων καί στήν διάθεση των άνέμων. Τά ταξίδια; Μικρές οδύσσειες. Κίνδυνοι καί ληστές σχεδόν σέ κάθε σταυροδρόμι. Σέ στεριές καί θάλασσες. Μήτε έφημερίδες, μήτε ραδιόφωνο, μήτε τηλεόραση, μήτε κάν ταχυδρομεία. Τό πλήρωμα τοϋ χρόνου όμως άκριβώς γι’ αυτό διαλέχτηκε σέ τέτοια έποχή. Γιά ν’ άποδεικνύεται τό μεγαλείο τής θεότητας. Πώς άπλώθηκε στόν σκληροτράχηλο κόσμο τό Φως άπό τούς ταπεινούς καί κατα-φρονεμένους; Άπό τούς άσήμαντους, τούς κουρασμένους οδοιπόρους; Ό μαραγκός τής Ναζαρέτ, ή Κυρία Θεοτόκος, άγνωστη τότε σχεδόν σέ όλους, τά παιδιά τής Γαλιλαίος, οί Ρωμαίοι, ό Πιλάτος, οΐ σταυρωτές, ό προδότης, ό φρικτός Γολγοθάς καί ή Ανάσταση, προπαντός αύτή, έχουν πιά τόν δρομοδείχτη τους Αστέρα στόν προνομιούχο άνάμεσα στούς πλανήτες, πλανήτη Γή. 

Ή καταπληκτική σήμερα τεχνοκρατία ένώ κραυγάζει καί καυχιέται, δίχως μισή άκτϊνα φωτός Εύαγγελίου, άπό στιγμή σέ στιγμή κινδυνεύει νά έξαφανίσει τόν πλανήτη. Νά τόν άνατινάξει πλήθος άποκαΐδια στόν άστερισμό τοϋ Γαλαξία. Τά σημερινά μας τραγικά τέκνα,όπου έμπλεξαν μέ τις συμπληγάδεςτοΰ ευδαιμονισμού, της φυγοτεκνίας, της λατρείας της ΰλης, όπου τούς κληροδοτήσαμε, κάθε αύγή καί κάθε δειλινό μάς φωνάζουν: «Δεν βλέπετε λοιπόν τά τραγικά έρωτήματα όπου μάς άπασχολοϋν; Κωφάλαλοι εϊσθε; Δέν άντιλαμβάνεσθε ότι άπό μισό λάθος, ή άπό κάποιον μεθυσμένο υπεύθυνο, κινδυνεύουμε νά χάσουμε τά ώραΐα πού ζοϋμε καί νά κονιορτοποιηθούμε, νά άνατιναχθοΰμε στό σύμπαν;» Μέ στήριγμα τά Ευαγγέλιο, «άν υπάρχουν άκόμη άγιοι, πού υποτάσσουν τό θέλημα τους στό θέλημα τού Θεού», τούς άπαντοΰμε, «δίχως τήν θέληση τού Δημιουργού τίποτα δέν θά έξαφανισθεϊ». Άπό ψευδαίσθηση νομίζουμε ότι σάν άπαρτο κάστρο κατέχουμε τόν πλανήτη. ’Άλλος τόν έφτιαξε, άλλος είναι ό «τάς κλείδας κρατών».

Αύτός λίγο πρίν άπό τήν οδυνηρή σταύρωσή Του στό ξύλο, στήν περίφημή του προσευχή πρός τόν Πατέρα, στήν προσευχή όπου σάν πιστός άκόλουθος καί σάν αύτόπτης καί αύτήκοος μάς διέσωσε ό ιερός Μαθητής μέ τόν οποίο θά τολμήσουμε ν’ άσχοληθοΰμε πιό κάτω, είπε: «Πατέρα, ήλθε ή ώρα. Δόξασε τόν Υίόν σου, γιά νά σέ δοξάσει καί ό Υιός σου, σύμφωνα μέ τήν έξουσία όπου τού έδωκες πάνω σέ όλους τούς άνθρώπους, ώστε νά δώσει ζωή αιώνιο στόν καθένα άπό εκείνους πού τού έδωκες. Αύτή είναι ή αιώνια ζωή: τό νά γνωρίζουν Σέ, τόν μόνο άληθινό Θεό καί τόν ’Ιησού Χριστό, τόν όποιο έστειλες. Έγώ σέ έδόξασα πάνω στό χώμα τής γης, έτελείωσα τό έργο όπου μού άνέθεσες καί νά, τώρα δόξασέ με Σύ, Πατέρα, κοντά σου. Μέ τήν δόξα όπου είχα στούς κόλπους σου. Πρίν νά υπάρξει ό κόσμος. ’Ιδού έτελείωσα το έργο». Δηλαδή τό έξετέλεσε ώσαμε τήν παραμικρή λεπτομέρεια. Έργο τεράστιας σημασίας. ’Αποφασιστικό καί τελεσίδικο γι’ άμέτρητα τρισεκατομμύρια, τρισεκατομμυρίων ψυχές! ’Από κεΐ καί πέρα, δέν τοϋ ήταν άπαραίτητη ή χρήσιμη ή άυάπτυξη της τεχνοκρατίας γιά τήν διάδοσή του. Μήτε τά διαφημιστικά παρακλάδια των κρατουντών. Τό άπέδειξαν άδιάψευστα τά γεγονότα, ό χρόνος, ή Ιστορία. Ό Θεός είναι παντοδύναμος. Ό,τι μέ άγάπη άποφασίζει, τό έκτελεί άκόμη καί μέ τά άψυχα, τά άόρατα, άκόμη καί μέ τίς πέτρες.
... Καί λίγο πιό κάτω, λίγο προτού τερματίσει τήν καταπληκτική στήν 'Ιστορία εκείνη προσευχή, στρέφει τήν προσοχή του στά παιδιά τής Γαλιλαίος. Στούς πιστούς όλων τών εποχών. «Πατέρα άγιε, φύλαξέ τους μέ τήν δύναμη τού ονόματος σου. Γιά νά σταθούν ένωμένοι όπως είμαστε έμεΐς. Όσο ήμουν κοντά τους στόν κόσμο, τούς έφύλαγα μέ τήν δύναμη τού ονόματος σου. Εκείνους όπου μοΰ έμπιστεύθηκες, τούς έφύλαξα. Καί κανένας τους δέν χάθηκε, παρά ό υιός τού χαμού, γιά νά έκπληρωθεϊ ή προφητεία της Γραφής. Όμως τώρα άπό σπγμή σέ στιγμή έρχομαι κοντά σου καί όσα λέγω, τά λέγω ενώ είμαι άκόμη στόν κόσμο. Γιά νά πάρουν καί νά διατηρήσουν μέσα τους τήν χαρά τέλεια. Τούς μεταβίβασα τόν λόγο σου καί ό κόσμος τούς έμίσησε. Γιατί δέν είναι άπό τόν κόσμο. Καθώς κι έγώ δέν είμαι άπό τόν κόσμο. Δέν σέ παρακαλώ νά τούς πάρεις, νά τούς άποτραβήξεις, νά τούς μεταφέρεις στούς ουρανούς. ’Αλλά νά τούς φυλάξεις άπό τόν Πονηρό όπου κυριαρχεί στόν κόσμο. (Γιά νά τόν άναποδογυρίζει στό ψέμα). 'Αγίασέ τους μέ τήν κρυσταλλένια σου άλήθεια. Κάθε λόγος δικός σου τοξεύει άλήθεια».
Βλέπουμε όχι ό «πάντων άγιων άγιώτατος Λόγος», μέ ταπεινό φρόνημα άκρατης ύπακοης, ζητεί τήν παντοδυναμία τοϋ Πατέρα γιά μερικά όστράκινα σκεύη. Παρακαλεϊ νά διατηρήσει τούς ελάχιστους άνάμεσα στην άνθρωποθάλασσα διαλεκτούς, τό πρώτο δηλαδή «μικρό ποίμνιο», τά πρώτα καταφρονεμένα άπό τόν κόσμο μέλη τής μέλλουσας νά Ιδρυθεί μέ τό αίμα τού Γολγοθά, Εκκλησίας. Άπό τί νά τούς διατηρήσει; Άπό τόν πονηρό, τόν άρχοντα τού έρέβους. Άπό τόν δρομοδείχτη τής προσωρινότητας μέ δόλωμα τήν λεωφόρο. Άπό τήν έγωπάθεια, τήν μάταιη τέρψη, τήν ψευδαίσθηση τοϋ τώρα, τήν έπανάσταση τής σάρκας, τήν ένοχη επιθυμία, τήν διάκριση. Άπό τήν άπελπισία καί τό χάσιμο τής ύπομονής. Άπό κάθε ψυχοφθόρο παραστράτημα όπου σφιχτοδένει τήν καρδιά μέ τό χώμα. Καί τήν «καθιστά» ταλαίπωρο καί τραγικό δημιούργημα. Ξεστρατισμένο άπό τό γιδόστρατο τής σωτηρίας. Δυστυχισμένο.
* * *
Γιά νά έπανέλθουμε στήν συγκλονιστική άλήθεια όπου ύστερα άπό δύο χιλιάδες χρόνια διαλαλεΐ σήμερα ό σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ, ένώ τό Ευαγγέλιο έχει τήν πρώτη άπό όλα τά βιβλία τής οικουμένης κυκλοφορία, ένώ σύμφωνα μέ τήν προφητεία τοϋ 'Ιδρυτή τής Εκκλησίας «κατέστη» πλέον στούς κόσμους «σημεϊον γνωστόν καί άνπλεγόμενον», ένώ ύπάρχουν εξωτερικές Ιεραποστολές καί οί μαϋροι στήν Αφρική βαπτίζονται «άγεληδόν» έπιστρέφοντας στό Φώς, ένώ στά σταυροδρόμια τών διεθνών διαβάσεων ύψώνονται καλλιμάρμαροι χριστιανικοί ναοί, μέ λαμπροστόλιστους μέσα ιερείς, Επισκόπους, Αρχιεπισκόπους, Πατριάρχες, καρδινάλιους καί Ποντίφηκες, δισεκατομμύρια ψυχές γεννιούνται γιά νά καυχηθοΰν, νά ψευτογλεντήσουν, νά διακριθοϋν, νά μεθύσουν, νά σπιλώσουν τήν κατοικία της ψυχής, νά έγκληματίσουν, νά γελοιοποιηθούν καί νά χαθούνε. Νά τούς καταπιεί δηλαδή σάν άπορρίμματα ό άπορροφητήρας τής φθοράς καί τής άκολασίας. «Ή έτεροσυντήρητη δύναμη τού κακού, τό δηλητηριώδες μανιτάρι» τονίζει ό Ρώσος, «υφαρπάζει άπό τά χέρια τού Δημιουργού τό άγαπημένο του δημιούργημα, τό άναποδογυρίζει, τό άπομυζά σάν τήν άράχνη, τό αύτοκαταστρέφει με φοβερή μανία. Τό εξαπατά, τό παρασύρει, τό πολτοποιεί καί τελικά τό πετά «όζον πτώμα» στον Καιάδα τού άφανισμοΰ. Γεγονός πού γίνεται παρά τήν θεϊκή θέληση καί επιθυμία». Παντού ύλισμός, παντού ύψηγορία, μεγαλομανία, πάλη των τάξεων, αύτοερωτισμός, προβολή τού εγώ, στροφή πρός τήν άγέλη, συγκρούσεις, πάθη, καταστροφή. "Αν προσθέσουμε καί φαινόμενα των τελευταίων έξελίξεων, τόν χαμό δηλαδή τής γυναίκας, τόν έξευτελισμό τής κόρης, τήν γυναικοποίηση τού άνδρός, τά ναρκωτικά, τόν άναιδέστατο καί προκλητικό άθεϊσμό καί πολλά άλλα σύγχρονα φαινόμενα, μάς καταλαμβάνει μελαγχολία. ’Ανομολόγητη θλίψη.
Γιάη τάχα ό «έχων εξουσίαν έπί πάντων τών άνθρώπων», γιατί άνέχεται νά γίνεται τέτοια ομαδική, ξέφρενη αύτοκαταστροφή; Γιατί δέν επεμβαίνει νά τήν άνακόψει; Ό Ρώσος μέ περίσκεψη μάς άπαντά: «Άπλούστατα, γιατί σέβεται τήν έλευθερία καί τήν άνεξαρτησία τού υπερτέλειου τούτου ψυχοσωματικού δημιουργήματος. Δέν θέλει νά τό σπρώξει, παρά τήν θέλησή του, δέν θέλει νά τό άναγκάσει νά προχωρήσει σιήν εύτυχία του. Τού τήν δείχνει άδιάκοπα μέ χίλιους τρόπους. Καί μέ ιόν άπέραντο χρόνο, καί μέ τά γεγονότα καί μέ τήν στιγμή. Όμως οί άνθρωποι αγάπησαν καί άγαποϋν τό σκότος. Προσκολλήθηκαν μέ καλπάζουσα τρυφηλότητα στά πονηρά έργα τους, μέ κανένα τρόπο δέν ματαγυρίζουν στην στενή πύλη, στήν τεθλιμμένη όδό πού οδηγεί στήν σωτηρία». Τί τραγωδία! «Επιμένουν στήν προσωρινότητα, στήν άσέλγεια καί τό σήμερα. Φάγωμεν, πίωμεν, αϋριον γάρ άποθνήσκομεν. Τούς ύπερμεθάει τό ψεύδος. Ό ένας ξεγελάει τόν άλλο καί αύτοηδονίζονται μέ τήν χλεύη, τήν άπάτη, τόν φατριασμό, τήν δολοπλοκία, τό μίσος».
Υπάρχουν άραγε στόν αιώνα μας παιδιά τής Γαλιλαίας; ’Ώ άν δέν υπήρχαν... Μήτε μισή στιγμή ό πανόμορφος τούτος πλανήτης, τό κομψοτέχνημα τής Δημιουργίας, θά στεκόταν στόν περίγυρό του. Δίχως πολλές διατυπώσεις καί πρό τής ώρας του, θά γινόταν ό,τι τρέμουν σήμερα τά σκεπτόμενα παιδιά μας. Θά άνατιναζόταν στόν άέρα. Μονολιθικές αναθυμιάσεις αηδίας στήν μεγαλειώδη αρμονία «ορατών τε καί άοράτων» δέν γίνονται άνεκτές. Υπάρχουν, ναι υπάρχουν, σέ όλο τόν κόσμο τής φθοράς. Πόσοι καί ποιοι; Κανείς δέν ξέρει. Σκορπισμένοι σέ σταυροδρόμια, ώκεανούς καί λαγκαδιές. Ταπεινοί καί καταφρονεμένοι, θαρραλέοι κι έτοιμοπαράδοτοι γιά διωγμό, θλίψη, μαρτύριο. Προσεύχονται, θλίβονται, ελπίζουν. Καί περιμένουν. ’Άνδρες, γυναίκες, έφηβοι, παιδιά. Τό μικρό ποίμνιο ποτέ δέν θά έκλείψει.

 «Πύλαι άδου, ού κατισχύσουσιν» στήν ιερή αίματόβρεκτη μέ θεϊκό αίμα Κιβωτό."

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ


Photo-17          «Την μνήμην τιμήσωμεν, του Αποστόλου πιστοί-επέστη γαρ σήμερον, πάσι τοις πέρασι, φωτίζουσα άπαντας…».
Μέσα στο μοσχομυρισμένο τούτο μήνα, με τα απερίγραπτα αρώματα που εκπέμπονται παντού στη φύση, αλλά και τις πνευματικές ευωδίες της Πασχαλινής περιόδου και  πλήθους  Αγίων, η εορτή του αγαπημένου μαθητή του Κυρίου έρχεται να στολίσει ακόμη πιο όμορφα το εικονοστάσι της Εκκλησίας, καθώς και με τους ωραίους ύμνους και τα αγιογραφικά αναγνώσματα, να ζεστάνει και να αναπτερώσει τις καρδιές μας, που, όλο και πιο πολύ βυθίζονται στην κακία και στην απόγνωση, σε μια πολύ ζοφερή κατάσταση της πατρίδας μας και της παγκόσμιας κοινωνίας.

Νιώθοντας ανάξιοι να πλέξουμε εγκώμιο αντάξιο του υψιπέτη αετού της θεολογίας, του «θεατού των αρρήτων αποκαλύψεων», του επιστήθιου φίλου του Χριστού, θα προσπαθήσουμε μόνο να σκιαγραφήσουμε τον περιπετειώδη, αλλά και ευλογημένο βίο του, με σκοπό να βοηθήσουμε τους αναγνώστες μας να ανεβούν ένα μικρό «σκαλοπάτι» στην εν Χριστώ ζωή τους.
mathites
Κλήση και μαθητεία του Κυρίου
          Παρακολουθούμε νεαρό τον Ιωάννη, με τον αδελφό του Ιάκωβο, παιδιά του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης, συγγενούς της Παναγίας, στη Βηθσαϊδά, ένα μικρό ψαροχώρι της Γαλιλαίας. Μελετητές επισημαίνουν ότι η οικογένειά τους ήταν εύπορη, καθώς ο Ζεβεδαίος διέθετε πλοίο με μισθωτούς αλιείς, δουλεύοντας συνεταιρικά στην πλούσια σε αλιεύματα Λίμνη Γεννησαρέτ, ή Θάλασσα της Τιβεριάδας. Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι οι γονείς τους ήταν ευσεβείς και ενάρετοι και ανήκαν σ’ εκείνους που ανέμεναν την έλευση του Μεσσία. Έτσι, δεν είναι παράξενο που τα δύο αδέλφια έγιναν μαθητές του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, που δρούσε, όπως ξέρομε, στην περιοχή του Ιορδάνη.
Ήρθε, όμως, η ευλογημένη στιγμή, που, ο Βαπτιστής, βλέποντας τον Κύριο, φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα, παραπέμπει τους μαθητές του σ’ Εκείνον, λέγοντας: «Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου». Πού να μπορούσαν να φανταστούν, πως θα έκαναν την πιο σπουδαία γνωριμία της ζωής τους! Διαβάζοντας τα σκιρτήματα της καρδιάς τους ο γλυκύτατος Ιησούς, απαντά στην ερώτησή τους, πού μένει: «Έρχεστε και ίδετε». Τον ακολούθησαν- «ώρα δεκάτη»- κι έμειναν μαζί Του εκείνη την ημέρα. Λίγες μέρες αργότερα, ο Κύριος θα τους απευθύνει την οριστική πρόσκληση,  στην ακρογιαλιά της Λίμνης. Τότε εγκαταλείπουν το ψάρεμα αυτό, για να γίνουν αργότερα «αλιείς ανθρώπων»- «αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ» (Λουκ. Ε΄, 11).
Από κείνη την ώρα, ο Ιωάννης θα αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στο Διδάσκαλο.  Δε θα τον εγκαταλείψει ούτε στιγμή, σ’ όλη τη διάρκεια της επίγειας δράσης Του. Για να μην αναφερθούμε σε λεπτομέρειες, ας θυμηθούμε τα εξής:
metamorfosi
Πρώτο. Ο Ιωάννης, αποτελώντας, με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, το στενό κύκλο των πιο αγαπημένων
μαθητών του Χριστού, αξιώθηκε να δει στο Θαβώρ το άκτιστο Φως του Θεού και να ακούσει τη φωνή του Πατέρα, που αποκάλυπτε την Αγία Τριάδα.
Δεύτερο. Στο Μυστικό Δείπνο, καθώς καθόταν δίπλα στο Διδάσκαλο, ακουμπώντας στο στήθος Του, τον ρώτησε ποιος επρόκειτο να τον προδώσει.
Τρίτο.  Ακολουθεί  στην αυλή του Αρχιερέα  τον Ιησού, στις δύσκολες στιγμές Του. Κι ενώ όλοι οι άλλοι μαθητές τον εγκατέλειψαν, αυτός θα τον συνοδέψει μέχρι το φρικτό Γολγοθά. Μαζί με τη Θεοτόκο και τις άγιες γυναίκες, θα του συμπαρασταθεί στο μαρτύριο της Σταυρώσεως, καθώς την καρδιά του είχε πλημμυρίσει η ακατανίκητη, θεοδίδακτη αγάπη!
Τέταρτο. Εκεί πάνω, λοιπόν, εκείνες τις τελευταίες στιγμές, πριν χάσει τις αισθήσεις Του και παραδώσει το πνεύμα Του, ο Κύριος θα προφέρει τις ιστορικές φράσεις: «Γύναι, ιδού ο υιός σου», βλέποντας  τη Θεομήτορα κι ύστερα, προς τον αγαπημένο Του μαθητή, «Ιδού η μήτηρ σου». Μεγαλύτερη τιμή και ευλογία δε θα μπορούσε να υπάρξει στη γη! Ο Ιωάννης, υπακούοντας, από κείνη την ώρα αναλαμβάνει τη φροντίδα της Παναγίας μας, μέχρι την Κοίμησή της.
 Πέμπτο. Ταφή, Κενό μνημείο, εμφανίσεις του αναστημένου Κυρίου για σαράντα μέρες και, τέλος, Ανάληψη: σ’ όλα αυτόπτης και αυτήκοος και αψευδής μάρτυρας ο Ιωάννης, ώστε, δικαιολογημένα να γράψει στην πρώτη του επιστολή: «Ο ην απ’ αρχής, ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν…και μαρτυρούμεν και απαγγέλλομεν υμίν» (Α΄, 1).


Στύλος, ποιμένας και θεολόγος της Εκκλησίας
          Μετά την Πεντηκοστή, με τη δύναμη του Πνεύματος, ο Ιωάννης, μαζί με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, θα αφιερωθούν στη διαποίμανση του πληρώματος, ώστε δικαίως να χαρακτηριστεί ως «στύλος» της νεοσύστατης Εκκλησίας. Συλλαμβάνονται, φυλακίζονται, δίνουν τη μαρτυρία της πίστεως: «Ου δυνάμεθα ημείς α είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν», λένε, και συνεχίζουν απτόητοι τη δράση τους.
Μετά την Αποστολική Σύνοδο, στην οποία έλαβε μέρος, αλλά, ιδιαίτερα, μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον Τίτο, ο Ιωάννης αναλαμβάνει μεγάλη ιεραποστολική δράση στη Μικρά Ασία και μάλιστα, στην Έφεσο, μέγιστο κέντρο εκείνη την εποχή, όπου θα στηρίξει τη νέα Εκκλησία. Με τους διωγμούς του αυτοκράτορα Δομιτιανού συλλαμβάνεται κι οδηγείται αλυσοδεμένος στη Ρώμη, βασανίζεται ποικιλοτρόπως και φυλακίζεται. Ύστερα, θα εξοριστεί στο νησί της Πάτμου, που θα αγιαστεί με την παρουσία του και  με τη συγγραφή της Αποκαλύψεως, θα γίνει γνωστό σ’ όλο τον κόσμο. Αργότερα απελευθερώνεται κι επιστρέφει στην Έφεσο, όπου θα συγγράψει το Ευαγγέλιο και θα περάσει το υπόλοιπο μέρος της πολυτάραχης ζωής του.
Στα συναξάρια αναφέρονται πάρα πολλά θαύματα του Αγίου, σ’ ένα περιβάλλον, στο οποίο κυριαρχούσε η ειδωλολατρία και η διαφθορά, με ιδιαίτερο κύρος του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος. Έτσι, δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων μεταστράφηκαν στο Χριστιανισμό κι ο Ιωάννης δεν κουραζόταν να στηρίζει και να προστατεύει,  ύστερα και από το μαρτυρικό θάνατο του Παύλου, τις απορφανισμένες Εκκλησίες της Μικράς Ασίας.
«Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος…Τα πάντα δι’ αυτού εγένετο…Εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων» (Ιωάν. Α΄, 1-4),βροντοφωνάζει ο «υιός της βροντής» και ο λόγος του διαπερνά τα πέρατα, μένει άφθαστος, στα δυσθεώρητα ύψη της ακραιφνούς θεολογίας. Έχοντας συνεχή και αδιάπτωτη κοινωνία με τον πολυαγαπημένο του Διδάσκαλο, με τη μέθεξη των Άκτιστων ενεργειών του Θεού, πεπληρωμένος με την υπέρτατη Αγάπη, έγινε  πλήρης και της θεολογίας κι έδειξε και σε μας την ορθοδοξία της Αγίας Τριάδος.
Το τέταρτο Ευαγγέλιο, ενώ εντυπωσιάζει με την κατάταξη του υλικού σε χρονικές περιόδους κι έχει έντονο ιστορικό και ρεαλιστικό χαρακτήρα, επειδή σ’ αυτό εκτίθενται οι ομιλίες του Ιησού και φανερώνονται ύψιστες αλήθειες της Θείας Αποκαλύψεως, από την αρχαία εκκλησιαστική παράδοση χαρακτηρίστηκε και είναι γνωστό ως «πνευματικό» ή «θεολογικό». Ο δε συγγραφέας του, ως ο πρώτος θεολόγος της Εκκλησίας, αφού είναι ο πρώτιστος κήρυκας της αληθινής σοφίας των δογμάτων.
Η θεοπλημμύρα της αγάπης  ευωδιάζει ιδιαιτέρως στην Α΄ Επιστολή του Ιωάννη, που την απευθύνει σε πολλές Εκκλησίες, με σκοπό την καταπολέμηση των αιρέσεων. Μια «γεύση» της λαμβάνομε από τα τρία αναγνώσματα που κοσμούν τον Εσπερινό της γιορτής του. Ευφραίνονται  οι ψυχές των πιστών. Οι καρδιές «αναπνέουν» το οξυγόνο της αληθινής χριστιανικής αγάπης, που πηγάζει από την πίστη στη θεότητα του Χριστού και βρίσκεται σε απόλυτη αλληλεξάρτηση με την τήρηση των αγίων εντολών Του. Στη Β΄ Επιστολή του ο Ιωάννης αναφέρεται στις σχέσεις μας με τους αιρετικούς, από τους οποίους οφείλομε να φυλαγόμαστε προσεκτικά. Τέλος, στην Γ΄ κατακρίνει τη συμπεριφορά ενός αρχομανούς ανθρώπου, του Διοτρεφούς, και ο λόγος του είναι ιδιαίτερα επίκαιρος σήμερα, που το πάθος της εξουσίας και η συναφής διαφθορά δείχνουν να κυριαρχούν σ’ όλο το φάσμα ενός πολιτικού συστήματος, που έχει οδηγήσει στην καταστροφή της οικονομίας, στον παροπλισμό της πλειοψηφίας των νέων και στην απονέκρωση της κοινωνίας.

Deutera-Parousia
Προσμένοντας τη Δευτέρα Παρουσία
Πόσα, ακριβώς, χρόνια έζησε ο Ιωάννης, δεν μπορεί να προσδιοριστεί. Είναι, πάντως, ο μόνος από τους μαθητές του Κυρίου, που αξιώθηκε να πεθάνει φυσιολογικά. Έχομε πληροφορίες ότι, σε βαθιά γεράματα, τον μετέφεραν  σε ναούς και παντού επαναλάμβανε τη φράση: «Τεκνία μου, αγαπάτε αλλήλους», ως την πιο θαυματουργό στάση ζωής.
Συγκινητική είναι η περιγραφή των τελευταίων στιγμών της ζωής του, καθώς, ένα πρωινό, με την ανατολή του ηλίου, αφού είχε ετοιμάσει ο ίδιος τον τάφο του, άφηνε σιγά-σιγά  την τελευταία του πνοή εκεί, σ’ ένα λόφο της Εφέσου. Όλος ο κόσμος πένθησε τον μέγιστο ποιμένα της Εκκλησίας κι έτρεχε να προσκυνήσει τον τάφο του. Κι ενώ λίγο μετά το σώμα του δε βρέθηκε, παρμένο  στον Ουρανό, από τον τάφο έβγαινε σκόνη θαυματουργός, γνωστή ως «Μάνα» στην αρχαία Εκκλησία. Γεγονός, στο οποίο είναι αφιερωμένη η Εορτή της ογδόης Μαΐου.
Σύμφωνα με το Σωφρόνιο, πολλοί Άγιοι, Μάρτυρες, επίσκοποι και ερημίτες, θαμμένοι στα βουνά της περιοχής, συντροφεύουν τον Απόστολο. Όπως έγραψε ο επίσκοπος Εφέσου Πολυκράτης, «κατά την Ασίαν μέγα στοιχείον κεκοίμηται, ο και αναστήσεται τη εσχάτη ημέρα της παρουσίας του Κυρίου, Ιωάννης ο επιστήθιος και διδάσκαλος εν Εφέσω» (Π. Πάσχου, «Έρως Ορθοδοξίας», σελ 274).
Επειδή συχνά γίνεται λόγος σήμερα για «χρόνια αποκαλυπτικά» και ερχομό των «εσχάτων καιρών», νομίζω πως καλό θα ήταν να είμαστε πολύ επιφυλακτικοί στην προσέγγιση της Αποκαλύψεως του Ιωάννη, του τελευταίου και πιο δυσερμήνευτου βιβλίου  της Αγίας Γραφής. Ας λάβουμε υπόψη μας, πόσες αιρέσεις έχουν δημιουργηθεί από την παρερμηνεία της και την ανυπακοή στην  Εκκλησία. Η αυθαιρεσία εδώ μπορεί να «πληρωθεί» πολύ ακριβά. Να οδηγήσει σε δρόμο χωρίς επιστροφή.
Αντί να παρασυρόμαστε από ατέλειωτες, επικίνδυνες «Αντιχριστολογίες» και τις πολυποίκιλες τρομολαγνείες, καλύτερα να «αγρυπνούμε» και να προσευχόμαστε, προσμένοντας τον Ερχόμενο Κύριο, που είπε: «Εγώ ειμι ο πρώτος και ο έσχατος, το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος» (Αποκ.Α΄17, ΚΑ΄, 6). Με τη βεβαιότητα και τη χαρά  που μας δίνει η Αποκάλυψη, ας γίνει ο ερχομός Του ο βαθύτερος πόθος μας. Η  πιο ωραία  προσδοκία της ζωής μας: «Ναι έρχου, Κύριε Ιησού». Αμήν.
Νίκος Σιγανός

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος και η Εκπόρευση του «Μάννα» από τον τάφο του


Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος 
και η Εκπόρευση του «Μάννα» από τον τάφο του
Επιμέλεια Σοφία Ντρέκου 

1. Εισαγωγικά
2. Η ΕΚΠΟΡΕΥΣΗ ΤΟΥ «ΜΑΝΝΑ» ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ 
(Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτου)
3. Ο Βίος Άγιου Ιωάννη του Θεολόγου
  • ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ
  • ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΟ. ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΛΟΥΤΡΟ.
  • ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΟΜΝΟΥ ΚΑΙ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΟΥ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΑΥΤΩΝ
  • ΣΥΝΤΡΙΒΗ ΤΗΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ
  • ΕΞΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΟ.
  • ΚΥΝΩΨ Ο ΜΑΓΟΣ
  • ΕΞΑΦΑΝΙΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΝΩΠΟΣ.
  • ΠΕΡΙ ΠΡΟΚΛΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΥ.
  • ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ.
  • Ο ΝΕΟΣ ΛΗΣΤΗΣ.
  • ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ.
1. Εισαγωγικά 
Στις 8 Μαΐου εκάστου έτους αγαπητοί αναγνώστες της «Αέναης επΑνάστασης», εορτάζουμε την Σύναξη της αγίας κόνεως της εκπορευομένης εκ του τάφου του Ιωάννου του Θεολόγου. Ευχαριστώ πολύ τον π. Δαμιανό Σαράντη για το κείμενο του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου στο ιστολόγιό μας. Την ευχή του να έχουμε.

Όταν ήρθε ο καιρός της μεταβάσεώς του στο Κύριο, σε βαθειά γεράματα ψέλλιζε αυτή μόνο τη φράση συνέχεια: «Τεκνία αγαπάτε αλλήλους». μτφ:«παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον.

2. Η ΕΚΠΟΡΕΥΣΗ ΤΟΥ «ΜΑΝΝΑ» ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτου


«Τὸ φυτὸν τῆς ἁγνείας, τὸ μύρον τῆς εὐωδίας,
πάλιν ἀνέτειλεν ἡμῖν, εἰς τὴν παροῦσαν ἑορτήν,
βοῆσαι πρὸς αὐτόν· Ἰωάννη Ἀπόστολε,
ὁ τὴν Παρθένον φυλάξας ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ,
αἴτησαι ἡμῖν παρὰ Χριστοῦ τὸ μέγα ἔλεος
».
(Ἰδιόμελον τῆς Λιτῆς)

Αφού γύρισε πάλι στην Έφεσο ο επιστήθιος Μαθητής του Χριστού, το υπόλοιπο της ζωής του το πέρασε εκεί. Όταν βγήκε από τα Ιεροσόλυμα για το αποστολικό κήρυγμα ήταν 56 χρονών. Κήρυξε για 9 χρόνια και μετά εξορίσθηκε. Έκανε 15 χρόνια στην Πάτμο εξόριστος. Μετά την εξορία, έζησε άλλους 26 χρόνους. Όλοι οι χρόνοι της επίγειας ζωής του ήταν 105 και 7 μήνες, όταν βασίλευε ο Τραϊανός.

Με αυτόν τον τρόπο έζησε ο Απόστολος του Κυρίου· και αφού αγωνίστηκε μέχρις αίματος για την ευσέβεια, κάνοντας πάμπολλα θαύματα και επιστρέφοντας άμετρα πλήθη απίστων στην πίστη του Χριστού, τελευταία, έμενε στο σπίτι του Δόμνου τον οποίον ανέστησε εκ νεκρών, μαζί με τους επτά μαθητές του.

Άφησε στα τελευταία το μέρος όπου έμενε και βγήκε έξω σε ένα τόπο, όπου είπε στους μαθητές του να καθίσουν εκεί. Αυτός προχωρώντας ακόμη πιο πέρα προσευχήθηκε. Γύρισε μετά στους μαθητές του και τους παρήγγειλε να σκάψουν σταυροειδώς την γη, τόσο μόνο, όσο ήταν το ανάστημα του σώματός του. Και αφού μπήκε μέσα στον σκαμμένο χώρο, κλαίγοντας, με συγκίνηση, αποχαιρέτησε τους μαθητές του και τους είπε: «Τραβήξτε προς εμένα το χώμα της γης, της δικής μου μητέρας, και σκεπάστε με μ’ αυτό».

Οι μαθητές τον ασπάσθηκαν και τον αποχαιρέτισαν και στην αρχή σκέπασαν το σώμα του μέχρι τα γόνατα. Έπειτα, αφού πάλι τον ασπάσθηκαν, τον σκέπασαν μέχρι τον λαιμό. Και αφού για τρίτη φορά τον κατεφίλησαν, έβαλαν επάνω στο ιερό του πρόσωπο ένα μαντήλι και κλαίγοντας έτσι πικρά σκέπασαν όλο του το σώμα.

Αφού θρήνησαν οι μαθητές τον απορφανισμό του διδασκάλου τους, γύρισαν πίσω στην πόλη της Εφέσου διηγούμενοι τα γεγονότα. Μόλις τ’ άκουσαν οι υπόλοιποι αδελφοί, έτρεξαν και πήγαν στον τάφο του Αποστόλου, ανέσκαψαν αλλά δεν βρήκαν τίποτα. Τότε επέστρεψαν και αυτοί στην Έφεσο κλαίγοντας θερμά για την στέρηση ενός τέτοιου ποιμένα.

Κάθε χρόνο αυτός ο τάφος αναβρύζει αιφνίδια, αυτήν την ημέρα, με τρόπο θεϊκό και παράδοξο, μία σκόνη, την οποία εκεί οι εγχώριοι, την λένε «μάννα» και όσοι την λαμβάνουν με πίστη γεύονται την λύτρωση από κάθε πάθος, την γιατρειά των ψυχών και την υγεία των σωμάτων τους, δοξάζοντας όλοι τον Θεό και τον πιστό δούλο Του, τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ιωάννη τον Θεολόγο, τον επιστήθιο φίλο του Χριστού.

Κείμενο: από π.Δαμιανός («Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (Συναξάριον-Θαύματα-Διδαχή Αγάπης-Υμνολογικά-Λόγοι)», κεφ. α' και γ', σελ. 29'30, 36 και 59, α' έκδοση, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον «Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος», Άγιον Όρος Μάϊος 1999.)

Άγιος Ιωάννης ο θεολόγος 14ος αι. 
Ιερά Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους

3. Ο Βίος Άγιου Ιωάννη του Θεολόγου

Ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής καταγόταν από κάποιο φτωχό χωριό της Γαλιλαίας που ονομαζόταν Βηθσαϊδά. Ήταν γιος του ψαρά Ζεβεδαίου και της Σαλώμης που ήταν συγγενής της Παναγίας Μητέρας του Χριστού. Πολύ νωρίς έγινε μαθητής του Ιωάννου Προδρόμου ενώ παράλληλα εργαζόταν και στην τέχνη του ψαρά κοντά στον πατέρα του και τον αδελφό του Ιάκωβο.

Κάποια μέρα λοιπόν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος βάδιζε αργά στις όχθες του Ιορδάνου διδάσκοντας τον λαό την μετάνοια και βαπτίζοντας στον Ιορδάνη. Μαζί του ήσαν και δύο από τους μαθητές του, ο αδελφός του Πέτρου, και ο Ιωάννης. Καθώς ξεχωρίζει μέσα στο πλήθος τον Ιησούν Χριστόν παράξενα ακούγονται τα λόγια του: «Ίδε ο αμνός του Θεού».

Η καρδιά των δύο μαθητών σκιρτά στο άκουσμα των λόγων αυτών. Μήπως είναι ο Μεσσίας που περιμένουν;...

Μόλις τον βλέπουν ν' απομακρύνεται τον ακολουθούν με κάποια προσμονή και ελπίδα. Ο Ιησούς γνωρίζοντας τον πόθο τους να τον πλησιάσουν στρέφεται και τους ρωτά:

-Τι ζητείται;

-Ραββί, που μένεις; του απαντούν.

-Έρχεσθε και ίδετε. Ελάτε να διαπιστώσετε μόνοι σας. Ήλθαν λοιπόν και έμειναν κοντά του όλο εκείνο το ευτυχισμένο απόγευμα...

Ύστερα από λίγες μέρες καθώς τακτοποιούσαν και ετοίμαζαν τα δίχτυα ο Ιωάννης με τον πατέρα του και τον αδελφό του Ιάκωβο, βλέπει και πάλι τον Ιησούν να τον πλησιάζη. Η καρδιά του και πάλι σκυρτά στο αντίκρυσμα του θεϊκού εκείνου προσώπου και περιμένει ν' ακούση κάτι πολύ σημαντικό από το στόμα του Διδασκάλου.

Πράγματι, ο λόγος του τους καλεί να τον ακολουθήσουν και οι δύο αδελφοί στον ιερό και ύψιστον έργον του. Και αυτοί, χωρίς να υπολογίσουν τα καΐκια και τα δίχτυα, περιουσία και τον πατέρα που θα άφηναν μόνο του στην εργασία, τα εγκαταλείπουν όλα και τον ακολουθούν.

Από τη μέρα εκείνη ο σύνδεσμος του Ιωάννου με τον Ιησούν γίνεται βαθύς, άρρηκτος, ισόβιος. Εκείνος ο αγαπημένος διδάσκαλος και αυτός ο αγαπημένος, ο κατ' εξοχήν αγαπημένος μαθητής του. Τον ακολουθεί καθ' όλη τη διάρκεια της δημοσίας ζωής του επί τρία χρόνια. Όταν ο Κύριος ανέβηκε στο όρος Θαβώρ για να μεταμορθωθή, ανέβηκε μαζί και αυτός ο αγαπημένος μαθητής μαζί με τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και είδε εκεί την Μεταμόρφωσι του Θεού Λόγου και την φωνή του Θεού Πατρός που έλεγε: «ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός εν ώ ηυδόκησα αυτού ακούετε».

Επίσης κατά τον Μυστικόν Δείπνον εκάθισε κοντά στον αγαπημένο του Διδάσκαλο και όταν έμαθαν οι μαθηταί ότι κάποιος απ' αυτούς θα τον προδώση, αυτός έπεσε πάνω στο στήθος του Ιησού και τον ερώτησε:

- Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα σε προδώση;

Όταν πάλι έπιασαν τον Χριστόν οι Ιουδαίοι αυτός τον ακολούθησε και μπήκε στην αυλή του Αρχιερέως σαν γνωστός του και κοντά σ' αυτόν μπήκε και ο Πέτρος.

Όταν τέλος εσταυρώθη ο Κύριος αυτός ήτο παρών κοντά στον Σταυρό εκείνες τις στιγμές, ενώ όλοι τον είχαν εγκαταλείψει, ο Διδάσκαλος αναθέτει στον αγαπημένο του μαθητή την μητέρα του απευθυνόμενος στοργικά της λέει: «Γύναι, ιδού ο υιός σου», γυρίζοντας κατόπιν προς τον Ιωάννην του λέγει: «Ιδού η μήτηρ σου». Τι άλλο μπορεί να υπάρξη πιο μεγάλη ευτυχία από τον λόγον αυτόν;

Από την ώρα εκείνη λοιπόν, επήρε, όπως ήταν άξιο και πρέπον, στο σπίτι του την Μητέρα και Παρθένον, αυτός που ήταν κατά το σώμα και την ψυχήν Παρθένος. Και όταν ανεστήθη ο Κύριος, αυτός αφού πρόλαβε τον Κορυφαίον Πέτρον και αφού έσκυψε πρώτος στον τάφο, είδε τα εντάφια και τον Χριστόν που ποθούσε. Δέχεται απ' Αυτόν το ζωογόνον φύσημα και προβάλλεται της Οικουμένης όλης Απόστολος. Αυτός είδε τον Κύριον όταν ανελήφθη.

Αυτός έπειτα εδέχθη την επιφοίτησιν του Παρακλήτου εν είδει πυρίνων γλωσσών μαζί με τους άλλους συμμαθητάς κατά την ημέραν της Πεντηκοστής. Αυτός τέλος και μέχρι την Κοίμησιν της Θεοτόκου έμεινε στα Ιεροσόλυμα, υπηρετώντας αυτήν σ' όλες τις ανάγκες.

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ

Ύστερα από την καταστροφήν της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. από τον Τίτον, έπεσε ο κλήρος ο Ιωάννης να έλθη στην Μικρά Ασία, που ήταν γεμάτη από είδωλα και ολόκληρη ήταν αφημένη στην ειδωλολατρική πλάνη.

Για το πράγμα αυτό λυπήθηκε ο Απόστολος και επειδή σαν άνθρωπος τον έπιασε αγωνία και δεν ήλπισε καθόλου στην ανίκητη δύναμη του Θεού, έπεσε κατά παραχώρησιν Θεού σε πειρασμό, ώστε να συγχωρεθεί με τον πειρασμό το ανθρώπινο σφάλμα του. Διότι οι μεγάλοι και τέλειοι άνδρες στην αρετή πρέπει να φυλάγουν την ακρίβεια και στα μικρότερα πράγματα. Προλέγει λοιπόν ο Ιωάννης στον μαθητή του Πρόχορον την τρικυμία και το ναυάγιο που επρόκειτο να υποστούν και ότι μόνον ο Ιωάννης επρόκειτο να πειρασθή στην θάλασσα για σαράντα ημέρες.

Αφού λοιπόν έγινε η τρικυμία, όπως το προείπε ο Απόστολος, τα κύματα της θαλάσσης έβγαλαν τον Πρόχορον στην Σελεύκειαν. Εκεί κατασυκοφαντήθηκε ότι είναι μάγος και ότι πήρε χρήματα από το πλοίο που ναυάγησε και τα ξοδεύει. Από την Σελεύκεια επήγε σ' έναν τόπο της Ασίας που λέγεται Μαρμαρεώτης σε διάστημα σαράντα ημερών.

Όταν πήγε ευρήκε τον δάσκαλο του Ιωάννη που τον είχε βγάλει εκεί η θάλασσα. Δόξασαν λοιπόν και οι δύο τον Θεόν που τους εγλύτωσε και τον ευχαρίστησαν.

ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΟ. ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΛΟΥΤΡΟ.

Έπειτα πήγαν και οι δύο στην Έφεσο, όπου συνάντησαν μια γυναίκα με το όνομα Ρωμάνα, που ήταν ξακουστή για την κακία της ως την Ρώμη. Αυτή λοιπόν αφού πήρε τον μέγαν Ιωάννην και τον μαθητήν του Πρόχορον τούς ανάγκασε να δουλεύουν σ' ένα δικό της λουτρό. Επειδή δε ο Ιωάννης, καθώς ήταν άπειρος από τέτοια δουλειά συνέβαινε να κάνει μερικά σφάλματα σε μερικές εργασίες, τούς μεταχειριζόταν εκείνη η κακή γυναίκα με τόση μεγάλη ωμότητα και απανθρωπιά, σαν να τους είχε εξαγορασμένους δούλους. Τον Ιωάννη τον είχε υπηρέτη για να χύνη νερό σ' όσους έκαναν λουτρό.

Μέσα σ' εκείνο το λουτρό κατοικούσε και ένας άγριος Δαίμονας που συνήθιζε τρεις φορές κάθε χρόνο να πνίγη ένα νέον ή μια νέα. Επήρε δε την άδεια και άρχισε να κάνη τέτοιον φόνον ο διάβολος, διότι όταν θεμελιωνόταν εκείνο το λουτρό έπεισε ο σιχαμερός εκείνους που έκτιζαν να χώσουν μέσα στα θεμέλια ένα νέον και μια νέα, με σκοπό τάχα να αντιλαλή και να βγάζη μεγάλον ήχον το λουτρό. Απ' αυτό λοιπόν αφού πήρε αφορμή ο ανθρωποκτόνος διάβολος, έπνιγε εκεί συχνά τους ανθρώπους.

ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΔΟΜΝΟΥ ΚΑΙ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΟΥ.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΑΥΤΩΝ

Ύστερα από τρεις μήνες λοιπόν, αφ' ότου πήγαν στο λουτρό ο Ιωάννης και ο Πρόχορος, καθώς έμπαινε στο λουτρό για να λουσθή κάποιος Δόμνος, παιδί του Διοσκορίδου του συζύγου της Ρωμάνας, πνίγηκε από τον Δαίμονα. Θρηνούσε λοιπόν η Ρωμάνα απαρηγόρητα για τον θάνατο του Δόμνου.

Ο πατέρας του Διοσκουρίδης όταν έμαθε την ξαφνική είδησι τού θανάτου του επέθανε από την υπερβολική λύπη. Παρακαλούσε λοιπόν η Ρωμάνα την ψευτοθεά Άρτεμιν για να αναστήση τον Δόμνον και έκοβε τις σάρκες της. Όμως μάταια τα έκανε όλα αυτά.

Ο Ιωάννης λοιπόν ρώτησε τον Πρόχορο για ποια αιτία θρηνεί η Ρωμάνα. Εκείνη όταν τους είδε να συνομιλούν έπιασε και άρχισε να τον συκοφαντή ότι είναι μάγος και τέλος να τον φοβερίζη ότι πρόκειται να τον θανατώση, εάν δεν μεταχειρισθή κάθε μέσον για να αναστήση τον Δόμνον.

Αφού λοιπόν αναγκάσθηκε έτσι ο Απόστολος έκανε προσευχήν. Και, ώ του θαύματος! Αμέσως ανεστήθη ο Δόμνος. Αυτό το θαύμα όταν είδε η Ρωμάνα έμεινε εκστατική και άρχισε να αποκαλή τον Ιωάννην Θεόν και υιόν Θεού.

Ύστερα αφού εξωμολογήθηκε ειλικρινά τις αμαρτίες της και αφού ζήτησε συγχώρησι για τις κακοπάθειες που προξένησε στον Απόστολο και τον μαθητή του, επέστρεψε στον Χριστό και βαπτίσθηκε. Ύστερα δε από τον Δόμνον ο Ιωάννης ανέστησε και τον πατέρα του τον Διοσκουρίδη και τον εβάπτισε. Επίσης εβάπτισε και τον αναστηθέντα υιόν του και όλους τους άλλους που έτρεξαν εκεί. Έδιωξε δε και τον πονηρό Δαίμονα που κατοικούσε μέσα στο λουτρό.
ΣΥΝΤΡΙΒΗ ΤΗΣ ΑΡΤΕΜΙΔΟΣ
εικ. Η Εφέσια Άρτεμις βρίσκεται στο μουσείο της Εφέσου. Artemis of Ephesus. 1st century CE Roman copy of the cult statue of the Temple of Ephesus. Statue in the Museum of Efes (Turkey).

Επειδή οι Εφέσιοι ετελούσαν μεγάλη γιορτή στην ψευτοθεά Άρτεμιν, γι' αυτό ο Απόστολος επήγε κατά τον καιρό της γιορτής και ανέβηκε επάνω σ' εκείνο το μέρος, όπου στεκόταν το είδωλον της Αρτέμιδος. Οι όχλοι όμως βλέποντας τον θύμωσαν πολύ και άρχισαν να τον λιθοβολούν. Όμως οι πέτρες δεν χτύπησαν καθόλου τον Άγιον, αλλά το είδωλον μέχρι που το συνέτριψαν.

Εκείνοι όμως οι ανόητοι δεν θέλησαν να έλθουν σε συναίσθησιν, αλλά βλέποντας τον Απόστολον να τους μιλάη για πίστι, πάλι τον λιθοβολούσαν. Οι πέτρες όμως παράδοξα επέστρεφαν και κτυπούσαν τους ίδιους και τους επλήγωναν. Τότε ο θείος Απόστολος έκανε προσευχή στον Θεό και αμέσως έγινε σεισμός και μεγάλος βρασμός της γής και χάθηκαν απ' αυτόν διακόσιοι άνθρωποι. Βλέποντας αυτό οι υπόλοιποι άνθρωποι μόλις και μετά βίας απαλλάχθηκαν από την μέθη και τον σκοτισμό της πλάνης και παρακαλούσαν θερμά τον Απόστολο να ελεηθούν και οι ίδιοι και να αναστηθούν όσοι πέθαναν. Πάλι λοιπόν, αφού προσευχήθηκε ο Απόστολος, αμέσως όλοι αναστήθηκαν. Και επειδή έγινε πάλι βρασμός της γής, γι' αυτό έπεσαν όλοι στα πόδια του Αποστόλου και, αφού πίστεψαν στον Χριστό, βαπτίσθηκαν.

Έπειτα πήγε ο θείος Απόστολος σ' ένα τόπον που ωνομαζόταν Τύχη και εκεί θεράπευσε ένα παράλυτο που ήταν κατάκοιτος δώδεκα ολόκληρα χρόνια.

Επειδή λοιπόν έκανε ο Απόστολος και άλλα πολλά θαύματα και η φήμη τους έτρεχε παντού, βλέποντας αυτά εκείνος ο Δαίμονας, που έμενε και κατοικούσε στον ναόν της Αρτέμιδος, και γνωρίζοντας ότι και ο ίδιος θα διωχθή απ' εκεί απ' τον Ιωάννη μεταμορφώθηκε σε στρατιώτη, κρατώντας στα χέρια χαρτιά και κλαίγοντας ότι δήθεν έφυγαν απ' τα χέρια του δυο μάγοι άριστοι και εξαιρετικοί που του δόθηκαν από την εξουσία να τους φυλάγη. Εξ' αιτίας αυτού τον έβαλαν σε μεγάλον κίνδυνο με τη φυγή τους. Έδειχνε δε στους ανθρώπους εκεί και ένα δέμα φλωριά και υποσχόταν να το δώση σ' αυτούς εάν βρουν τους μάγους και τους θανατώσουν.

Ακούγοντας λοιπόν αυτά πολλοί κινήθηκαν εναντίον του σπιτιού του Διοσκουρίδου φοβερίζοντας ότι θα το κατακαύσουν μαζί μ' αυτόν, αν δεν παραδώση στα χέρια τους, τους μάγους. Ο ευλαβής όμως και ευγνώμων Διοσκουρίδης προτιμούσε καλύτερα να καή παρά να παραδώση τους Αποστόλους, που του φανήκαν ευεργέτες του. Ο δε μέγας Ιωάννης προγνωρίζοντας με την προορατικήν χάριν του Αγίου Πνεύματος, ότι αν παραδοθή σ' αυτούς πρόκειται πάλι να κάνη θαύματα και απ' αυτό να επιστρέψη πολλούς στην ζωή της ευσεβείας παρέδωκε τον εαυτό του ο ίδιος μαζί με τον Πρόχορον στους απίστους.

Αφού λοιπόν σύρθηκαν από τους απίστους οι Απόστολοι του Κυρίου, όταν πήγαν στον ναό της Αρτέμιδος, προσευχήθηκαν στον Θεό να γκρεμισθή ο ναός, αλλά κανένας άνθρωπος να μη πάθη κακό. Και, ώ του θαύματος! Αμέσως έγινε αυτό. Τότε ο μέγας Απόστολος διατάζει τον Δαίμονα που κατοικούσε εκεί με αυτά τα λόγια:

- Σε σένα ομιλώ τον ακάθαρτο Δαίμονα.

- Τι θέλεις; Αποκρίθηκε η φωνή.

- Θέλω να ομολογήσης φανερά πόσα χρόνια κατοικείς εδώ και αν είσαι συ που ξεσήκωσες τόσον λαόν εναντίον μας, ξανάπε ο Απόστολος.

Πιεζόμενος ο Δαίμονας από την θέλησιν του Αγίου αποκρίθηκε.

- Διακόσια σαράντα εννιά χρόνια κατοικώ σ' αυτόν τον ναό. Πράγματι, εγώ είμαι αυτός που εκίνησα όλους αυτούς εναντίον σας.

- Σου παραγγέλω εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου να μη κατοικήσης πια σ' αυτόν τον τόπον, είπε πάλι ο Απόστολος.
Αμέσως λοιπόν έφυγε ο Δαίμονας από την πόλι της Εφέσου. Οι Έλληνες δε βλέποντας αυτά εφοβήθηκαν και οι περισσότεροι απ' αυτούς τρόμαξαν. Απ' το γεγονός αυτό πίστεψαν πολλοί στον Κύριο Ιησού και βαπτίσθηκαν στο Όνομά Του.

Άποψη από τα ερείπεια της Βασιλικής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, 
στην Έφεσο, όπου βρίσκεται και ο τάφος του...

ΕΞΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΟ.

Επειδή λοιπόν έκανε και άλλα πολλά θαύματα ο Ιωάννης, και γύρισε πολύ πλήθος Ελλήνων στην πίστι του Χριστού και έπειτα επειδή η φήμη τους έφθασε στ' αυτιά του τότε βασιλέως Δομιτιανού που εβασίλευε κατά το 82, ο Δομιτιανός έστειλε και έφερε μπροστά του τον μέγαν Ιωάννην μαζί με τον Πρόχορον.

Αφού λοιπόν τους έκανε ερωτήσεις και είδε την σταθερότητα που έδειξαν για την πίστι τους τούς υπέβαλε σε βασανιστήρια. Τους έβαλε να πιούν δηλητήριο και αφού δεν έπαθαν τίποτε τους έριξε σ' ένα πιθάρι μεγάλο με βραστό λάδι. Αφού και απ' εκεί βγήκαν χωρίς να πάθουν το παραμικρό με διαταγή του Δομιτιανού εξορίζονται στην νήσο Πάτμο. Ο Κύριος όμως είχε προλάβει και εφανέρωσε με όραμα στον Ιωάννη για την υπόθεσι αυτή. Δηλαδή ότι πρόκειται να πάθη πολλούς πειρασμούς και ότι θα εξορισθή σ' ένα νησί που έχει μάλιστα πολύ μεγάλη ανάγκη της δικής του παρουσίας.

Πλέοντας λοιπόν στην θάλασσα ο Απόστολος μαζί με τους σωματοφύλακες του βασιλέως ανέστησε ένα στρατιώτη που πέθανε στον δρόμο. Αλλά και την τρικυμία που έγινε ύστερα απ' αυτά στην θάλασσα την μετέβαλε σε γαλήνη. Κατά παράκλησιν του στρατιώτη θεράπευσε και ένα από τους σωματοφύλακες που έπασχε από δυσεντερία και κινδύνευε να πεθάνη ύστερα από λίγο. Βλέποντας λοιπόν αυτά οι σωματοφύλακες επίστεψαν όλοι στον Χριστό και βαπτίσθηκαν.

Αφού λοιπόν έφθασε ο Ιωάννης στην Πάτμο, ελευθέρωσε τον Απολλωνίδη, το παιδί του Μύρωνος από το μαντικό πνεύμα που κατοικούσε σ' αυτόν και το εξώρισε μακρυά απ' το νησί. Απ' το θαύμα αυτό επίστευσαν στον Χριστό και βαπτίσθηκαν όλοι οι άνθρωποι που ευρίσκοντο στο σπίτι του Μύρωνος. Το ίδιο και ο Απολλωνίδης που ελευθερώθηκε και η θυγατέρα του Χρυσίππη με τους ανθρώπους της. Ύστερα δε βαπτίσθηκε και ο ίδιος ο Ανθύπατος, δηλαδή ο άρχοντας της χώρας της Πάτμου.

ΚΥΝΩΨ Ο ΜΑΓΟΣ

Ευρίσκετο στην Πάτμο κάποιος μάγος που ωνομαζόταν Κύνωψ, που κατοικούσε σ' έρημο τόπο από αρκετά χρόνια μαζί με τα ακάθαρτα Δαιμόνια. Αυτόν τον μάγον όλοι όσοι κατοικούσαν στο νησί τον θεωρούσαν σαν θεό, για τις φαντασίες και ενέργειες των Δαιμόνων που εγίνοντο απ' αυτόν. Οι δε ιερείς του ψεύτικου θεού Απόλλωνος καθώς είδαν τον Ιωάννη που εδίδασκε με πολλή παρρησία την πίστη στον Χριστό, έτρεξαν στον Κύνωπα και τον παρακάλεσαν γονατιστοί να κινηθή κατά του Ιωάννου, επειδή αυτός ερήμωσε σχεδόν τον ναόν του Απόλλωνος και απεμάκρυνε όλους από τον σεβασμό και την λατρεία των θεών.

Ο Κύνωψ λοιπόν όταν άκουσε αυτά υπερηφανεύθη και έκρινε ανάξιο της υπολήψεως του το να πάη μόνος στη χώρα. Αφ' ενός μεν διότι για διάστημα πολλών χρόνων βρισκόταν στην έρημο κλεισμένος. Αφ' ετέρου δε επειδή αυτοί που βρίσκονταν στην χώρα της Πάτμου αυτοί πήγαιναν σ' αυτόν και όχι αυτός προς εκείνους. Γι' αυτό υποσχέθηκε στους ιερείς ότι αυτός θα στείλη έναν πονηρόν Άγγελον στο σπίτι του Μύρωνος που πίστεψε, για να πάρη την ψυχή του Ιωάννου που έμενε εκεί και να την παραδώση σε καταδίκη αιώνια.

Έστειλε λοιπόν ο Κύνωψ ένα άρχοντα των πονηρών Δαιμόνων προς τον Ιωάννη, όπως υποσχέθηκε. Ο Δαίμονας δε αφού πήγε στο σπίτι του Μύρωνος, στάθηκε στο μέρος εκείνο όπου ήτο ο Ιωάννης.

Μόλις όμως τον γνώρισε ο θείος Απόστολος του λέγει:

- Σου παραγγέλω στο όνομα του Ιησού Χριστού να μη βγης από τον τόπο που στέκεσαι έως ότου μου φανερώσης για ποια αιτία ήλθες σε μένα.

Και αμέσως με τον λόγο του Αποστόλου στάθηκε το Δαιμόνιον δεμένο και απήντησε ως εξής πιεζόμενο από την θεία δύναμι:

- Οι ιερείς το Απόλλωνος ήλθαν στον Κύνωπα και είπαν πολλά εναντίον σου και τον παρακάλεσαν να έλθη εδώ στην χώρα και να σε θανατώση. Ο Κύνωψ όμως δεν καταδέχθηκε λέγοντας.

- Είναι πολλά χρόνια που δεν βγήκα από τον τόπο αυτό και τώρα για ένα άνθρωπο μικρόν και ασήμαντο να αφήσω την αγαπητή μου ερημιά και ζωή; Γυρίστε όμως πίσω και αύριο θα στείλω Άγγελον πονηρόν για να πάρη την ψυχή του Ιωάννου και να την φέρη σ' εμένα για να την παραδώσω σε κρίσιν.

Και ο Ιωάννης του είπε:

- Εστάλης ποτέ από τον Κύνωπα για να πάρης ψυχή ανθρώπου και την πήγες σ' αυτόν;

- Με έστειλε και θανάτωσα μεν άνθρωπον, αλλά ψυχήν ανθρώπου ποτέ δεν παρέδωσα σε κόλασιν, αποκρίθηκε ο Δαίμονας.

- Για ποιόν λόγο υπακούετε στον Κύνωπα; Ρώτησε ο Ιωάννης.

- Όλη η δύναμη του Σατανά κατοικεί μέσα σ' αυτόν. Και έχει συμφωνίαν αυτός μεν να είναι πάντα μαζί μας εμείς δε πάντα μαζί του. Και ο Κύνωψ ακούει εμάς τους Δαίμονες, εμείς δε οι Δαίμονες ακούμε τον Κύνωπα.

- Άκουσε, πνεύμα πονηρό. Σε διατάζει ο Ιωάννης, ο Απόστολος του Υιού του Θεού, άλλη φορά να μην ενοχλήσης άνθρωπον, ούτε να γυρίσης στον τόπο σου. Αλλά να φύγης έξω απ' αυτό το νησί και να περιπλανάσαι εδώ και εκεί.

Και αμέσως το πνεύμα έφυγε μακρυά απ' το νησί.

Βλέποντας λοιπόν ο Κύνωψ ότι δεν επέστρεψε σ' αυτόν το πρώτο Δαιμόνιον έστειλε και δεύτερο. Αλλά επειδή και αυτό έπαθε τα ίδια, έστειλε ακόμη και άλλα δύο Δαιμόνια από τα αρχοντικά, για να μπη το ένα στο σπίτι όπου έμενε ο Ιωάννης και το άλλο να σταθή έξω και να ιδή αυτά που γίνονται και να γυρίση να τα φανερώση στον Κύνωπα. Επειδή λοιπόν πήγε το ένα Δαιμόνιο και διώχθηκε έξω απ' το νησί όπως διώχθηκαν και τα δύο πρώτα, εκείνο το Δαιμόνιο που στεκόταν έξω γύρισε και φανέρωσε στον Κύνωπα αυτά που έγιναν. Ωργίσθηκε λοιπόν ο Κύνωψ και πήρε μαζί του όλα τα πλήθη των Δαιμόνων και πήγε στην Χώρα. Ηχολόγησε όλη η Χώρα και ταράχθηκε μόλις είδε τον Κύνωπα και όλοι τον προσκυνούσαν. Πρόφθασε δε τον Ιωάννη ο Κύνωψ, την ώρα που δίδασκε τον λαόν, και κυριεύθηκε από θυμόν πολύν και είπε στον λαό.

- Άνθρωποι ανόητοι και τυφλοί, ακούστε. Αν είναι δίκαιος ο Ιωάννης και όσα λέγει αν είναι αλήθεια θα θεραπεύση και σας και μένα. Αν μπορέση να κάνη εκείνο που θα πω σ' αυτόν τότε και εγώ πιστεύω σ' όλα όσα λέγει.

Αφού κράτησε λοιπόν ο Κύνωψ ένα νέον που ήτο εκεί του λέγει:

- Νέε, ζη ο πατέρας σου;

- Ναυάγησε και πνίγηκε στον βυθό της θαλάσσης, απεκρίθηκε ο νέος.

Τότε λέγει ο Κύνωψ στον Ιωάννη:

- Να, δείξε πράγματι αν είναι αληθινά τα λόγια σου, και αφού ανεβάσης από το βάθος της θαλάσσης τον πατέρα του νέου αυτού φέρε τον μπροστά σ' όλους μας ζωντανό και υγιή.

- Δεν με έστειλε ο Χριστός για να ανασταίνω νεκρούς, αλλά για να διδάσκω πλανεμένους ανθρώπους.

Είπε λοιπόν ο Κύνωψ προς όλον τον λαόν.

- Τώρα λοιπόν να καταλάβετε και να πεισθήτε ότι αυτός είναι πλάνος και σας ξεγελά με μαγικές τέχνες. Κρατήστε τον λοιπόν μέχρι που να φέρω εγώ από την θάλασσα τον πατέρα του νέου και να τον παρουσιάσω ζωντανό.

Αφού κρατήθηκε ο Ιωάννης, άπλωσε τα χέρια του ο Κύνωψ και τα κτύπησε. Έγινε λοιπόν στην παραλία μεγάλος κρότος, ώστε όλοι φοβήθηκαν. Τότε ο Κύνωψ εξαφανίσθηκε από τα μάτια όλων των ανθρώπων. Αμέσως δε φώναξαν δυνατά και είπαν: «Μεγάλος είσαι Κύνωψ και εκτός από σένα δεν υπάρχει άλλος». Ξαφνικά λοιπόν βγήκε από την θάλασσα ο Κύνωψ έχοντας μαζί του ένα Δαίμονα που φαινόταν να μοιάζη στο πρόσωπο του πνιγμένου πατέρα του νέου, και όλοι εθαύμασαν.

Έπειτα λέγει προς τον νέον:

- Αυτός είναι ο πατέρας σου;

- Ναι, κύριε, απήντησε ο νέος.

Και έτσι όλοι προσκύνησαν τον Κύνωπα και ήθελαν να θανατώσουν τον Ιωάννη. Ο Κύνωψ όμως δεν άφησε να τον θανατώσουν λέγοντας: «Όταν δήτε μεγαλύτερα θαύματα απ' αυτά τότε να τιμωρηθή όπως του αξίζει».

Αφού κάλεσε λοιπόν πάλι άλλον άνθρωπον του είπε:

- Είχες υιόν;

- Ναι, κύριε, είχα και κάποιος τον εφθόνησε και τον θανάτωσε, απεκρίθη εκείνος.

- Θα αναστηθή ο υιός σου, του είπε ο Κύνωψ.

Και αμέσως κάλεσε με το άνομα και τον φονιά και τον φονευθέντα. Πράγματι και οι δυο μαζί παρουσιάσθηκαν μπροστά. Είπε λοιπόν ο Κύριος στον άνθρωπο:

- Αυτός είναι ο υιός σου; Και αυτός είναι εκείνος που τον εφόνευσε;

- Ναι, Κύριε, απεκρίθη ο άνθρωπος.

Τότε καυχώμενος ο Κύνωψ είπε στον Ιωάννη.

- Τι θαυμάζεις, Ιωάννη;

- Εγώ δεν θαυμάζω καθόλου γι' αυτά.

- Όταν δης μεγαλύτερα θαύματα απ' αυτά τότε θα θαυμάσης, είπε ο Κύνωψ.

- Τα θαύματά σου γρήγορα θα διαλυθούν, απήντησε ο Ιωάννης.

Όταν άκουσε αυτόν τον λόγο ο όχλος αμέσως ώρμησε και άρχισε να κτυπά άγρια τον Ιωάννη και ολίγον έλειψε να τον αφήση νεκρόν. Επειδή δε ενόμισε ο Κύνωψ ότι πέθανε ο Ιωάννης είπε προς τον λαόν. Αφήστε τον άταφον για να τον φάγουν τα όρνια. Μόλις πληροφορήθηκαν λοιπόν όλοι ότι πέθανε ο Ιωάννης, έφυγαν απ' εκεί με χαρά και επαίνους για τον Κύνωπα.

ΕΞΑΦΑΝΙΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΝΩΠΟΣ.

Ύστερα απ' αυτά, όταν άκουσε ο Κύνωψ ότι ο Ιωάννης ζη και διδάσκει τον λαό σ' ένα τόπο που ονομάζεται Λίθου Βολή, κάλεσε τον Δαίμονα εκείνον που χρησιμοποίησε για τις νεκρομαντείες. Αφού πήγε λοιπόν στον Ιωάννη του είπε:

- Εγώ επειδή ήθελα να σου προξενήσω περισσότερη ντροπή και καταδίκη γι' αυτό ως τώρα σε άφησα να ζης. Αλλά έλα τώρα να πάμε στον γιαλό κι εκεί θα δης την δύναμί μου και θα ντροπιασθής.

Τον ακολουθούσαν δε και οι τρεις Δαίμονες εκείνοι που νομίσθηκαν ότι αναστήθηκαν εκ νεκρών.

Αφού λοιπόν κτύπησε τα χέρια του κι έκανε κρότον, έγινε άφαντος από τα μάτια των ανθρώπων αφού βυθίστηκε ξαφνικά στον βυθόν της θαλάσσης. Οι όχλοι πάλι φώναζαν: «Είσαι μεγάλος, Κύνωψ, και δεν υπάρχει άλλος όπως συ». Ο Ιωάννης λοιπόν διέταξε τους Δαίμονες, που εστέκοντο μαζί με τον Κύνωπα σε σχήμα ανθρώπων, να μην κινηθούν απ' την θέσι τους. Και αμέσως προσευχήθηκε στον Θεό να μην φανή πλέον ζωντανός ο Κύνωψ.

Όταν λοιπόν βυθίστηκε ο Κύνωψ έγινε μεγάλος θόρυβος στη θάλασσα. Το νερό δε της θαλάσσης στράφηκε στο μέρος που βυθίστηκε ο Κύνωψ και δεν μπόρεσε πλέον ο άθλιος να βγή από την θάλασσα. Οι Δαίμονες δε που ήσαν με το σχήμα των ανθρώπων που αναστήθηκαν διώχθηκαν απ' τον Ιωάννη εν τω ονόματι του Ιησού Χριστού μακρυά από την Πάτμο και έγιναν άφαντοι.

Επειδή λοιπόν ο λαός στάθηκε τρία ημερόνυχτα περιμένοντας να βγη ο Κύνωψ απ' την θάλασσα, από την νηστεία και τις φωνές που έβγαζαν και από τη ζέστη του ηλίου ξαπλώθηκαν στη γη άφωνοι οι περισσότεροι απ' αυτούς ώστε και τρία παιδιά πέθαναν. Εξ' αιτίας αυτού τους λυπήθηκε ο μέγας Ιωάννης όλους αυτούς και τα μεν παιδιά που πέθαναν τα ανέστησε, τους δε παραλυμένους ανθρώπους τους δυνάμωσε. Και αφού είπε σ' αυτούς πολλά για την πίστι τους έπεισε όλους να πιστέψουν στον Χριστό και να βαπτισθούν, αφού ο άθλιος Κύνωψ καταποντίσθηκε πια στην θάλασσα, όπως παλαιά ο Φαραώ.

ΠΕΡΙ ΠΡΟΚΛΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΥ.
Κάποια γυναίκα που λεγόταν Προκλιανή κατελήφθη από έρωτα πονηρόν για τον υιόν της που λεγόταν Σωσίπατρος (αλλοίμονον!μέχρι που φθάνει η κακία του σαρκικού έρωτα!). Επειδή δε δεν πέτυχε την βρωμερή της επιθυμία κατηγόρησε τον γιο της στον Άρχοντα του νησιού ότι την εβίασε.
Ενώ λοιπόν επρόκειτο να τιμωρηθή ο Σωσίπατρος άδικα από τον Άρχοντα, τον εβοήθησε ο Ιωάννης, επειδή δεν ήταν ένοχος, ως εξής: Ξεράθηκε αμέσως το δεξί χέρι τόσο του Άρχοντος όσο και της αισχρής Προκλιανής, αφού προηγουμένως σείσθηκε η γη μ' ένα μεγάλο ήχο και τρίξιμο.
Όταν λοιπόν έπαθαν αυτήν την τόσο μεγάλη θεϊκή τιμωρία, πίστεψαν και οι δυο στον Χριστό και βαπτίσθηκαν. Και έτσι τα χέρια τους γιατρεύθηκαν και η γη σταμάτησε να κλονίζεται.

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ.

Όταν εβασίλευε ο βασιλιάς Τραϊανός ύστερα από τον Νερουάν κατά το έτος 98, εστάλησαν βασιλικά γράμματα στην Πάτμο που καλούσαν τον θείο Ιωάννη από την εξορία. Ήθελε λοιπόν ο Ιωάννης ν' αναχωρήση από την από την Πάτμο και να πάη στην Έφεσο. Οι Χριστιανοί όμως της Πάτμου θρηνούσαν και έκλαιγαν για τον απόχωρισμό του. Και τι δεν έκαναν για να μη χάσουν τέτοιον καλό Ποιμένα. Επειδή όμως δεν μπορούσαν να τον εμποδίσουν γι' αυτό πρόβαλαν ένα διπλό ζήτημα στον μέγα Απόστολον.

Δηλαδή να αφήση σ' αυτούς αντί για τον εαυτό του τους λόγους του και να γράψη σε βιβλίο το Μυστήριον όλης της Οικονομίας του Χριστού για μας.

Ο Ιωάννης λοιπόν, επειδή υπάκουσε στην δίκαιη επιθυμία τους αφ' ενός, αφ' ετέρου δε παρεκινήθη από την άνωθεν θεία Πρόνοια, ενήστεψε τρεις μέρες έχοντας και τους άλλους Χριστιανούς να νηστεύουν και να τον βοηθούν με την προσευχήν. Ανέβηκε έπειτα στο βουνό που ήταν εκεί με τον μαθητή του Πρόχορον και ανέβασε όλη του τη σκέψι στον Θεό. Και, ώ του Θαύματος! Αμέσως ακούγονται βροντές και αστραπές φοβερές και σαλεύεται όλο το βουνό, ώστε ο μαθητής του Πρόχορος πέφτει από τον φόβο του με το πρόσωπο στην γη και γίνεται σαν νεκρός.

Ο Ιωάννης όμως δεν φοβάται, αλλά στέκεται όρθιος. Επειδή η τέλεια αγάπη που είχε στον Θεό έδιωχνε τον φόβο απ' την καρδιά του όπως ο ίδιος είπε «η τέλεια αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» (Α' Ιωάν. δ'18). Άκουσε λοιπόν μια βροντερή φωνή που έλεγε αυτά «εν αρχή ήν ο Λόγος, και ο Λόγος ήν προς τον Θεόν και Θεός ήν ο Λόγος» (Ιωάν.α' 1). Αυτήν την φωνή την φανέρωσε ο Ιωάννης στον μαθητή του Πρόχορο, αφού προηγουμένως τον σήκωσε απ' το χέρι και έδιωξε απ' αυτόν λίγο τον φόβο.

Αφού τέλειωσε λοιπόν όλο το θείον Ευαγγέλιο και το έγραψε με το χέρι του Προχόρου, το παρέδωσε στους Χριστιανούς που το ζήτησαν. Απ' εκεί διαδόθηκε σ' όλα τα πέρατα του κόσμου.

Ο ΝΕΟΣ ΛΗΣΤΗΣ.
Αφού έφυγε από το νησί Πάτμο ο μέγας Απόστολος πήγε σ' ένα τόπο που λεγόταν Αγροικία. Και εκεί αφού γιάτρεψε ένα τυφλόν επήγε σε μια γειτονική πόλι. Εκεί ευρήκε ένα νέον ευγενικό στην ψυχή και ωραίον στο πρόσωπο και τον ωδήγησε στον Χριστό. Έπειτα αφού τον παρεκίνησε να είναι ενάρετος και αφού τον παρέδωκε στα χέρια του Επισκόπου της πόλεως, σαν σε μάρτυρα του Χριστού, για να φροντίζη γι' αυτόν, έφυγε για την Έφεσο. Αφού λοιπόν τακτοποίησε καλά τα εκκλησιαστικά πράγματα εκεί και κατήρησε όλο το ποίμνιον του Χριστού με την διδασκαλία του, και αφού επισκέφθηκε τις άλλες πόλεις που ήσαν κοντά και χειροτόνησε σ' αυτούς Επισκόπους, τότε πάλι επανήλθε στην πόλι που είπαμε προηγουμένως.
Όταν ζήτησε τον νέον εκείνον που παρέδωσε στον Επίσκοπο, έμαθε ότι έγινε αρχηγός των κλεφτών, διότι επήρε άσχημο δρόμο από τις διασκεδάσεις και τις κακές συναναστροφές των συνομηλίκων του νέων, (διότι είναι εύκολος και κατηφορικός ο δρόμος της κακίας). Λυπήθηκε, λοιπόν πολύ ο Απόστολος του Κυρίου για το κατάντημα του νέου εκείνου.
Ξεκίνησε λοιπόν και πήγε μόνος στον τόπο των κλεφτών και παραδόθηκε σ' αυτούς θεληματικά και μέσω αυτών ωδηγήθηκε και βρήκε τον νέο. Όταν τον συνήντησε, επειδή προσπάθησε εκείνος να φύγη (διότι κατάλαβε ότι είναι ο ευεργέτης του Ιωάννης) τον προσείλκυσε ο Απόστολος κοντά του με τα γλυκά και θελκτικά του λόγια.
Κατόρθωσε να τον πάρη μαζί του με τη Χάρι του Κυρίου και επέστρεψε στην πόλι. Και τόσο τον έκανε να προκόψη στην αρετή με τις συμβουλές του που έσταζαν μέλι και τις ιερές νουθεσίες, ώστε έγινε παράδειγμα αρετής και μετανοίας πολύ λαμπρό και στους άλλους ανθρώπους.

ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΦΕΣΟΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ.

Αφού επανήλθε πάλι στην Έφεσο ο επιστήθιος του Χριστού μαθητής, εκεί επέρασε την υπόλοιπη ζωή του. Ήτο πενήντα εξ ετών όταν έφυγε από τα Ιεροσόλυμα για το κήρυγμα. Επέρασε δε εννέα χρόνια κηρύττοντας έως ότου εξωρίσθηκε. Στην εξορία στην Πάτμο πέρασε δεκαπέντε χρόνια. Ύστερα δε από την εξορία έζησε άλλα εικοσιέξι χρόνια. Ώστε όλα τα έτη της ζωής του που πέρασε ήσαν εκατόν πέντε και επτά μήνες.

Έτσι έζησε ο Απόστολος του Κυρίου και αγωνίσθηκε για την ευσέβεια μέχρις αίματος. Έκανε πάρα πολλά θαύματα και επέστρεψε αμέτρητα πλήθη απίστων από διάφορα έθνη στην πίστη του Χριστού. Πέρασε αρκετόν χρόνον της ζωής του στο σπίτι του Δόμνου, που ο ίδιος τον ανέστησε μαζί με τους επτά μαθητές του, και τέλος έφυγε μαζί μ' αυτούς από το σπίτι.

Αφού έφθασε σ' ένα τόπο στους μεν μαθητές του παρήγγειλε να καθίσουν εκεί, αυτός δε αφού προχώρησε μπροστά σε μικρή απόστασι, προσευχήθηκε. Ήταν δε ώρα πρωϊνή.

Έπειτα, αφού επέστρεψε, πρόσταξε τους μαθητές του να σκάψουν τη γη σε σχήμα σταυρού, τόσο μόνον, όσο ήτο το μέτρον του σώματός του. Αφού ξαπλώθηκε λοιπόν μέσα σ' εκείνον τον σκαμμένον τόπον, αποχαιρέτησε τους μαθητές του που έκλαιγαν πικρά και είπε: «Σύρετε το χώμα της γης που είναι μητέρα μου και με αυτό σκεπάστε με». Εκείνοι αφού τον ασπάσθηκαν και τον αποχαιρέτησαν, σκέπασαν το σώμα του μέχρι τα γόνατα. Έπειτα πάλι αφού τον ασπάσθηκαν τον σκέπασαν μέχρι τον λαιμό. Και πάλι αφού για τρίτη φορά τον ασπάσθηκαν έβαλαν πάνω στο ιερό του πρόσωπο ένα μανδήλι. Και έτσι κλαίγοντας πικρά σκέπασαν όλο το σώμα του. Τότε ανέτειλε και ο ήλιος.

Αφού έκλαψαν οι μαθηταί, γιατί έμειναν ορφανοί από τον δάσκαλό τους, εγύρισαν στην πόλι διηγούμενοι τα σχετικά με τον Απόστολον. Οι άλλοι αδελφοί όταν τα άκουσαν αυτά επήγαν στον τάφο και αφού έσκαψαν δεν βρήκαν τίποτε. Τότε λοιπόν επέστρεψαν κλαίγοντας θερμώς για τη στέρησι τέτοιου ποιμένος.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος β'

Ἀπόστολε, Χριστῷ τῷ Θεῷ ἠγαπημένε, ἐπιτάχυνον, ῥῦσαι λαὸν ἀναπολόγητον, δέχεταί σε προσπίπτοντα, ὁ ἐπιπεσόντα τῷ στήθει καταδεξάμενος, ὃν ἱκέτευε Θεολόγε, καὶ ἐπίμονον νέφος ἐθνῶν διασκεδάσαι, αἰτούμενος ἡμῖν εἰρήνην, καὶ τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον αὐτόμελον Ἦχος β'

Τὰ μεγαλεῖά σου Παρθένε τὶς διηγήσεται; βρύεις γὰρ θαύματα, καὶ πηγάζεις ἰάματα, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν, ὡς Θεολόγος καὶ φίλος Χριστοῦ.

impantokratoros.gr Ιεραποστολικός Σύλλογος «Ο Άγιος Βαρνάβας»

Η μνήμη του Αποστόλου Ιωάννου εορτάζεται στις 26 Σεπτεμβρίου (Μετάσταση).
Στις 8 Μαΐου εκάστου έτους εορτάζουμε την Σύναξη της αγίας κόνεως της εκπορευομένης εκ του τάφου του Ιωάννου του Θεολόγου.

Σοφία Ντρέκου / Αέναη επΑνάσταση
Τέλος και τω Θεώ δόξα!